Αφιερώνεται στους "Έλληνες πολιτικούς" που φέρανε τους Τούρκους πολιτικούς να περιοδεύουν στη Θράκη μας, για να κάνουν την προπαγάνδα τους! Σ' αυτούς που παραδίδουν τα πάντα στους ξένους αποικιοκράτες και εγκαταλείπουν την πατρίδα μας ανυπεράσπιστη και το λαό μας μαραζωμένο, εξευτελισμένο και ημιθανή. Ο Θεός να τους συγχωρέσει.
"Ω! Τι ύψος και πόση πνευματική ευπρέπεια είχε η φυλή μας, τον καιρό που θαρρούμε εμείς πως ήτανε αγράμματη και βάρβαρη!..."
Αποσπάσματα από το άρθρο του Φώτη Κόντογλου "Οι Νεομάρτυρες: η Δόξα της Εκκλησίας μας".
Οι άγιοι νεομάρτυρες της Νάουσας (1822) |
Το να μιλά κανένας σήμερα και να γράφει για κάποια πράγματα της θρησκείας, ο πολύς κόσμος το νομίζει για ανοησία. Και ακόμα μεγαλύτερη ανοησία έχει την ιδέα πως είναι το να γράφει για τους άγιους μάρτυρες, και μάλιστα για κείνους που μαρτυρήσανε κατά τα νεότερα χρόνια που βασιλεύανε οι Τούρκοι απάνω στη χριστιανωσύνη, επειδής ο λίγος καιρός που μας χωρίζει απ αυτούς κάνει ώστε να τους νοιώθουμε πολύ κοντά μας, ανθρώπους σαν κ' εμάς, ενώ τους αρχαίους μάρτυρες τους βλέπουμε μέσα από τους αιώνες που περάσανε από τότε που μαρτυρήσανε και στη φαντασία μας παρουσιάζονται ευκολότερα με το φωτοστέφανο του Aγίου.
Κανένας λαός δεν έχυσε τόσο αίμα για την πίστη του Χριστού, όσο έχυσε ο δικός μας, από καταβολή του χριστιανισμού ίσαμε σήμερα. Κι αυτός ο ματωμένος ποταμός είναι μια πορφύρα που φόρεσε η ορθόδοξη Εκκλησία μας, και που θα 'πρεπε να την έχουμε για το μεγαλύτερο καύχημα, κι όχι να την καταφρονούμε και να μη μιλούμε ποτέ γι αυτή, και μάλιστα να ντρεπόμαστε να μιλήσουμε γι αυτή, σε καιρό που δε ντρεπόμαστε για τις πιο ντροπιασμένες και σιχαμερές παραλυσίες που κάνουνε οι άνθρωποι στον αδιάντροπο καιρό μας.
Εμείς οι σημερινοί πονηρεμένοι άνθρωποι φροντίζουμε μονάχα για την καλοπέραση του κορμιού μας, και για τούτο η ψυχή μας έχασε την ευαισθησία της, μ' όλα τα πνευματικά γιατρικά που λέμε πως έχουμε. Και γι αυτό περιφρονούμε και τους λέμε ανόητους εκείνους που δεν κοιτάζουνε το υλικό συμφέρον τους, αλλά κάνουνε κάποιες θυσίες. Κατά πολύ ανόητους και μικρόμυαλους θεωρούμε εκείνους που θυσιάσανε τη ζωή τους για την πίστη τους, αφού, κατά την αμαρτωλή κρίση μας, δεν κοιτάξανε να χαρούνε τα νιάτα τους και ν' απολάψουνε τούτον τον κόσμο, που είναι χειροπιαστός και σίγουρος, αλλά βασανιστήκανε, φυλακωθήκανε, δαρθήκανε και, στο τέλος, σφαχτήκανε η κρεμαστήκανε, οι άμυαλοι, για κάποιους ίσκιους που λέγουνται αθάνατη ζωή και βασιλεία των ουρανών. [...]
Αν είχε βασιλεύσει ο Τούρκος εις την Φραγκίαν δέκα χρόνους, χριστιανούς εκεί δεν εύρισκες. Και εις την Ελλάδα, τώρα τριακοσίους χρόνους ευρίσκεται, και κακοπαθούσιν οι άνθρωποι και βασανίζονται δια να στέκουν εις την πίστιν των, και λάμπει η πίστις του Χριστού και το μυστήριον της ευσεβείας, και εσείς μου λέγετε ότι δεν έχομεν σοφίαν; Την σοφίαν σου δεν εθέλω, ομπρός εις τον σταυρόν του Χριστού”.
Μ' αυτά τα λόγια βροντοφωνεί πως η Εκκλησία μας, με τα μαρτύρια που τραβά από αιώνες, είναι η αληθινή Εκκλησία, η βλογημένη από τον Κύριο, κι όχι η Δυτική, η καλοπερασμένη η υπερήφανη αφέντρα, που όχι μονάχα το αίμα της δεν έχυσε για τον Χριστό, αλλά η ίδια έκαιγε τους ανθρώπους που δεν της ήτανε υπάκουοι.
Οι δικοί μας οι άγιοι, που μαρτυρήσανε στον καιρό που είμαστε σκλάβοι στους Τούρκους, ήτανε ταπεινοί, απλοί, λιγομίλητοι, με τη φωτιά της πίστης στα στήθιά τους, απονήρευτοι κι αγράμματοι, αφού το μόνο που γνωρίζανε να λένε μπροστά στον αγριεμένο τον κριτή ήτανε «Χριστιανός γεννήθηκα και Χριστιανός θ' αποθάνω!».
Νέοι άνθρωποι, παλικάρια απάνω στ' άνθος της νιότης τους, πηγαίνανε προθυμερά να παραδοθούνε για τ' όνομα του Χριστού, κι αντίς αρραβωνιάσματα και σφαζόντανε σαν τ' αρνιά ή κρεμαζόντανε με τη θελιά, στον λαιμό τους και, για να τους τυραγνάνε περισσότερο οι άπιστοι, κόβανε τον λαιμό τους σιγά-σιγά με στομωμένα μαχαίρια ή τους χωρίζανε με σάπια σχοινιά που κοβόντανε, για να τους ξανακρεμάσουνε. Και τα μόνα που ξέρανε από τη Θρησκεία μας οι περισσότεροι απ αυτούς ήτανε τα λόγια του Χριστού, που είπε: «Όποιος με ομολογήσει μπροστά στους ανθρώπους, θα τον ομολογήσω κί εγώ μπροστά στον Πατέρα μου, που είναι στον ουρανό, κι όποιος μ αρνηθεί μπροστά στους ανθρώπους, θα τον αρνηθώ κ' εγώ μπροστά στον Πατέρα μου, που είναι στον ουρανό». Καθώς και τα λόγια, τούτα, που είπε ο Κύριος: «Μη φοβηθείτε από κείνους που σκοτώνουνε το σώμα, μα που δεν μπορούνε να σκοτώσουνε την ψυχή», και: «Όποιος χάσει τη ζωή του για τ όνομά μου, αυτός θα ζήσει στην αιώνια ζωή».
Ω! Τι ύψος και πόση πνευματική ευπρέπεια είχε η φυλή μας, τον καιρό που θαρρούμε εμείς πως ήτανε αγράμματη και βάρβαρη. Εμείς, οι σημερινοί, είμαστε βάρβαροι, που δεν είμαστε σε θέση να νοιώσουμε όσο πρέπει την ευγένεια και το μεγαλείο της θυσίας για τ όνομα του Χριστού, που την προσφέρανε με τα κορμιά τους εκείνοι οι λεονταρόψυχοι, που γι αυτούς λέγει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης πως δεν γεννηθήκανε από αίματα, μήτε από θέλημα της σάρκας, μήτε από θέλημα αντρός, αλλά πως γεννηθήκανε από τον Θεό. Η γενεά η δική μας, «η μοιχαλίς και αμαρτωλός», ας κάνει τον έξυπνον εκεί που δεν χωρά καμιά εξυπνάδα, ας περιπαίζει εκείνους που δώσανε το αίμα τους για την πίστη του Χριστού, με την ελπίδα της αιώνιας ζωής. Θα έρθει μέρα που θα δώσει απολογία και σε τούτο τον κόσμο και στον άλλον, και τότε θα καταλάβει σε τι σκοτάδι βρισκότανε. [...]
Ο νεομάρτυρας και παιδομάρτυρας Άγιος Ιωάννης ο Τουρκολέκας, αδελφός του οπλαρχηγού Νικηταρά
16 Όκτωβρίου 1816 «Στον
αδελφό μου πρότειναν ν’ αλλάξει την πίστη του. Του δείχνουν τον
σκοτωμένο πατέρα του και του λέγουν κάθησε να σε κάνουμε Τούρκο. Τότε το
παιδί κάνει το σταυρό του και τους απαντά: θα πάω κι εγώ εκεί που πάει ο
πατέρας μου. Του ξαναλέγουν· γίνε Τούρκος. Το παιδί όμως ξανακάνει το
σταυρό του. Έγινε από το αίμα του σταυρός…” Νικηταράς
Ο νεομάρτυρας και παιδομάρτυρας Άγιος Ιωάννης ο Τουρκολέκας γεννήθηκε το 1805 στο χωριό Τουρκολέκα Αρκαδίας. Η οικογένεια του διακρινόταν για την ευλάβεια τον Θεό, για την αγάπη προς την πατρίδα και για τον ηρωισμό της. Πατέρας του ήταν ο Σταματέλος Σταματελόπουλος-Τουρκολέκας, ονομαστός αγωνιστής της περιοχής Λεονταρίου και μητέρα του, η αδελφή της συζύγου του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Σοφία. Μεταξύ των τεσσάρων του αδελφών διακρινόταν ο γνωστός οπλαρχηγός Νικήτας, γνωστός ως Νικηταράς και ο διδάσκαλος της πολεμικής τακτικής ευπαίδευτος λοχαγός Νικόλαος.
Το 1816 ο Ιωάννης, 11 χρονών τότε, μαζί με τον πατέρα του και τον Αναγνώστη, γιό του αγωνιστή του Πάρνωνα Ζαχαριά , ενώ ταξίδευαν για τα Κύθηρα, λόγω θαλασσοταραχής βρέθηκαν στη Νεάπολη της Λακωνίας. Ο Αγάς της περιοχής Χουσεΐν, με δόλο τους συνέλαβε και τους έστειλε στην ανωτέρα Τουρκική αρχή της Μονεμβασίας. Εκεί οι συλληφθέντες φυλακίστηκαν στο κάστρο της.
Στη συνέχεια ο άρχοντας της Μονεμβασίας ζήτησε οδηγίες από τον Βοεβόδα του Μυστρά, ο οποίος διέταξε να αποκεφαλιστούν και οι τρεις φυλακισμένοι. Αποκεφαλίστηκαν ο Αναγνώστης και ο πατέρας του Αγίου.
Για την ομολογία, το μαρτυρικό τέλος και το θαυμαστό σημείο, που έδωσε ο Θεός, μετά τον αποκεφαλισμό του παιδομάρτυρα, γράφει, σχετικά ο αδελφός του Αγίου, ο Νικηταράς: «Στον αδελφό μου πρότειναν ν’ αλλάξει την πίστη του. Του δείχνουν τον σκοτωμένο πατέρα του και του λέγουν κάθησε να σε κάνουμε Τούρκο. Τότε το παιδί κάνει το σταυρό του και τους απαντά: θα πάω κι εγώ εκεί που πάει ο πατέρας μου. Του ξαναλέγουν· γίνε Τούρκος. Το παιδί όμως ξανακάνει το σταυρό του. Έγινε από το αίμα του σταυρός. Πήραν τα κεφάλια τους στην Τριπολιτσά».
Η σφαγή και των τριών έγινε στις 16 Όκτωβρίου 1816, έξω από τον Ιερό Ναό του «Ελκομένου Χριστού» στην πάλαια Μονεμβασία. Εκεί, στο δάπεδο της αυλής του Ναού, το αίμα του παιδομάρτυρα και νεομάρτυρα Ιωάννη, σχημάτισε Σταυρό και έτσι αποκαλύφθηκε η ένδοξη είσοδος του Αγίου στη Βασιλεία του Θεού και η ένταξή του στη χορεία των Μαρτύρων.
Οι κεφαλές, του νεομάρτυρα Ιωάννη, του πατέρα του και του Αναγνώστου εστάλησαν στον Πασά της Τριπόλεως, τα δε σώματα τους ετάφησαν στην Μονεμβασία, και μέχρι σήμερα παραμένει άγνωστος ο τόπος της ταφής και των κεφαλών και των σωμάτων τους.
Το σημείο του Σταυρού, το οποίο στο δάπεδο της αυλής του Ναού σχημάτισε το μαρτυρικό και αγνό αίμα του Αγίου Ιωάννη, έγινε πηγή στηριγμού των υποδούλων χριστιανών Ελλήνων και τόπος ιερού προσκυνήματος των πιστών.
Στις 24 του Οκτώβρη εορτάζεται η μνήμη του αγίου νεομάρτυρα Ιωάννη Τουρκολέκα, αδελφού του Νικηταρά του Τουρκοφάγου.Ο νεομάρτυρας και παιδομάρτυρας Άγιος Ιωάννης ο Τουρκολέκας γεννήθηκε το 1805 στο χωριό Τουρκολέκα Αρκαδίας. Η οικογένεια του διακρινόταν για την ευλάβεια τον Θεό, για την αγάπη προς την πατρίδα και για τον ηρωισμό της. Πατέρας του ήταν ο Σταματέλος Σταματελόπουλος-Τουρκολέκας, ονομαστός αγωνιστής της περιοχής Λεονταρίου και μητέρα του, η αδελφή της συζύγου του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Σοφία. Μεταξύ των τεσσάρων του αδελφών διακρινόταν ο γνωστός οπλαρχηγός Νικήτας, γνωστός ως Νικηταράς και ο διδάσκαλος της πολεμικής τακτικής ευπαίδευτος λοχαγός Νικόλαος.
Το 1816 ο Ιωάννης, 11 χρονών τότε, μαζί με τον πατέρα του και τον Αναγνώστη, γιό του αγωνιστή του Πάρνωνα Ζαχαριά , ενώ ταξίδευαν για τα Κύθηρα, λόγω θαλασσοταραχής βρέθηκαν στη Νεάπολη της Λακωνίας. Ο Αγάς της περιοχής Χουσεΐν, με δόλο τους συνέλαβε και τους έστειλε στην ανωτέρα Τουρκική αρχή της Μονεμβασίας. Εκεί οι συλληφθέντες φυλακίστηκαν στο κάστρο της.
Στη συνέχεια ο άρχοντας της Μονεμβασίας ζήτησε οδηγίες από τον Βοεβόδα του Μυστρά, ο οποίος διέταξε να αποκεφαλιστούν και οι τρεις φυλακισμένοι. Αποκεφαλίστηκαν ο Αναγνώστης και ο πατέρας του Αγίου.
Για την ομολογία, το μαρτυρικό τέλος και το θαυμαστό σημείο, που έδωσε ο Θεός, μετά τον αποκεφαλισμό του παιδομάρτυρα, γράφει, σχετικά ο αδελφός του Αγίου, ο Νικηταράς: «Στον αδελφό μου πρότειναν ν’ αλλάξει την πίστη του. Του δείχνουν τον σκοτωμένο πατέρα του και του λέγουν κάθησε να σε κάνουμε Τούρκο. Τότε το παιδί κάνει το σταυρό του και τους απαντά: θα πάω κι εγώ εκεί που πάει ο πατέρας μου. Του ξαναλέγουν· γίνε Τούρκος. Το παιδί όμως ξανακάνει το σταυρό του. Έγινε από το αίμα του σταυρός. Πήραν τα κεφάλια τους στην Τριπολιτσά».
Η σφαγή και των τριών έγινε στις 16 Όκτωβρίου 1816, έξω από τον Ιερό Ναό του «Ελκομένου Χριστού» στην πάλαια Μονεμβασία. Εκεί, στο δάπεδο της αυλής του Ναού, το αίμα του παιδομάρτυρα και νεομάρτυρα Ιωάννη, σχημάτισε Σταυρό και έτσι αποκαλύφθηκε η ένδοξη είσοδος του Αγίου στη Βασιλεία του Θεού και η ένταξή του στη χορεία των Μαρτύρων.
Οι κεφαλές, του νεομάρτυρα Ιωάννη, του πατέρα του και του Αναγνώστου εστάλησαν στον Πασά της Τριπόλεως, τα δε σώματα τους ετάφησαν στην Μονεμβασία, και μέχρι σήμερα παραμένει άγνωστος ο τόπος της ταφής και των κεφαλών και των σωμάτων τους.
Το σημείο του Σταυρού, το οποίο στο δάπεδο της αυλής του Ναού σχημάτισε το μαρτυρικό και αγνό αίμα του Αγίου Ιωάννη, έγινε πηγή στηριγμού των υποδούλων χριστιανών Ελλήνων και τόπος ιερού προσκυνήματος των πιστών.
Κάθε χρόνο το χωριό Τουρκολέκα του Δήμου Φαλαισίας, της επαρχίας Μεγαλουπόλεως, του Νομού Αρκαδίας, τιμά την μνήμη του οσίου, ο οποίος αποκεφαλίστηκε στις 24 του Οκτώβρη του 1816 στην Μονεμβασιά, και του οποίου ναός υπάρχει στο χωριό που γεννήθηκε και μεγάλωσε.
Ο “ξεροκέφαλος” 15χρονος Νεομάρτυς Ιωάννης ο Μονεμβασιώτης και η νηστεία (εορτάζει στις 21 Οκτωβρίου)
Προτίμησε να πεθάνει παρά να χαλάσει τη νηστεία! Ένα νέο παλληκάρι που αξιώθηκε να λάβει το στεφάνι του μαρτυρίου υπακούοντας στην εντολή του Θεού. Όπως και οι άγιοι Επτά Μακκαβαίοι… Ας δούμε το βίο του. Είναι ένα παράδειγμα με το οποίο μπορούμε να διδάξουμε την αξία της νηστείας στα παιδιά…
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης καταγόταν ἀπὸ τὰ μέρη τῆς Μονεμβασίας. Ὁ ἱερέας
πατέρας του καταγόταν ἀπὸ τὸ Γεράκι, ἐνῶ ἡ μητέρα του ἀπὸ τὸ γειτονικὸ
χωριὸ Γοῦβες τῆς Μονεμβασίας. Στὶς Γοῦβες, σύμφωνα μὲ μαρτυρίες,
τοποθετήθηκε ἐφημέριος ὁ πατέρας τοῦ Νεομάρτυρα καὶ ἐκεῖ γεννήθηκε τὸ
1758 ὁ Ἰωάννης, γι’ αὐτὸ καὶ κατὰ πολλούς, πῆρε τὴν προσηγορία
Γουβιώτης. Ἀπὸ μικρὸς ὁ Ἰωάννης, προσπαθοῦσε νὰ μιμεῖται τὴν ζωὴ τοῦ
ἱερέα πατέρα του, τὸν βοηθοῦσε στὶς δουλειὲς τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῶ πάντα
θυμόταν ὅτι αὐτὸς ἦταν “παπᾶ υἱὸς” καὶ ἔπρεπε νὰ προσέχει τὴν
συμπεριφορά του, ὥστε νά᾽ ναι παράδειγμα γιὰ τὰ ὑπόλοιπα παιδιὰ τῆς
ἡλικίας του.
Τὸ ἔτος 1770 οἱ ὀρδὲς τοῦ Ἀλβανοῦ Χατζῆ Ὀσμάν, ἀφοῦ κατέπνιξαν κάθε σημεῖο ἑλληνικῆς ἀντίστασης, ἔφτασαν καὶ στὶς Γοῦβες. Οἱ Ἀρβανίτες σκότωσαν τὸν πατέρα τοῦ Ἰωάννη καὶ ἐν συνεχείᾳ αἰχμαλώτισαν τὸν ἴδιο καὶ τὴν μητέρα του, ἐνῶ τοὺς πῆραν μαζί τους στὴν Λάρισα, ὅπου ἐκεῖ πουλήθηκαν δύο καὶ τρεῖς φορὲς ὁ καθένας ξεχωριστά. Ὕστερα ἀπὸ δύο χρόνια ξαναπουλήθηκαν ἀλλὰ αὐτὴ τὴν φορὰ ἀγοράσθηκαν ἀπὸ τὸ ἴδιο ἀφεντικό, ἕναν Τοῦρκο ποὺ εἶχε κτήματα καὶ ὑποστατικά. Αὐτὸς ὁ Τοῦρκος δὲν εἶχε παιδιὰ καὶ βλέποντας τὰ χαρίσματα τοῦ Ἰωάννη, ὁ ὁποῖος ἦταν πολὺ ἔξυπνος γιὰ τὴν ἡλικία του, πρόθυμος, πειθαρχικὸς καὶ σβέλτος στὴν δουλειά, σκέφτηκε μαζὶ μὲ τὴν γυναίκα του νὰ τὸν κάνουν ψυχοπαίδι τους. Ἀπὸ τὴν στιγμή, λοιπόν, ἐκείνη, προσπαθοῦσε καθημερινὰ νὰ τὸν διαστρέψει ἀπὸ τὴν πίστη τῶν χριστιανῶν καὶ νὰ τὸν κάνει Ὀθωμανό. Ἀρχικά, προσπάθησε μὲ κολακεῖες καὶ ὑποσχέσεις καὶ κατόπιν μὲ φοβέρες καὶ βασανισμούς, νὰ κάμψει τὴν ἀντίσταση τοῦ 15χρονου Ἰωάννη, ὁ ὁποῖος ὅμως ἔστεκε στερεὸς καὶ ἀκλόνητος στὴν χριστιανικὴ πίστη του.
Μία μέρα ὁ ἀφέντης κουράστηκε νὰ παρακαλεῖ τὸν Ἅγιο νὰ ἀλλαξοπιστήσει καὶ θυμωμένος ὅπως ἦταν, τὸν ὁδήγησε στὴν αὐλὴ τοῦ Τζαμιοῦ. Ἐκεῖ μαζεύτηκαν πολλοὶ Ἀγαρηνοί, ποὺ προσπαθοῦσαν μὲ χτυπήματα, φοβέρες καὶ σπαθισμοὺς νὰ κάνουν τὸν Μάρτυρα νὰ τουρκίσει. Ἡ ἀπάντηση ὅμως τοῦ Ἰωάννη ἦταν ξεκάθαρη: Ἐγὼ δὲν γίνομαι Τοῦρκος. Χριστιανὸς εἶμαι καὶ Χριστιανὸς θέλω νὰ πεθάνω. Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὸν Ἀγαρηνὸ καὶ ἡ γυναίκα του προσπαθοῦσε καθημερινὰ μὲ μαγεῖες καὶ σατανικὰ γοητεύματα νὰ ξεμυαλίσει τὸν Ἅγιο ἢ νὰ τὸν κάνει νὰ κυριευτεῖ ἀπὸ σαρκικὲς ἐπιθυμίες καὶ ἔτσι νὰ τὸν τουρκίσουν. Ἀλλά, ὁ Ἰωάννης, ἔχοντας τὸν Θεὸ μέσα του ἔμεινε καθαρὸς ἀπ’ ὅλα. Ἡ θεία χάρη τὸν φύλαξε ἀπ’ ὅλα τὰ διαβολικὰ τεχνάσματα τῆς γυναίκας τοῦ Ἀγαρηνοῦ.
Ἔφθασε ὅμως ἡ νηστεία τῆς Παναγίας, τὸν δεκαπενταύγουστο. Ὁ Τοῦρκος, μόλις κατάλαβε ὅτι ὁ Ἰωάννης δὲν ἤθελε νὰ χαλάσει τὴν νηστεία καὶ νὰ ἀρτυθεῖ, ἀποφάσισε νὰ τὸν κλείσει σ’ ἕνα στάβλο. Ἐκεῖ τὸν κλειδαμπάρωσε γιὰ ὅλο τὸ διάστημα τῶν 15 ἡμερῶν καὶ πότε τὸν κρεμοῦσε καὶ τὸν κάπνιζε μὲ ἄχυρα καὶ πότε τὸν χτυποῦσε μὲ τὸ σπαθὶ τοῦ προσπαθώντας νὰ τὸν κάνει νὰ φάει καὶ νὰ χαλάσει τὴν νηστεία. Ἀλλὰ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὄχι ἁπλῶς δὲν ἔφαγε ἀρτυμένα φαγητά, ἀλλὰ οὔτε κἂν τὰ δοκίμασε καὶ παρακαλοῦσε καὶ προσευχόταν στὴν Παναγία νὰ τὸν βοηθήσει νὰ μὴν ἀρτυθεῖ, ἐνῶ προτιμοῦσε καλύτερα νὰ θανατωθεῖ παρὰ νὰ χαλάσει τὴν νηστεία.
Ὁ ἀφέντης του, βλέποντας ὅτι δὲν πείθεται, τὸν ἄφηνε νηστικὸ 2 καὶ 3 ἡμέρες, χωρὶς νὰ τοῦ δίνει τίποτε νὰ φάει. Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, ἡ μητέρα τοῦ Ἰωάννη στεκόταν κοντὰ στὸν γιό της καὶ βλέποντάς τον ἀποκαμωμένο ἀπὸ τὰ βασανιστήρια καὶ ἀπὸ τὴ νηστεία, τὸν παρακινοῦσε νὰ φάει λέγοντάς του: Φάε γιέ μου ἀπὸ αὐτὰ τὰ φαγητὰ γιὰ νὰ μὴν πεθάνεις καὶ ὁ Θεὸς καὶ ἡ Παναγία σὲ συγχωροῦν, γιατί δὲν τὸ κάνεις μὲ τὸ θέλημά σου, ἀλλὰ ἀπὸ ἀνάγκη. Λυπήσου με καὶ ἐμένα τὴν φτωχὴ καὶ στενοχωρημένη μητέρα σου καὶ μὴ θελήσεις νὰ πεθάνεις παράκαιρα καὶ μὲ ἀφήσεις ἀπαρηγόρητη σ’ αὐτὴ τὴν σκλαβιὰ καὶ ξενιτιά.
Στὶς παρακλήσεις αὐτὲς τῆς μητέρας του ὁ Ἰωάννης ἀπάντησε: Γιατί κάνεις ἔτσι μητέρα μου καὶ γιὰ ποιό λόγο κλαῖς; Γιατί δὲν μιμεῖσαι καὶ σὺ τὸν Πατριάρχη Ἀβραάμ, ὁ ὁποῖος γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ θέλησε νὰ θυσιάσει τὸν μοναδικὸ γιό του, ἀλλὰ μόνο κλαῖς καὶ θρηνεῖς; Ἐγὼ εἶμαι παπᾶ υἱὸς καὶ πρέπει νὰ φυλάγω καλλίτερα ἀπὸ τοὺς γιοὺς τῶν λαϊκῶν τοὺς νόμους καὶ τὰ ἔθιμα τῆς Ἐκκλησίας μας, γιατί ὅταν δὲν φυλᾶμε τὰ μικρά, πῶς μποροῦμε νὰ φυλάξουμε τὰ μεγάλα; Ὕστερα ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἀπάντηση, ἐξαγριωμένος πιὰ ὁ Τοῦρκος, στὶς 19 Ὀκτωβρίου 1773 τοῦ ἔδωσε μία θανατηφόρα μαχαιριὰ στὴν καρδιὰ καὶ μετὰ ἀπὸ δύο ἡμέρες ὁ Ἅγιος Ἰωάννης πέθανε καὶ ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας στὶς 21 Ὀκτωβρίου.
Βρακοφόροι άγιοι της Κρήτης
Οι Κρητικοί άγιοι.
Οι αγιογραφημένοι νεομάρτυρες όπως απεικονίζονται στης εκκλησίες και στα ξωκλήσια της Κρήτης, κρατούν σταυρό φορώντας τις παραδοσιακές τους φορεσιές, με βράκα, στιβάνια, κι εκτός από το σαρίκι στο κεφάλι φοράνε και φωτοστέφανο.
Οι Άγιοι Νεομάρτυρες Εμμανουήλ, Ανεζίνα και τα τέκνα
αυτών Γεώργιος και Μαρία.
Ο Άγιος Εμμανουήλ
Ο Άγιος Εμμανουήλ ήταν Σφακιανός και οι Τούρκοι προσπάθησαν να τον κάνουν μωαμεθανό με το ζόρι. Κατάφερε όμως να δραπετεύσει και να πάει να ζήσει στη Μύκονο. Παντρεύτηκε, απέκτησε έξι παιδιά και συνέχισε να ζει ως καλός χριστιανός. Όμως η γυναίκα του τον πρόδωσε και αυτός έφυγε με τα παιδιά του. Ο αδερφός της γυναίκας του θέλοντας να τον εκδικηθεί τον πρόδωσε στον Τούρκο πλοίαρχο του νησιού. Ο μουσουλμάνος ηγεμόνας τον καταδίκασε σε θάνατο και ζήτησε να τον εκτελέσουν. Ο δήμιος αρνήθηκε και τότε ένας άλλος αξιωματικός θανάτωσε τον άγιο με αποκεφαλισμό, στις 15 Μαρτίου 1792. Οι Τούρκοι έδεσαν το λείψανό του με πέτρες και το έριξαν στη θάλασσα. Η μνήμη του εορτάζεται τη μέρα του μαρτυρίου του.
Πρεσβύτερος Γεώργιος καί οἱ σύν αὐτῷ Δώδεκα Νεομάρτυρες Γέργερης.
Σύμφωνα μέ τίς ζωντανές παραδόσεις τῶν ἡλικιωμένων κατοίκων τῆς Γέργερης, στίς 25 Μαρτίου τοῦ 1828, ἑορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, κατά τή διάρκεια τῆς Θ. Λειτουργίας, στόν Ἱ. Ναό Μεταμορφώσεως Γέργερης, εἰσῆλθαν ἄγριοι ὀθωμανοί μέ τά σπαθιά τους γυμνά. Τό ἐκκλησίασμα ἔντρομο ἔτρεξε γιά νά σωθεῖ. Δώδεκα ἄνθρωποι παρέμειναν ἐντός τοῦ ἐν λόγῳ Ἱ. Ναοῦ μαζί μέ τόν λειτουργοῦντα Ἱερέα Γεώργιο Κυριακίδη, γιά νά τόν ὑπερασπισθοῦν. Οἱ ὀθωμανοί, τελικά, κατέσφαξαν τόν λειτουργοῦντα Πρεσβύτερο Γεώργιο καί τούς δώδεκα ἀνθρώπους πού παρέμειναν στόν Ἱ. Ναό Μεταμορφώσεως Γέργερης.
Τρεῖς Νεομάρτυρες Ἀπόστολος, Ζαχαρίας καί Δημήτριος ἐξ Ἄ. Μουλίων
Στήν
ἐπιστημονική σειρά «Κρητικά Χρονικά», τ. Η΄,
1954, σελ. 23, ἡ Κ. Τσατσαρωνάκη
δημοσίευσε «Ἔκθεση ὠμοτήτων τοῦ 1866» στήν ὁποία ἀναφέρεται: «Μούλια, Ἐκ τῶν 20 οἰκιῶν τάς 10 ἔκαυσαν, τήν Ἐκκλησίαν «Ἅγιοι Ἀπόστολοι» βεβηλώσαντες
κατεύκασαν. Κατά τόν Αὔγουστον τοῦ 1867 συλλαβόντες τούς ὑποτεταγμένους
Δημήτριον Μανουσάκην, Ἀπόστολον Χοιρομουριδάκην
καί Ζαχάρην Κορνιλάκην δέσαντες τάς χεῖρας, ἐξωρύξαντες τούς ὀφθαλμούς, ἀπεκόψαντες τάς χεῖρας, τήν ῥίνα, τά ὦτα, τά χείλη
άπεκεφάλισαν».
Ο Αγιος Μάρκος Κρήτης
Αγιος Γεώργιος ο Κρητικός
Ο νεομάρτυρας Αγιος Γεώργιος ο Κρητικός καταγόταν από το χωριό Αλικιανός της
Κυδωνίας και γεννήθηκε στις 24 Μαΐου 1846. Ο άγιος, κατά την επανάσταση της
Κρήτης το 1866, συνελήφθη μαζί με άλλους πολεμιστές από τους Τούρκους, οι οποίοι
προσπάθησαν να τον αναγκάσουν να αλλαξοπιστήσει. Ομως ο άγιος αρνήθηκε να
προδώσει την πίστη του με αντάλλαγμα να σώσει τη ζωή του. Βασανίστηκε σκληρά
και θανατώθηκε με αποκεφαλισμό το 1867. Η Εκκλησία τιμά τη μνήμη του στις 7
Φεβρουαρίου.
Ο άγιος νάνος Ιωακείμ (Ιωακειμάκι) "Ν": Δεν είναι νεομάρτυρας, αλλά περιλαμβανόταν στο άρθρο.
Ο γέροντας Ιωακείμ Αντωνάκης καταγόταν από το χωριό Ρούπες Μυλοποτάμου και ήταν νάνος, τόσο κοντός, ώστε έλεγαν πως κυκλοφορούσε όρθιος κάτω από το τραπέζι. Από μικρός μόνασε στου Κουδουμά και έγινε γνωστός για την αρετή του, αλλά και τα αγιοπνευματικά του χαρίσματα, όπως το χάρισμα να «τηλεμεταφέρεται» και να πληροφορείται τα «κρυπτά της καρδίας» των ανθρώπων που τον επισκέπτονταν. Χαρακτηριστικά αναφέρεται πως μια μέρα, που τον επισκέφτηκαν κάποιοι χωριανοί του και του κρατούσαν φρούτα, κάποια από τα οποία είχαν «δανειστεί» από ξένο περιβόλι, τα άδειασε μπροστά τους και τους είπε: «Ελάτε τώρα να τα μοιράσουμε. Αυτό δικό μου, αυτό δικό σου, αυτό δικό σου» κ.τ.λ., επιστρέφοντάς τους διακριτικά όλα τα κλεμμένα φρούτα και κρατώντας μόνο τα δικά τους. Ο γέροντας Ιωακείμ (το «Ιωακειμάκι» ή «Καλογεράκι», λόγω του μικρού ύψους του) κοιμήθηκε το 1948 .
πηγή
Τὸ ἔτος 1770 οἱ ὀρδὲς τοῦ Ἀλβανοῦ Χατζῆ Ὀσμάν, ἀφοῦ κατέπνιξαν κάθε σημεῖο ἑλληνικῆς ἀντίστασης, ἔφτασαν καὶ στὶς Γοῦβες. Οἱ Ἀρβανίτες σκότωσαν τὸν πατέρα τοῦ Ἰωάννη καὶ ἐν συνεχείᾳ αἰχμαλώτισαν τὸν ἴδιο καὶ τὴν μητέρα του, ἐνῶ τοὺς πῆραν μαζί τους στὴν Λάρισα, ὅπου ἐκεῖ πουλήθηκαν δύο καὶ τρεῖς φορὲς ὁ καθένας ξεχωριστά. Ὕστερα ἀπὸ δύο χρόνια ξαναπουλήθηκαν ἀλλὰ αὐτὴ τὴν φορὰ ἀγοράσθηκαν ἀπὸ τὸ ἴδιο ἀφεντικό, ἕναν Τοῦρκο ποὺ εἶχε κτήματα καὶ ὑποστατικά. Αὐτὸς ὁ Τοῦρκος δὲν εἶχε παιδιὰ καὶ βλέποντας τὰ χαρίσματα τοῦ Ἰωάννη, ὁ ὁποῖος ἦταν πολὺ ἔξυπνος γιὰ τὴν ἡλικία του, πρόθυμος, πειθαρχικὸς καὶ σβέλτος στὴν δουλειά, σκέφτηκε μαζὶ μὲ τὴν γυναίκα του νὰ τὸν κάνουν ψυχοπαίδι τους. Ἀπὸ τὴν στιγμή, λοιπόν, ἐκείνη, προσπαθοῦσε καθημερινὰ νὰ τὸν διαστρέψει ἀπὸ τὴν πίστη τῶν χριστιανῶν καὶ νὰ τὸν κάνει Ὀθωμανό. Ἀρχικά, προσπάθησε μὲ κολακεῖες καὶ ὑποσχέσεις καὶ κατόπιν μὲ φοβέρες καὶ βασανισμούς, νὰ κάμψει τὴν ἀντίσταση τοῦ 15χρονου Ἰωάννη, ὁ ὁποῖος ὅμως ἔστεκε στερεὸς καὶ ἀκλόνητος στὴν χριστιανικὴ πίστη του.
Μία μέρα ὁ ἀφέντης κουράστηκε νὰ παρακαλεῖ τὸν Ἅγιο νὰ ἀλλαξοπιστήσει καὶ θυμωμένος ὅπως ἦταν, τὸν ὁδήγησε στὴν αὐλὴ τοῦ Τζαμιοῦ. Ἐκεῖ μαζεύτηκαν πολλοὶ Ἀγαρηνοί, ποὺ προσπαθοῦσαν μὲ χτυπήματα, φοβέρες καὶ σπαθισμοὺς νὰ κάνουν τὸν Μάρτυρα νὰ τουρκίσει. Ἡ ἀπάντηση ὅμως τοῦ Ἰωάννη ἦταν ξεκάθαρη: Ἐγὼ δὲν γίνομαι Τοῦρκος. Χριστιανὸς εἶμαι καὶ Χριστιανὸς θέλω νὰ πεθάνω. Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὸν Ἀγαρηνὸ καὶ ἡ γυναίκα του προσπαθοῦσε καθημερινὰ μὲ μαγεῖες καὶ σατανικὰ γοητεύματα νὰ ξεμυαλίσει τὸν Ἅγιο ἢ νὰ τὸν κάνει νὰ κυριευτεῖ ἀπὸ σαρκικὲς ἐπιθυμίες καὶ ἔτσι νὰ τὸν τουρκίσουν. Ἀλλά, ὁ Ἰωάννης, ἔχοντας τὸν Θεὸ μέσα του ἔμεινε καθαρὸς ἀπ’ ὅλα. Ἡ θεία χάρη τὸν φύλαξε ἀπ’ ὅλα τὰ διαβολικὰ τεχνάσματα τῆς γυναίκας τοῦ Ἀγαρηνοῦ.
Ἔφθασε ὅμως ἡ νηστεία τῆς Παναγίας, τὸν δεκαπενταύγουστο. Ὁ Τοῦρκος, μόλις κατάλαβε ὅτι ὁ Ἰωάννης δὲν ἤθελε νὰ χαλάσει τὴν νηστεία καὶ νὰ ἀρτυθεῖ, ἀποφάσισε νὰ τὸν κλείσει σ’ ἕνα στάβλο. Ἐκεῖ τὸν κλειδαμπάρωσε γιὰ ὅλο τὸ διάστημα τῶν 15 ἡμερῶν καὶ πότε τὸν κρεμοῦσε καὶ τὸν κάπνιζε μὲ ἄχυρα καὶ πότε τὸν χτυποῦσε μὲ τὸ σπαθὶ τοῦ προσπαθώντας νὰ τὸν κάνει νὰ φάει καὶ νὰ χαλάσει τὴν νηστεία. Ἀλλὰ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὄχι ἁπλῶς δὲν ἔφαγε ἀρτυμένα φαγητά, ἀλλὰ οὔτε κἂν τὰ δοκίμασε καὶ παρακαλοῦσε καὶ προσευχόταν στὴν Παναγία νὰ τὸν βοηθήσει νὰ μὴν ἀρτυθεῖ, ἐνῶ προτιμοῦσε καλύτερα νὰ θανατωθεῖ παρὰ νὰ χαλάσει τὴν νηστεία.
Ὁ ἀφέντης του, βλέποντας ὅτι δὲν πείθεται, τὸν ἄφηνε νηστικὸ 2 καὶ 3 ἡμέρες, χωρὶς νὰ τοῦ δίνει τίποτε νὰ φάει. Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, ἡ μητέρα τοῦ Ἰωάννη στεκόταν κοντὰ στὸν γιό της καὶ βλέποντάς τον ἀποκαμωμένο ἀπὸ τὰ βασανιστήρια καὶ ἀπὸ τὴ νηστεία, τὸν παρακινοῦσε νὰ φάει λέγοντάς του: Φάε γιέ μου ἀπὸ αὐτὰ τὰ φαγητὰ γιὰ νὰ μὴν πεθάνεις καὶ ὁ Θεὸς καὶ ἡ Παναγία σὲ συγχωροῦν, γιατί δὲν τὸ κάνεις μὲ τὸ θέλημά σου, ἀλλὰ ἀπὸ ἀνάγκη. Λυπήσου με καὶ ἐμένα τὴν φτωχὴ καὶ στενοχωρημένη μητέρα σου καὶ μὴ θελήσεις νὰ πεθάνεις παράκαιρα καὶ μὲ ἀφήσεις ἀπαρηγόρητη σ’ αὐτὴ τὴν σκλαβιὰ καὶ ξενιτιά.
Στὶς παρακλήσεις αὐτὲς τῆς μητέρας του ὁ Ἰωάννης ἀπάντησε: Γιατί κάνεις ἔτσι μητέρα μου καὶ γιὰ ποιό λόγο κλαῖς; Γιατί δὲν μιμεῖσαι καὶ σὺ τὸν Πατριάρχη Ἀβραάμ, ὁ ὁποῖος γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ θέλησε νὰ θυσιάσει τὸν μοναδικὸ γιό του, ἀλλὰ μόνο κλαῖς καὶ θρηνεῖς; Ἐγὼ εἶμαι παπᾶ υἱὸς καὶ πρέπει νὰ φυλάγω καλλίτερα ἀπὸ τοὺς γιοὺς τῶν λαϊκῶν τοὺς νόμους καὶ τὰ ἔθιμα τῆς Ἐκκλησίας μας, γιατί ὅταν δὲν φυλᾶμε τὰ μικρά, πῶς μποροῦμε νὰ φυλάξουμε τὰ μεγάλα; Ὕστερα ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἀπάντηση, ἐξαγριωμένος πιὰ ὁ Τοῦρκος, στὶς 19 Ὀκτωβρίου 1773 τοῦ ἔδωσε μία θανατηφόρα μαχαιριὰ στὴν καρδιὰ καὶ μετὰ ἀπὸ δύο ἡμέρες ὁ Ἅγιος Ἰωάννης πέθανε καὶ ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας στὶς 21 Ὀκτωβρίου.
Βρακοφόροι άγιοι της Κρήτης
Οι Κρητικοί άγιοι.
Οι αγιογραφημένοι νεομάρτυρες όπως απεικονίζονται στης εκκλησίες και στα ξωκλήσια της Κρήτης, κρατούν σταυρό φορώντας τις παραδοσιακές τους φορεσιές, με βράκα, στιβάνια, κι εκτός από το σαρίκι στο κεφάλι φοράνε και φωτοστέφανο.
Οι Νεομάρτυρες της πίστεως,
Εμμανουήλ, Ανεζίνα και τα παιδιά τους Γεώργιος και Μαρία ήταν κρυπτοχριστιανοί
και είχαν τα εξής τούρκικα ονόματα: «Ιβραήμ Ιβνί Αβδουλλάχ και Φατμέ Ιβνί Αβδουλλάχ
οι γονείς και τα παιδιά Μουσταφάς και Χατιζιέ».
Ως Μουσουλμάνοι ζούσαν στο
χωριό Μελισσουργιό της Κισάμου και δούλευαν έξω στα χωράφια τους ήσυχοι. Μια
μέρα ο γείτονας τους είδε να κάνουν τον Σταυρό τους και τους κατέδωσε στους
Τούρκους...
Ως μόνα στοιχεία που βρέθηκαν
για τους τέσσερις Νεομάρτυρες από το Μελισσουργιό Κισάμου είναι η απόφαση του
δικαστηρίου την οποία και παραθέτομε ως έχει.
Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ
Ενεφανίσθη ενώπιον εμού του
ιεροδίκου Χανίων Ισμαήλ Χακή Χαφήζ Αλή Ογλού εκ Μελισσουργιού και μου
κατήγγειλε τα εξής:
Προ οκτώ ετών παρουσιάσθη εις
τον ιεροδίκην Κισσάμου ο Ιβραήμ Ιβνί Αβδουλλάχ και εδήλωσεν ότι είναι
χριστιανός «Μανώλης του Γιώργη» και η σύζυγος του Φατμέ Ιβνί Αβδουλάχ «Μαρία»
και επιθυμούν να γίνουν Μουσουλμάνοι ως και τα τέκνα του, εν θύλη και εν άρρεν,
αυτοπροαιρέτως.
Με την ανωτέρω δήλωσιν
εγένοντο Ισλάμιδες ως η επιθυμία των κατά τους κανόνας του Ιερού Δικαίου
λαβόντες τα ανωτέρω Ιερά ονόματα οι γονείς και Μουσταφάς και Χατιζιέ τα τέκνα
των και έζων Ισλάμιδες και οι τέσσαρες, θεωρούμενοι από τους πιστούς ως γνήσιοι
Μουσουλμάνοι.
Ο γείτων των όμως Μουρά αγάς
τους είδε προ ενός μηνός εις το Πλακάλωνα χωρίον Κισσάμου μεσημέρι και εκάθισαν
να φάνε και προτού αρχίσουν έκαμαν τον Σταυρό των χριστιανών. Τους
παρηκολούθησε άμα απόφαγαν και έκαμαν πάλι Σταυρόν ως και τα παιδιά. Ήλθε
αμέσως και μου το είπε δια να πεισθώ τους παρηκολούθησα με τους Γαλήπ, Μπαχρήν
και Χασάν και τους είδομεν με τα μάτια μας την ώρα που ετοιμάζοντο να
κοιμηθώσιν εις το αυτό αλώνι και έκαμαν και οι 4 Σταυρόν.
Έφερα και τους ανωτέρω μάρτυρας
και τους 4 Χιγιανέτ δια να τιμωριθώσι όπως ο Ιερός Νόμος ορίζει. «Ισαλλάχ
Βαλλαχή».
Διέταξα και παρουσιάσθησαν οι
3 Τούρκοι μάρτυρες και οι 4 Χιγιανέτ άπιστοι με δεσμά οκάδων 86 λαιμού και
μέσης και αφού εξήτασαν τους πιστούς ενώπιον των κατηγορουμένων τους είπον να
απολογηθούν. Ούτοι ηλικίας οι γονείς 38-40 ετών και τα παιδιά 16-18 ετών,
απήντησαν: «Χριστιανοί εγεννήθησαν και χριστιανοί θα αποθάνουν».
Τους ηρώτησα αν έχουν
Τουρκέψη και απήντησαν εις το σώμα, όχι εις την ψυχήν και δεν εννοούν να αρνηθούν
πλέον το Χριστόν και να προσκυνήσουν τον προφήτην του Θεού Μωάμεθ, τον οποίον
επί ολίγα έτη προς το θεαθήναι ελάτρευον ψευδώς. Ήμαρτον δια την φράσιν.
Λαβών υπ όψει τον Ιερόν
Νόμον, τον υπ αριθμ. 28 Φετφάν του Ενδοξοτάτου Μουτφή Σεϊρουλλάχ εφένδη και τας
καταθέσεις των 3 πιστών ως και τας απολογίας των κατηγορουμένων:
Καταδικάζω τους τέσσαρας
απίστους Μανώλην του Γεωργίου ετών 40 Γιώργην του Μανώλη ετών 18, Ανεζίναν του
Κωσταντή ετών 38 και την Μαρίαν του Μανώλη ετών 16, εις τον δι αποκεφαλισμού
θάνατον , εκτελεθησόμενον υπό των γεναίων Τζελάτιδων του Ορτά των Γιαννιτσάρων
Χανίων εις το ύψωμα του Ανατολικού μέρους του φρουρίου Πεχλιβάν ταμπιασί εντός
της εβδομάδος μετά τα εσπερινά, τα δε βρωμερά πτώματα των να πεταχθώσι εις τους
έξωθι του φρουρίου κοπρώνας (Χεντέκ). Η περιουσία των εις το Μπειτούλ Μαλ.
Ο Θεός γνωρίζει κάλλιον
Ο Ιεροδίκης Χανίων
Ισμαήλ Χακκή
Μετά την έκδοσιν της
αποφάσεως και αφού το ήκουσαν οι κατηγορούμενοι εκλήθησαν και πάλιν υπ' εμού
άνευ δεσμών ίνα μετανοούντες επανέλθουν εις την θρησκείαν του Ισλάμ σώζοντες
και την παρούσαν ζωήν και την μέλλουσαν των ουρανών, απήντησαν πάλι:
«Χριστιανοί εγεννήθησαν, Χριστιανοί ας αποθάνουν».
Αριθμ. εκτελεστής αποφάσεως
67.
27 του Σεληνιακού μηνός
Τζεμάζιελ Άχηρ 1092 την Εγίρας.
Προς τον Γενναιότατον Φρούραρχον
Χανίων Χουσεΐν αγάν Τσαούσην του Ορτά των Γιαννιτσάρων 8 Χανίων.
Έγινε η εκτέλεσις ως
αναγράφεται ανωτέρω, τα βρωμερά πτώματα τρώγονται από κόρακας και σκύλους.
(14 Ιουλίου 1681 –
Χριστιανική χρονολογία ["Ν": εσφαλμένα αναφέρεται 1861]).
Ο Άγιος Εμμανουήλ ήταν Σφακιανός και οι Τούρκοι προσπάθησαν να τον κάνουν μωαμεθανό με το ζόρι. Κατάφερε όμως να δραπετεύσει και να πάει να ζήσει στη Μύκονο. Παντρεύτηκε, απέκτησε έξι παιδιά και συνέχισε να ζει ως καλός χριστιανός. Όμως η γυναίκα του τον πρόδωσε και αυτός έφυγε με τα παιδιά του. Ο αδερφός της γυναίκας του θέλοντας να τον εκδικηθεί τον πρόδωσε στον Τούρκο πλοίαρχο του νησιού. Ο μουσουλμάνος ηγεμόνας τον καταδίκασε σε θάνατο και ζήτησε να τον εκτελέσουν. Ο δήμιος αρνήθηκε και τότε ένας άλλος αξιωματικός θανάτωσε τον άγιο με αποκεφαλισμό, στις 15 Μαρτίου 1792. Οι Τούρκοι έδεσαν το λείψανό του με πέτρες και το έριξαν στη θάλασσα. Η μνήμη του εορτάζεται τη μέρα του μαρτυρίου του.
Πρεσβύτερος Γεώργιος καί οἱ σύν αὐτῷ Δώδεκα Νεομάρτυρες Γέργερης.
Σύμφωνα μέ τίς ζωντανές παραδόσεις τῶν ἡλικιωμένων κατοίκων τῆς Γέργερης, στίς 25 Μαρτίου τοῦ 1828, ἑορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, κατά τή διάρκεια τῆς Θ. Λειτουργίας, στόν Ἱ. Ναό Μεταμορφώσεως Γέργερης, εἰσῆλθαν ἄγριοι ὀθωμανοί μέ τά σπαθιά τους γυμνά. Τό ἐκκλησίασμα ἔντρομο ἔτρεξε γιά νά σωθεῖ. Δώδεκα ἄνθρωποι παρέμειναν ἐντός τοῦ ἐν λόγῳ Ἱ. Ναοῦ μαζί μέ τόν λειτουργοῦντα Ἱερέα Γεώργιο Κυριακίδη, γιά νά τόν ὑπερασπισθοῦν. Οἱ ὀθωμανοί, τελικά, κατέσφαξαν τόν λειτουργοῦντα Πρεσβύτερο Γεώργιο καί τούς δώδεκα ἀνθρώπους πού παρέμειναν στόν Ἱ. Ναό Μεταμορφώσεως Γέργερης.
Τρεῖς Νεομάρτυρες Ἀπόστολος, Ζαχαρίας καί Δημήτριος ἐξ Ἄ. Μουλίων
Αγιος Μύρωνας ο
νεομάρτυρας
Ο Αγιος Μύρωνας καταγόταν
από το Ηράκλειο και στο επάγγελμα ήταν ράφτης. Οι Τούρκοι τον συκοφάντησαν ότι
προσπάθησε να αποπλανήσει μια μουσουλμάνα και του έθεσαν τότε το δίλημμα του
εξισλαμισμού ή του θανάτου. Ο άγιος δεν απαρνήθηκε την πίστη του, βασανίστηκε
σκληρά και φυλακίστηκε. Για δεύτερη φορά τού ζητήθηκε να απαρνηθεί τον
χριστιανισμό, όμως δεν το έκανε και οι Τούρκοι τον κρέμασαν. Αναφέρεται επίσης
ότι καθώς οδηγούταν προς την αγχόνη, έσκυψε και φίλησε τα πόδια του πατέρα του
που παρακολουθούσε το μαρτύριό του. Ο άγιος άφησε την τελευταία του πνοή το
1793 και η μνήμη του γιορτάζεται στις 20 Μαρτίου.
Άγιος Ιωάννης «Αρναουτογιάννης» ο Δραγάτης ο Νεομάρτυρας
Ο Αλβανικής καταγωγής
στρατιώτης Ιωάννης, ο επονομαζόμενος «Αρναουτογιάννης» (οι Αλβανοί στα
Τούρκικα, ονομάζονται Αρναούτ), βαπτίστηκε χριστιανός, με το όνομα Ιωάννης.
Βρήκε κατοικία στο χωριό Άγιος Ιωάννης Φαιστού και ζούσε βίο ευσεβή και ευλαβικό,
ασκώντας το επάγγελμα του δραγάτη (του αγροφύλακα), προκειμένου να εξασφαλίζει
τα προς το ζην.
Κάποιοι επαναστάτες σκότωσαν
δυο Τουρκόγυφτους. Οι οθωμανοί που μισούσαν τον Ιωάννη επειδή απαρνήθηκε τη
θρησκεία τους, βρήκαν την ευκαιρία να τον εκδικηθούν. Τον κατήγγειλαν στην
κοσμική εξουσία της περιοχής ότι αυτός ήταν ο φονιάς των δύο Τουρκόγυφτων,
κατηγορώντας τον μάλιστα ότι μετά την αλλαγή του θρησκεύματός του είχε διάθεση
εξόντωσης Μουσουλμάνων.
Ο Ιωάννης συνελήφθη και
στάλθηκε στο Ηράκλειο σε δίκη, όπου αποδείχθηκε η αθωότητά του. Όμως ο δικαστής
Ρεχίτ - Εφέντης, του ζήτησε να αλλάξει θρησκεία και πάλι για να φανεί ότι δεν
σκότωσε λόγω θρησκευτικής αντιπαλότητας, διαφορετικά θα τον καταδίκαζε σε
θάνατο. Ο Ιωάννης με θάρρος ομολόγησε το Χριστό. Για τρεις ημέρες βασανίστηκε
με φρικτά μαρτύρια. Μεταξύ των άλλων πύρωσαν ένα σιδερένιο δοχείο και του το
έβαλαν στο κεφάλι.
Όταν ο Άγιος Ιωάννης παρέδωσε
την ψυχή του στο Θεό, ο Πασάς έδωσε διαταγή να δοθεί το σώμα του στους
Χριστιανούς και να ταφεί. Το πήραν και το έθαψαν στα «Σπιτάλια» (η περιοχή
είναι γύρω από την παλιά Υγειονομική Υπηρεσία στο Ηράκλειο).
Ο μαρτυρικός θάνατος του
Ιωάννη σκόρπισε θλίψη και αγανάκτηση στους χριστιανούς του Ηρακλείου. Το
ημερολόγιο έδειχνε ημέρα Σάββατο 5 Μαΐου 1845 μ.Χ. Και όπως αναφέρει ο Στέφανος
Νικολαΐδης στα βιογραφικά του σημειώματα «…έγινε φοβερά στάσις των Χριστιανών
εναντίον της Κυβερνήσεως δια Αρναουτογιάννην θανατωθέντα δια φρικωδεστάτων
βασάνων». Και για να ικανοποιηθεί ο λαός, εξορίστηκε ο πρόεδρος του δικαστηρίου
Ρεχίτ – Εφέντης και αντικαταστάθηκε από τον Κουλουκτζή – Μεϊμουρή.
Μετά από καιρό, έγινε η
ανακομιδή και τα λείψανά του βρέθηκαν ηγιασμένα. Τα πήρε ο Πρόξενος της Ρωσίας
και τα έστειλε στο Κίεβο, όπου και φυλάσσονται, μαζί με άλλα αγιασμένα λείψανα.
Φρικτά
βασανίστηκε στη Σμύρνη και ο Άγιος Μάρκος που καταγόταν επίσης από την
Κρήτη. Εξισλαμίστηκε βίαια από τους Τούρκους, όμως μπόρεσε να φύγει και
να πάει στη Σμύρνη και λίγο μετά στην Κωνσταντινούπολη. Οι Τούρκοι τον
βρήκαν, τον συνέλαβαν και τον βασάνισαν ζητώντας του να απαρνηθεί την
πίστη του. Όμως, ο Άγιος Μάρκος είπε «όχι» και αποκεφαλίστηκε στις 14
Μαΐου 1643. Το λείψανό του το παρέλαβαν χριστιανοί της Σμύρνης και το
έθαψαν στο ναό της Αγίας Φωτεινής της πόλης. Η μνήμη του γιορτάζεται
κάθε χρόνο στις 14 Μαΐου.
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ματθαῖος ὁ ἐκ Γερακαρίου
["Ν": έγιναν ορισμένες διορθώσεις από συντοπίτη του αγίου]
Ο Ματθαίος γεννήθηκε περί το 1670 στο Γερακάρι Αμαρίου
της Επισκοπής Λάμπης και Σφακίων. Η Κρήτη την εποχή εκείνη είχε υποδουλωθεί
στους Τούρκους κατακτητές, οι οποίοι διώκαν και βασάνιζαν τους χριστιανούς. Ο
πατέρας του Ματθαίου ήταν ιερέας, κι αυτό βοήθησε τον νεαρό Άγιο να ανατραφεί
με τις χριστιανικές αξίες και αρετές.Αυτό ήταν αιτία, και ο φθονερός διάβολος
μίσησε τις αρετές του Ματθαίου και τον οδήγησε στην ασέβεια. Έτσι οι
αλλόθρησκοι τον επιλέγουν να νυμφευθεί την Οθωμανή Αϊσέ για να ασπασθεί τον
Μωαμεθανισμό. Μετά από λίγο όμως χρόνο κατάλαβε το φοβερό του λάθος,
μετανόησε βαθιά και ξαναγύρισε στην πίστη και στην Εκκλησία του, ως
κρυπτοχριστιανός [πιθανόν όμως να είχε εξαρχής στο νου του να ζήσει ως κρυπτοχριστιανός].
Επειδή όμως ο Ματθαίος δεν μπορούσε να κρύψει την πίστη του,
και πρωί – βράδυ έκανε τον σταυρό του, αυτό ήταν αφορμή η Οθωμανίδα σύζυγός του
να εξοργιστεί, και να καταγγείλει τον σύζυγό της στον τούρκο κριτή της πόλεως
του Ρεθύμνου. Ο Τούρκος κριτής τότε τον κάλεσε να απολογηθεί ενώπιόν του. Ο
Άγιος στέκεται με παρρησία μπροστά στους βάρβαρους κριτές και ομολογεί ευθαρσώς
την αγάπη του για τον Χριστό. Το Δικαστήριο αποφασίζει την θανατική του ποινή
δι’ αποκεφαλισμού. Ο Άγιος εξεδήμησε προς Κύριον την 1 Μαρτίου 1700. Η μνήμη του τιμάται στις 18 Αυγούστου.
Το μαρτυρικό του σκήνωμα μετέφεραν στην γενέτειρά του το Γερακάρι,
ευσεβείς χριστιανοί οι οποίοι το κήδευσαν με τιμές σε τόπο που μέχρι σήμερα
ονομάζεται «του Μαθιού το μνήμα». Έξω από το χωριό, με θέα απέναντι στο τόπο της ταφής του, ανηγέρθη ναός προς τιμήν του
μάρτυρος. Αποτελεί καύχημα για την Κρήτη ο Άγιος Ματθαίος ο οποίος αν και είχε
αλλάξει πίστη,μεταμεληθείς επανήλθε στην ορθόδοξη πίστη. Στην Ορθοδοξία μας και
στην Κρήτη μας θα γίνει ο Άγιος της συμπάθειας και της αγάπης του λαού μας,
πράγμα που καλλιεργείται και σμιλεύεται ήδη στις καρδιές και ψυχές των
Γερακαριανών.
Η Αγία Νεομάρτυς Μαρία η Μεθυμοπούλα
Η αγία νεομάρτυς Μαρία, η
Μεθυμοπούλα, γεννήθηκε στο χωριό Κάτω Φουρνή της Επαρχίας Μεραμβέλλου του Νομού
Λασιθίου Κρήτης στα δύσκολα και πικρά χρόνια της τουρκικής σκλαβιάς.
Διακρινόταν για τη σεμνότητα και τη σωματική της ομορφιά.
Στην περιοχή αυτή του
Μεραμβέλλου την εποχή εκείνη επόπτευε την τάξη ένας Τουρκαλβανός χωροφύλακας, ο
οποίος την ερωτεύθηκε και άρχισε να την πιέζει και να την ενοχλεί, προσπαθώντας
να κερδίσει το ενδιαφέρον της. Όμως η Αγία Μαρία αντιστάθηκε από την αρχή με
γενναιότητα στις επιθυμίες του αλλόθρησκου χωροφύλακα. Έλεγε μέσα της ότι «δεν
είναι δυνατόν να παραδώσω το σώμα μου και την ψυχή μου σε χέρια άπιστου
ανθρώπου» και προσευχόταν με πίστη να την προστατεύσει ο Θεός. ‘Όταν, όμως, ο
πονηρός Τουρκαλβανός διαπίστωσε ότι οι προσπάθειές του ναυαγούσαν οργίσθηκε. Η
συμπάθεια του προς την πανέμορφη κρητικοπούλα μετατράπηκε σε τέτοιο μίσος, ώστε
αποφάσισε να τη σκοτώσει.
Η αγία Μαρία ασχολούνταν με
τη σηροτροφία, δηλαδή την εκτροφή μεταξοσκωλήκων και το γνέψιμο του μεταξιού
τους. Την άνοιξη και το καλοκαίρι κάθε μέρα μάζευε από τις μουριές φύλλα για
τους μεταξοσκώληκες για να δώσουν το μεταξένιο κουκούλι τους. Μια μέρα είχε
ανέβει σε μια μουριά, απ’ όπου έκοβε ένα-ένα τα μουρόφυλλα. Τότε την πλησίασε ο
Τουρκαλβανός χωροφύλακας, ο οποίος με το υπηρεσιακό του όπλο και το δάχτυλο στη
σκανδάλη σημαδεύοντας τη στην καρδιά την πυροβόλησε. Αιμόφυρτη αυτή έπεσε νεκρή
από το δένδρο. Έτσι η πιστή χριστιανή Μαρία, αρνούμενη να συζευχθεί αλλόθρησκο
άνδρα και μένοντας αμετακίνητη στην πίστη της έφυγε μεν πρόωρα από την παρούσα
ζωή σε νεαρή ηλικία το έτος 1826 μ.Χ., συνάντησε όμως στον ουρανό τον Νυμφίο
της Εκκλησίας, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως
κατέταξε την αγία Μαρία, τη Μεθυμοπούλα, στην κατηγορία των νεομαρτύρων της
Εκκλησίας μας, αφού μαρτύρησε στα νεώτερα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Η μνήμη της
εορτάζεται στις 1 Μαΐου, ημέρα της εκτέλεσής της.
Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΕΚ ΣΦΑΚΙΩΝ
Από τα ένδοξα και ηρωικά
Σφακιά της Κρήτης καταγόταν ό άγιος Ιωάννης ό νεομάρτυς πού εορτάζουμε στις 15
Σεπτεμβρίου. Επαγγελματικοί λόγοι τον είχαν αναγκάσει από νέο ακόμα
να βρεθεί στην εύφορη γη της Μικρασίας και εκεί να εργάζεται ως γεωργός
στη Νέα Έφεσο (σημερινό Kusadasi). Αρραβωνιασμένος με μία ευσεβή κόρη ζούσε με
τιμιότητα και σωφροσύνη. Ό Ιωάννης αγαπούσε πολύ τον Θεό. Συμμετείχε στις ιερές
Ακολουθίες της Εκκλησίας μας και τιμούσε με ευλάβεια τις εορτές των Αγίων μας.
Ήταν 29 Αυγούστου του έτους
1811, ημέρα της εορτής της απότομης της τίμιας κεφαλής του αγίου Ιωάννου του
Προδρόμου. Λίγο πιο έξω από τη Νέα Έφεσο γινόταν πανηγύρι στη μνήμη του Αγίου.
Εκεί βρισκόταν και ό Ιωάννης και πανηγύριζε με άλλους δύο γνωστούς φίλους του
από τα Σφακιά. Συνέβη όμως την ώρα εκείνη να περάσουν από δίπλα τους άνθρωποι
του Τούρκου αγά. Και ζήτησαν με έντονο τρόπο από τούς τρεις αυτούς Έλληνες
κεφαλικό φόρο. Οι νέοι δεν θέλησαν να πληρώσουν. Διαμαρτυρήθηκαν έντονα.
Ακολούθησε καυγάς και αιματηρή συμπλοκή, πού άφησε νεκρό έναν από τούς
Τούρκους. Έντρομοι οι δύο από τούς Σφακιανούς έφυγαν τρέχοντας να κρυφτούν
φοβούμενοι τα αντίποινα. Ό Ιωάννης έφυγε και αυτός άλλα με ήσυχη συνείδηση,
διότι δεν είχε ανακατευθεί με το φόνο, και επέστρεψε ειρηνικός στις δουλειές
του αγρού του. Την επόμενη όμως ήμερα έφθασαν εκεί εξαγριωμένοι οι Αγαρηνοί.
Άρπαξαν βίαια τον αθώο Ιωάννη κατηγορώντας τον ως υπεύθυνο του φόνου. Και τον
έσερναν στο δρόμο κτυπώντας τον με «βαρβαρικό θυμό». Έτσι βαθιά πληγωμένο και
αιμόφυρτο τον έριξαν στη φυλακή «ως κακούργο».
Ό κριτής διέταξε να μείνει
εκεί ό Ιωάννης 16 μέρες εγκαταλελειμμένος, «απαρηγόρητος» από φίλους και χωρίς
τροφή. Οι δεσμοφύλακες όμως του πετούσαν κάπου - κάπου λίγα ψίχουλα. Ό Ιωάννης
υπέμενε με καρτερία και με πίστη και υπομονή τα παθήματα αυτά και περίμενε από
τον πανάγαθο Θεό λύση στο πρόβλημα. Θα τον άφηναν άραγε ελεύθερο ή θα
ακολουθούσε την οδό του μαρτυρίου; Ό ίδιος ήταν έτοιμος να υποταχθεί με χαρά
στο θέλημα του Κυρίου του. Την απόφαση την είχε πάρει μέσα του σταθερά. Δεν θα
φοβηθεί τις απειλές των Τούρκων ούτε θα υποκύψει στα δελεάσματά τους. Και θα
παραμείνει πιστός μαθητής του Ιησού Χριστού. Και να! ή ώρα της επιλογής έφθασε.
Του προτείνουν μια συμβιβαστική λύση:
«Φαίνεται, του λένε, πώς
είσαι αθώος. Αλλά εάν θέλεις να σώσεις τη ζωή σου, πρέπει να αρνηθείς την πίστη
σου, να γίνεις μουσουλμάνος, να πάρεις τη θέση του φονευθέντος. 'Αν δεν
συμφωνείς, σε περιμένει ή αγχόνη».
Ό αθλητής του Χρίστου Ιωάννης
ατάραχος έδωσε αμέσως απάντηση που κατέπληξε: «Χριστιανός έγεννήθηκα,
Χριστιανός θέλω να αποθάνω. Ιωάννης ονομάζομαι. Δεν αλλάζω ούτε το όνομα μου
ούτε και την πίστη μου»…Μία ήμερα μετά την εορτή της Υψώσεως του Τιμίου και Ζωοποιού
Σταυρού ό άγιος Ιωάννης ό εκ Σφακιών αξιώθηκε να υψωθεί στην αγχόνη του
μαρτυρίου του για την αγάπη του Χρίστου.
ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΕΣ ΡΕΘΥΜΝΗΣ
Από το Ρέθυμνο κατάγονταν
οι Αγιοι Αγγελής, Μανουήλ, Γεώργιος και Νικόλαος, γνωστοί και ως «οι τέσσερις
μάρτυρες». Ηταν συγγενείς που κατά την Επανάσταση του 1821 πολέμησαν τους
Τούρκους στην κεντρική Ελλάδα. Οταν επέστρεψαν όμως στην Κρήτη, τους
κατήγγειλαν στον Μεχμέτ Πασά σαν μουσουλμάνους που αποστάτησαν. Οι τέσσερις
μάρτυρες συνελήφθησαν και μεταφέρθηκαν στο Ρέθυμνο. Αρνήθηκαν να υποκύψουν στις
πιέσεις και να απαρνηθούν την πίστη τους, βασανίστηκαν και αποκεφαλίστηκαν
μπροστά στη Μεγάλη Πόρτα της πόλης, στις 28 Οκτωβρίου 1824. Η Εκκλησία τιμά τη
μνήμη τους τη μέρα του μαρτυρίου τους, ενώ οι κάρες των τριών από τους τέσσερις
φυλάσσονται στον ομώνυμο ναό του Ρεθύμνου.
Ο άγιος νάνος Ιωακείμ (Ιωακειμάκι) "Ν": Δεν είναι νεομάρτυρας, αλλά περιλαμβανόταν στο άρθρο.
Ο γέροντας Ιωακείμ Αντωνάκης καταγόταν από το χωριό Ρούπες Μυλοποτάμου και ήταν νάνος, τόσο κοντός, ώστε έλεγαν πως κυκλοφορούσε όρθιος κάτω από το τραπέζι. Από μικρός μόνασε στου Κουδουμά και έγινε γνωστός για την αρετή του, αλλά και τα αγιοπνευματικά του χαρίσματα, όπως το χάρισμα να «τηλεμεταφέρεται» και να πληροφορείται τα «κρυπτά της καρδίας» των ανθρώπων που τον επισκέπτονταν. Χαρακτηριστικά αναφέρεται πως μια μέρα, που τον επισκέφτηκαν κάποιοι χωριανοί του και του κρατούσαν φρούτα, κάποια από τα οποία είχαν «δανειστεί» από ξένο περιβόλι, τα άδειασε μπροστά τους και τους είπε: «Ελάτε τώρα να τα μοιράσουμε. Αυτό δικό μου, αυτό δικό σου, αυτό δικό σου» κ.τ.λ., επιστρέφοντάς τους διακριτικά όλα τα κλεμμένα φρούτα και κρατώντας μόνο τα δικά τους. Ο γέροντας Ιωακείμ (το «Ιωακειμάκι» ή «Καλογεράκι», λόγω του μικρού ύψους του) κοιμήθηκε το 1948 .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου