Η Marcie Mayer φτιάχνει κουλουράκια από βελανίδια του αρχαίου βελανιδόδασους της Τζιας και εξηγεί γιατί η ελληνική ρήση 'όταν εμείς χτίζαμε Παρθενώνες, εσείς τρώγατε βελανίδια' είναι εντελώς λάθος
Η Marcie επισημαίνει ότι το βελανίδι δεν είναι πολύ διαφορετικό από την ελιά. «Αν φας τον καρπό της ελιάς από το δέντρο, δεν καταλαβαίνεις ότι είναι κάτι που τρώγεται, είναι πικρό, είναι χάλια. Το ίδιο και το βελανίδι. Η ελιά θέλει τουλάχιστον 5-6 μέρες σε κρύο νερό και μετά πολλούς μήνες να μείνει στο αλάτι για να ξεπικρίσει. Το βελανίδι θέλει δύο-τρεις μέρες σε νερό και είναι έτοιμο. Επιπλέον έχει ποτάσιο, μαγνήσιο, βιταμίνη Β12, πράγματα που λείπουν από τη διατροφή μας και τα χρειαζόμαστε ακόμα περισσότερο όσο μεγαλώνουμε».
Όταν Marcie επισκέφθηκε τη Τζια για πρώτη φορά το 1997, εντυπωσιάστηκε από το δάσος και τα τεράστια βελανίδια του. Άρχισε λοιπόν να σκέφτεται πώς αλλιώς θα μπορούσε να αξιοποιηθεί εκτός από την υλοτομία. «Ουσιαστικά όταν σταμάτησαν οι εξαγωγές, άρχισε η μαζική κοπή των δέντρων για καυσόξυλα, κάρβουνο κλπ. Χάθηκε ο σεβασμός για το δέντρο. Έτσι σήμερα έχουμε πολύ λίγα δέντρα που είναι παλιά, τα περισσότερα είναι 70-100 χρονών», σημειώνει.
Με χρήματα που συγκέντρωσε μέσω crowdfunding ξεκίνησε μια πρωτοβουλία για τη χαμάδα. Άρχισε να διοργανώνει ομιλίες, να ενημερώνει τους αγρότες και κάπως έτσι άρχισε να ζωντανεύει ξανά η διαδικασία συλλογής κυπέλλων αλλά και η εξαγωγή τους. «Στο νησί υπάρχουν πλέον 25 οικογένειες που μαζεύουν χαμάδα. Φέτος έχουμε παραγγελία για 17 τόνους από τη Γερμανία, ενώ στο παρελθόν έχουμε εξάγει και στην Ινδία, όπου χρησιμοποιούν τα κύπελα για διακοσμητικούς λόγους. Για μένα είναι πολύ σημαντικό να αναπτύσσεται η αγροτική οικονομία του νησιού», σημειώνει.
Παράλληλα η Marcie έφτιαξε ένα εργαστήριο όπου φτιάχνει τα
μπισκότα της. «Από το 97-98 ξεκίνησα να μαζεύω κάποια βελανίδια, να τα
ξεπικρίζω και να τα αλέθω για να φτιάχνω το αλεύρι μου. Κάθε χρόνο
έφτιαχνα και λίγο παραπάνω και φέτος φτάσαμε να μαζέψουμε 4 τόνους
βελανίδια. Αυτό θα γίνει 1,5 τόνος αλεύρι. Φτιάχνω τα μπισκότα μου και
έχω ήδη ετοιμάσει ένα αλμυρό κράκερ, χωρίς γλουτένη, που θα βγει στη
αγορά ελπίζω από τον Ιανουάριο. Το προϊόν είναι έτοιμο αλλά περιμένω τις
συσκευασίες να έρθουν από το εξωτερικό, έχουν καθυστερήσει λόγω capital
control».
Τη ρωτώ αν πηγαίνει καλά η επιχείρησή της και αν το προϊόν βρίσκει ανταπόκριση από τον κόσμο. «Τα μπισκότα πάνε πολύ καλά χωρίς να έχω κάνει όσα θα μπορούσα για να τα προωθήσω, διότι παράλληλα τρέχω και έναν ξενώνα αγροτουρισμού στο νησί. Προς το παρόν τα βρίσκει κανείς σε επιλεγμένα καταστήματα στην Αθήνα καθώς και στο e-shop acorn-cookies.com, μέσω του οποίου έχω πολλές παραγγελίες και από το εξωτερικό», μου εξηγεί και επισημαίνει ότι σιγά σιγά οι τρόποι αξιοποίησης του καρπού της βελανιδιάς αρχίζουν να γίνονται γνωστοί σε όλο τον κόσμο.
«Κάθε χρόνο έχω δέκα εθελοντές από διάφορες χώρες που
έρχονται στη Τζια τον Οκτώβριο, όταν μαζεύουμε τον καρπό. Πλέον έχει
γίνει γνωστό το πρόγραμμά μου και υπάρχει ενδιαφέρον, διότι είναι δωρεάν
και μαθαίνουν πολλά πράγματα. Για του χρόνου έχω ήδη χίλιες αιτήσεις
συμμετοχής. Τα παιδιά που ήρθαν φέτος τον Οκτώβριο ήταν εξαιρετικά,
είχαν ήδη εμπειρία και γνώση για το βελανίδι, διότι είχαν δέντρα κοντά
στα σπίτια τους, και ήρθαν για να μαζέψουν γνώσεις και να δημιουργήσουν
τις δικές τους εταιρίες. Στην Αμερική άνοιξαν πρόσφατα 2 εταιρίες από
αυτές τις ενέργειες που κάνουμε εδώ, κι αυτό είναι πολύ ευχάριστο. Στο
χάρτη μπορείτε να δείτε τους ανθρώπους από όλο τον κόσμο που ασχολούνται
με τα βελανίδια. Φέτος προστέθηκαν από Αγγλία, Ρουμανία, Ιταλία, ΗΠΑ,
Ιρλανδία. Έχουμε δικτυωθεί μεταξύ μας, επικοινωνούμε και ανταλλάσσουμε
πληροφορίες».
πηγή
«Μπισκότα από Βελανίδια Κέας. Φτιάχνονται με αλεύρι
βελανιδιών από το αρχαίο βελανιδόδασος του ελληνικού νησιού». Δεν ξέρω
τι θα σκεφτόσασταν εσείς αν διαβάζατε αυτή την περιγραφή πάνω σε μια
συσκευασία, εμένα πάντως η πρώτη μου απορία ήταν «μα καλά, τρώγονται τα
βελανίδια;». «Όχι μόνο τρώγονται αλλά είναι και νόστιμα», θα μου
εξηγήσει αργότερα η δημιουργός των μπισκότων Marcie Mayer.
Η Marcie είναι Αμερικανίδα αλλά ζει στην Ελλάδα εδώ και τριάντα χρόνια. Μεγάλωσε κάτω από δύο τεράστιες βελανιδιές και έμαθε τα μυστικά του καρπού τους από μια δασκάλα της που αγαπούσε τους Ινδιάνους, την ιστορία και τις παραδόσεις τους. Για τους Ινδιάνους της Καλιφόρνια τα βελανίδια ήταν πολύτιμη τροφή και πηγή θρεπτικών συστατικών, καθώς αποθηκεύονταν εύκολα και για μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς να χαλάσουν. Έτσι είχαν μάθει να τα ξεπικρίζουν, να τα αλέθουν και να φτιάχνουν αλεύρι.
Η Marcie είναι Αμερικανίδα αλλά ζει στην Ελλάδα εδώ και τριάντα χρόνια. Μεγάλωσε κάτω από δύο τεράστιες βελανιδιές και έμαθε τα μυστικά του καρπού τους από μια δασκάλα της που αγαπούσε τους Ινδιάνους, την ιστορία και τις παραδόσεις τους. Για τους Ινδιάνους της Καλιφόρνια τα βελανίδια ήταν πολύτιμη τροφή και πηγή θρεπτικών συστατικών, καθώς αποθηκεύονταν εύκολα και για μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς να χαλάσουν. Έτσι είχαν μάθει να τα ξεπικρίζουν, να τα αλέθουν και να φτιάχνουν αλεύρι.
«Όταν εμείς χτίζαμε Παρθενώνες, εσείς τρώγατε βελανίδια»
Μία φράση που συνηθίζουμε να λέμε στην Ελλάδα, όταν αναφερόμαστε απαξιωτικά στους «ξένους» και κατά συνέπεια… στα βελανίδια. Οι πρόγονοί μας βέβαια είχαν διαφορετική άποψη. «Γνωρίζουμε, για παράδειγμα, ότι στην Αρκαδία έτρωγαν βελανίδια μέχρι πριν από 500 χρόνια περίπου» εξηγεί η Marcie. «Στη δε Τζια, όταν άρχισα να κάνω ομιλίες στους αγρότες για τις δυνατότητες του βελανιδόδασους, κάθε παππούς και κάθε γιαγιά είχε μια ιστορία να θυμηθεί που έτρωγε βελανίδια. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής το νησί ήταν γεμάτο κι έτσι άρχισαν να βρίσκουν τρόπους να τα αξιοποιήσουν, κάποιος κατάλαβε ότι αν τα βάλεις σε νερό και στάχτη ξεπικρίζουν και γίνονται νόστιμα, άλλος έφτιαχνε αλεύρι. Μετά τον πόλεμο όμως σταμάτησαν να μιλάνε γι’ αυτό, διότι τα βελανίδια ήταν ζωοτροφή και ήταν η μεγάλη ντροπή να τρως το ίδιο τρόφιμο που τρώνε τα γουρούνια! Τώρα που αρχίζουμε να το συζητάμε, φεύγει η ντροπή και αρχίζουν να διηγούνται αυτές τις ιστορίες από τα παλιά. Για μένα πάντως είναι παράξενο, διότι στην Αμερική δεν υπάρχει αυτή η ντροπή λόγω της παράδοσης των Ινδιάνων».Η Marcie επισημαίνει ότι το βελανίδι δεν είναι πολύ διαφορετικό από την ελιά. «Αν φας τον καρπό της ελιάς από το δέντρο, δεν καταλαβαίνεις ότι είναι κάτι που τρώγεται, είναι πικρό, είναι χάλια. Το ίδιο και το βελανίδι. Η ελιά θέλει τουλάχιστον 5-6 μέρες σε κρύο νερό και μετά πολλούς μήνες να μείνει στο αλάτι για να ξεπικρίσει. Το βελανίδι θέλει δύο-τρεις μέρες σε νερό και είναι έτοιμο. Επιπλέον έχει ποτάσιο, μαγνήσιο, βιταμίνη Β12, πράγματα που λείπουν από τη διατροφή μας και τα χρειαζόμαστε ακόμα περισσότερο όσο μεγαλώνουμε».
Εκστρατεία για τη χαμάδα
Μέχρι πριν από μερικές δεκαετίες, οι κάτοικοι της Τζιας δεν έτρωγαν μόνο τα βελανίδια αλλά αξιοποιούσαν και το σκληρό μέρος, το κύπελο του καρπού, το οποίο χρησιμοποιείται σε βυρσοδεψεία για να μαλακώνει το δέρμα. «Από το 1500 έως το 1965, η χαμάδα -όπως αποκαλούν οι ντόπιοι το κύπελο του βελανιδιού- αποτελούσε βασικό κομμάτι της οικονομίας του νησιού. Το εξήγαγαν σε πολλές χώρες του κόσμου, διότι εδώ η χαμάδα είναι τεράστια, ζυγίζει 50 γραμμάρια. Ξεκινούσαν να τη μαζεύουν μετά το πανηγύρι του 15αύγουστου, άρχιζαν να χτυπάνε τα δέντρα και να παίρνουν τα κύπελα και είχαν πάρα πολλές αποθήκες σε όλο το νησί.» εξηγεί η Marcie. «Όταν όμως άρχισαν να χρησιμοποιούνται χημικά στα βυρσοδεψεία, που έκαναν την ίδια δουλειά πιο φθηνά, η δραστηριότητα σταμάτησε απότομα, από τη μια μέρα στην άλλη.».Όταν Marcie επισκέφθηκε τη Τζια για πρώτη φορά το 1997, εντυπωσιάστηκε από το δάσος και τα τεράστια βελανίδια του. Άρχισε λοιπόν να σκέφτεται πώς αλλιώς θα μπορούσε να αξιοποιηθεί εκτός από την υλοτομία. «Ουσιαστικά όταν σταμάτησαν οι εξαγωγές, άρχισε η μαζική κοπή των δέντρων για καυσόξυλα, κάρβουνο κλπ. Χάθηκε ο σεβασμός για το δέντρο. Έτσι σήμερα έχουμε πολύ λίγα δέντρα που είναι παλιά, τα περισσότερα είναι 70-100 χρονών», σημειώνει.
Με χρήματα που συγκέντρωσε μέσω crowdfunding ξεκίνησε μια πρωτοβουλία για τη χαμάδα. Άρχισε να διοργανώνει ομιλίες, να ενημερώνει τους αγρότες και κάπως έτσι άρχισε να ζωντανεύει ξανά η διαδικασία συλλογής κυπέλλων αλλά και η εξαγωγή τους. «Στο νησί υπάρχουν πλέον 25 οικογένειες που μαζεύουν χαμάδα. Φέτος έχουμε παραγγελία για 17 τόνους από τη Γερμανία, ενώ στο παρελθόν έχουμε εξάγει και στην Ινδία, όπου χρησιμοποιούν τα κύπελα για διακοσμητικούς λόγους. Για μένα είναι πολύ σημαντικό να αναπτύσσεται η αγροτική οικονομία του νησιού», σημειώνει.
Τη ρωτώ αν πηγαίνει καλά η επιχείρησή της και αν το προϊόν βρίσκει ανταπόκριση από τον κόσμο. «Τα μπισκότα πάνε πολύ καλά χωρίς να έχω κάνει όσα θα μπορούσα για να τα προωθήσω, διότι παράλληλα τρέχω και έναν ξενώνα αγροτουρισμού στο νησί. Προς το παρόν τα βρίσκει κανείς σε επιλεγμένα καταστήματα στην Αθήνα καθώς και στο e-shop acorn-cookies.com, μέσω του οποίου έχω πολλές παραγγελίες και από το εξωτερικό», μου εξηγεί και επισημαίνει ότι σιγά σιγά οι τρόποι αξιοποίησης του καρπού της βελανιδιάς αρχίζουν να γίνονται γνωστοί σε όλο τον κόσμο.
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου