ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ
. . . . . . . . . . . . . . .
Ὅταν ἡ δόλια ἡ μάνα μου τὸν κόσμο παραιτοῦσε,
μ’ ἐπῆγαν κι ἐγονάτισα, μικρὸ πουλί, μπροστά της.
Τὴν τελευταία της πνοὴ ὁ Χάρος ἐρουφοῦσε,
κι ἔμενε μόνο θλιβερή, σὰν κάτι νὰ ζητοῦσε,
ἡ ὑστερνὴ ματιά της.
Νὰ σβήσει δὲν τὴν ἄφηνε σὰ φῶς ἀπὸ καντήλι,
προτοῦ τῆς ἔβρει μιὰ φωλιὰ νὰ μοιάζει τὴ φωλιά της.
Σ’ ἄλλη καντήλα ἤθελε το φῶς της νὰ τὸ στείλει,
καὶ ἦρθε μὲς στὰ μάτια μου καὶ πάλι ν’ ἀνατείλει
ἡ ὑστερνὴ ματιά της.
Καὶ ἀπὸ τότε ὅ,τι θωρῶ, καὶ σ’ ὅ,τι σταματήσω
τὸ κουρασμένο βῆμα μου, πικρῆς ζωῆς διαβάτης,
σὰ μάνα θὰ τ’ ἀγκαλιασθῶ καὶ θὰ τὸ ἀγαπήσω,
γιατ’ εἶναι μὲς στὰ μάτια μου, ὅσο νὰ ξεψυχήσω,
ἡ ὑστερνὴ ματιά της.
Σάββατο 7 Σεπτεμβρίου 2024
Η υστερνή ματιά της
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου