Η μνήμη του τιμάται στις 4 Νοεμβρίου!
Γράφει ο Δημήτριος Γκιουζέλης
Πριν λίγα χρόνια ευρισκόμενος στο Βιβλιοπωλείο της Ιεράς Μητροπόλεως Φιλίππων Νεαπόλεως και Θάσου, άκουσα μια ηλικιωμένη κυρία να ζητά το βιβλίο του Αγίου Ιωάννη Βατάτζη! Μου έκανε εντύπωση διότι ελάχιστοι Έλληνες γνώριζουν τον Άγιο Αυτοκράτορα, τον Ελεήμονα Βασιλιά.
Βλέπετε οι Δυτικοί φρόντισαν να μην γίνει γνωστός στους Έλληνες, το Σκεύος Εκλογής μιας μαύρης εποχής, Εκείνος που έβαλε τέλος στην ασυδοσία των Φραγκολεβαντίνων, που με την πρώτη Άλωση, κατέστρεψαν, έκλεψαν, λεηλάτησαν, μαγάρισαν ότι σημαντικότερο είχε γεννήσει ποτέ η ανθρωπότητα.
Την πλησίασα τότε και την ρώτησα από πού γνώριζε για τον Άγιο Ιωάννη Δούκα Βατάτζη. Τότε εκείνη μου διηγήθηκε τα εξής:
«Πριν είκοσι (20) χρόνια μια γειτόνισσα, μου ανέφερε την ιστορία της οικογενείας της. Ο παππούς της ήταν Ιερέας στην Πόλη την περίοδο της Μικρασιατικής Καταστροφής και ήταν από εκείνους που πήραν απόφαση εκείνα τα χρόνια βλέποντας τον όλεθρο να πλησιάζει να μετοικήσουν στην Ελλάδα.
Το τελευταίο βράδυ τους στην Κωνσταντινούπολη, ένας κρυπτοχριστιανός εμφανίστηκε στον Ιερέα και του ζήτησε να τον ακολουθήσει. Με κάθε προφύλαξη τον οδήγησε σε έναν καλά φυλαγμένο τόπο, όπου ήταν ο τάφος του Αγίου Βασιλιά. Ντυμένος με τη στολή του ο Άγιος Ιωάννης έμοιαζε να κοιμάται, ενώ το δεξί του χέρι κρατούσε το σπαθί του, το οποίο ήθελε ακόμα λίγα εκατοστά να βγει από το θηκάρι! Ο Ιερέας συγκλονίστηκε βλέποντας μπροστά στα μάτια, εκείνο που ήταν ποθούμενο και θρύλος και προφητεία ανεκπλήρωτη για αιώνες για ολάκερη τη Ρωμιοσύνη.
Ο κρυπτοχριστιανός του ζήτησε μόνο να φυλάξει καλά το μυστικό και να το φανερώσει μόνο πριν το θάνατο του στα παιδιά του. Ο Ιερέας κράτησε την υπόσχεση του και φανέρωσε το μεγάλο μυστικό λίγο πριν κοιμηθεί, στην μεγάλη του κόρη.
Για χρόνια είχα ξεχάσει αυτή τη διήγηση, ακούγοντας όμως τελευταία να γίνεται λόγος για τον Άγιο Ιωάννη Δούκα Βατάτζη, τη θυμήθηκα σαν να ήταν χτες και αποφάσισα να ψάξω να βρω περισσότερα στοιχεία για τον Άγιο Αυτοκράτορα μου είπε με συγκίνηση».
Μίλησαν τα λόγια της κατευθείαν στην καρδιά μου, έχοντας μεγάλη αγάπη για τον Άγιο Ελεήμονα Βασιλιά, καθώς όμοιο του δεν πρόκειται όσο και αν ψάξουμε να βρούμε στην παγκόσμια ιστορία. Έναν Άγιο Κυβερνήτη, έναν αληθινό πατέρα της Ρωμιοσύνης, εκείνον που όταν μπήκε θριαμβευτικά στην Συμβασιλεύουσα Θεσσαλονίκη , πορεύονταν πίσω από την εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου, την οποία υπεραγαπούσε και την είχε ορίσει Συμπολιούχο της Θεσσαλονίκης μαζί με τον Άγιο Δημήτριο. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο πως ο Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρης ο ποιητής του Μεγάλου Παρακλητικού Κανόνα στην Υπεραγία Θεοτόκο, είναι ο γιος του Αγίου Ιωάννη Δούκα Βατάτζη!
Εύχομαι ολόψυχα τούτη η ταπεινή ανάρτηση να γίνει αφορμή οι Ρωμιοί να γνωρίσουν τον Πατέρα της Ρωμιοσύνης, αυτόν που ανύψωσε τον άνθρωπο, απελευθέρωσε το λαό μας από τον Φράγκολεβαντίνικο ζυγο και ταπείνωσε τον «αλάθητο πάπα» εκείνης της εποχής.
Εύχομαι επισης ολόψυχα όχι μόνο να έχουμε την ευχή του, αλλά να αξιωθούμε να δούμε τον Μαρμαρωμένο Βασιλιά να ενσαρκώνει τον πόθο του Γένους μας.
Ακολουθούν δυο επιλεγμένα αποσπάσματα ως πρόκληση για να εντρυφήσουμε περισσότερο στο βίο και το έργο του Αγίου Ιωάννη Δούκα Βατάτζη, του Ελεήμονα Αυτοκράτορα, του Μαρμαρωμένου Βασιλιά.
Το πρώτο κείμενο προέρχεται από το περιοδικό "Προς τη Νίκη" και μπορεί να διαβαστεί και από τα μεγαλύτερα παιδιά.
Για να μαθαίνουν τα παιδιά και οι νέοι μας για την ιστορία της Φυλής μας και για θρύλους, που θέλουν να μας κάνουν να ξεχάσουμε…
Ὁ Θεόδωρος, γιός τοῦ μεγάλου αὐτοκράτορα τῆς Νίκαιας Ἰωάννη Βατάτζη, ἑτοιμάζεται γιά τήν ἀγαπημένη του ἀσχολία: Κυνήγι μέ τούς φίλους. Φοράει τή χρυσοραμμένη ἀκριβή στολή του. Σίγουρα μέσα σ’ αὐτή ξεχωρίζει. Ὅπως πρέπει νά ξεχωρίζει ὁ διάδοχος τοῦ θρόνου.
Βγαίνει στό διάδρομο. Τά ἄλογα τοῦ τά ἔχουν ἑτοιμάσει ἀπό ὥρα. Καθώς προχωρεῖ συναντάει τόν πατέρα. Ἐκεῖνος τόν βλέπει καί ἀποστρέφει τό πρόσωπό του. «Πατέρα…», τολμάει νά ψιθυρίσει, καθώς τόν κοιτάζει νάἀπομακρύνεται. Ὁ Ἰωάννης στέκεται καί τό βλέμμα του διαπερνᾶ τήν ψυχή τοῦ γιοῦ του.
Ἡ παρουσία τοῦ αὐτοκράτορα λιτή ὅπως καί ἡ ἴδια ἡ ζωή του. Εἶχε λάβει μέτρα κατά τῆς σπατάλης τοῦ πλούτου καί τῆς ἐκμετάλλευσης τῶν φτωχῶν. Εἶχε ἐπιτάξει τεμάχια γῆς καί τά διένειμε στούς ἀκτήμονες, ἐνῶ ταυτόχρονα μείωσε τίς περιττές δαπάνες καί τή φορολογία τῶν πολιτῶν. Ὁ ἀγώνας του συνεχής γιά τήν καταπολέμηση τῶν καταχρήσεων. Ὁ ἴδιος δέν πληρωνόταν ἀπό τό δημόσιο ταμεῖο, ἀλλά καλλιεργοῦσε τή γῆ γιά νά καλύψει τίς ἀνάγκες του.
Τά λόγια του στό γιό του ἐκείνη τήν ὥρα, λίγα: «Πῶς μπορεῖς νά ξοδεύεις ἔτσι τό χρῆμα τῶν ὑπηκόων σου, σέ τέτοιες μάταιες ἀσχολίες; Δέ γνωρίζεις ὅτι τά πολύτιμα τοῦτα ροῦχα μέ τά χρυσά κεντήματα γίνονται ἀπό τό αἷμα τῶν Ρωμιῶν, καί ὅτι πρέπει νά δίνεις σ’ αὐτούς λογαριασμό γιά ὅ,τι ξοδεύεις,ἀφοῦ ὁ πλοῦτος τῶν βασιλέων εἶναι πλοῦτος τῶν ὑπηκόων τους;».
Νυμφαῖο Μικρᾶς Ἀσίας 1254 μ.Χ.
Στό μοναστήρι πού ὁ ἴδιος ἔχει ἱδρύσει, ἐνταφιάζεται ὁ Δούκας Ἰωάννης Γ΄ Βατάτζης, αὐτοκράτορας τῆς Νίκαιας.
Οἱ στρατιωτικοί στέκουν μέ θαυμασμό μπροστά του. Μέσα σέ λίγα χρόνια εἶχε καταφέρει νά ἀποκτήσει τόν ἔλεγχο τῆς Ἠπείρου, τῆς Μακεδονίας, τῆς Θράκης, τῶν νησιῶν τοῦ Αἰγαίου καί τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καί νά φτάσει μέχρι καί τήν Ἀδριανούπολη, περιορίζοντας τούς Φράγκους στά σύνορα τῆς Βασιλεύουσας.
Μετά τό θάνατό του, οἱ δικές του ἐνέργειες τή φέρνουν ξανά στά χέρια τῶν Βυζαντινῶν, πραγματοποιώντας τήν ἀνασύσταση τῆς βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας.
Πλῆθος κόσμου εὐεργετημένου παρευρίσκεται τώρα ἐκεῖ. Δέν μποροῦν νά ξεχάσουν τόν ἄνθρωπο πού ἔλυσε τό πρόβλημα τῆς φτώχειας στήν αὐτοκρατορία. Στό πρόσωπό του βρῆκαν τόν ὑποστηρικτή τῶν ἀδικημένων και καταπιεσμένων. Μία πηγή ἀληθινῆς εὐσπλαχνίας καί ἐλεημοσύνης. Γι’ αὐτό καί οἱ ἴδιοι τοῦ ἔδωσαν ἕναν τίτλο ἀνώτερο ἀπό τόν τίτλο τοῦ αὐτοκράτορα: Ἰωάννης ὁ Ἐλεήμων.
Ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία τελειώνει. Ὁ Πατριάρχης ἀσπάζεται το λείψανο αὐτοῦ πού προσπάθησε μέ τή μεγάλη του ἀγάπη στό Θεό καί τήν Ἐκκλησία Του νά πραγματοποιήσει τήν ἐπανένωση τῶν δύο Ἐκκλησιῶν. Ὅμως, ἡ ἐμμονή τοῦ Πάπα στίς κακοδοξίες του τήν κατέστησε ἀδύνατη. Διαβάζει τίς τελευταῖες εὐχές γιά «τόν δοῦλο τοῦ Θεοῦ Ἰωάννη», πού ἔκτισε πλῆθος ἐκκλησιῶν καί μοναστηριῶν καί ἔζησε θεάρεστα.
Μαγνησία τῆς Μικρᾶς Ἀσίας 1261 μ.Χ.-ανακομιδή των λειψάνων
Κόσμος πολύς ἔχει συγκεντρωθεῖ. Τό γεγονός τούς ἔχει συγκλονίσει. Ὁ Ἰωάννης ὁ Ἐλεήμων, ὅπως τόν ὀνόμασαν, ὁ ἀγαπημένος τους αὐτοκράτορας ἔχει κοιμηθεῖ ἐν εἰρήνῃ ἐδῶ καί ἑπτά χρόνια. Καί τώρα ἀνοίγοντας τόν τάφο του ἀνακαλύπτουν τό σῶμα του ἄφθαρτο. Ἀναδίδει μία γλυκιά εὐωδία. Ἀκόμα καί τά βασιλικά του ροῦχα ἔμειναν ἀναλλοίωτα σάν νά εἶχαν ραφτεῖ ἐκείνη τή στιγμή. Ὁ θαυμαστός αὐτοκράτορας κοιμᾶται ἐν εἰρήνῃ, σάν ζωντανός!
Ἀργότερα μεταφέρεται στήν ἐλευθερωμένη Κωνσταντινούπολη. Κατά τήν ἅλωση τῆς Πόλης ἀπό τούς Τούρκους τόν ἔκρυψαν σέ κάποια κατακόμβη. Κι ἀπό τότε καρτερεῖ την ἀπελευθέρωση τῆς Βασιλεύουσας…
4 Νοεμβρίου. Ἄν ἀνοίξεις τό ἡμερολόγιο, θά δεῖς νά γράφει: Μνήμη τοῦ ἁγίου καί εὐσεβοῦς βασιλέως Ἰωάννου Γ´ Δούκα Βατάτζη τοῦ Ἐλεήμονος. Μνήμη τοῦ βασιλιᾶ, πού ἡ ἀγάπη του γιά τό Θεό καί τούς ἀνθρώπους τόν κατέστησε ἄφθαρτο στή γῆ και ἅγιο στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
και το δεύτερο είναι η Επική Επιστολή του Αγίου στον πάπα Γρηγορίο Θ' (1227-1241).
Α. Από το περιοδικό Προς τη Νίκη, Νοέμβριος 2013
Νίκαια γύρω στά 1240 μ.Χ.
β. «ΤΟΥ ΑΟΙΔΙΜΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΚΥΡΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΔΟΥΚΑ
ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΤΕ ΠΑΠΑΝ ΓΡΗΓΟΡΙΟΝ»
Ἰωάννης ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ πιστός βασιλεύς καί αὐτοκράτωρ Ῥωμαίων ὁ Δούκας τῷ ἁγιωτάτῳ πάπα τῆς πρεσβυτέρας Ῥώμης Γρηγορίῳ σωτηρίας καί εὐχῶν αἴτησιν.
Οι απεσταλμένοι της μακαριότητάς σου, όταν αφίχθηκαν προς την βασιλεία μου, παρέδωσαν σε αυτή γράμμα, για το οποίο αυτοί διατείνονταν ότι είναι της αγιότητός σου και ισχυρίζονταν ότι έχει σταλεί στην βασιλεία μου˙ η βασιλεία μου, όμως, βλέποντας με αποστροφή την ατοπία των γεγραμμένων, δεν το πολυπιστεύει ότι είναι δικό σου το γράμμα, αλλά κάποιου συντρόφου της εσχάτης ανοησίας, που έχει την ψυχή γεμάτη αλαζονεία και αυθάδεια. Πως θα μπορούσε να νομισθεί διαφορετικός, αυτός που θέλησε με γράμματα να φερθεί προς την βασιλεία μου με αυτό τον τρόπο, σαν να επρόκειτο για κανέναν των ανωνύμων και άδοξων, ή να πω καλύτερα των αγνώστων και αφανών, αυτός που δεν μπορεί να διδαχθεί το πρέπον, ούτε από την πείρα των πραγμάτων, ούτε από το μέγεθος της εξουσίας; Αντίθετα, η αγιότητά σου έχει στολισθεί με φρόνηση και διάκριση διαφορετική από των πολλών. Γι’ αυτό και με δυσκολία το είχε η βασιλεία μου να πιστεύει ότι είναι δικό σου το γράμμα, πολύ δε περισσότερο ότι γράφτηκε αυτό για να σταλεί στην βασιλεία μου.
Αυτό το γράμμα τόνιζε, ότι στο δικό μας γένος των Ελλήνων βασιλεύει η σοφία, και, ωσάν να πρόκειται για πηγή, από αυτήν παντού ανέβλυσαν σταγόνες˙ και είναι το σωστό για μας, που λάμπουμε από τέτοια διάκριση, να μην αγνοούμε την αρχαιότητα του θρόνου σου˙ σαν να πρόκειται για την απόδειξη κάποιου μεγάλου θεωρήματος που χρειάζεται μεγάλη σοφία για να το καταλάβει κανείς. Αν και ποιος από μας έχει ανάγκη της σοφίας, για να καταλάβει ποιος είσαι και τι είδους είναι ο θρόνος σου; Διότι αν ήταν και αυτός τοποθετημένος επάνω στα σύννεφα ή βρίσκονταν κάπου στα ψηλά, θα μας ήταν ίσως απαραίτητη κάποια μετεωρολογική γνώση, για ν’ αναγνωρίσουμε την φύση και σύστασή του, μαζί με τις θύελλες και τους κεραυνούς και όλα τα υπόλοιπα, όσα από την φύση τους φτιάχτηκαν για να βρίσκονται στα υψηλά˙ επειδή όμως είναι στηριγμένος στη γη, και δεν διαφέρει σε τίποτα από τους άλλους θρόνους, που φτιάχτηκαν ν’ αντέχουν αρχιερείς, πως λοιπόν να μην είναι πρόσφορη σε όλους; Ότι, βέβαια, από το δικό μας γένος άνθησε η γνώση και το αγαθό αυτής και διαδόθηκε στους άλλους, όσους φροντίζουν με επιμέλεια για την απόκτηση και την άσκησή της, αυτό σωστά ειπώθηκε. Εκείνο όμως πως αγνοήθηκε, ή και αν δεν αγνοήθηκε, πως παρασιωπήθηκε, το ότι μαζί με την σοφία που βασιλεύει σε μας, κληροδοτήθηκε στο δικό μας γένος η κοσμική αυτή βασιλεία από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο, ο οποίος φρόντισε να προσθέσει στην εξουσία το σεμνό και το τίμιο, δια της ανταποκρίσεως στην του Χριστού κλήση; Διότι ποιος απ’ όλους αγνοεί ότι η κληρονομιά της διαδοχής του μεταβιβάστηκε στο δικό μας γένος και εμείς είμαστε οι κληρονόμοι και διάδοχοί του;
Έπειτα, εσύ ζητάς από μας να μην αγνοήσουμε τον δικό σου θρόνο και τα προνόμιά του˙ πως εμείς δεν θα ανταπαιτήσουμε από σένα να μην παραβλέψεις και ν’ αναγνωρίσεις το δικό μας δικαίωμα στην εξουσία και το κράτος της Κωνσταντινουπόλεως, το οποίο έλαβε την αρχή από των χρόνων του Μεγάλου Κωνσταντίνου, και αφού πέρασε από πολλούς άρχοντες μετά από εκείνον του δικού μας γένους, και παρατάθηκε για μια ολόκληρη χιλιετία, έφθασε μέχρι εμάς; Για παράδειγμα οι ιδρυτές της δυναστείας μου, αυτοί από το γένος των Δουκών και των Κομνηνών, για μην αναφέρω και τους άλλους, οι οποίοι κατάγονται από γένη ελληνικά˙ αυτοί λοιπόν της δικιάς μου γενιάς, κατείχαν την αρχή της Κωνσταντινουπόλεως επί εκατοντάδες ετών˙ τους οποίους δηλαδή και η εκκλησία της Ρώμης και οι ιεραρχικώς προϊστάμενοί της τούς αναγόρευαν αυτοκράτορες Ρωμαίων. Πως λοιπόν σου φαινόμαστε ότι από πουθενά δεν έχουμε την αρχή και τη βασιλεία, ενώ ο Ιωάννης της Πρετούνας [1] χειροτονήθηκε από σένα βασιλεύς; από πού το πρέπον στη βασιλεία του ευσεβούς και μεγάλου Κωνσταντίνου; ποιανού το επ’ αυτής δικαίωμα παρά αυτού που ήδη επικρατεί σ’ αυτή; Γιατί ούτε και η δική σου τίμια κεφαλή δεν επαινεί κάπου την άδικη γνώμη και την πλεονεκτική χείρα, και δεν τοποθετεί στη μοίρα του δικαίου την ληστρική και μιαιφόνο διάθεση, από την οποία διεφθάρησαν εξαρχής οι Λατίνοι και εκστράτευσαν εναντίον μας με ωμότητα τόση, όση δεν επέδειξαν ούτε οι Ισμαηλίτες στα μέρη της Συρίας και τη Φοινίκης˙ τους οποίους ο Θεός των εκδικήσεων τιμώρησε αξίως της ασεβείας τους. Εμείς δε, αν και αναγκαστήκαμε βίαια να μετακινηθούμε, κατέχουμε αμετακίνητα και αμετάπτωτα το δικαίωμα στην αρχή και το κράτος, με τη χάρη του Θεού˙ διότι αυτός που βασιλεύει, έθνους και λαού και πλήθους λέγεται ότι άρχει και εξουσιάζει και όχι λίθων και ξύλων, αυτών που συνιστούν τα τείχη και τους πύργους.
Περιείχε κι αυτό, τούτο το γράμμα˙ ότι δηλαδή οι κήρυκες της τιμιότητάς σου, περιτρέχοντες όλο τον κόσμο, ανακοίνωναν την σταυροφορία˙ και μαζεύτηκε μεγάλο πλήθος αριθμού ανδρών πολεμιστών και μάχιμων, σε διεκδίκηση της αγίας γης˙ από τους οποίους θ’ αφανιστεί το πλήθος των εχθρών και θα λάμψει το καλό της ειρήνης. Όταν ακούσαμε εμείς αυτά, πληρωθήκαμε θυμηδίας και γίναμε έμπλεοι καλών ελπίδων, σκεπτόμενοι, όπως ήταν φυσικό, ότι οι εκδικητές αυτοί των Αγίων Τόπων θ’ αρχίσουν την εκδίκηση από την δικιά μας πατρίδα και θα υποβάλουν τους κατακτητές της σε ένδικη τιμωρία, επειδή βεβήλωσαν αγίους οίκους, επειδή σύλησαν αγία σκεύη, επειδή επέδειξαν κάθε είδους ανοσιούργημα κατά Χριστιανών. Επειδή όπως ήρθε το γράμμα, καλούσε βασιλέα της Κωνσταντινουπόλεως τον Ιωάννη, και τον ονόμαζε υιό αγαπημένο της δικής σας τιμιότητας˙ ο οποίος προ πολλού κατέλυσε αυτό τον βίο, για σένα όμως είναι ζωντανός και ενεργητικός, και σε βοήθεια και συνεργασία αυτού έλεγε [το γράμμα] ότι εξοπλίζονται οι νέοι αυτοί σταυροφόροι˙ γι’ αυτό παραιτούμαστε από το να σκεφτούμε κάτι καλό γι’ αυτά τα κηρύγματα και τις προετοιμασίες, και γελάμε, αναλογιζόμενοι την ειρωνεία κατά των Αγίων Τόπων και τα παιχνίδια εις βάρος του Σταυρού˙ τα οποία εξαιτίας ιδιοτελών πλεονεξιών, επινοήθηκαν από τους περισσότερους και είναι εύσχημη πρόφαση και συγκάλυψη φίλαρχης και φιλάργυρης διάθεσης.
Επειδή ήθελε να μας νουθετήσει η τιμιότητά σου μέσω αυτού του γράμματος, και μας παραινούσε να μην παρενοχλούμε του φίλου σου Ιωάννη τη βασιλεία (αυτό είναι το ωφέλιμο και σωτήριο για την δική μου βασιλεία, [έλεγε]), θα ήθελε η δική μου βασιλεία να γνωρίζει η δική σου τιμιότητα, ότι δεν ξέρει η δική μου βασιλεία που είναι η επικράτεια και η εξουσία αυτού του Ιωάννη, σε ποιο μέρος της γης ή της θάλασσας, ούτε και επιθύμησε ποτέ κάτι από τα δικά του συμφέροντα. Αλλά αν ο λόγος γίνεται για την Κωνσταντινούπολη, ως του άμεσου ενδιαφέροντος εκείνου, και ημών ως αδίκως ιδιοποιουμένων αυτήν, εκείνο διαβεβαιώνουμε και δηλώνουμε στην αγιότητά σου και σε όλους τους Χριστιανούς, ότι ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΘΑ ΠΑΥΣΟΥΜΕ ΝΑ ΜΑΧΟΜΑΣΤΕ ΚΑΙ ΝΑ ΠΟΛΕΜΟΥΜΕ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΠΑΡΑΚΡΑΤΟΥΝ ΤΗΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ, ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ ΘΑ ΑΔΙΚΟΥΣΑΜΕ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΝΟΜΟΥΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΘΕΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΤΑΦΟΥΣ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΚΑΙ ΤΑ ΘΕΙΑ ΚΑΙ ΙΕΡΑ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΑ, ΑΝ ΔΕΝ ΑΓΩΝΙΖΟΜΑΣΤΕ ΜΕ ΟΛΗ ΜΑΣ ΤΗ ΔΥΝΑΜΗ ΓΙ’ ΑΥΤΑ.
Αν κάποιος αγανακτεί μαζί μας επειδή πράττουμε αυτά και δυσχεραίνει και εξοπλίζεται εναντίον μας, έχουμε κι εμείς τα μέσα για ν’ αμυνθούμε από αυτόν˙ πρώτα τον Θεό της δικαιοσύνης, ο οποίος βοηθά όσους αδικούνται και αντιτάσσεται και είναι δυσμενής σε όσους αδικούν˙ έπειτα υπάρχουν και σε μας άρματα και ίπποι και πλήθος μάχιμων ανδρών και πολεμιστών, οι οποίοι πολλές φορές ανταγωνίστηκαν αυτούς τους σταυροφόρους και δεν βρέθηκαν δεύτεροι κανενός. Και συ, ως μιμητής του Χριστού και διάδοχος του κορυφαίου των αποστόλων, και γνώστης των θείων και των ανθρώπινων και των νομίμων θεσμών, θα πρέπει να μας επαινέσεις που ριψοκινδυνεύουμε και μαχόμαστε υπέρ της πατρίδος και της συγγενούς αυτής, ελευθερίας. Διότι πως θα μπορούσαμε να ανεχθούμε, βλέποντας έτσι περιυβρισμένη, να έχει χάσει ολότελα την πρώτη δόξα και να έχει καταντήσει άντρο φονιάδων και σπήλαιο ληστών;
Αλλά αυτά, αν θέλει ο Θεός, θα βρουν τέλος. Η βασιλεία μου επιθυμεί πολύ και ποθεί, να διατηρεί το απαιτούμενο σεβασμό για την εκκλησία της Ρώμης που είναι υπό σου, και να την τιμά ως θρόνο του κορυφαίου των αποστόλων, και με την αγιότητά σου να έχει σχέση και τάξη υιού και να πράττει όσα αποβλέπουν σε τιμή και περιποίηση αυτής, μόνο αν και η δική σου αγιότητα δεν θελήσει να αγνοήσει περαιτέρω το δίκαιο που ανήκει στη δική μου βασιλεία, ούτε ανεπίσημα έτσι και ιδιωτικά να κάνει επαφή μέσω γραμμάτων. Η μεν βασιλεία μου έφερε χωρίς λύπη την αμορφωσιά του γράμματος, για να ειρηνεύει με την αγιότητά σου και στους κομιστές συμπεριφέρθηκε με ήπιο τρόπο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου