Ἕνας ἀπό τούς ἐξισλαμισμένους χριστιανούς ἁγίους Νεομάρτυρες εἶναι καί ὁ ἅγιος Νεομάρτυρας Κωνσταντῖνος ὁ Ὑδραῖος, ὁ ὁποῖος πλήρωσε μέ τό μαρτυρικό του θάνατο τήν ἀπόφασή του νά ἐγκαταλείψει τό Ἰσλάμ καί νά ἐπιστρέψει στήν Ἐκκλησία.
Γεννήθηκε στήν Ὕδρα τό 1770, ἀπό εὐσεβεῖς γονεῖς, τόν Μιχαήλ καί τήν Μαρίνα Δημαρά. Ὅταν ἔγινε δεκαοχτώ χρονῶν ἀποφάσισε νά φύγει ἀπό τό ἄγονο νησί καί νά πάει στή Ρόδο γιά καλλίτερη ζωή, παρ’ ὅλες τίς ἀντιρρήσεις τῆς μητέρας του. Ἐκεῖ συνάντησε κάποιους πατριῶτες του καί ἄλλαξε διάφορες ἐργασίες. Κατέληξε στή δούλεψη ἑνός παντοπώλη, ὅπου εἶχε τήν εὐκαιρία νά γνωρίσει πολλούς Τούρκους καί Ἑβραίους καί ἔκανε μαζί τους παρέα. Μάλιστα ἕνας τοῦρκος, ὀνόματι Χασᾶν Κιρζά, τοῦ πρότεινε νά παντρευτεῖ τήν ἀδελφή του Μενιρέμ. Ὕστερα ἀπό αὐτό ὁ παντοπώλης τόν ἀπέλυσε καί ὁ Κωνσταντῖνος ἔμεινε ἄνεργος. Ἕνας φίλος του Τοῦρκος μεσολάβησε νά γνωρισθεῖ μέ τόν Τοῦρκο διοικητή τῆς νήσου Χασᾶν Καπιτᾶν, νά τόν πάρει στήν ὑπηρεσία του στό ἀρχοντικό του. Ὁ ἐργοδότης του ἐκτίμησε τά χαρίσματά του καί τόν ἔκαμε ἱπποκόμο του.
Ἔμεινε κοντά του τρία χρόνια, ὅπου ἔζησε στήν τρυφή, μέ τιμές καί ἀπολαύσεις. Σέ ἕνα τρικούβερτο γλέντι, κατά τή διάρκεια ἑνός Ραμαζανιοῦ, μέθυσε καί τότε βρῆκαν τήν εὐκαιρία οἱ τοῦρκοι νά τόν ντύσουν μουσουλμάνο καί νά τοῦ κάμουν περιτομή, δίνοντάς του τό μουσουλμανικό ὄνομα Χασᾶν. Τό γεγονός μαθεύτηκε σέ ὅλη τή Ρόδο καί ἔφτασε μέχρι τήν Ὕδρα, γεμίζοντας μέ πίκρα τούς γονεῖς του. Ὁ πατέρας του δέν ἄντεξε καί πέθανε σέ λίγο καιρό καί ἔμεινε ἡ μητέρα του μόνη νά θρηνεῖ μέρα καί νύχτα τό χαμένο παιδί της! Κάποια χρήματα πού τῆς ἔστειλε δέν τά δέχτηκε καί τοῦ τά ἐπέστρεψε.
Σέ λίγο καιρό ἀποφάσισε νά μεταβεῖ στήν Ὕδρα, ντυμένος μέ τά μουσουλμανικά ἐνδύματα. Ὅμως συνέβη τό ἀπροσδόκητο, κανένας δέν τοῦ μιλοῦσε. Οἱ γυναῖκες στά σοκάκια ἔκλειναν τίς πόρτες τους νά μήν τόν δοῦν. Ὅταν ἔφτασε στό πατρικό του ἡ μητέρα του δέν τοῦ ἄνοιξε καί τοῦ εἶπε: «φύγε ξένε ἐγώ δέν γέννησα γιό Χασᾶν, ὁ γιός μου ὁ Κωσταντής πέθανε»! Ἡ στάση τῆς μητέρας του τόν συγκλόνισε. Αἰσθάνθηκε ἴλιγγο καί ζήτησε λίγο νερό ἀπό μία γειτόνισσα, ἐκείνη τοῦ ἔδωσε, ἀλλά ἔσπασε τή στάμνα γιατί τή θεώρησε μολυσμένη ἀπό τόν ἐξωμότη! Αὐτό ἦταν, συνῆλθε καί συνειδητοποίησε τό μεγάλο κρίμα του!
Γύρισε στή Ρόδο καί ἔκλαιγε ἀπαρηγόρητα γιά τήν ἄρνηση τῆς πίστης του στόν ἀληθινό Θεό. Τά χρήματά του τά μοίραζε στούς φτωχούς. Μέσα στήν ἀφόρητη θλίψη του πῆρε τή μεγάλη ἀπόφαση νά ξεπλύνει μέ τό αἷμα του τήν ἄφρονα ἐπιλογή του. Βρῆκε ἕναν καλό πνευματικό στόν ὁποῖο ἐξομολογήθηκε τό σφάλμα του καί τοῦ κοινοποίησε τήν ἀπόφασή του νά ὁμολογήσει δημόσια τήν μεταστροφή του στό Χριστό. Ὁ ἐξομολόγος τόν συμβούλεψε νά φύγει μακριά καί νά ἀποφύγει τό μαρτύριο, διότι φοβόταν πώς δέν θά ἄντεχε τά μαρτύρια καί θά ἐξισλαμίζονταν γιά δεύτερη φορά.
Ὁ Κωνσταντῖνος ὑπάκουσε, πέταξε τήν τούρκικη ἀμφίεση καί ἔφυγε γιά τήν Κριμαία, ὅπου δέν ὑπῆρχαν τοῦρκοι, ζώντας ὡς συνειδητός Χριστιανός μέ προσευχή, νηστεία καί ἀσταμάτητα δάκρυα μετανοίας. Μετά ἀπό καιρό κατέβηκε στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἀναζήτησε ἔμπειρο πνευματικό νά τόν συμβουλευτεῖ πῶς θά ἔφτανε στό μαρτύριο. Ἐκεῖνος τόν παρουσίασε στόν Πατριάρχη, ἅγιο Γρηγόριο Ἐ΄, ὁ ὁποῖος τόν ἄκουσε μέ προσοχή καί τοῦ σύστησε νά μεταβεῖ στό Ἅγιο Ὅρος γιά νά ἐνισχυθεῖ πνευματικά καί νά πάρει δύναμη, ἀποτρέποντας τόν νά ὁδηγηθεῖ στό μαρτύριο, μέ τό φόβο μήπως δειλιάσει.
Ἀκολουθώντας τίς προτροπές τοῦ ἁγίου Πατριάρχη, πῆγε στό Ἅγιο Ὅρος τό 1799, στή Μονή Ἰβήρων, ὅπου ἔμεινε πέντε μῆνες προσευχόμενος καί κλαίγοντας νυχθημερόν. Εἶχε τήν εὐλογία νά γνωρίσει τόν ἅγιο Νικόδημο Ἁγιορείτη (1749-1809), ὁ ὁποῖος ἔγινε ὁ «ἀλείπτης» του, δηλαδή αὐτός πού τόν προετοίμασε γιά τό μαρτύριό του. Ἔλαβε μάλιστα καί τό μοναχικό σχῆμα.
Τόν ἑπόμενο χρόνο πῆρε τίς εὐλογίες τῶν πατέρων τῆς Μονῆς καί ἀψηφώντας στίς νουθεσίες τους νά μείνει κοντά τους, ἀναχώρησε γιά τή Ρόδο, γιά νά τακτοποιήσει τή μεγάλη ἐκκρεμότητά του, ἔχοντας μαζί του τή δύναμη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου Πορταΐτισσας. Τράβηξε ἴσια γιά τό ἀρχοντικό τοῦ Χασᾶν, στόν ὁποῖο γνωστοποίησε ὅτι εἶναι ὁ Κωνσταντῖνος καί πρώην Χασᾶν, πού ξανάγινε Χριστιανός. Ὁ τοῦρκος ἀξιωματοῦχος προσπάθησε νά τόν πείσει νά ἀσπασθεῖ ξανά τό Ἰσλάμ, τάζοντάς του χρήματα, τιμές καί ἀξιώματα. Ἐκεῖνος ὅμως ἔμεινε ἀμετάπειστος καί μάλιστα παρότρυνε τόν Χασᾶν νά γίνει καί αὐτός Χριστιανός, γιά νά ἀπολαύσει τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν! Ὁ τοῦρκος ἔγινε ἔξαλλος ἀπό τό θυμό του καί ἔδωσε ἐντολή νά τόν ρίξουν στή φυλακή τοῦ «Ζιντανίου» στόν Πύργο τῶν Ἱπποτῶν καί νά ἀρχίσουν τά πιό φρικτά βασανιστήρια, ὥσπου νά ἀλλάξει γνώμη.
Σέ τρεῖς ἡμέρες τόν ὁδήγησαν πάλι μπροστά του, ἀλλά καί πάλι δοκίμασε τήν ἀπόλυτη ἄρνηση τοῦ Μάρτυρα νά μείνει πιστός στό Χριστό. Τότε ἔδωσε ἐντολή γιά πιό ἐπώδυνα βασανιστήρια. Τοῦ ξερίζωσαν τά μαλλιά του, τοῦ ξεσκισαν τίς σάρκες του μέ σιδερένια νύχια, τοῦ ἔσπασαν τά σαγόνια μέ πέτρες. Τόν λοιδοροῦσαν λέγοντάς του: «Ἄς ἔλθει ὁ Χριστός σου, νά σέ σώσει»! Τοῦ φόρεσαν χονδρές ἁλυσίδες καί τόν ἔριξαν ξανά στή φυλακή. Κάθε μέρα τόν ρωτοῦσαν ἄν ἄλλαξε γνώμη καί τόν ράβδιζαν ἀνελέητα πεντακόσιες φορές. Τοῦ ξερίζωσαν τά νύχια καί τόν πέταξαν αἱμόφυρτο στή φυλακή, ὅπου ἀξιώθηκε νά δεῖ ἕνα βράδυ τόν Κύριο, ὁ Ὁποῖος τόν θεράπευσε ἀπό τίς πληγές του! Μάλιστα τό θαῦμα αὐτό τό εἶχαν δεῖ καί οἱ ἄλλοι κρατούμενοι, ὅπως καί τοῦρκοι, οἱ ὁποῖοι ἀπέδωσαν τό θαῦμα τῆς θεραπείας του στόν Ἀλλάχ, γιά νά ἐξισλαμισθεῖ! Ὅμως ὁ μάρτυρας ἔμεινε ἑδραῖος! Ἕνα ἄλλο βράδυ οὐράνιο φῶς ἔλουσε τό κελί του. Τό φῶς αὐτό τό εἶδαν ὅλοι καί τό πληροφορήθηκε καί ὁ Χασᾶν. Κάποιος Χριστιανός τοῦ πήγαινε κρυφά τή Θεῖα Κοινωνία στή φυλακή.
Τό μαρτύριο κράτησε πέντε μῆνες. Ὁ Χασᾶν τόν κάλεσε γιά τελευταία φορά νά ἀρνηθεῖ τό Χριστό. Ἀλλά ἐκεῖνος ὁμολόγησε μέ μεγαλύτερη δύναμη τήν χριστιανική του πίστη. Ἔτσι ἀποφάσισε νά τόν θανατώσει, δί’ ἀπαγχονισμοῦ. Ὁ τριαντάχρονος Μάρτυρας ζήτησε καί κοινώνησε τά Ἄχραντα Μυστήρια καί ὁδηγήθηκε στόν τόπο τῆς ἐκτέλεσης καί ἔλαβε τό ἁμαράντινο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου. Ἦταν 14 Νοεμβρίου τοῦ 1800. Πάνω ἀπό τό κρεμασμένο ἄψυχο τίμιο λείψανό του φάνηκε φωτεινός σταυρός. Τό σῶμα του ἀγόρασαν οἱ πιστοί της Ρόδου, τό ὁποῖο ἔθαψαν μέ τιμές. Τό 1803 ἦρθε ἡ μητέρα του στή Ρόδο νά παραλάβει τά ἱερά λείψανα τοῦ Μάρτυρα γιοῦ της. Μέ καμάρι τά μετέφερε στήν Ὕδρα. Ἀλλά τήν ὥρα πού τά ἀπίθωνε στό μητροπολιτικό ναό ξεψύχησε ἀγκαλιά μέ αὐτά! Ἡ μνήμη τοῦ ἑορτάζεται στίς 14 Νοεμβρίου, τήν ἡμέρα τοῦ μαρτυρίου του.
Σκόντζος Λάμπρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου