Τέσσερα τραγούδια σε ποίηση Κ.Π.Καβάφη, για σοπράνο, φλάουτο, κλαρινέτο,
τσέλο και πιάνο.
1. ΕΥΝΟΙΑ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΒΑΛΑ, 2. ΕΙΣ ΤΟ ΕΠΙΝΕΙΟΝ, 3. ΕΝ ΑΠΟΓΝΩΣΕΙ, 4. ΤΟ 31 π.χ. ΣΤΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ.
Ζωντανή ηχογράφηση από συναυλία που διοργάνωσε ο συνθέτης, στο ωδείο ATHENAEUM, αίθουσα "ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΑΣ", στην οδό Αμερικής 8, στις 28/3/1995.
Ερμηνεύουν οι μουσικοί: Ν. Ζάππα (τραγούδι), Π. Δράκος (φλάουτο), Στάθης Κιοσόγλου (κλαρινέτο), Claire Demeulenaere (βιολοντσέλο), Ε. Αγραφιώτη (πιάνο).
Εύνοια του Αλεξάνδρου Βάλα
Α δεν συγχύζομαι που έσπασε μια ρόδα
του αμαξιού, και που έχασα μια αστεία νίκη.
Με τα καλά κρασιά, και μες στα ωραία ρόδα
την νύχτα θα περάσω. Η Αντιόχεια με ανήκει.
Είμαι ο νέος ο πιο δοξαστός.
Του Βάλα είμ’ εγώ η αδυναμία, ο λατρευτός.
Αύριο, να δεις, θα πουν πως ο αγών δεν έγινε σωστός.
(Μα αν ήμουν ακαλαίσθητος, κι αν μυστικά το είχα προστάξει —
θάβγαζαν πρώτο, οι κόλακες, και το κουτσό μου αμάξι).
Εις το επίνειον
Νέος, είκοσι οκτώ ετών, με πλοίον Τήνιον
έφθασε εις τούτο το συριακόν επίνειον
ο Έμης, με την πρόθεσι να μάθει μυροπώλης.
Όμως αρρώστησε εις τον πλουν. Και μόλις
απεβιβάσθη, πέθανε. Η ταφή του, πτωχοτάτη,
έγιν' εδώ. Ολίγες ώρες πριν πεθάνει κάτι
ψιθύρισε για «οικίαν», για «πολύ γέροντας γονείς».
Μα ποιοί ήσαν τούτοι δεν εγνώριζε κανείς,
μήτε ποια η πατρίς του μες στο μέγα πανελλήνιον.
Καλλίτερα. Γιατί έτσι ενώ
κείται νεκρός σ' αυτό το επίνειον,
θα τον ελπίζουν πάντα οι γονείς του ζωντανό.
Εν απογνώσει
Τον έχασ' εντελώς. Και τώρα πια ζητείστα χείλη καθενός καινούριου εραστή
τα χείλη τα δικά του· στην ένωσι με κάθε
καινούριον εραστή ζητεί να πλανηθεί
πως είναι ο ίδιος νέος, πως δίδεται σ' εκείνον.
Τον έχασ' εντελώς, σαν να μη υπήρχε καν.
Γιατί ήθελε -είπ' εκείνος- ήθελε να σωθεί
απ' την στιγματισμένη, την νοσηρά ηδονή·
απ' την στιγματισμένη, του αίσχους ηδονή.
Ήταν καιρός ακόμη- ως είπε- να σωθεί.
Τον έχασ' εντελώς, σαν να μη υπήρχε καν.
Από την φαντασίαν, από τες παραισθήσεις
στα χείλη άλλων νέων τα χείλη του ζητεί·
γυρεύει να αισθανθεί ξανά τον έρωτά του.
Το 31 π.Χ. στην Αλεξάνδρεια
Απ' την μικρή του, στα περίχωρα πλησίον, κώμη,και σκονισμένος από το ταξείδι ακόμη
έφθασεν ο πραγματευτής. Και «Λίβανον!» και «Κόμμι!»
«Άριστον Έλαιον!» «Άρωμα για την κόμη!»
στους δρόμους διαλαλεί. Αλλ' η μεγάλη οχλοβοή,
κ' η μουσικές, κ' η παρελάσεις που αφίνουν ν' ακουσθεί.
Το πλήθος τον σκουντά, τον σέρνει, τον βροντά.
Κι όταν πια τέλεια σαστισμένος, «Τι είναι η τρέλλα αυτή;» ρωτά,
ένας του ρίχνει κι αυτουνού την γιγαντιαία ψευτιά
του παλατιού - που στην Ελλάδα ο Αντώνιος νικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου