Τα «ΕΛΛΑΣ» και «ΚΑΡΤΕΡΙΑ» σε λιθογραφία του Karl Krazeisen
Τα υψηλά κόστη και οι σκανδαλώδεις καθυστερήσεις της εξοπλιστικής προσπάθειας
του Χρόνη Βάρσου, Φιλολόγου-Ιστορικού ερευνητή
Η άνοιξη του 1824 έμελλε να καθορίσει σε μεγάλο βαθμό την πορεία της Επανάστασης που διήνυε πλέον τον τέταρτο χρόνο της, όταν κλήθηκε να αντιμετωπίσει έναν θανάσιμο αντίπαλο, την πανίσχυρη Αίγυπτο του Μεχμέτ Αλή, του φιλόδοξου αυτού ηγεμόνα που συμμάχησε με τον Σουλτάνο και επρόκειτο να στείλει στην επαναστατημένη Ελλάδα τον γιό του Ιμπραήμ πασά για να καταστείλει τους «ραγιάδες» με αντάλλαγμα την Πελοπόννησο και την Κρήτη. Το σχέδιο εστιαζόταν στην από κοινού καταστροφή των ναυτικών νησιών από τον ενωμένο τουρκο-αιγυπτιακό στόλο ενώ παράλληλα ο αιγυπτιακός στρατός θα κατέστειλε την επανάσταση στο Μοριά και ο οθωμανικός θα υπέτασσε τη Ρούμελη.
Ήταν πλέον φανερό ότι το ναυτικό πεδίο μάχης καθίστατο λίαν δυσχερές καθώς ο ήδη καταπονημένος ελληνικός στόλος καλούνταν να αντιμετωπίσει μια κολοσσιαία ναυτική δύναμη, με ανεξάντλητους πόρους και δυνατότητες ανεφοδιασμού, αποτελούμενη από ισχυρά σκάφη και καθοδηγούμενη από εκατοντάδες Ευρωπαίους αξιωματικούς.
Με δεδομένο ότι τα χρήματα του πρώτου δανείου (ονομαστικό κεφάλαιο 800.000 λιρών συνομολογημένου στις 9 Φεβρουαρίου 1824) κατασπαταλήθηκαν στη διεξαγωγή του πρώτου εμφυλίου πολέμου (Νοέμβριος 1823-Ιούνιος 1824), ο ελληνικός στόλος λόγω της αδυναμίας χρηματοδότησης, αδρανοποιήθηκε για ένα κρίσιμο διάστημα, με άμεση τραγική συνέπεια στο τακτικό θαλάσσιο πεδίο την καταστολή της επανάστασης στην Κρήτη και την ολοσχερή καταστροφή της Κάσου τον Μάιο και των Ψαρών τον Ιούνιο του 1824. Η ελληνική ναυτική εποποιία της περιόδου Αυγούστου-Νοεμβρίου 1824 και η κατανίκηση του γιγαντιαίου εχθρικού στόλου στις ναυμαχίες της Σάμου, Κω-Αλικαρνασσού, Γέροντα και Ηρακλείου κατέδειξε βέβαια την ποιότητα της ναυτικής ηγεσίας, την ικανότητα και αντοχή των πληρωμάτων και των σκαφών, αλλά και τα όρια των δυνατοτήτων του ελληνικού στόλου. Ο εχθρός νικήθηκε προσωρινά αλλά θα επανερχόταν ισχυρότερος και πιο αποφασισμένος το ερχόμενο έτος. Ήταν απαραίτητο λοιπόν να αγοραστούν πιο ισχυρά πολεμικά πλοία για να αποτραπεί ο θανάσιμος κίνδυνος που απειλούσε τα ναυτικά νησιά και την επαναστατημένη ενδοχώρα. Το οικονομικό κόστος φυσικά ήταν υψηλό αφού σε τιμές 1825, μια ατμοκίνητη κορβέτα 300-350 τόνων κόστιζε περίπου 11-14.000 λίρες και μια ιστιοφόρος φρεγάτα (46-66 πυροβόλων) σχεδόν 46-66.000 λίρες.
Ήδη από αρχές Ιουλίου του 1824 και ενώ στο νοτιο-ανατολικό Αιγαίο επέκειτο η σφοδρή αναμέτρηση με τον τουρκο-αιγυπτιακό στόλο για τη σωτηρία της Σάμου, ο 30χρονος φιλέλληνας Άγγλος πλοίαρχος Φρανκ Άστιγξ (Frank Abney Hastings 1794-1828), με πολεμική παρουσία στην επαναστατημένη Ελλάδα ήδη από τον Απρίλιο του 1822 και πλούσια ναυτική εμπειρία (11 ετών κατατάχθηκε στον βρετανικό στόλο και πήρε μέρος στη ναυμαχία του Τραφάλγκαρ!), προσέφερε από την περιουσία του 5.000 λίρες για την αγορά μιας ατμοκίνητης κορβέτας 300 τόνων αξίας 8.000 λιρών και πήγε στο Λονδίνο, εξουσιοδοτημένος από την Ελληνική κυβέρνηση για να διαπραγματευτεί. Ο Άστιγξ πίστευε στη νέα τεχνολογία και την ατμοκίνηση που θα έδινε το ποιοτικό πλεονέκτημα στους Έλληνες απέναντι στη συντριπτική αριθμητική ισχύ των αντιπάλων. Η αγγλική πλευρά όμως απαίτησε για την παράδοση μιας έτοιμης κορβέτας το ποσό των 11.000 λιρών ή εναλλακτικά τη ναυπήγηση μιας νέας αξίας 14.000 λιρών οπότε το εγχείρημα απέτυχε.
Όταν τον Αύγουστο, η κυβέρνηση απευθύνθηκε στην ελληνική αντιπροσωπεία του Λονδίνου (αρμόδια για τη σύναψη του νέου δανείου αποτελούμενη από τους Ιωάννη Ορλάνδο, Ανδρέα Λουριώτη και Ιωάννη Ζαΐμη) να διαπραγματευτεί τους όρους αγοράς 6 ή 8 έτοιμων ιστιοφόρων φρεγατών και 2 ατμοκίνητων κορβετών (που όμως δεν βρέθηκαν), ο Αστιγξ διαφώνησε με τον όλο σχεδιασμό και επέστρεψε στην Ελλάδα. Η προσπάθεια ναυπήγησης 2 νέων φρεγατών, κατόπιν προτάσεων του ναυπηγού Gordon έναντι ποσού 93.000 λιρών, απορρίφθηκε από την Ελληνική κυβέρνηση. Παράλληλα οι Γάλλοι αρνήθηκαν για λόγους ουδετερότητας τη ναυπήγηση μια νέας φρεγάτας έναντι 15.000 λιρών, ενώ απέτυχε και η προσπάθεια αγοράς 2 έτοιμων φρεγατών από τη Σουηδία.
Αρχές του 1825 ο Άστιγξ επέστρεψε πάλι στο Λονδίνο για διαπραγματεύσεις σχετικά με την ατμοκίνητη κορβέτα, αλλά τον όλο συντονισμό πλέον είχε αναλάβει αποκλειστικά η Φιλελληνική Επιτροπή του Λονδίνου, συσχετίζοντάς τον με την υπογραφή του νέου δανείου ονομαστικής αξίας 2.000.000 λιρών που συνήφθη με τον τραπεζικό οίκο Jacob & Samson Ricardo στις 26 Ιανουαρίου 1825.
Οι περιπέτειες της παραγγελίας των ατμοκίνητων κορβετών στο Λονδίνο
Στις 5 Μαρτίου 1825, με δεδομένη τη δυσμενή κατάσταση (συνεπεία του καταστροφικού δευτέρου εμφυλίου τον Οκτώβριο 1824-Ιανουάριο 1825) και λόγω της απόβασης του Ιμπραήμ από τις 12 Φεβρουαρίου στη Μεθώνη, ανατέθηκε τελικά η ναυπήγηση της κορβέτας «ΚΑΡΤΕΡΙΑ» (χωρητικότητας/εκτοπίσματος 233/335 τόνων) στο ναυπηγείο Gordon & Brent του Deptford και η κατασκευή των 2 μηχανών της, ισχύος 42 ίππων, στο μηχανουργείο Alexander Galloway, ο γιος του οποίου εργαζόταν ταυτόχρονα σε ναυπηγήσεις πολεμικών σκαφών στην Αίγυπτο για λογαριασμό του ναυτικού του Μεχμέτ Αλή (!), χωρίς όμως ρήτρα καθυστέρησης και ελαττωμάτων κατασκευής, με χρόνο παράδοσης τον Αύγουστο του 1825. Τα σκάφος προβλεπόταν να καταναλώνει 7 τόνους κάρβουνο την ημέρα με ταχύτητα πλεύσης 6-7 κόμβων και θα έφερε 4 ιστία και 8 πυροβόλα των 68 λιτρών (νέας τεχνολογίας με πυρακτωμένα βλήματα) με πλήρωμα 153 ανδρών που τελικά θα περιορίζονταν σε 75-94.
Τον Μάιο οι Ορλάνδος και Λουριώτης έδωσαν εντολή στον τραπεζικό οίκο Ricardo να δώσει την πρώτη προκαταβολή ύψους 10.000 λιρών στo ναυπηγείo, ενώ στις 10 του μήνα προτάθηκε στο Εκτελεστικό από τους ίδιους και τη Φιλελληνική Επιτροπή του Λονδίνου, ο 50χρονος εν αποστρατεία Άγγλος ναυτικός, Τόμας Κόχραν (Thomas Cochrane 1775-1860) για ναύαρχος του ελληνικού επαναστατικού στόλου, διάσημος για τα κατορθώματά του στη Λατινική Αμερική εναντίον των Ισπανών (στη Χιλή και το Περού) και των Πορτογάλων (στη Βραζιλία), άρτι αποχωρήσας από τη Βραζιλία. Στις 25 Ιουνίου ο Κόχραν μετέβη στο Λονδίνο όπου και κατέθεσε προσωπική πρόταση ανάληψης της αρχηγίας του ελληνικού στόλου.
Αρχές Ιουλίου 1825 και ενώ το Μεσολόγγι έμπαινε ήδη στον τρίτο μήνα πολιορκίας και στην Πελοπόννησο ο Ιμπραήμ φαινόταν ασταμάτητος μετά την κατάληψη του Νιόκαστρου και της Τρίπολης, η Ελληνική αντιπροσωπεία στο Λονδίνο, η εκεί Φιλελληνική Επιτροπή και ο οίκος Ricardo, πίεζαν από κοινού το Εκτελεστικό στο Ναύπλιο να αποδεχτεί την πρόσληψη του Κόχραν για τη ναυτική ηγεσία του Αγώνα ως την πλέον ενδεδειγμένη επιλογή (την ίδια περίοδο υπογράφεται και η επονείδιστη Πράξη της Υποτέλειας και αποστέλλεται στον Κάνινγκ).
Τελικά στις 4/16 Αυγούστου υπογράφτηκε στο Λονδίνο με την Ελληνική αντιπροσωπεία, το Υπόμνημα ανάληψης της αρχηγίας του Ελληνικού στόλου από τον Κόχραν (τον Μάρτιο του 1827 μάλιστα ορίστηκε στόλαρχος του ελληνικού στόλου) με υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης ύψους 57.000 λιρών (37.000 ως προκαταβολή και 20.000 μετά τη λήξη του πολέμου!) υπό την απειλή του Άγγλου ναυάρχου ότι θα φύγει πάλι για τη Βραζιλία (!) Ταυτόχρονα υπεγράφη και συμφωνητικό με τη Φιλελληνική Επιτροπή του Λονδίνου με τον όρο έως τον Οκτώβριο του 1825 η Ελληνική κυβέρνηση να θέσει υπό τις διαταγές του 6 συνολικά ατμοκίνητες κορβέτες (δηλαδή 5 επιπλέον) με τη διαδικασία αγοράς, προετοιμασίας και επίβλεψης ναυπήγησης να εκχωρείται αποκλειστικά στον ίδιο. Η Ελληνική αντιπροσωπεία κατέβαλε έτσι επιπλέον 113.000 λίρες (από το δεύτερο δάνειο) για τα άλλα 5 μελλοντικά ατμοκίνητα ενώ αγόρασε για 4.700 λίρες και τη θαλαμηγό «ΜΟΝΟΚΕΡΩΣ» ως ιδιωτικό σκάφος του Κόχραν (!)
Στις 27 Αυγούστου 1825 δόθηκε η παραγγελία για τις επιπλέον 5 κορβέτες στο ίδιο ναυπηγείο (Gordon & Brent), μόνο όμως με προφορική συμφωνία αναφορικά με την κατασκευή, ενώ οι 10 μηχανές (4 των 50 ίππων για τις κορβέτες «ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΣ» και «ΑΚΑΤΑΜΑΧΗΤΟΣ» και 6 των 20 ίππων για τις «ΕΡΜΗΣ», «ΑΓΡΥΠΝΟΣ» και «ΚΥΜΑΤΟΘΡΑΥΣΤΗΣ») ανατέθηκαν στο μηχανουργείο του Galloway με γραπτή συμφωνία. Η χωρητικότητα/εκτόπισμα και τα χαρακτηριστικά των πλοίων θα ήταν περίπου ίδια με αυτά της «ΚΑΡΤΕΡΙΑΣ» (254-378/400-450 τόνοι) αλλά ο οπλισμός των 2 πρώτων θα αποτελούνταν από 6 πυροβόλα των 68 λιτρών και 2 των 32, ενώ των 3 τελευταίων θα περιοριζόταν σε 4 πυροβόλα των 32 λιτρών και το πλήρωμα στο μισό. Η απαίτηση του Κόχραν για τοποθέτηση μηχανών δικής του σχεδίασης που να αποδίδουν διπλάσια σχεδόν ταχύτητα 14 κόμβων οδήγησε σε νέες καθυστερήσεις. Αν και ο χρόνος παράδοσης των 2 πρώτων κορβετών ορίστηκε για την Άνοιξη του 1826, οι μηχανές τοποθετήθηκαν μόλις ένα χρόνο μετά (!). Στα άλλα 3 δεν τοποθετήθηκαν ποτέ μηχανές, παρά μόνο στο «ΕΡΜΗΣ» αλλά από άλλη εταιρεία (Seaward & Co).
Στο μεταξύ η έναρξη κατασκευής της «ΚΑΡΤΕΡΙΑΣ» αν και μετατέθηκε για τον Ιούνιο και ο χρόνος παράδοσης για τον Νοέμβριο του 1825, οι μηχανές τοποθετήθηκαν μόλις τον επόμενο Μάρτιο του 1826, το πλήρωμα βρέθηκε τον Απρίλιο-Ιούνιο, ενώ τα πυροβόλα, τα βλήματα και το κάρβουνο αγοράστηκαν μέχρι τον Ιούλιο (πριν τον απόπλου για την Ελλάδα), όταν επιτέλους η «ΚΑΡΤΕΡΙΑ» με τον Αστιγξ απέπλευσε από το Λονδίνο για την Ελλάδα! Οι περιπέτειες συνεχίστηκαν όμως, αφού στη Σαρδηνία η μηχανή έπαθε βλάβη και ξέσπασε πυρκαγιά στον λέβητα καθηλώνοντας το πλοίο για επισκευές στο Κάλιαρι έως τις 22 Αυγούστου. Τελικά στις 3 Σεπτεμβρίου 1826 η «ΚΑΡΤΕΡΙΑ» έφτασε στο Ναύπλιο και εντάχθηκε στον επαναστατικό στόλο έτοιμη για δράση.
Τα άλλα 5 πλοία όμως έμελλε να βιώσουν απίστευτες περιπέτειες και φυσικά να μην παραδοθούν ποτέ στην προκαθορισμένη ημερομηνία (Άνοιξη 1826). Τον Απρίλιο του 1826 στο «ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΣ», κατά τη διάρκεια δοκιμών στον Τάμεση εξερράγη ο λέβητας και ξέσπασε πυρκαγιά με κίνδυνο να βυθιστεί. Το σκάφος τελικά κατάφερε να φτάσει στην Αίγινα ενάμιση χρόνο μετά, στις 30 Σεπτεμβρίου 1827, συμμετέχοντας ελάχιστα στο ναυτικό αγώνα! Το 2ο σκάφος «ΑΚΑΤΑΜΑΧΗΤΟΣ» βυθίστηκε τον Αύγουστο του 1827 από πυρκαγιά κατά τη διάρκεια δοκιμών. Από τα υπόλοιπα 3 πλοία (τα «ΑΓΡΥΠΝΟΣ» και «ΚΥΜΑΤΟΘΡΑΥΣΤΗΣ» παρέμειναν ημιτελή και δεν παραδόθηκαν ποτέ) ενώ το «ΕΡΜΗΣ» έφτασε στον Πόρο στις 18 Σεπτεμβρίου 1828, αφού παρελήφθη από τον Κόχραν στη Μασσαλία σε μια μάταιη προσπάθεια του Άγγλου ναυάρχου να επιστρέψει ξανά στην Ελλάδα μετά τη φυγή του τον Δεκέμβριο του 1827 χωρίς τελικά να γίνει δεκτός από τον Καποδίστρια.
Έτσι ενώ ο ελληνικός στόλος έπρεπε να έχει παραλάβει μέχρι τον Απρίλιο του 1826 τουλάχιστον 3 από τις 6 κορβέτες, σε χρόνο δηλαδή που θα μπορούσαν να βοηθήσουν σημαντικά στη σωτηρία του Μεσολογγίου από τον ασφυκτικό κλοιό του τουρκο-αιγυπτιακού ναυτικού, η 1η έφτασε μετά την πτώση της ηρωικής πόλης, η 2η λίγο πριν τη ναυμαχία του Ναβαρίνου και η 3η το Φθινόπωρο του 1828! Το συνολικό κόστος της παραγγελίας εκτοξεύτηκε και ανήλθε τελικά σε 160.300 λίρες από τα χρήματα του 2ου δανείου, εκ των οποίων οι 37.000 ήταν η προκαταβολή του Κόχραν!
Οι περιπέτειες της παραγγελίας των φρεγατών στις ΗΠΑ
Την ίδια εποχή και σε παράλληλο χρόνο, πέραν του Ατλαντικού, στις ΗΠΑ, εκτυλίσσονταν μια παρόμοια εξοπλιστική περιπέτεια που αφορούσε αυτή τη φορά την παραγγελία ιστιοφόρων φρεγατών σε αμερικανικά ναυπηγεία. Μετά την αδυναμία αγοράς ή ναυπήγησης φρεγατών στην Ευρώπη στις αρχές του 1825, η Ελληνική αντιπροσωπεία του Λονδίνου ενημέρωσε την κυβέρνηση στις 15 Φεβρουαρίου 1825 ότι θα απευθυνόταν στις ΗΠΑ για την προμήθεια φρεγατών, ύστερα από προσφορά για μια φρεγάτα εκτοπίσματος 1.500 τόνων των 44 πυροβόλων, κόστους 50.000 λιρών, που της κατατέθηκε στις 7 Δεκεμβρίου 1824 από τον William Bayard, πρόεδρο της εταιρείας Le Roy-Bayard & Co αλλά και ταυτόχρονα της Φιλελληνικής Επιτροπής της Ν. Υόρκης! Ως υπεύθυνος του προγράμματος εστάλη από την Ελλάδα στη Ν. Υόρκη (όπου έφτασε αρχές Μαρτίου 1825), ο Γάλλος συνταγματάρχης του ιππικού, Lallemand, πρώην υπασπιστής του Ναπολέοντα, μια εντελώς ακατάλληλη επιλογή λόγω της προφανούς άγνοιάς του περί των ναυτικών θεμάτων και με τον προκλητικό μισθό των 120 λιρών μηνιαίως!
Η παραγγελία 2 φρεγατών εκτοπίσματος 1.000-1.500 τόνων με 44-48 πυροβόλα, ύψους περίπου 100.000 λιρών, ανατέθηκε τον Απρίλιο του 1825 σε δύο εταιρείες: τη Le Roy-Bayard & Co (η φρεγάτα «ΕΛΠΙΣ») και τη G. G. Howland & Co (η φρεγάτα «ΣΩΤΗΡ»). Η συμφωνία όριζε παράδοση των 2 φρεγατών (μία από κάθε εταιρεία) εντός 4-6 μηνών (έως τον Σεπτέμβριο του 1825). Χωρίς όμως να το αντιληφθεί ο Lallemand, άρχισαν να κατασκευάζονται φρεγάτες άλλου τύπου από τις συμφωνημένες (δίκροτες των 64 πυροβόλων και εκτοπίσματος 2.300 τόνων – στο ναυπηγείο Berg η «ΕΛΠΙΣ» και στο ναυπηγείο Smith το «ΣΩΤΗΡ»). Αρχικά ως προκαταβολή δόθηκαν πλέον 120.000 λίρες, ενώ έως τον Νοέμβριο είχαν εκταμιευθεί συνολικά 155.000 λίρες και τα χρήματα (από το 2ο δάνειο) τελείωσαν.
Λόγω των αστοχιών και της ανικανότητας του Lallemand αλλά και του κινδύνου το όλο πρόγραμμα να περιέλθει σε πλήρες αδιέξοδο, ένα χρόνο μετά, εστάλη στις 12 Απριλίου 1826 στη Ν. Υόρκη, από την Ελληνική αντιπροσωπεία του Λονδίνου, ο Αλέξανδρος Κοντόσταυλος (Χιώτης μεγαλέμπορος του Λονδίνου), που αντικατέστησε στις 10 Μαΐου τον Γάλλο αξιωματικό. Και ενώ οι δύο εταιρείες ζητούσαν επιπλέον 55.000 λίρες, ο Κοντόσταυλος απευθύνθηκε στον φιλέλληνα γερουσιαστή Μασαχουσέτης (Βοστώνης) Edward Everett που τον έφερε σε επαφή με τους υπουργούς Ναυτικών και Εξωτερικών ακόμη και τον ίδιο τον πρόεδρο των ΗΠΑ, John Quincy Adams, ώστε να μεσολαβήσουν και να δοθεί μια λύση. Πράγματι με παρέμβαση του Everett, στις 22 Μαΐου 1826 ψηφίστηκε, με ταχύτατες διαδικασίες σε Βουλή και Γερουσία, νόμος για την αγορά της 2ης φρεγάτας «ΣΩΤΗΡ» από το αμερικανικό πολεμικό ναυτικό, ώστε με τα χρήματα αυτά (48.000 λίρες) να ολοκληρωθεί η κατασκευή της 1ης φρεγάτας «ΕΛΠΙΣ». Οι νέες όμως αυξημένες οικονομικές απαιτήσεις των 2 εταιρειών για τις φρεγάτες, οδήγησαν τον Κοντόσταυλο να προσφύγει σε διαιτησία τον Ιούνιο ώστε να καταφέρει με δικαστική απόφαση, μέσα στον Αύγουστο, αυτές να μειωθούν και έτσι να ολοκληρωθεί η πώληση του «ΣΩΤΗΡ» στο αμερικανικό ναυτικό και η χρηματοδότηση της μοναδικής πλέον φρεγάτας «ΕΛΛΑΣ» (όπως μετονομάστηκε η πρώην «ΕΛΠΙΣ») με το συνολικό κόστος να έχει ανέλθει πλέον στις 156.600 λίρες (!)
Τελικά μετά από περιπέτειες 18 μηνών, η «ΕΛΛΑΣ» (ένα πράγματι ισχυρότατο πολεμικό πλοίο των 2.300 τόνων με 32 καρονάδες των 42 λίτρων στο επίστεγο και 32 πυροβόλα των 32 λίτρων στο υπόφραγμα και μελλοντικό πλήρωμα 500-600 ανδρών) απέπλευσε στις 4 Οκτωβρίου 1826 από τη Ν. Υόρκη με αμιγώς αμερικανικό πλήρωμα 150 ναυτών για το Αιγαίο. Η κακοτυχία όμως δεν έπαψε. Στη διάρκεια του ταξιδιού εκδηλώθηκε ανταρσία, έγινε απόπειρα δολοφονίας του Κοντόσταυλου και προσπάθεια από το πλήρωμα να πουληθεί το σκάφος στο Κολομβιανό ναυτικό! Στις 24 Νοεμβρίου η φρεγάτα έφτασε επιτέλους στο Ναύπλιο αλλά μια μέρα πριν τον απόπλου για Αίγινα, διενεργήθη από το πλήρωμα απόπειρα δολοφονίας του πλοιάρχου Gregory και προσπάθεια πώλησής της στον Ιμπραήμ στη Μεθώνη! Με παρέμβαση του Μιαούλη το αμερικανικό πλήρωμα εκδιώχθηκε και το πλοίο έφτασε με ασφάλεια στην Αίγινα στις 3 Δεκεμβρίου 1826 για να ενταχθεί στον ελληνικό στόλο, που αποκτούσε πράγματι μια πανίσχυρη ναυτική μονάδα.
Εκτιμήσεις – Συμπεράσματα
Οι εξωφρενικές καθυστερήσεις στις παραδόσεις των πλοίων (οι παραγγελίες δόθηκαν την Άνοιξη του 1825 και το «ΚΑΡΤΕΡΙΑ» και το «ΕΛΛΑΣ» έφτασαν το Φθινόπωρο του 1826!), οδήγησαν την επαναστατημένη Ελλάδα στο να μην διαθέτει (όπως είχε συμφωνηθεί), την κρίσιμη περίοδο Νοεμβρίου 1825 – Απριλίου 1826, έναν ισχυρότατο στολίσκο από 2 δίκροτες φρεγάτες και 6 ατμοκίνητες κορβέτες που θα συνέβαλε καθοριστικά στη σωτηρία του Μεσολογγίου και την απόκρουση του Ιμπραήμ. Επιπλέον το συνολικό κόστος για τις 3 κορβέτες και τη μια φρεγάτα που έφτασαν τελικά στην επαναστατημένη Ελλάδα για να βοηθήσουν τον Αγώνα ήταν δυσθεώρητο και ανήλθε συνολικά σε 317.000 λίρες (συμπεριλαμβανομένων των 37.000 που κατεβλήθησαν ως προκαταβολή για τις «υπηρεσίες» του Κόχραν). Ενδεικτικά με τα ίδια χρήματα θα μπορούσαν να αγοραστούν 6 φρεγάτες των 48 πυροβόλων ή με τα μισά να χρηματοδοτηθεί η κινητοποίηση περίπου 70 πολεμικών μπρικιών για 6 μήνες με παράλληλη αγορά και μετατροπή 50 πλοίων σε πυρπολικά!
Για την κραυγαλέα παραβίαση κάθε χρονοδιαγράμματος, φημολογείται ότι οι τραπεζίτες Ricardo, φοβούμενοι πιθανή ήττα των επαναστατημένων Ελλήνων, που θα συνεπαγόταν τεράστιες οικονομικές απώλειες λόγω του δανείου που είχαν χορηγήσει, πίεζαν σκόπιμα για καθυστερήσεις στη ναυπήγηση και παράδοση των πλοίων (κορβετών και φρεγατών), τουλάχιστον μέχρι την υπογραφή του Πρωτοκόλλου της Πετρούπολης (23 Μαρτίου/4 Απριλίου 1826), ώστε σε περίπτωση ήττας της Επανάστασης τα σκάφη να κρατηθούν ως ενέχυρο από την τράπεζα για το δάνειο!
Εν τούτοις, το «ΕΛΛΑΣ», αρχικά υπό τον Κόχραν, που παρά τις αδιαμφισβήτητες ικανότητές του αποδείχθηκε ο μοιραίος άνθρωπος για την Επανάσταση και ο κύριος υπεύθυνος της καταστροφής του Φαλήρου τον Απρίλιο του 1827, αλλά και μετά υπό τον Α. Μιαούλη, που μέσα στα πάθη του διχασμού τασσόμενος με την αντι-Καποδιστριακή αντιπολίτευση πυρπόλησε το πλοίο τον Αύγουστο του 1831 στον Πόρο, κυριάρχησε στο Αιγαίο και το Ιόνιο συμβάλλοντας στην Ελληνική Ανεξαρτησία. Ειδικά όμως το «ΚΑΡΤΕΡΙΑ» υπό τον Άστιγξ, έναν ικανότατο ναυτικό διοικητή που προσέφερε τα μέγιστα στον Ελληνικό Αγώνα και θυσιάστηκε τον Μάιο του 1828, διέπρεψε στο θαλάσσιο πεδίο, προσφέροντας ένα ασύγκριτο τεχνολογικό πλεονέκτημα. Αποκορύφωμα αποτέλεσαν οι εντυπωσιακές επιτυχίες του στον Παγασητικό (Απρίλιος 1827) και την Ιτέα (Σεπτέμβριος 1827) όπου η «ΚΑΡΤΕΡΙΑ» κατέστρεψε 24 εχθρικά πλοία! Συνολικά τα δύο αυτά πλοία, μέσα σε μόλις έναν περίπου χρόνο (Μάρτιος 1827 – Μάιος 1828), βύθισαν ή αιχμαλώτισαν συνολικά 36 (!) εχθρικά πλοία, προσθέτοντας λαμπρές σελίδες δόξας στην ελληνική ναυτική ιστορία.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ανδρεάδης, Α., Ιστορία των εθνικών δανείων. Τα δάνεια της ανεξαρτησίας (1824-1825). Το δημόσιον χρέος επί της βαυαρικής δυναστείας, Τυπογραφείον Εστία, Εν Αθήναις 1904.
Θεοφανίδης, Ι., Ιστορία του Ελληνικού ναυτικού Σεπτέμβριος 1824-Απρίλιος 1826 – Ο αγών της Ανεξαρτησίας – Νεόκαστρον – Καφηρεύς – Αλεξάνδρεια – Μεσολόγγιον, Έκδοσις “Ναυτικής Επιθεωρήσεως”, Αθήναι 1932.
Ιστορία του Ελληνικού έθνους, τόμος ΙΒ, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1979.
Κωνσταντινίδης, Τ., «Το ‘’σκάνδαλον του Λονδίνου’’. Τα εθνικά ατμοκίνητα και η υπόθεσις των εν Αμερική φρεγατών 1825-1828», Ναυτική Επιθεώρησις 223 (1950), 239-270.
Κωνσταντινίδης, Τ., «Το ‘’σκάνδαλον του Λονδίνου’’. Τα εθνικά ατμοκίνητα και η υπόθεσις των εν Αμερική φρεγατών 1825-1828», Ναυτική Επιθεώρησις 224 (1951), 59-86.
Κωνσταντινίδης, Τ., «Το ‘’σκάνδαλον του Λονδίνου’’. Τα εθνικά ατμοκίνητα και η υπόθεσις των εν Αμερική φρεγατών 1825-1828», Ναυτική Επιθεώρησις 225 (1951), 161-196.
Λαζαρόπουλος, Ι., Το πολεμικόν ναυτικόν της Ελλάδος από Ανεξαρτησίας μέχρι βασιλείας Όθωνος 1821-1833, Έκδοσις Ναυτικής Επιθεωρήσεως, Αθήναι 1936.
Μεταλληνός, Κ., Ο ναυτικός πόλεμος κατά την ελληνική επανάσταση 1821-1829, τόμοι Α-Β, Εκδότης Andy’s Publishers, Αθήνα 2016.
Ομοίωμα της φρεγάτας «ΕΛΛΑΣ»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου