Κάθε φορᾶ πού ἑορτάζουμε τήν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου εἶναι σάν νά ἔχουμε Πάσχα• τό Πάσχα τοῦ καλοκαιριοῦ. Πάσχα μᾶς ἑτοιμάζει ἡ Κυρία Θεοτόκος. Διάβαση ἔνδοξη «ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τήν ζωήν». Δεύτερο Πάσχα, ἅγιο, ἄμωμο, ζωοποιό γιά τό ἀνθρώπινο γένος, γιατί πράγματι σήμερα «νενίκηνται τῆς φύσεως οἱ ὅροι».
«Πῶς ἡ πηγή τῆς ζωῆς πηγαίνει πρός τήν ζωή περνῶντας ἀπό τόν θάνατο!», ἀναφωνεῖ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός. Ὁ θάνατος τῆς «ζωαρχικῆς Μητρός» τοῦ Κυρίου ὑπερβαίνει τήν ἔννοια τοῦ θανάτου, ὥστε δέν ὀνομάζεται κάν θάνατος ἀλλά «κοίμησις» καί «θεία μετάστασις» καί ἐκδημία ἤ ἐνδημία πρός τόν Κύριο. Καί ἄν ἀκόμη λεχθεῖ θάνατος, ὅμως εἶναι θάνατος ζωηφόρος, ἀφοῦ μεταβιβάζει σέ οὐράνια καί ἀθάνατη ζωή.
Ἡ μετάσταση τῆς Θεοτόκου, ὡς ἕνα γεγονός ἀναμφισβήτητο πού διασώθηκε ἀπό τήν ἱερά Παράδοση, ἔχει ἐνσωματωθεῖ στήν διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί δέν ἔχει σχέση μέ τίς εὐσεβιστικές δοξασίες τῶν Δυτικῶν περί ἀσπόρου συλλήψεως καί ἄνευ θανάτου ζωῆς τῆς Θεοτόκου.
Ἡ Παρθένος ἦταν ἐκεῖνο τό ἰδιαίτερο δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, πού ὑπερέβη ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καί ἀγγέλους. Αὐτή μόνη ἀπό τούς ἀνθρώπους ἔζησε βίο πανάμωμο, καί τό ἀκατάληπτο γιά ὅλα τά λογικά ὄντα, κατέστη Μητέρα τοῦ Θεοῦ. Ἐπειδή δέν εἶχε ποτέ ἁμαρτήσει, δέν ὑποχώρησε σέ κάποιον φιλήδονο λογισμό δικαίως καί δέν ἔζησε ἐπί τῆς γῆς μέ ὀδύνες τῆς σαρκός, μέ ἀσθένειες. Ἄν καί εἶχε σῶμα ζωαρχικό, ἐν τούτοις ὡς ἄνθρωπος ὑπέρχεται στήν ἀσθένεια τοῦ θανάτου και πεθαίνει. Χωρίς ὅμως νά χωρισθεῖ ἡ ψυχή καί τό σῶμα Της ἀπό τόν Θεό• λύνεται προσωρινά ὁ σύνδεσμος πού τά ἑνώνει μεταξύ τους, ὅπως εἶχε γίνει καί μέ τόν Χριστό. Μετά τόν θάνατο, ἡ ψυχή Της ἑνώνεται ἀμέσως μέ τόν Χριστό. Διότι ὁ Κύριος, κατά τήν ὥρα τῆς Κοιμήσεως τῆς Μητέρας Του, συνοδευόμενος ἀπό τά ὑπερκόσμια τάγματα τῶν ἀγγέλων καί ἁγίων παίρνει τήν ἱερά ψυχή Της, ὄχι ἁπλῶς στόν οὐρανό ἀλλά «ἕως αὐτοῦ τοῦ βασιλικοῦ θρόνου Του, εἰς τά ἐπουράνια Ἅγια τῶν Ἁγίων», ὅπως ἀναφέρει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός. Ἐνῶ τό ζωαρχικό καί θεοδόχο σῶμα τῆς Παναγίας μετά ἀπό τρεῖς ἡμέρες μετατίθεται στούς ὑπερουρανίους χώρους, ἄφθαρτο, πρός τόν Μονογενῆ καί ἀγαπημένο Υἱό Της. Δηλαδή μποροῦμε νά μιλήσουμε καί γιά ἐν σώματι ἀνάσταση τῆς Θεοτόκου. Ἀνάσταση, ὅμως, πού δέν ἐνεργήθηκε ἀπό τήν ἴδια ἀλλά ἀπό τόν Υἱό καί Θεό Της.
Μάρτυρας αὐτῆς τῆς ἀναστάσεως-μεταστάσεως τῆς Θεοτόκου εἶναι ὁ ἀπόστολος Θωμάς, ὁ ὁποῖος δέν παρευρισκόταν στήν ὁσία ταφή Της ἀλλά ἐρχόμενος καθυστερημένος ὡς συνήθως, μετά ἀπό τρεῖς ἡμέρες, καί μετά ἀπό παράκλησή του ἀνοίγουν οἱ ὑπόλοιποι ἀπόστολοι τόν τάφο καί δέν βρίσκουν τό θεοδόξαστο ἐκεῖνο σῶμα. Βλέπουν ὅμως τήν Θεοτόκο νά ἀνεβαίνει στούς οὐρανούς καί νά παραδίδει στόν ἀπόστολο Θωμᾶ τήν Τιμία καί Ἁγία Της Ζώνη ὡς τεκμήριο τῆς μεταστάσεώς Της, κάτι ἀντίστοιχο πού εἶχε γίνει καί μέ τήν ψηλάφηση τοῦ Κυρίου ἀπό τόν ἴδιο ἀπόστολο.
Τό σῶμα τῆς Παναγίας -ὅπως καί τό σῶμα τοῦ Υἱοῦ Της- δέν ὑπέστη διαφθορά στόν τάφο, δηλαδή δέν ἀλλοιώθηκε, δέν διαλύθηκε ἀπό τά ὑλικά στοιχεῖα πού τό συνέθεταν. Ἐξάλλου, μετά τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ τά σώματα πολλῶν ἁγίων Του δέν διαφθείρονται καί γίνονται μερικῶς ἄφθαρτα λείψανα• πόσο μᾶλλον ἦταν λογικό νά μήν φθαρεῖ καί τό «θεοδόχον σκήνωμα» τῆς Μητέρας τοῦ Θεοῦ.
Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης λέγει, ὅτι τό ἀδιάφθορο τῆς παρθενίας τῆς Θεοτόκου κατά τήν γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἔχει ὡς φυσικό ἐπακόλουθο καί τήν μή διαφθορά τοῦ σώματός Της κατά τήν ὥρα τοῦ θανάτου. «Ὁ τόκος διέφυγε τήν φθορά καί ὁ τάφος δέν δέχτηκε τήν διαφθορά».
Ἡ Παναγία Θεοτόκος, μετά τήν κοίμησή Της, καθίσταται ἡ Μητέρα τῆς νέας κτίσεως, τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἐπειδή Αὐτή εἶχε τήν κεντρική θέσῃ στήν οἰκονομία τῆς σωτηρίας, ἀφοῦ ἀπό Αὐτήν σαρκώθηκε ὁ Κύριος πού εἶναι ἡ κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας, ἔχει τώρα στήν ἐπουράνιο Ἐκκλησία ὅλο τό πλήρωμα τῆς Χάριτος καί δόξας καί παρρησίας. Ἔγινε ἡ εὐεργέτιδα πάσης τῆς φύσεως καί κτίσεως, γι’ αὐτό προσκυνεῖται ἀπό ὅλη τήν κτίση ὡς Κυρία καί Δέσποινα καί Βασίλισσα καί Θεομήτορα.
Διά τῆς Θεοτόκου καί ἐξ αἰτίας Αὐτῆς, ἡ ἱστορία ὅλου τοῦ κόσμου εἰσῆλθε σέ νέα τροχιά, ἀσύγκριτα μεγαλειωδέστερη καί ἀνώτερη ἀπ’ ὅ,τι ὑπῆρχε πρίν ἀπό Αὐτήν. Δέν μποροῦσε καί οὔτε μπορεῖ κάποιο δημιούργημα νά γίνει τελειότερο ἀπό Αὐτήν, οὔτε ἡ ἴδια μποροῦσε νά γίνει τελειότερη ἀπ’ ὅ,τι εἶναι. Ἀλλά καί σύμφωνα μέ τούς Πατέρες τρία πράγματα δέν μποροῦσε νά κάνει τελειότερα ὁ παντοδύναμος Θεός. Τήν σάρκωση τοῦ Θεοῦ Λόγου, τήν Παρθένο Θεοτόκο καί τήν μακαριότητα πού θά ἀπολαμβάνουν οἱ σεσωσμένοι.
Ἡ Παναγία, μετά τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἦταν τό στήριγμα τῶν ἀποστόλων καί τῆς νεοϊδρυθείσης Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Αὐτή δίδασκε τούς νέους χριστιανούς, τούς καθοδηγοῦσε, τούς παρηγοροῦσε στίς θλίψεις τους. Στόν κατά πλάτος βίο Της, διαβάζουμε, ὅτι ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ τρεῖς ἡμέρες πρίν ἀπό τήν κοίμησή Της, τήν ἐπισκέπτεται ὅπως καί στόν Εὐαγγελισμό καί τῆς ἀναγγέλει τήν ἔνδοξη μετάστασή Της ἀπό τόν θάνατο στήν ζωή. Κατόπιν, τό Ἅγιο Πνεῦμα μέ τρόπο θαυματουργικό συγκέντρωσε ὅλους τοὺς ἀποστόλους στήν Γεθσημανή, στόν οἶκο τῆς Θεοτόκου, γιά νά παραστοῦν στήν ὁσία ταφή Της καί νά πάρουν τήν εὐλογία Της. Ἀφοῦ ἐγκωμίασαν τήν ὑπερύμνητο Μητέρα τοῦ Θεοῦ, τήν παρακαλοῦσαν νά τούς πεῖ κάποια τελευταία διδαχή Της, ὡς παρακαταθήκη. Τότε ἡ Θεοτόκος τοὺς λέγει μία παραβολή, στήν ὁποία ὁ κόσμος τοῦτος παρομοιάζεται μέ μία ἐμποροπανήγυρη και, ὅποιος κάνει τήν καλή ἐμπορία, ὅποιος δηλαδή κάνει τήν καλύτερη ἀγορά, αὐτός εἶναι καί ὁ πιό κερδισμένος. Καί στήν συνέχεια τούς ἐξηγεῖ, ὅτι ἔτσι εἶναι καί στά πνευματικά. Ὅποιος τηρήσει μέ μεγαλύτερο ζῆλο καί ἀκρίβεια τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, αὐτός θά πετύχει τό μεγαλύτερο κέρδος, θά δοξασθεῖ περισσότερο στήν βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Καί τούς προτρέπει νά ἐπιμένουν στόν «καλόν ἀγῶνα».
Πράγματι, πόσο εὐαρεστεῖται ἡ Παναγία μας, ὅταν βλέπει ὅτι ἀγωνιζόμαστε γιά τήν σωτηρία μας! Πόσο ἀναπαύεται! Καί ἡ ἴδια, ὅμως, πόσο ἀγωνίστηκε ἐπί τῆς γῆς μέ ἀφανή τρόπο -ἐνῶ ὡς ἀναμάρτητη δέν ὄφειλε νά τό κάνει- τό ἔκανε ὅμως γιά νά μᾶς ἀφήσει παράδειγμα τελείας ἀσκήσεως. Στήν Γεθσημανή, ἐκεῖ πού ἔμενε, μετά τήν κοίμησή Της, βρῆκαν στίς πλάκες, ὅπου ἔκανε μετάνοιες, νά ἔχουν σχηματισθεῖ βαθουλώματα, λακκοῦβες, ἀπό τήν πολλή χρήση καί τριβῇ.
Ἄς μιμηθοῦμε καί ἐμεῖς τήν ἄμεση ὑπακοή Της, τήν προσφιλῆ Της ταπείνωση, τήν μυστική ἐσωτερική Της πνευματική ἐργασία, τήν πυριφλεγή προσευχή Της, τήν συνεχῆ νήψη πού ἀσκοῦσε, τόν θεῖο ἔρωτά Της, τόν πνευματικό πόνο, πού ὡς ρομφαία ἔνιωσε κάτω ἀπό τόν Σταυρό τοῦ Υἱοῦ Της.
Σέ ὅσους ἀγωνίζονται, Αὐτή γίνεται «ὑπέρμαχος σύμμαχος», ἀσχέτως ἄν πρίν ζοῦσαν ἀσώτως. Ἄς θυμηθοῦμε, ὅτι καί γιά τήν ὁσία Μαρία τήν Αἰγυπτία ἡ Θεοτόκος ἔγινε ἡ «Ἐγγυήτρια» γιά τήν μετάνοιά της. Καί ἀφοῦ ἡ ὁσία Μαρία ἀναχώρησε στήν ἔρημο, ὅπου ἐκεῖ ἀγωνιζόταν μέ ἀπαράκλητο τρόπο, ἡ ἴδια ἡ Παναγία τήν παρηγοροῦσε μέ τίς θεῖες ἐμφανίσεις Της.
Ἡ Θεοτόκος, ὡς κουροτρόφος τῶν μοναχῶν, εἶναι καί ἡ χορηγός τῶν θείων χαρίτων γιά τούς μοναχούς καί ἰδιαίτερα γιά τούς Ἁγιορεῖτες. Αὐτή ἔδωσε τό χάρισμα τῆς νοερᾶς προσευχῆς στόν ἅγιο Μάξιμο τόν Καυσοκαλύβη, τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, τόν ἅγιο Σιλουανό τόν Ἀθωνίτη ἀλλά καί στόν μακάριο Γέροντα Ἰωσήφ τόν Ἡσυχαστή, ὁ ὁποῖος συνδέεται ἄμεσα μέ τήν συνοδεία μας. Καί κατά ἕνα λόγο περισσότερο, ἡ σημερινή ἡμέρα ἔχει ἰδιαίτερη σημασία γιά ἐμᾶς τά πνευματικά ἐγγόνια τοῦ Γέροντος Ἰωσήφ τοῦ Ἡσυχαστοῦ, ἀφοῦ σάν σήμερα, μετά τήν θεία Λειτουργία, κοιμήθηκε μέ ὁσιακό θάνατο, τό 1959. Αὐτός πού τόσο ἀγάπησε τήν Παναγία μας -τήν γλυκιά του Μανούλα, καθώς την ἀποκαλοῦσε- ἐνῶ πάμπολλες ἀντιλήψεις, θεῖες ἐμφανίσεις καί χαρίσματα ἔλαβε ἀπό Αὐτήν. Καί πράγματι, ἕνα ἰδιαίτερο χαρακτηριστικό γιά τούς ὁσίους Ἀθωνίτες Πατέρες ἦταν ἡ Θεοτοκοφιλία τους. Καί στό ἄκουσμα τοῦ ὀνόματός Της, δέν μποροῦσαν νά συγκρατήσουν τά δάκρυά τους, τά προερχόμενα ἀπό τόν πάναγνο μητροπαρθενικό ἔρωτα. Μόνο πού ἀκούγεται τό ὄνομά Της, ἡ φιλόθεος ψυχή κινεῖται σέ θαυμασμό, σέ εὐχαριστία καί εὐγνωμοσύνη. Ἔτσι καί ἡ μνήμη καί μόνο τῆς Θεοτόκου, δηλαδή ἡ διανοητική ἐνασχόληση μέ τό πρόσωπο τῆς Παναγίας, ἁγιάζει αὐτόν πού τήν χρησιμοποιεῖ. Ἔλεγε ὁ μακαριστός π. Ἀθανάσιος ὁ Ἰβηρίτης, ὅτι ἡ ἀγάπη πρός τήν Θεοτόκο σώζει τόν ἄνθρωπο καί ἄς μήν ἔχει ἔργα.
Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος θά πρέπει νά ἀξιοποιήσει τήν μεσιτεία τῆς Θεοτόκου, ἡ ὁποία εἶναι σωστική. Σέ κάθε θλίψη καί πρόβλημά του νά μήν ξεχνᾶ, ὅτι ὑπάρχει «ἡ τῶν θλιβομένων βοηθός, ἡ προστάτις, ἡ ἀντιλήπτωρ, ἡ παραμυθία τῶν ὀλιγοψυχούντων», στήν ὁποία μπορεῖ νά προστρέχει καί νά βρίσκει παρηγορία, ἄμεση λύσῃ καί ἀπάντηση. Εὐχόμεθα ἡ Κυρία Θεοτόκος, ἡ ὁποία «μετέστη πρός τήν Ζωήν», νά δίδει πάντοτε τήν εὐλογία Της σέ ὅλους μας, ὥστε νά περάσουμε τήν παροῦσα ζωή, ὅσο τό δυνατόν, ἀβλαβῆ καί ἀκίνδυνο ἀπό τίς πλάνες καί μεθοδεῖες τοῦ πονηροῦ καί νά μᾶς ἀξιώσει τῆς ἐπουρανίου βασιλείας τοῦ Υἱοῦ Της. Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου