Ο όσιος αυτός καταγόταν από την Καισάρεια της Παλαιστίνης. Ξεκίνησε την ασκητική του ζωή όταν ήταν δεκαοκτώ ετών, ζώντας στις ερημιές και τα όρη. Όταν είχε περάσει στην αναχώρηση είκοσι πέντε έτη μαζί με πολλούς άλλους, δέχτηκε και έναν τέτοιο πειρασμό από τον πονηρό. Κάποια πόρνη δηλαδή που εμφανίστηκε σαν πτωχή γυναίκα, έφτασε στο όρος όπου ζούσε ο άγιος. Και αφού βράδιασε, έκλαιγε με αναφιλητά, διότι δήθεν έχασε τον δρόμο και θα γινόταν τροφή για τα θηρία, γι’ αυτό και παρακαλούσε τον όσιο να την δεχθεί μέσα στο κελί του και να μη κατασπαραχθεί από τα δόντια αυτών. Αυτός τότε (διότι ήταν αδύνατο να την αφήσει έξω), της είπε να περάσει μέσα, ενώ ο ίδιος προχώρησε στα εσώτερα του κελιού. Το πρωί ο όσιος βλέποντας τη μεταβολή της εμφάνισής της (διότι φορούσε ιμάτια, με τα οποία στολίστηκε τη νύκτα), ρωτούσε να μάθει ποια ήταν και για ποιο λόγο πήγε εκεί; Αυτή τότε του είπε με αναίδεια «εξαιτίας σου». Κι αφού έλεγξε με κακία την ασκητική του διαγωγή και πρόσθεσε ότι και όλοι οι Δίκαιοι κατά την Παλαιά Διαθήκη βρέθηκαν με γυναίκες, τον προσκαλούσε να συνευρεθούν. Αυτός όμως, ελαφρά ταραγμένος αλλά έχοντας ήδη υπό έλεγχο και υπακοή τον εαυτό του, και εξετάζοντας πώς, αν διαπράξει τούτο, θα κρυφτεί από τη θεία χάρη, πριν να πέσει σε αμαρτία, ήδη σηκώθηκε.
Τι έκανε λοιπόν;
Έβαλε φωτιά σε πλήθος από ξερά κλαδιά και μπήκε στο μέσο, νουθετώντας τον εαυτό του και λέγοντας: «Αν μπορείς να υποφέρεις τη φωτιά της γέεννας, αφού ποθείς την αισχρή ηδονή, υπάκουσε στη γυναίκα και πήγαινε μαζί της».
Αφού κατέφλεξε έτσι τον εαυτό του και ταπείνωσε το ξεσήκωμα της σάρκας του, και τη γυναίκα που σωφρονίστηκε από όσα είδε την έστειλε σε μοναστήρι, και ο ίδιος, γιατρεμένος με τη χάρη του Θεού από τις πληγές της φωτιάς, με την καθοδήγηση ενός ναύκληρου, πήγε σε ένα ξερονήσι, που απείχε από τη γη μιας ημέρας οδό.
Σ’ αυτό έμεινε επί δέκα χρόνια, παίρνοντας τροφή από τον ναύκληρο. Πάλι
όμως σηκώθηκε και έφυγε από εκεί, όταν κάποια κοπέλα που γλύτωσε από
ναυάγιο πάνω σε μία σανίδα, έφτασε κοντά του. Και την μεν κοπέλα την
τράβηξε να βγει ο όσιος, αυτός όμως έφυγε και από εκεί, λέγοντας ότι δεν
μπορεί να υπάρξει συμφωνία χορταριού και φωτιάς. Οδηγήθηκε μάλιστα στην
ξηρά, πάνω σε δελφίνια. Έπειτα από εκεί διάβηκε από χώρες και πόλεις
και έχοντας ως σύνθημα το «Φεύγε, Μαρτινιανέ, μη σε προφθάσει πειρασμός»
(διότι έτσι αποφάσισε να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του), έφτασε στην
Αθήνα. Μόλις πήγε εκεί, εκδήμησε προς τον Κύριο, ενώ αξιώθηκε ένδοξης
ταφής από τον επίσκοπο και όλο τον λαό. Λέγεται δε και για τις γυναίκες,
ότι η μεν πρώτη που πήγε από το όρος σε μοναστήρι και έζησε εκεί,
αξιώθηκε να κάνει θαύματα, η δε άλλη ότι έμεινε υπομονετικά στο ξερονήσι
μέχρι το τέλος της ζωής της, ντυμένη με ανδρικά ρούχα που της τα έφερε ο
ναύκληρος. Τελείται η σύναξή του στο σεπτό Αποστολείο του αγίου και
κορυφαίου των αποστόλων Πέτρου, που βρίσκεται δίπλα στη αγιότατη Μεγάλη
Εκκλησία
Εορτάζει τη (+13 Φεβρουαρίου)
Εορτάζει τη (+13 Φεβρουαρίου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου