ΠΏΣ ΝΑ ΜΙΛΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ;
για την Αγία Τριάδα τι να πεις σε πεντάχρονα;
-Τι είναι το Άγιο Πνεύμα κυρία; σε ρωτάνε.
Ο Πατέρας είναι άλλος Θεός από τον Υιό;
Υπάρχουν δηλαδή τρεις Θεοί;
Αν ο Υιός είναι ο Χριστός, ο Πατέρας τότε ποιός είναι;
Έφερα στον νου μου αυτό που είχε πει η Αγία Βαρβάρα σε κάποιον που δεν είχε γνωρίσει ακόμη τον αληθινό Θεό αλλά ενδιαφερόταν να μάθει.
"Το παράδειγμα του ήλιου"!
-Τι είναι ο ήλιος παιδιά; ρώτησα.
-Ένα ουράνιο σώμα, μου απαντούν.
-Εδώ στην γη, πως φτάνει ο ήλιος;
Τι μας στέλνει και τον βλέπουμε;
-Τις ακτίνες του και το φώς του.
-Είναι άλλο πράγμα το φως του ήλιου από τον ίδιο τον ήλιο;
Ο ήλιος δεν είναι πάλι;
-Ναι, μου απαντούν.
-Εμείς οι άνθρωποι τι άλλο νιώθουμε από τον ήλιο στο δέρμα μας;
-Την ζέστη του, μου λένε.
-Η ζέστη του ήλιου δηλαδή είναι άλλο πράγμα από τον ήλιο;
Δεν είναι πάλι ο ίδιος ο ήλιος;
-ε, Ναι, μου λένε.
-Έτσι είναι και η Αγία Τριάδα παιδιά.
Σαν τον ήλιο είναι ο Πατέρας.
Ο Υιός είναι το φώς του.
Και η ζέστη που μας χαρίζει είναι το Άγιο Πνεύμα.
Και τα τρία είναι ο ίδιος Θεός.
Εχει τρία πρόσωπα αλλά είναι αχώριστα, είναι Ένα!
Αυτά τα όμορφα συμβαίνουν σε μια τάξη νηπιαγωγείου,
όταν στην εορτή της Αναλήψεως, έχεις την χαρά και την ευλογία να μιλάς με τα παιδιά για τον Θεό...
– Ήμουνα παιδί μικρό, είπε ο όσιος Νήφων , ίσαμε δέκα χρονών , και είχα πάει στην εκκλησία του αγίου αποστόλου Θωμά για να προσευχηθώ. Εκεί βρήκα ένα γέροντα να διδάσκει το λαό. Ανάμεσα στ’ άλλα μίλησε και για την ελεημοσύνη.
Είπε μάλιστα, ότι αυτός που δίνει κάτι στους φτωχούς, είναι σαν να το καταθέτει στα χέρια του ίδιου του Κυρίου. Με κάποια δυσφορία άκουσα τα λόγια εκείνου του κήρυκα. Μου φάνηκαν υπερβολικά.
“Μα αφού ο Χριστός , όπως μου λένε, είναι στους ουρανούς, στα δεξιά του Πατέρα Του”, συλλογιζόμουν με το παιδικό μου μυαλό,
“πώς θα βρεθεί στη γη, για να πάρει αυτά που δίνουμε στους φτωχούς; ’”.
Με τέτοιες σκέψεις προχωρούσα στο δρόμο, όταν, ξάφνου, βλέπω να περνάει ένας φτωχός κουρελής , που- ω του θαύματος!- πάνω απ’ το κεφάλι του είχε την εικόνα της μορφής του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Η εικόνα , αόρατη βέβαια στους άλλους, στεκόταν όρθια και ακολουθούσε το ζητιάνο παντού.
Καθώς λοιπόν αυτός περπατούσε, συναντήθηκε μ’ έναν καλό άνθρωπο, που του έδωσε ψωμί.
Τη στιγμή όμως που ο φιλάνθρωπος εκείνος διαβάτης άπλωσε το χέρι του, άπλωσε κι ο Χριστός το δικό του μέσ’ από τη μετέωρη εικόνα, πήρε το ψωμί και, αφού ευχαρίστησε , το έδωσε στο φτωχό.
Μα ούτε εκείνος ούτε κι ο διαβάτης κατάλαβαν τι έγινε.
Ο θαυμασμός μου γι’ αυτό που είδα δεν περιγράφεται.
Ε, από τότε πια πίστεψα ακράδαντα , πως όποιος δίνει στους αδελφούς ό,τι έχουν ανάγκη , το βάζει πραγματικά στα χέρια του Χριστού, που τη μορφή Του βλέπω να στέκεται πάνω απ’ όλους τους φτωχούς.
Όσο μπορώ λοιπόν ασκώ την αρετή της ελεημοσύνης .
Και ο Χριστός μου μ’ ευχαριστεί για κάθε φτωχό που βοηθάω.
(Βιβλίο «ΕΝΑΣ ΑΣΚΗΤΗΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ – ΟΣΙΟΣ ΝΗΦΩΝ – ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΑΝΗΣ»)