Ἡ αὐλή μας, οἱ γείτονες,
οἱ Ἅγιοι καὶ οἱ ἥρωες, ὁ κόσμος μας,
εἶναι ὁ κοινὸς «χοῦς»,
ἡ γαία ποὺ μᾶς κρατάει
ζωντανοῦς καὶ ὄρθιους στὴν Κτίση.
Εἶναι ἡ Πατρίδα.
Ἂν ὁ ἄνθρωπος εἰσέρχεται
περίκλειστος στὸν κόσμο,
φέρνει ὡς θεῖο δῶρο
τὴν ἱκανότητα
ποὺ ὁρίζεται ἀπὸ τὴν πρόθεση σύν.
Εἶναι συν-όμιλος τοῦ Θεοῦ,
γίνεται συν-ομιλητὴς καὶ σύν-τροφος
καὶ ἐν-οικεῖ καὶ συν-οικεῖ
στὸν τόπο ποὺ τοῦ τάχθηκε,
τὴν πατρίδα του.
Καὶ ὅταν ἀπειλεῖται
ἀπὸ τὸ ἀντίθετο τῆς ζωῆς,
τὰ βαθιὰ σκοτάδια τῆς μοναξιᾶς
ἢ τὴν παγερὴ ἀμφισβήτηση τοῦ θανάτου,
ἐπιθυμεῖ νὰ ἐπιστρέφει πάντα.
Ὁ νόστος τοῦ Ὀδυσσέα.
Ἔχει ἀνάγκη τὴ θαλπωρὴ τοῦ τόπου του,
τὴ θέρμη τῆς κοιτίδας του,
τὴν κουβέντα τῶν συντρόφων ἀδελφῶν του.
ʼΕκζητᾶ τὴν οἰκειότητα.
Μιὰ κίνηση ὅλης τῆς ὕπαρξης
ἡ ὁποία ἀδιαμφισβήτητα ἀποκαλύπτει
τὰ ὅρια τῆς τραγικότητας
καὶ τὴν πορεία του στὸν κόσμο.
Ἀναζητᾶ τὸν χρόνο καὶ τὸν τόπο
ποὺ τοῦ δόθηκε, τὸ κοινὸ καὶ τὸ οἰκεῖο.
«Οἰκεῖος χῶρος ζωῆς,
σχέσεις ἀμεσότητας, δεσμοὶ καὶ φιλίες, ἀγαπημένοι νεκροί, δέσιμο τῆς μνήμης
μὲ τὸν χῶρο,
ἐγκεντρισμὸς στὴν ἱστορικὴ συνείδηση,
ἔνταξη στὴ γλώσσα,
μετοχὴ στὴν παραδεδομένη
ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιὰ πείρα».
Αὐτὰ καὶ ἄλλα πολλὰ
ποὺ συνθέτουν την ἱστορία
καὶ εἶναι ἡ πατρίδα.
Καὶ ὁ ἄνθρωπος ἀγαπᾶ τὴν πατρίδα
καὶ τιμᾶ τὴν ἱστορία του,
ὅπως ἀγαπᾶ τὸ σπίτι του
καὶ τιμᾶ τοὺς προγόνους του.
Ἡ ἱστορία ἄλλωστε
ἀφηγεῖται τὸν ἀγώνα καὶ τὸν καημὸ
τοῦ κάθε ἀνθρώπου ξεχωριστὰ
καὶ μαζὶ τῆς κοινότητάς του.
Εἶναι ὁ τρόπος τοῦ Εἶναι καὶ τοῦ Ὑπάρχειν,
ὅ,τι φανερώνει τὸ νόημα τῆς ζωῆς του.
Καὶ τὸ νόημα τῆς ζωῆς
ἀλλὰ καὶ τοῦ θανάτου
τότε μόνο φωτίζεται
καὶ δὲν περιπλανιέται,
τότε αἱμοδοτεῖται καὶ δὲν μαραζώνει,
τότε κομίζει ἀλήθεια στὴν πατρίδα
καὶ δὲν μυθοπλάθει τὴ ζωὴ,
ὅταν ὁ κάθε ἕνας καὶ ὅλοι μαζὶ
μετέχουν στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ,
σὲ αὐτὸ τὸ ἐκκλησιαστικὸ γεγονὸς
τῆς ὑπέρβασης κάθε τόπου καὶ χρόνου,
στὴν πίστη ποὺ λέγεται Ἀνάσταση.
Αὐτὴ ἡ πίστη
δὲν γκρεμίζει τὴν πατρίδα
ἀλλὰ τὴν φωτίζει,
δὲν τὴν μικραίνει
ἀλλὰ τὴν κάνει κραταιὰ,
δὲν ἀρνεῖται τοὺς προγόνους
ἀλλὰ τοὺς μνημονεύει
ἐνώπιος ἐνωπίῳ μὲ τὸν Ἄχρονο καὶ Ἀχώρητο Ἐνσαρκωμένο Χριστό.
Εἶναι ἡ πίστη ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπο
νὰ κουβαλάει στὶς πλάτες του τὸν χρόνο,
τὸν τόπο καὶ τοὺς ἀνθρώπους του:
τὴν πατρίδα του, ὁδεύοντας, μόνον ἔτσι,
πρὸς τὴν Ἄλλη τὴν περιπόθητη
καὶ πολυπόθητη Πατρίδα
τῆς ἀγκάλης τοῦ Θεοῦ.
Γιώργου Ἀνανιάδη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου