Γράφει ὁ Παῦλος Τρακάδας, θεολόγος
Ἡ συντακτικὴ ἐπιτροπὴ τοῦ περιοδικοῦ «Θεολογία» θὰ πρέπη ὁμολογουμένως νὰ θεωρῆ σπουδαίαν ἐπιτυχίαν ὅτι εἰς τὸ τελευταῖον τεῦχος ἐκδόσεώς της συμπεριέλαβε ἄρθρον μὲ τίτλον «Ὁ Πατέρας, ἡ ἐλευθερία τοῦ Θεοῦ. Μία συνθετικὴ ἀνάγνωση τῆς σκέψεως τοῦ Ἰωάννη Ζηζιούλα», καθὼς ἐν τῷ μεταξὺ ἀνεχώρησε διὰ τὸν Δικαιοκρίτην Κύριον ὁ Μητροπολίτης Περγάμου (2.2.2023) καὶ τὸ παρὸν ἄρθρον πιθανῶς ἀποτελεῖ τὸ πλέον πρόσφατον παγκοσμίως, τὸ ὁποῖον ἐδημοσιεύθη διὰ τὸν ἀπασχολήσαντα ἐπὶ δεκαετίας τὴν θεολογίαν τῆς Ἐκκλησίας.
Δὲν εἶναι τυχαῖον ὅτι τὸ ἄρθρον αὐτὸ συνέγραψεν ἕνας παπικὸς κληρικός, καθὼς ἡ σύγκλισις ἐν πολλοῖς τῆς φαναριώτικης κακοδοξίας μὲ τὴν λατινικὴν ἔχει ἐπισημανθῆ ἀπὸ πολλῶν ἐτῶν. Διὰ τοῦτο δὲν προκαλεῖ ἀπορίαν, ὅταν ὁ συγγραφεὺς ἀναφέρη ἤδη εἰς τὴν εἰσαγωγὴν ὅτι «σκοπεύουμε νὰ δείξουμε τὴ συμμόρφωσή της (ἔνν. τῆς θεολογίας τοῦ Περγάμου) μὲ τὸ δόγμα»! Ποῖον δόγμα; Τὸ Ὀρθόδοξον ἢ τὸ παπικόν; Προφανῶς, δι’ αὐτοὺς δὲν ὑπάρχει διαφορά…
Ἡ παρανόησις τῆς Εὐχαριστίας
Εἰς τὴν ἀρχὴν σχολιάζεται τὸ γεγονὸς ὅτι «ὁ Ζηζιούλας ἀντιλαμβάνεται τὴν Εὐχαριστία ὡς σύναξη, καὶ εἰδικὰ ὡς ἐσχατολογικὴ ἐκδήλωση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ… τόσο στὴ Λειτουργία τοῦ Βασιλείου ὅσο καὶ στὴ Λειτουργία τοῦ Χρυσοστόμου ὁ Πατέρας εἶναι ὁ μόνος ἀληθινὰ ὑπάρχων»! Ἡ ἔμφασις εἰς τὴν Εὐχαριστίαν μὲ ἀποτέλεσμα τὴν ἀναζωπύρωσιν τοῦ ἐνδιαφέροντος δι’ αὐτήν, γεγονὸς τὸ ὁποῖον πολλοὶ πιστώνουν εἰς τὸν Περγάμου, εἶναι τουλάχιστον ὑπερβολικὴ καθ’ ὅσον ἤδη τὸ Κολλυβαδικὸν κίνημα εἶχεν ἐπιτελέσει τὸ ἔργον τοῦτο. Εἰς τὸν Περγάμου θὰ ἔπρεπε μᾶλλον νὰ πιστωθῆ ὅτι ὡδήγησεν εἰς τὴν παρέκκλισιν ἀπὸ τὴν Θείαν Εὐχαριστίαν. Ὅταν εἰς αὐτὴν κατ’ ἀναλογίαν πρὸς τὴν εἰσαγωγὴν ἀπὸ τοὺς νεορθοδόξους τῆς ψυχολογικῆς κατηγορίας τοῦ προσώπου ἀπεδόθη ἡ ἔννοια τῆς «συνάξεως» παρεισέφρησεν ἡ κοινωνιολογικὴ ἀντίληψις. Ἴσως ἡ ἐμμονὴ μὲ τὴν ἐσχατολογικήν της πλευρὰν νὰ ἦτο ἀπόπειρα νὰ ἀποφευχθῆ αὐτὸς ὁ κίνδυνος, ὡστόσον καὶ μόνον αὐτὴ ἡ μονομέρεια ἐπέφερε μεγαλυτέραν ζημίαν, καθὼς ἀπωθήθη ἡ ἔννοια τῆς θυσίας, πρωταρχικὴ διὰ τὸ μυστήριον τῆς Εὐχαριστίας, ἀλλὰ καὶ ἡ θεραπευτική της προοπτική.
Εἰς αὐτὸ τὸ πλαίσιον ἐκακοποιήθη ἡ Θ. Λειτουργία μὲ ἀποτέλεσμα νὰ προβάλλεται ὡς Ὀρθόδοξος θέσις ὅτι εἰς αὐτὴν «ὁ Πατέρας εἶναι ὁ μόνος ἀληθινὰ ὑπάρχων»! Μήπως ὁ «Πατέρας» εἶναι εἰς θέσιν τοῦ «Πάπα», τοῦ μόνου ἔχοντος κατὰ τοὺς Λατίνους πλήρως τὴν ἱερωσύνην καὶ διὰ τοῦτο θεμελίου αὐτῆς; Δυστυχῶς, διὰ τὸν Περγάμου καὶ τοὺς θιασώτας αὐτοῦ, ἡ Θ. Λειτουργία ἔχει ἀναφορὰν εἰς ὁλόκληρον τὴν ζωοποιὸν Ἁγίαν Τριάδα καὶ ὄχι μόνον εἰς τὸν Πατέρα, ὅπως καὶ ἄλλοτε κατεδείξαμεν.
Ἡ παρανόησις τῶν Πατέρων
Ἔπειτα ὁ συγγραφεὺς προχωρεῖ εἰς τὴν σχέσιν τοῦ Περγάμου μὲ τοὺς Ἁγίους Πατέρας καὶ ὤ! τοῦ παραδόξου θαύματος ἐμμέσως πλὴν σαφῶς τοῦ καταλογίζει παρανάγνωσιν αὐτῶν:
«…εἶναι δύσκολο νὰ δηλώσουμε μὲ βεβαιότητα ὅτι γιὰ τὸν Μ. Βασίλειο οἱ ὅροι αὐτοὶ (ἔνν. κοινωνία) ὑποδηλώνουν, ὅπως ὑποστηρίζουν ὁ Ζηζιούλας καὶ ἄλλοι μία διαπροσωπικὴ ἀγαπικὴ σχεσιακότητα… οἱ Καππαδόκες δὲν ταύτισαν ἐπίσημα τὴν ὑπόσταση καὶ τὸν τρόπο ὑπάρξεως, πιθανώτατα οὔτε ὁ Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, ὅπως ἀντιθέτως πιστεύει ὁ Ζηζιούλας…».
Ἐπιπροσθέτως, γίνεται γνωστὸν ὅτι ὁ Περγάμου ὑπεστήριζεν ὅτι «ὁ ὁρισμὸς τοῦ Δαμασκηνοῦ γιὰ τὴν ὑπόσταση ὡς «φύσις μετὰ ἰδιωμάτων» εἶναι ἀποκομμένη ἀπὸ τὴν Καππαδοκικὴ καὶ Μαξιμιανὴ κατανόηση», ὡς δηλ. νὰ ἐκφράζουν διαφορετικὴν παράδοσιν!
Εἶναι ὅμως μόνον τοὺς Ἁγίους Πατέρας, τοὺς ὁποίους παρενόησεν; Ὄχι. Παρενόησε καὶ τὴν Καινὴν Διαθήκην καὶ τὸ Σύμβολον τῆς Πίστεως, ὅπου εἰς χωρία τῆς πρώτης καὶ εἰς τὸ πρῶτον ἄρθρον τοῦ δευτέρου ὑποστηρίζει ὅτι ὁ Θεὸς ταυτίζεται μὲ τὸν Πατέρα. Αὐτὸ τὸ ἀρχιμήδειον σφάλμα τὸν ὁδηγεῖ εἰς συγκρότησιν ὁλοκλήρου φιλοσοφικῆς θεωρίας, εἰς τὴν ὁποίαν εἶναι δύσκολον κανεὶς νὰ μὴ παρατηρήση ὅτι ὁ Πατὴρ ἔχει πάντοτε ἕνα προβάδισμα. Ἂν μὲν αὐτὸ ἀνήγαγε μόνον εἰς τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Πατὴρ εἶναι ἡ «αἰτία» τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἴσως νὰ εἶχε περισωθῆ, ἡ ὅποια ἀξιοπιστία τοῦ Περγάμου. Ὡστόσον, τὸ μέγα πρόβλημα τὸ ὁποῖον δημιουργεῖ εἶναι ὅτι θέτει εἰς ἀντιδιαστολὴν τὴν θείαν φύσιν πρὸς τὸν πρόσωπον τοῦ Πατρὸς καὶ ἐφαρμόζει ἐπ’ αὐτοῦ τὴν προτεραιότητα τοῦ Πατρός:
«…Ὁ Πατέρας ὡς Τριάδα καὶ ὁ Πατέρας ὡς Ἕνας Θεός… ὁ Πατέρας εἶναι μία ἀρχέγονη καὶ προκαλοῦσα ἑτερότητα, ἡ ὁποία περιλαμβάνει μία ἑνότητα πολλῶν… γιὰ τὸν Ζηζιούλα τὸ πρόσωπο καθιστᾶ τὴ φύση σχεσιακή… ὁ Πατέρας εἶναι ὁ κύριος τρόπος ὕπαρξης τῆς μίας φύσεως…».
Ὅμως κατὰ τὸν Ἅγιον Γρηγόριον τὸν Θεολόγον (PG 36,148-149) τὸ θέμα εἶναι σαφές:
«Ἡμῖν εἷς Θεός, ὅτι μία θεότης καὶ πρὸς ἕν τὰ ἐξ αὐτοῦ τὴν ἀναφορὰν ἔχει, κἄν τρία πιστεύηται. Οὐ γάρ, τὸ μὲν μᾶλλον, τὸ δὲ ἧττον Θεός, οὐδὲ τὸ μὲν πρότερον, τὸ δὲ ὕστερον, οὐδὲ βουλήσει τέμνεται, οὐδὲ δυνάμει μερίζεται, οὐδέ τι τῶν ὅσα τοῖς μεριστοῖς ὑπάρχει, κανταῦθα λαβεῖν ἐστιν, ἀλλὰ ἀμέριστος ἐν μεμερισμένοις, εἰ δεῖ συντόμως εἰπεῖν, ἡ θεότης. Καὶ οἷον ἐν ἡλίοις τρισὶν ἐχομένοις ἀλλήλων, μία τοῦ φωτὸς σύγκρασις. Ὅταν μὲν οὖν πρὸς τὴν θεότητα βλέψωμεν, καὶ τὴν πρώτην αἰτίαν, καὶ τὴν μοναρχίαν, ἐν ἡμῖν τὸ φανταζόμενον. Ὅταν δὲ πρὸς τὰ ἐν οἷς ἡ θεότης, καὶ τὰ ἐκ τῆς πρώτης αἰτίας ἀχρόνως ἐκεῖθεν ὄντα καὶ ὁμοδόξως, τρία τὰ προσκυνούμενα».
Δὲν εἶναι λοιπόν, κάποιο πρόσωπον, τὸ ὁποῖον ἔχει εἰς τὴν κατοχήν του τὴν θείαν οὐσίαν καὶ προκαλεῖ τὴν «ἑτερότητα» καὶ τὴν «ἑνότητα», ἀλλὰ αὐτὴ ταύτη ἡ θεία οὐσία, ἡ ὁποία βεβαίως δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ νοηθῆ παρὰ μόνο ἐν τοῖς τρισὶ προσώποις, ὑπάρχει τριαδικῶς.
Ἀπεναντίας ἀκολουθῶν κανεὶς τὴν φιλοσοφίαν τοῦ Περγάμου καταλήγει εἰς τὸ ἑξῆς:
«…ἡ ἐλευθερία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατανοεῖται ὡς προσωπικὴ ὕπαρξη τόσο ὡς «ὑποδοχὴ» τῆς δικῆς του ἑτερότητας, ποὺ ἐπιβεβαιώνεται ἀπὸ τὸν Πατέρα μέσῳ τοῦ Υἱοῦ, ὅσο καὶ ὡς «ὑποδοχὴ» τῆς ἑτερότητας τοῦ Πατέρα καὶ τοῦ Υἱοῦ, ἡ ὁποία εἶναι ἡ ἐπιβεβαίωση τῆς ἑτερότητας τοῦ τελευταίου».
Μήπως ἀδυνατεῖ οἱοσδήποτε νὰ ὑποψιασθῆ ὅτι εἰς τὰ λεγόμενα αὐτὰ ἐγκρύπτεται ἡ ἀπαρχὴ γενέσεως τοῦ filioque; Διότι ἂν εἰς τὰς ἐνδοτριαδικὰς σχέσεις ἡ «ἐπιβεβαίωσις» δὲν εἶναι ψυχολογικὴ κατηγορία αὐτοπροσδιορισμοῦ ἀλλὰ βούλησις, τότε ἡ «ὑποδοχὴ ἑτερότητας», δὲν δύναται νὰ μὴ ἑρμηνεύεται ὡς προαγωγὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία, ὡς ἀναγράφει, γίνεται «ἀπὸ τὸν Πατέρα μέσῳ τοῦ Υἱοῦ»…!
Βεβαίως, ὅλα ὅσα παρετέθησαν, θὰ ἠδύναντο νὰ εἶναι παρανοήσεις τοῦ παπικοῦ κληρικοῦ καὶ ὄχι θέσεις τοῦ Περγάμου. Οἱ γνῶσται, ὡστόσον, τῆς φιλοσοφίας τοῦ Περγάμου θὰ ἀντιληφθοῦν ἀμέσως ὅτι ἡ πραγματικὴ παρανόησις εὑρίσκεται εἰς ὅσα ὁ Περγάμου ἠστόχησε μελετῶν τοὺς Ἁγίους Πατέρας.
Ὁ Σεβ. Περιστερίου καὶ ἡ σύγχρονος ἐκκλησιαστικὴ κατάστασις
Ἂν ὅσα ἔγραψεν ὁ Περγάμου ἐνεταφιάζοντο μετ’ αὐτοῦ, δὲν θὰ ὑφίστατο λόγος νὰ συνεχίση κανεὶς νὰ ἀσχολῆται. Ὡστόσον, ἐδημιούργησεν ὁλόκληρον θεολογικὸν ρεῦμα, ἔνιοι ἐκ τῶν ὁποίων εἶναι Ἐπίσκοποι, Πανεπιστημιακοὶ κ.ἄ. Εἷς ἐξ αὐτῶν, ὁ ὁποῖος συνδυάζει ἀμφότερα εἶναι ὁ Μητροπολίτης Περιστερίου κ. Γρηγόριος Παπαθωμᾶς. Ὁ ἴδιος συνεχῶς ἀναφερόμενος εἰς τὴν ἔννοιαν τῆς «αὐτοκεφαλίας» εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν ἐπισημαίνει ὡς θεμελιῶδες ὅτι ἡ αὐτοκεφαλία προσφέρει ἑτερότητα εἰς ἑκάστην Τοπικὴν Ἐκκλησίαν καὶ ταυτοχρόνως καλεῖ εἰς κοινωνίαν μὲ τὰς ὑπολοίπους Ἐκκλησίας. Ἡ θεωρία αὐτὴ εἶναι αὐτολεξεὶ εἰλημμένη ἀπὸ τὴν θεολογίαν τοῦ Περγάμου, κατὰ τὴν ὁποίαν τὸ πρόσωπον ὀφείλει νὰ κατανοηθῆ ὡς κοινωνία καὶ ἑτερότητα. Ἐφαρμόζει δηλ. ὁ Περιστερίου τὴν κακοδοξίαν αὐτὴν εἰς τὸ Κανονικὸν Δίκαιον. Ἀποτέλεσμα εἶναι ὅτι καταλήγει νὰ κατηγορῆ καὶ νὰ ζητῆ τὴν ἄρσιν τῆς αὐτοκεφαλίας ἑκάστης Τοπικῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ἀρνεῖται νὰ κοινωνήση μὲ τὸ Φανάρι, τὸ ὁποῖον ὄπισθεν τοῦ καπήλου τίτλου «Μητέρα Ἐκκλησία» ἐννοεῖ τὴν «προτεραιότητα τοῦ Πατρός», ἡ ὁποία δίδει ὑπόστασιν εἰς τὰς ὑπολοίπους (ὑπαγορευμένη ἑτερότητα).
Ἡ κοινωνία ὅμως εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν εἶναι κοινωνία φύσεως καὶ ὄχι προσώπων. Ἂν αὐτὸ τὸ ἀνάγωμεν εἰς τὰς Ἐκκλησίας, τότε ἡ κοινωνία εἶναι κοινωνία πίστεως καὶ ὄχι ἁπλῶς ἐκκλησιαστικῶν δομῶν. Ἑπομένως, ἡ αὐτοκεφαλία προσφέρει ὁμοτιμίαν ὄχι ὑπαγορευμένην ἑτερότητα καὶ καλεῖ εἰς ταυτότητα πίστεως.
Ἀντιλαμβάνεται κανεὶς εἰς ποῖον βαθμὸν μία πλάνη τοῦ νοὸς ἑνὸς Ἐπισκόπου ἔχει σήμερα συνεπείας εἰς πρακτικὸν ἐπίπεδον μέσῳ τῆς διαστρεβλώσεως τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου