Στίς ἀρχές τοῦ 7ου μ.Χ. Αἰῶνος καί πιό συγκεκριμένα τόν Ἰανουάριο τοῦ 614 μ.Χ., στήν “ἔρημο” τῆς Παλαιστίνης, ἀσκήτευε κάποιος ἀσκητής εὐλαβέστατος, πού εἶχε καί δώδεκα ὑποτακτικούς. Κάποιο πρωί, μετά τήν Θεία Λειτουργία, τούς μάζεψε ὅλους γύρω του καί τούς εἶπε τά ἑξῆς:
Παιδιά μου, τήν προηγουμένη νύκτα εἶδα ἕνα φοβερό ὅραμα. Εἶδα ὅτι βρέθηκα στό ἅγιο Θυσιαστήριο τοῦ πανσέπτου ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου στά Ἱεροσόλυμα. Γύρω ἀπό τήν ἁγία Τράπεζα ἦσαν ἀρκετοί ἀρχιερεῖς, πολλοί ἱερεῖς, ἔγγαμοι καί ἄγαμοι, καί ἀρκετοί διάκονοι, πανέτοιμοι γιά τήν Θεία Λειτουργία. Ὁ δέ κυρίως Ναός ἦτο γεμάτος ἀπό μοναχούς καί χριστιανούς.
Ξαφνικά, μέ πολύ μεγάλη βοή ἄρχισε νά εἰσέρχεται ἀπό τήν κεντρική εἴσοδο τοῦ Ναοῦ ἕνας βρωμερός χείμαρος, γεμάτος ἀκαθαρσίες καί περιττώματα, πού πλημμύρισε ὁλόκληρο τό δάπεδό του, βρωμίζοντας τούς πάντες καί τά πάντα. Καί ἀφοῦ ἡ βρωμερή καί δυσώδης αὐτή ἀκαθαρσία κάλυψε ὁλόκληρο τόν Ναό, ἄρχισε κατόπιν διά μέσου τῆς Ὡραίας Πύλης νά εἰσέρχεται καί στό ἅγιο Βῆμα καί νά κυκλώνη τό κάτω μέρος τῆς ἁγίας Τραπέζης. Οἱ χριστιανοί καί μοναχοί μέσα στόν Κυρίως Ναό ἀλλά καί ὅλοι οἱ Λειτουργοί, ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς καί διάκονοι, λερώθηκαν ὄχι μόνο στά πόδια τους ἀλλά καί στά λειτουργικά τους ἄμφια, ἀφοῦ ἡ ἀκαθαρσία ἔφθασε μέχρι τά γόνατά τους.
Ἐγώ ὅμως, συνέχισε ὁ εὐλαβέστατος καί ἅγιος ἐκεῖνος ἀσκητής, γεμάτος φόβο καί τρόμο γιά νά μήν βρωμίσω ἀπό αὐτήν τήν ἀκαθαρσία, ἀνέβηκα στό σύθρονον τοῦ ἁγίου Βήματος, πού εἶναι πίσω ἀπό τήν ἁγία Τράπεζα καί ἀπό κεῖ ἄρχισα νά κραυγάζω καί νά διαμαρτύρωμαι μέ θυμό πρός τούς ἀρχιερεῖς, τούς ἱερεῖς, τούς διακόνους καί τούς μοναχούς, διότι τούς ἔβλεπα νά στέκωνται ἀδρανεῖς καί ἀδιάφοροι. Μερικοί μάλιστα ἀστειεύονταν καί ἄλλοι γελοῦσαν γιά ὅσα συνέβαιναν γύρω τους! Γελοῦσαν μέ τήν φοβερή κατάντια τους. Καί τούς εἶπα μέ ἱερή ἀγανάκτησι:
Μά δέν βλέπετε τί γίνεται γύρω σας; Δέν βλέπετε πόσο ἀξιοθρήνητοι γίνατε μέ τόση ἀκαθαρσία ἐπάνω σας; Γιατί δέν φροντίζετε γιά τήν καθαριότητα τοῦ Ναοῦ; Γιατί δέν πλένετε τούς χριστιανούς καί δέν καθαρίζετε τόν ἑαυτό σας; Γιατί δέν τό κάνετε; Γιατί παραμένετε τόσο ἀδιάφοροι, ἀναίσθητοι καί ψυχροί καί μάλιστα μερικοί ἀπό σᾶς καί γελῶντες;…
Παρά τίς παρατηρήσεις μου ὅμως, δυστυχῶς ὅλοι τους παρέμειναν ἀδιάφοροι καί ἀναίσθητοι. Καί ξαφνικά, βλέπω δίπλα μου δύο ὁλόλαμπρους νέους. Ἦσαν Ἄγγελοι Κυρίου. Γυρίζω πρός αὐτούς καί μέ παρρησία τούς ρωτῶ:
Ποῦ ὀφείλεται ὅλη αὐτή ἡ βρωμερή κατάστασις; Καί γιατί προεκλήθη;
Κι αὐτοί μοῦ εἶπαν ὅτι ὅλη αὐτή ἡ βρωμερή καί δυσώδης ἀκαθαρσία, ὀφείλεται:
πρῶτον, στήν κακή διαγωγή τῶν περισσοτέρων κληρικῶν παντός βαθμοῦ καί δεύτερον, στήν κολασμένη καί ἀνήθικη ζωή τῶν λαϊκῶν χριστιανῶν.
Καί συμπλήρωσαν οἱ Ἄγγελοι:
Ὅλη αὐτή ἡ ἀκαθαρσία τῶν περιττωμάτων, πού καταβρώμισε τόν ἱερό Ναό, τό ἅγιον Βῆμα, τούς κληρικούς, μοναχούς καί χριστιανούς, ὅλη αὐτή ἡ βρωμιά θά καθαρισθῆ ἀμέσως, ἀλλά… διά πυρός καί σιδήρου!…
Καί –ὦ τοῦ θαύματος!– ἀπό τήν ἑπομένη ἄρχισε πόλεμος μεγάλος μέ τούς Πέρσες, οἱ ὁποῖοι κατέλαβαν τήν Ἱερουσαλήμ στίς 22 Ἰανουαρίου μέ τούς ἁγίους Τόπους. Κατέσφαξαν χιλιάδες χριστιανούς, μεταξύ αὐτῶν καί ὁ εὐλογημένος αὐτός ἀββᾶς, πού εἶδε τό φοβερόν αὐτό ὅραμα καί πού τό διέδωσαν ὁρισμένοι ἀπό τούς ὑποτακτικούς του, πού κατάφεραν νά σωθοῦν ἀπό τήν τρομερή ἐκείνη σφαγή.
Χιλιάδες τά πτώματα στούς δρόμους καί τό αἷμα ἔτρεχε σάν ποτάμι. Χιλιάδες καί οἱ αἰχμάλωτοι. Τότε ἦτο, πού πῆραν οἱ Πέρσες σάν λάφυρο καί τόν Τίμιο Σταυρό (22 Ἰανουαρίου τοῦ 614). Δυό-τρεῖς μέρες πρίν, εἶδε τό φοβερό ὅραμα ὁ ἅγιος ἐκεῖνος ἀσκητής.
Ὕστερα ἀπό 14 χρόνια ὁ αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου Ἡράκλειος νίκησε σέ ἐκστρατεία (τό 628μ.Χ.) τούς Πέρσες καί ἐπανέφερε θριαμβευτικά τόν Τίμιο Σταυρό καί πάλι στά Ἱεροσόλυμα, ὅπου τόν ὕψωσε στίς 14 Σεπτεμβρίου, γεγονός πού γιορτάζουμε πανηγυρικά ὡς τήν παγκόσμιο ἡμέρα Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ.
Γιά τήν ἔλλειψι προσευχῆς καί κάθε πνευματικοῦ ἀγῶνος ἀπό τόν ἱερό κλῆρο παντός βαθμοῦ, ἀκόμη καί ἀπό τήν πιθανή χλιαρότητα τῶν μοναχῶν-ἀσκητῶν καί τήν ἀκόμη χειρότερη καί βορβορώδη ζωή τῶν τότε χριστιανῶν ἐπέτρεψε ὁ Θεός νά γίνουν ὅσα περιγράφει ἡ ἱστορία τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Ἆραγε, ἐκεῖνος ὁ εὐλογημένος ἀσκητής ἄν ζοῦσε στίς ἡμέρες μας, ποιά σκοτεινή εἰκόνα θά ἐδέχετο ἐξ ἀποκαλύψεως;
Γι᾿ αὐτό, ἄν δέν μποροῦμε τίς μεγάλες νηστεῖες, ἀγρυπνίες, ὀρθοστασίες καί λοιπά ἀσκητικά ὀρθόδοξα παλαίσματα, μποροῦμε ὅμως προφορικά νά ἐπικαλούμεθα τό πανάγιον Ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».
«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με,
Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με,
Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με…»
Στόν Θεό πρέπει κάθε δόξα στούς αἰῶνες Ἀμήν!
Ἀπό τό βιβλίο: ” Ἡ «Εὐχή μέσα στόν κόσμο “,
Πρωτ. Στεφάνου Κ. Ἀναγνωστόπουλου, Ἐκδ. Γ. Γκέλμπεσης
1 σχόλιο:
Αλλοίμονο...
σχεδόν
μας αγγίζουν
τέτοιας φύσεως ...γεγονότα...
μόνον που
το... πύρ και
...ο σίδηρος...
μας παρουσιάζονται
ανακατωμένα...
με... άρτον
και θεάματα...
είτε ως
δακρύβρεχτος
ειδησούλα
είτε
ως φόβητρον
απελπισίας!
Και η μετάνοια;
...μα τι τα θές
αυτά τώρα;
...αυτά... είναι γιά ...
...μοναχούς...(;)
...
...το νού μας
αδέρφια...!
Δημοσίευση σχολίου