Τοῦ Παύλου Τρακάδα
Καυχόμεθα οἱ Ὀρθόδοξοι
διὰ τὴν ὑπερχιλιετῆ ὕπαρξιν τοῦ ἁγιωνύμου Ὄρους, τὸ ὁποῖον ἀνέδειξε σπουδαίους Ἁγίους
Ἀσκητάς, ἀλλὰ καὶ ἀνεδείχθη τὸ ἴδιον ὡς ὁ τόπος τῆς ἀκριβείας, τῆς Πίστεως καὶ
τῆς Παραδόσεως. Καυχᾶται ὅμως καὶ τὸ Πατριαρχεῖον Κωνσταντινουπόλεως ὅτι
σήμερα, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι εἰς τὸ παρελθὸν -ὅπως μαρτυροῦν σιγίλια- ἐμνημονεύετο
ὁ Μητροπολίτης Ἱερισσοῦ, μνημονεύεται πλέον ὁ ἑκάστοτε Πατριάρχης. Ὡστόσον, ἀρκεῖ
ἡ καύχησις; Προφανῶς, ὄχι. Εἶναι ἀναγκαῖον νὰ λαμβάνωμεν ἀφορμὴν διὰ μίμησιν καὶ
ἐφαρμογὴν εἰς τὴν ἐκκλησιαστικὴν ζωὴν καὶ τὸν πνευματικὸν βίον.
Εἰς ποῖον ἐξαγορεύει τοὺς λογισμούς του ὁ
Πατριάρχης;
Πλανᾶται εἰς τὴν
σύγχρονον ἐποχήν μας ἡ ἐντύπωσις ὅτι οἱ κληρικοὶ ποὺ ἀναλαμβάνουν ὑψηλὰ
καθήκοντα π.χ. Πατριαρχικά, Ἀρχιεπισκοπικὰ κ.λπ. πρωτίστως ὀφείλουν νὰ ἔχουν
διοικητικὰ προσόντα. Περιπίπτει ὅμως εἰς λήθην τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ βάσις τοῦ ἀτόμου
εἶναι ἡ ἀνθρωπότης, τουτέστιν ὅτι ἡ προτεραιότης ἐπιβάλλεται νὰ δίδεται εἰς τὸν
ἁγιασμὸν καὶ κατόπιν εἰς τὰς ἱκανότητας. Καὶ ἂν αὐτὸ ἰσχύει δι’ ὅλους
περισσοτέρως ὀφείλει νὰ ἰσχύη διὰ τοὺς κληρικοὺς κάθε λογῆς, οἱ ὁποῖοι ἐκ
καθήκοντος ἀναλαμβάνουν νὰ προσάγουν τοὺς πιστοὺς εἰς «τὸν Ἅγιον τὸν ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενον».
Ἡγούμενος εἰς τὸ
μοναστήρι δὲν ἐκλέγεται ὁ δημοφιλὴς κατὰ τὰ κοσμικὰ κριτήρια, ἀλλὰ ὅποιος
διακρίνεται διὰ τὴν πνευματικήν του κατάστασιν καὶ παραλλήλως ἔχει τὴν
δυνατότητα νὰ διαχειρισθῆ μὲ διάκρισιν τὰ κοινά. Πῶς σφυρηλατεῖται μία τοιαύτη
προσωπικότης; Μόνον διὰ μέσου τῆς ὑπακοῆς καὶ τῆς καμίνου τῶν πειρασμῶν. Ἂν τὸ
Φανάρι ἐλειτούργει ἔστω ὡς Μονή, θὰ ἦτο πολὺ καλύτερον. Εἰς ποῖον βάζει
μετάνοιαν ὁ Πατριάρχης; Ποῦ ἐχαλυβδώθη διὰ τῆς ὑπακοῆς; Πότε ἔκοψε τὸ θέλημά
του;
Ἀπεναντίας ἡ
παραχάραξις τοῦ μοναχικοῦ βίου εἰς τὸ Φανάρι θάλλει. Ὁ Πατριάρχης, δίκην Ἡγουμένου-δικτάτορος,
ποὺ οὐδέποτε ἠσκήθη, διατηρεῖ μόνον τὰ ὑποτιθέμενα «προνόμια»: ἀπόλυτος ὑπακοή!
Ποῖος Ἡγούμενος ὅμως διορίζει καὶ ἀπολύει καλογέρους-Ἐπισκόπους; Ποῖος δέχεται
προσκύνησιν δι’ ἐδαφιαίας μετανοίας; Κατάλοιπα ἀπ’ ὅσα ἐφήρμοζον οἱ Σουλτάνοι, ἐβαπτίσθησαν
Πατριαρχικὴ Παράδοσις!
Ἀκόμη ὅμως καὶ εἰς
τὴν μοναχικὴν ὑπακοὴν ὑπάρχουν ἐξαιρέσεις. Ἡ ἀνυπακοὴ εἶναι ἀπολύτως
δεδικαιολογημένη εἰς ζητήματα ἠθικῆς ἢ αἱρέσεως. Οὔτε κἄν αὐτὸ δὲν τηρεῖται εἰς
τὸ Φανάρι. Οὐδεὶς τολμᾶ νὰ φέρη ἀντίρρησιν! Κανένα δὲν καταλαμβάνει ἡ ἱερὰ ὀργὴ
νὰ λάβη τὸ φραγγέλιον καὶ νὰ διαλύση τὰς τραπέζας τῶν… «κολλυβιστῶν», τῶν
κολυμβαριστῶν καὶ τῶν ἀντικολλυβάδων, ποὺ κατεσθίουσιν εἰς τοὺς οἴκους τῶν χηρῶν,
προφάσει μακρᾷ προσευχόμενοι ὑπὲρ τῆς «ἑνώσεως» τάχα τῶν Ἐκκλησιῶν;
Ἑτερόδοξοι ἐπισκέπτονται
τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ τὸ Φανάρι. Πῶς θὰ διδαχθοῦν τὴν Ὀρθοδοξίαν, ὅταν εἰς τὸ μὲν ἀντικρύζουν
λιτὸν καὶ ἀπέριττον βίον καὶ εἰς τὸ ἕτερον τρυφηλὴν καὶ σπάταλον ζωήν; Ὁ
Πατριάρχης θὰ ἔπρεπε νὰ τρώγη ὅ,τι τρώγει ὁ τελευταῖος χριστιανὸς τῆς οἰκουμένης,
ὅπως εἰς τὸ Μοναστήρι ὅ,τι τρώγει ὁ ἔσχατος τοῦ κοινοβίου, τὸ ἴδιο μεταλαμβάνει
καὶ ὁ Ἡγούμενος. Δεκάδες ὁμιλίαι τοῦ Πατριάρχου διὰ τὴν οἰκολογίαν, ἀλλὰ καμίαν
οἰκονομίαν εἰς τὸ ὕδωρ, τὸν οἶνον, τὸ ἔλαιον…
Συνεχεῖς
μετακινήσεις εἰς τὰ πέρατα τῆς ὑφηλίου δι’ ἀσημάντους λόγους ποὺ
προπαγανδίζονται ὡς μαρτυρία δῆθεν τῆς Ὀρθοδοξίας. Δὲν ὑπάρχει μεγαλυτέρα
μαρτυρία ἀπὸ τὴν παραμονὴν καὶ προσευχὴν εἰς τὸ κελλίον του! Τότε θὰ ἔβλεπον καὶ
οἱ ἑτερόδοξοι τὸ «ἄλλως ἄλλον» ἦθος τῆς Ὀρθοδοξίας, ποὺ δὲν εἶναι περισπασμὸς εἰς
τὰ βιοτικὰ ἀλλὰ ἐνατένισις πρὸς τὸν οὐρανόν. Μὲ τὰ συνέδρια καὶ τὰ βραβεῖα δὲν
προάγεται κανεὶς εἰς τὸν παράδεισον! Καὶ μία λεπτομέρεια: διὰ νὰ ἐξέλθη ὁ Ἡγούμενος
λαμβάνει ἄδειαν ἀπὸ τὴν Ἱ. Κοινότητα καὶ μετακινεῖται μὲ τὸ πλοῖον ἢ πλοιάριον
τῆς γραμμῆς. Εἰς ποῖον λογοδοτεῖ ὁ Πατριάρχης; Πόσα ἀεροπλάνα, ἑλικόπτερα,
κρουαζιερόπλοια, θαλαμηγοὶ κ.ἄ. ἔχουν κατὰ καιροὺς ἐπιστρατευθῆ; Εἶναι διάκονος
τῆς Ἐκκλησίας ἢ πρίγκιψ ὀθωμανικῶν ἀνακτόρων;
Μία ζωὴ ἀντιφάσεων:
διὰ τῶν χειλέων νὰ γίνεται ἐπίκλησις ὅτι τὸ Φανάρι, ἡ Χάλκη κ.λπ. εἶναι
Μοναστήρια(!), ἀλλὰ ἐκ τῶν πεπραγμένων νὰ ἀποδεικνύεται κοσμικότης ἐφάμιλλος τοῦ
Λευκοῦ Οἴκου… ὅμοιος ὁμοίῳ ἀεὶ πελάζει.
Ποῦ ἐξαγορεύει τοὺς
λογισμούς του ὁ Πατριάρχης; Πῶς προφυλάσσεται πνευματικὰ ἀπὸ τοὺς πειρασμούς;
Κάποτε προσήρχετο εἰς τὸ Πατριαρχεῖον ἐξομολόγος ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὅρος καὶ ἔσπευδαν
ἀπὸ τὸν πρῶτον ὥς τὸν τελευταῖον νὰ ἀποβάλουν τὸ βάρος των, νὰ ἔλθουν εἰς ἔλεγχον
τῶν συνειδήσεών των, νὰ ταπεινωθοῦν οἱ μεγαλοσχήμονες ἐνώπιον τοῦ ἱερομονάχου μὲ
τὸ φθαρμένον ζωστικόν, ἀλλὰ ποὺ εἶχε ἀκέραιον τὸ μοναχικὸν σχῆμα. Πῶς θὰ ἔλθη ἡ
χάρις, ὅταν ἡ μὲν προετοιμασία διὰ τὴν Θ. Λειτουργίαν εἶναι ὑποτυπώδης, ἡ δὲ Θ.
Λειτουργία ἔχει μετατραπῆ εἰς τηλεοπτικὸν θέαμα, κατὰ τὴν ὁποίαν ἀποδίδονται
τόμοι αὐτοκεφαλίας, ἐναγκαλίζονται αἱρετικοὺς καὶ ἐγκωμιάζουν πολιτικούς;
Ἀπὸ τὰς εἴκοσι Ἱ.
Μονὰς τοῦ Ὄρους καὶ τὰ ἑκατοντάδες κελλία ἀναδύεται μία εὐχὴ διάπυρος, νοερά,
καρδιακὴ ποὺ ἁγιάζει καὶ χαριτώνει τὸ Ὄρος ἀδιαλείπτως, ἀπὸ φυλακῆς πρωίας
μέχρι νυκτὸς καὶ ἀνεξαντλήτως ὁλονυκτίως. Πῶς θὰ γίνη πρᾶξις ἡ «φυλακὴ τῶν αἰσθήσεων»
εἰς τὸ Φανάρι, ὅταν ἡ προσευχὴ εἶναι πάρεργον; Πῶς θὰ φωτίση ἡ Παναγία Τριὰς τὸ
νοῦν νὰ μὴ προκληθῆ σχίσμα εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, ὅταν ὑπεράνω τῆς προσευχῆς
τίθενται ἀνύπαρκτα «πρωτεῖα» καὶ «προνόμια τῆς πατριαρχικῆς καθέδρας» ἔναντι τῶν
ὑπολοίπων; «Μηδεὶς τὸ ἑαυτοῦ ζητείτω, ἀλλὰ τὸ τοῦ ἑτέρου ἕκαστος», λέγει ὁ Ἀπ.
Παῦλος, ὡστόσον ἐμμένουν κάποιοι εἰς τὸ νὰ ἀπαιτοῦν ἀντὶ νὰ θυσιάζωνται,
θυσιάζουν ὅλους τοὺς ἄλλους χωρὶς νὰ ὑπακούουν εἰς κανένα ἀπὸ τὰ αἰτήματα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ
σώματος.
Ὁ πρῶτος τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί ὁ Πατριάρχης
Διατὶ ὅμως ἐπελέξαμεν
τὸ Ἅγιον Ὄρος ἔναντι τοῦ ὑπολοίπου μοναχισμοῦ; Τὰ ὅσα περὶ εὐλαβείας ἀνεπτύξαμεν
ἕως ἐδῶ δὲν ἔχουν καμίαν διαφορὰν εἴτε εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος εἴτε εἰς οἱοδήποτε
σωστὸν μοναστήριον ποὺ εὑρίσκεται εἰς ἕτερον μέρος ἀκόμη καὶ εἰς τὰ ἔσχατα τῆς
οἰκουμένης. Ἡ ἰδιαιτερότης τοῦ Ἁγίου Ὄρους εὑρίσκεται εἰς τὸ ἰδιάζον καθεστὼς αὐτοῦ,
ἐκ τοῦ ὁποίου δύναται κανεὶς νὰ ἀντλήση λίαν διδακτικὰ συμπεράσματα.
Πρὸ μηνῶν ὁ Σεβ.
Ναυπάκτου εἰς κείμενόν του, διὰ νὰ ὑπερασπισθῆ τὸ ὑποτιθέμενον «πρωτεῖον» ἐντὸς
τῆς Ὀρθοδοξίας ἐνέταξεν εἰς τὰ ἐπιχειρήματά του τὴν δομὴν τοῦ μοναστηρίου: ὅπως
εἰς ἑκάστην μονὴν ὑπάρχει ἕνας πρῶτος, ὁ Ἡγούμενος, ἔτσι καὶ εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν
ὑπάρχει ἕνας πρῶτος, ὁ Πατριάρχης! Τὸ λογικὸν ἀνακόλουθον εἰς τὸν παρατεθέντα ἰσχυρισμὸν
εἶναι καταφανὲς καὶ καταρρίπτεται μὲ τὸν ἑξῆς συλλογισμόν: ὅπως δὲν ὑπάρχει ἕνας
πρῶτος ὅλων τῶν ἱερῶν μονῶν μιᾶς περιοχῆς, τοιουτοτρόπως δὲν δύναται νὰ ὑπάρξη ἕνας
πρῶτος ὅλης τῆς Ὀρθοδοξίας.
Ἡ μόνη περίπτωσις ἑνὸς
πρώτου ἐμφανίζεται εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος. Δὲν τὴν ἐπικαλεῖται ὅμως κανεὶς
πατριαρχικός, καίτοι θεωροῦν σχεδὸν ἰδιοκτησία των(!) τὸ περιβόλι ποὺ ἀνήκει εἰς
τὴν Παναγίαν, διότι εἶναι ἀσύμφορος μία παρομοία ἐπίκλησις διὰ τὰς ἐπιδιώξεις
των. Ὁ πρῶτος τῆς Ἱ. Ἐπιστασίας τοῦ Ἁγίου Ὄρους, δηλ. ὁ Πρωτεπιστάτης, ὄχι
μόνον δὲν ἔχει καμίαν οὐσιαστικὴν ἐξουσίαν, ἀλλὰ εἶναι καὶ διπλῷ τῷ τρόπῳ ἐναλλασσόμενος:
Ἐτησίως(!) ἀλλάζει ἡ Ἱ. Μονή, τῆς ὁποίας ὁ ἀντιπρόσωπος ὁρίζεται ὡς πρῶτος, ἑπομένως
δὲν ἀλλάζει μόνον ὁ «θεσμὸς» ἀλλὰ καὶ τὸ πρόσωπον ποὺ ἀναλαμβάνει τὰ καθήκοντα
τοῦ «πρώτου». Τολμῶμεν νὰ εἴπωμεν ὅτι τὸ καθεστὼς αὐτὸ ἐκφράζει πλήρως τὸ Ὀρθόδοξον
φρόνημα καθὼς εἶναι συνεπὲς πρὸς τὴν ἐκκλησιαστικὴν ἱστορίαν, κατὰ τὴν ὁποίαν ἡ
ἀλλαγὴ σειρᾶς εἰς τὰ δίπτυχα δὲν ἦτο σταθερά.
Πέραν ὅμως τῆς Ἱ. Ἐπιστασίας
ὑπάρχει ἡ Ἱ. Κοινότης, ἡ συνεδρίασις τῶν εἴκοσι Ἱ. Μονῶν. Παρὰ τὰ πρεσβεῖα τῆς Ἱ.
Μ. Μεγίστης Λαύρας δὲν ἀποδίδεται εἰς αὐτὴν κανεὶς «συντονιστικὸς ρόλος» ἢ
δυνατότης νὰ ἀνακηρύσση ἢ νὰ ἀφαιρῆ τὸ αὐτοδέσποτον ἱ. μονῶν ἢ ἑτέρα τις ὑπερόριος
ἁρμοδιότης. Ἀντιθέτως διὰ κάθε ζήτημα μεῖζον ἢ ἐλάσσον διαβουλεύονται καὶ αἱ εἴκοσι
Ἱ. Μοναὶ ἰσοτίμως καὶ κάθε γνώμη συμφωνοῦσα ἢ διαφωνοῦσα καταγράφεται εἰς τὰ
πρακτικά. Ἀκριβῶς τὰ ἀντίθετα συμβαίνουν εἰς τὸ Φανάρι.
Πόσον ὀφέλιμον θὰ ἦτο
ἂν ἡ Πατριαρχικὴ Σύνοδος ἐμιμεῖτο εἰς τὸ ἐλάχιστον τὴν ἁγιορειτικὴν σύναξιν, ὅπου
ἰσοτίμως καὶ μὲ βούλησιν συναποφασίζουν. Τὸ Φανάρι ὅμως εἶναι ἑνὸς ἀνδρὸς ἀρχή!
Διακηρύσσουν μὲ ζῆλον ὅτι κάνουν διάλογον μὲ τὰς αἱρέσεις, ἀλλὰ ἀπαξιώνουν νὰ
συζητήσουν μὲ τὰς Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας προκρίνοντες τὸν πατριαρχικὸν μονόλογον ἐντὸς
καὶ ἐκτὸς τοῦ Φαναρίου. Ποῦ εὗρον αὐτὴν τὴν παρακαταθήκην, ὅταν ἀκόμη καὶ τὴν
περίοδον ποὺ τὸ Πατριαρχεῖον ἦτο ὑπὸ τὸν ἔλεγχον τῶν «Γερόντων» ἦσαν πλέον
δημοκρατικαὶ καὶ ὀρθόδοξοι αἱ διαδικασίαι;
Καὶ ἐνῶ τὸ καθεστὼς
αὐτὸ τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἐπιτρέπει εἰς αὐτὸ νὰ ἔχη πλέον δυναμικὴν στάσιν εἰς τὰ ἐκκλησιαστικὰ
ἔναντι τῶν μοναστηρίων εἰς τὴν ὑπόλοιπον ἐπικράτειαν, τὰ ὁποῖα καὶ πιέσεις
δέχονται ἀπὸ τοὺς Τοπικοὺς Ἐπισκόπους καὶ εἶναι δύσκολον νὰ σχηματίσουν μίαν
διαγνώμην μὲ πλησιοχώρους Ἱ. Μονάς, φιμώνεται καὶ αὐτό, διὰ νὰ μὴ καταστοῦν ἡ
«σωκρατικὴ μύγα», ἐκείνη ποὺ θὰ ἐκράτει εἰς ἐγρήγορσιν τοὺς ἰθύνοντας.
Οἱ διῶκται τῆς Ὀρθοδοξίας Κάποτε
εἶχε προταθῆ ἡ κήρυξις τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως ἐν διωγμῷ καὶ ἡ
μετακόμισις αὐτοῦ εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος. Πιθανὸν τοιαύτη ἐνέργεια νὰ ἀπέβαινεν ἐπωφελὴς
εἰς τὴν πνευματικότητα τοῦ Πατριαρχείου. Ἀπορρίπτεται ἀπὸ τὸ Φανάρι μὲ τὴν
κατηγορίαν ὅτι οἱ Ρῶσοι θὰ ἐγκαταστήσουν Ρῶσον Πατριάρχην εἰς τὴν Πόλιν. Μήπως ὅμως
τὸ 1204 μ.Χ. δὲν ἐγκατεστάθη -χειρότερος τῶν Ρώσων- Λατῖνος Πατριάρχης εἰς τὴν
Πόλιν, ἀλλὰ ἀργότερον καὶ πάλι τὰ πράγματα ἐπανῆλθον; Δὲν διέσωσε τότε τὸ
Πατριαρχεῖον ἡ μετακόμισίς του εἰς Νίκαιαν;
Οὔτε ὅμως οἱ
Φαναριῶται δέχονται, λαμβάνοντες παράδειγμα ἀπὸ τὸν «πρῶτον τοῦ Ἁγίου Ὄρους», νὰ
παραιτηθοῦν ἀπὸ τὰς φαντασιώσεις τους ὅτι κατέχουν ἀνυπόστατα «πρωτεῖα».
Σήμερα, ἡ
μετακομιδὴ τοῦ Πατριαρχείου ἀπορρίπτεται καὶ ἀπὸ τοὺς Ἁγιορείτας, οἱ ὁποῖοι δὲν
ἐπιθυμοῦν νὰ συνδέσουν τὴν πολιτείαν των μὲ τὸν κέντρον τοῦ ἐπάρατου οἰκουμενισμοῦ,
ποὺ θὰ σημάνη καὶ τὴν ἀπόλυτον ὑποταγήν των εἰς αὐτό.
Μόνη λύσις ἡ
μετάνοια τῶν Φαναριωτῶν. Εἶναι ὅμως τόσον οὐτοπικόν, συμφώνως πρὸς τὴν ἀνθρωπίνην
λογικήν, ὅταν κανεὶς ἐξετάζη πῶς ἔχουν σήμερον τὰ πράγματα, ὥστε μόνον ἕνα θαῦμα
δύναται νὰ προκαλέση αὐτήν: νὰ μετανοήσωμεν ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι διὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν
καὶ νὰ ἀκτινοβολήση τόσον ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὥστε νὰ πέσουν
τυφλοὶ εἰς τὸ ἔδαφος, ὡς ὁ Ἀπ. Παῦλος, ἐκζητοῦντες νὰ καταστοῦν ἀπὸ διῶκται, ἱεραπόστολοι
τῆς Ὀρθοδοξίας.πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου