Στην τρυφερή ηλικία των επτά χρόνων, όταν τα άλλα παιδιά έπαιζαν έξω στην αυλή, η Μερόπη καθόταν δίπλα στην 91χρονη σήμερα γιαγιά της Θεοδώρα, βλέποντάς τα δάχτυλά της να «τρέχουν» επιδέξια πάνω στο αργαλειό. Χωρίς να το αντιλαμβάνεται και να έχει πλήρη επίγνωση του τι ακριβώς σήμαινε εκείνη η αγαπημένη της συνήθεια, η Μερόπη από πολύ μικρή, όχι μόνο έκανε τα πρώτα της βήματα στο μονοπάτι της υφαντικής τέχνης, αλλά έβαζε γερά θεμέλια για αυτό που έμελλε να της αλλάξει επαγγελματικό προσανατολισμό.
Eτσι, ενώ σπούδασε αρχιτεκτονική εσωτερικού χώρου και για πολλά χρόνια έβγαζε τα προς το ζην αξιοποιώντας το πτυχίο της, το 2020, μέσα στην καρδιά της πανδημίας του κορονοϊού η Μερόπη Βερβέρη έκανε στροφή προς τα…πίσω, και με όχημα την εταιρεία «Penelope» βρέθηκε και …βρίσκεται, στην εποχή εκείνη που έλαμπαν τα μάτια της και η καρδιά της ήταν πλημμυρισμένη από αγάπη, όπως λέει η ίδια μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Η γιαγιά της Μερόπης, όπως μας λέει η ίδια, γεννήθηκε το 1931 στην Γαλάτιστα Πτολεμαϊδας, από όπου όμως έφυγε σε ηλικία 15 χρόνων και ζει μέχρι και σήμερα στην Περαία, δήμου Θερμαϊκού, Π.Ε. Θεσσαλονίκης. «Eμαθε την υφαντική τέχνη στην Ελλάδα και την διατήρησε μέχρι και πριν τριάντα χρόνια», τονίζει και προσθέτει ότι «καθούμενη δίπλα στην γιαγιά μου, δεν έμαθα μόνο τις τεχνικές δημιουργίας ενός εργοχείρου, πλέξιμο, βελονάκι, σταυροβελονιά και βέβαια υφαντική σε αργαλειό, αλλά μου δίδαξε την αγάπη που κρύβει μέσα της μία γυναίκα για δημιουργία και για το νόημα που προσδίδει κανείς σε απλά καθημερινά πράγματα, όπως η μαγειρική και η οικοτεχνία».
Η γυναίκα που…ξετυλίγει το νήμα
Εξηγώντας την απόφασή της να κάνει στροφή στην επαγγελματική της καριέρα, η κ. Βερβέρη αναφέρει ότι καθοριστικό ρόλο στην απόφασή της, πέραν της βαθιάς της αγάπη για την υφαντική τέχνη και την παράδοση, διαδραμάτισε το γεγονός ότι την τελευταία πενταετία ταξιδεύοντας στην Ευρώπη «ανακάλυψα ότι η υφαντική τέχνη κερδίζει ολοένα και μεγαλύτερο έδαφος στην προτίμηση των καταναλωτών, έναντι της λεγόμενης “fast fashion” -σ.σ γρήγορης μόδας».
Eτσι, το 2020, πήρε τη μεγάλη απόφαση και μπήκε στον κόσμο του επιχειρείν, ιδρύοντας την εταιρεία «Penelope», τη γνωστή Πηνελόπη, που πέραν της μυθολογικής της παραπομπής ως την γυναίκα του Οδυσσέα που επί σειρά 20 χρόνων ύφαινε στον αργαλειό ολημερίς για να αποφύγει τους μνηστήρες, ετυμολογικά η λέξη προέρχεται από το αρχαίο Πήνη, που σημαίνει νήμα και Λέπω, που σημαίνει ξετυλίγω. Επομένως, «τόσο ετυμολογικά, όσο και μυθολογικά, η Πηνελόπη είναι η γυναίκα που ξετυλίγει το νήμα», υπογραμμίζει η κ. Βερβέρη.
Στα προϊόντα της εταιρείας της «Penelope», απεικονίζεται όλη η επαγγελματική πορεία της σχεδιάστριας, αφού βρίσκει κανείς σύγχρονα προϊόντα δημιουργημένα σε παραδοσιακό χειροκίνητο ξύλινο αργαλειό ελληνικής κατασκευής, ενώ όπως εξηγεί η ίδια, χρησιμοποιεί τεχνικές από την Ιαπωνία, το Περού και φυσικά την Ελλάδα.
Στόχος της εταιρείας, είναι να αναγεννήσει την υφαντική τέχνη και να ενεργοποιήσει έναν πιο φιλικό προς τον πλανήτη τρόπο παραγωγής ένδυσης, τόσο με τα υλικά που επιλέγονται, όσο και με τον τρόπο ύφανσης. Τα υλικά που επιλέγει για την ύφανση των προϊόντων είναι στο μεγαλύτερο ποσοστό οργανικές ύλες όπως μετάξι, πρόβειο μαλλί και οργανικό βαμβάκι, ενώ όπως αναφέρει χαρακτηριστικά «σε όλη τη διαδικασία παραγωγής υφαντών υφασμάτων δημιουργούνται όλα με τον παλιό τρόπο που δημιουργούσαν οι γυναίκες το ύφασμα πριν την βιομηχανική επανάσταση. Όλα γίνονται με χειροκίνητα μηχανήματα».
Μιλώντας για την αλυσίδα που ακολουθεί, η ίδια σημειώνει ότι προμηθεύεται το πρόβειο μαλλί απευθείας από τους παραγωγούς που εκτρέφουν ελληνικές ράτσες, κάποιες προς εξαφάνιση, πλένει το μαλλί σε μεγάλα καζάνια με βραστό νερό χρησιμοποιώντας υγραέριο, μετά το στεγνώνει, το ξένει και το λανάρει -δηλαδή το χτενίζει-και το φέρνει έτσι σε μια ποιότητα που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ώστε να γίνει ύφασμα. Μόλις πάρει το λαναρισμένο ύφασμα, το παράγει είτε με τσόχα, ή το μεταποιεί σε νήμα με ανέμη ή αδράχτι. «Σε όλη τη φιλοσοφία της εταιρείας ακολουθώ την κυκλική οικονομία και την ελληνική παράδοση και βήμα προς βήμα αξιοποιώ όλες τις τεχνικές που έλαβα ως κληρονομιά από τη γιαγιά μου«, υπογραμμίζει χαρακτηριστικά και προσθέτει ότι βάφει τα νήματα με φυτικές βαφές.
Μάλιστα, όπως υπογραμμίζει χαρακτηριστικά, στη σημερινή εποχή όπου το κόστος της ενέργειας είναι ο νούμερο ένα βραχνάς για τις επιχειρήσεις, ωστόσο η ίδια δαπανά τη λιγότερη δυνατή. «Ο τρόπος παραγωγής ύφανσης επιτυγχάνεται με μηχανήματα που λειτουργούν χειροκίνητα», τονίζει.
Τα δύο χρόνια λειτουργίας
Στα δύο χρόνια λειτουργίας της εταιρείας, η κ. Βερβέρη έχει χρησιμοποιήσει περί τα 50 με 80 κιλά πρόβειο μαλλί για παραγωγή κυρίως σύγχρονων χαλιών, και ταπισερί – διακοσμητικά τοίχου. Τα προϊόντα αυτά, όπως εξηγεί η ίδια, υφάνθηκαν στον παραδοσιακό ξύλινο της αργαλειό, κατά παραγγελία για ειδικές κατασκευές και είναι οκτώ σύγχρονα χαλιά μικρής κλίμακας και έξι υφαντά τοίχου – ταπισερί.
Τα προϊόντα της, η ιδιοκτήτρια της «Penelope», τα διοχετεύει τόσο στην ελληνική, όσο και στη διεθνή αγορά, καθώς όπως διευκρινίζει «είναι ένα προϊόν που εκτιμάται ιδιαίτερα στις χώρες της Βόρειας Ευρώπης και στην Αμερική. Είτε συνδυαστικά με άλλα νήματα είτε ολόμαλλο».
Οι κωδικοί των προϊόντων της εταιρείας, είναι σταθερά μία συλλογή τσαντών με οχτώ κωδικούς και άλλους ισάριθμους με διαφορετικές πασμίνες, αν και όπως προσθέτει «διαρκώς εναλλάσσονται με νέα προϊόντα, τα οποία προσαρμόζονται στην ανάγκη του κάθε πελάτη».
Aλλωστε, η φιλοσοφία της εταιρείας είναι να δημιουργείται ένα προϊόν custom για τις ανάγκες τους κάθε πελάτη, καθώς υπάρχουν πολλές εφαρμογές και επιλογές, από ταπισερί τοίχου μέχρι ένδυση επίπλων και ύφασμα για ρούχο.
Οι ώρες που απαιτούνται για τις δημιουργίες της εταιρείας «δεν είναι μετρήσιμες, αλλά με έναν μέσο όρο μπορώ να αναφέρω ότι μία τσάντα χρειάζεται ως και δέκα ώρες ώστε να υφανθεί το ύφασμα και να ραφτεί για να φτάσει στο τελικό προϊόν που είναι η τσάντα, μία πασμίνα ή κασκόλ απαιτεί μέχρι και 16 ώρες για να υφανθεί, ενώ ένα σύγχρονο χαλί (μικρών διαστάσεων) χρειάζεται από δεκαπέντε ημέρες έως έναν μήνα», σημειώνει.
Βέβαια, όλα τα προαναφερόμενα εναλλάσσονται, καθώς πρωταρχικό ρόλο έχει το νήμα με το οποίο θα υφανθεί το ύφασμα ενός προϊόντος. «Παράδειγμα εάν υφανθεί με μετάξι χρειάζεται περισσότερο χρόνο από ένα προϊόν που θα υφανθεί με μαλλί και βέβαια κυρίαρχο ρόλο έχει η διάσταση του προϊόντος», υπογραμμίζει χαρακτηριστικά.
Το εργαστήριο και τα…σεμινάρια
Το εργαστήριο της εταιρείας, όπου η ελληνική κληρονομιά της υφαντικής τέχνης διατηρείται σε όλη την διαδικασία με την οποία τοποθετείται το νήμα – στημόνι στον αργαλειό και στην συνέχεια δημιουργείται το υφαντό, βρίσκεται στην Θεσσαλονίκη και λειτουργεί και ως έκθεση, ενώ πραγματοποιούνται και σεμινάρια.
Τα σεμινάρια ξεκίνησαν από τον Μάρτιο του 2022 και σύμφωνα με την κ. Βερβέρη, μέχρι σήμερα έχουν γίνει τρία εργαστήρια και τα έχουν παρακολουθήσει 16 άτομα. «Επίσης υπάρχουν πολλά άτομα αυτά τα δύο χρόνια που έχουν εκπαιδευτεί στο εργαστήριο μου, είτε σε επιμέρους τεχνικές, είτε εμπλουτίσαν τις γνώσεις που έχουν ήδη γύρω από την οικοτεχνία με ειδικά εκπαιδευτικά εργαστήρια υφαντικής», τονίζει. Το προφίλ των συμμετεχόντων στα εργαστήρια και τα σεμινάρια, είναι κατά κύριο λόγο γυναίκες από 25 έως και 75 χρόνων, αν και όπως λέει με χαρά «υπάρχουν και άντρες».
Ενδιαφέρον για τα σεμινάρια εκδηλώνουν σύμφωνα με την ίδια καλλιτέχνες, σχεδιαστές, εικαστικοί και άνθρωποι εμπλεκόμενοι με το πεδίο της μόδας «καθώς πλέον η υφαντική έχει αρχίσει να εντάσσεται στο πεδίο των καλών τεχνών», επισημαίνει.
Επιπλέον, όπως προσθέτει «εκπαιδεύω τους εργοθεραπευτές στην Εταιρεία Σπαστικών Βορείου Ελλάδος και στην Μέριμνα Κατερίνης για να κρατήσουν ενεργό το τμήμα υφαντικής, με αποτέλεσμα οι οικότροφοι να παράγουν προϊόντα, αλλά και να απασχολούνται, καθώς είναι πολλά τα οφέλη για την υγεία η ενασχόληση με την εν λόγω τέχνη. Τα προϊόντα που παράγουν οι οικότροφοι διατίθενται και προς πώληση στα μπαζαρ που διοργανώνουν», υπογραμμίζει.
1 σχόλιο:
Έχει σβήσει χωρίς επιστροφή. Έτσι μόνο λίγο υποτίθεται για νά μήν χαθεί η γνώση . Χάθηκαν ακόμα και τα εργοστάσια που παρήγαγαν βιομηχανοποιημένα μέν , αλλά ωραία υφαντά και στόφες . Αυτή είναι η αλήθεια .
Δημοσίευση σχολίου