“Έχουν μεγάλη αξία, αδελφοί μου, τα μνημόσυνα για τους κεκοιμημένους”.
“Μου έλεγε πολλές φορές ο Γέρων Παϊσιος ότι εκεί στο κελλί του στην Παναγούδα εμφανίζονταν συγγενείς του από τις γενεές γενεών της οικογενείας του, που δεν ήξερε ποιοι είναι και του έλεγαν 'ευχαριστώ'.
'Μα ποιος είσαι εσύ;'
'Ο προπάππος τάδε'
'Μα γιατί με ευχαριστείς; Τι σου προσέφερα;'
'Μου έκανες μνημόσυνο, τρισάγιο, κομποσχοίνι'
Έχουν μεγάλη αξία, αδελφοί μου, τα μνημόσυνα για τους κεκοιμημένους”.
...............
Αυτό είναι απόσπασμα από μαγνητοφώνηση του αγαπητού Λουκά, που μια φορά εκεί ψηλά στο ξωκκλήσι του Προφήτη Ηλία ήρθε κοντά μας και μας είπε:
“Ο π. Γεράσιμος διαβάζει τη σκέψη. Βρισκόμασταν στη παραλία, κάπως απομακρυσμένοι ο ένας από τον άλλο κι εγώ σκεφτόμουνα ότι θα φύγω και θα αρχίσουν να μου κάνουν μνημόσυνα. Τότε ήρθε κοντά μου και μου είπε:
'Άσε τα μνημόσυνα τώρα, έχουμε καιρό ακόμη' ”.
Και πράγματι ο Λουκάς έζησε κι άλλα χρόνια και αφού έφυγε, δεν άργησε να τον ακολουθήσει ο π. Γεράσιμος....
“Η αξία της ψυχής είναι απείρως μεγάλη...”
Πάντα τόνιζε ότι η αξία της ψυχής είναι απείρως μεγάλη και όλα τα αγαθά της γης δεν θα μπορούσαν να καλύψουν μια πνευματική ζημία.
Πάντα μνημόνευε εκατοντάδες ονόματα ξεκινώντας από τη γειτονιά του και προχωρώντας και σε άλλους χώρους και τόπους.
Μια φορά όμως γνωστή του γυναίκα τού είπε ότι ήρθε στον ύπνο της μια ψυχή και της παραπονέθηκε πως ο π. Γεράσιμος θυμήθηκε την αδελφή της, αλλά αυτή την ξέχασε και δεν την μνημόνευσε. Γεμάτος θαυμασμό ομολογούσε ότι οι ψυχές είναι υπαρκτές και ότι πράγματι αυτή την ψυχή την είχε ξεχάσει, του είχε διαφύγει, γιατί όταν ζούσε η γυναίκα αυτή παντρεύτηκε και άλλαξε περιοχή. Και ήρθε και παραπονέθηκε!
Κι αν του έδινες μια φορά ονόματα κεκοιμημένων υπέρ αναπαύσεως, τα κράταγε και τον άκουγες να τα αναφέρει και να εύχεται και ένιωθες ότι έρχονταν, όχι μόνο από εδώ, αλλά κι από άλλες περιοχές, από τη Μακεδονία, την Κρήτη, την Κύπρο -- Ηλιού Ιερέως, Ελένης πρεσβυτέρας, Αννεζούς, Κυριάκου, Δέσποινας ... έβλεπα τους προγόνους μου να έρχονται να του πουν 'ευχαριστώ' και ένιωθα όπως ο Γιώργος Ιωάννου:
“Της Γονατιστής, όταν περνάει από πάνω μου το βουβό ποτάμι των προγόνων, γονατισμένος πάνω στα καρυδόφυλλα, σκύβω βαθιά στο χώμα, για να μη βγάλουν οι ψυχές εξαιτίας μου τον παραμικρότερο παραπονιάρικο βόμβο”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου