«...τα
μωρά του κόσμου εξελέξατο ο Θεός ίνα τους σοφούς καταισχύνη, και τα
ασθενή του κόσμου εξελέξατο ο Θεός ίνα καταισχύνη τα ισχυρά, και τα
αγενή του κόσμου και τα εξουθενημένα εξελέξατο ο Θεός, και τα μη όντα,
ίνα τα όντα καταργήσει, όπως μη καυχήσηται πάσα σάρξ ενώπιον του
Θεού...»
Ο
κόσμος θεώρησε και θεωρεί τους μοναχούς εκείνους που κλείνονται στο
κελί τους ως μη όντες, ανύπαρκτους, όπως ανύπαρκτους θεωρεί όσους αφήνουν τα υπό την αίσθηση για να κερδίσουν Τον υπέρ την αίσθηση...
Έτσι, λοιδορούνται οι μοναχοί που κλείνονται στο κελί τους. Και αυτοί ανέχονται την λοιδορία, γιατί απλούστατα δεν τους αγγίζει...
Όταν ο Θεός ευδοκεί και αναδεικνύει ως Θεολόγο και Πατέρα της
Εκκλησίας μας χαρισματούχο τινά χριστιανό, που διαθέτει το χάρισμα του
λόγου, τότε αυτός αναλαμβάνει να δώσει σοφή απάντηση σ’ όσους δεν
μπορούν να νοιώσουν αλλιώς την αγιοσύνη που προχέεται από τις
«ανύπαρκτες» αυτές μοναχικές υπάρξεις.
Τότε και οι πρωταθλητές αυτοί της πίστεως, κλεισμένοι
μέσα στα κελιά τους, παίρνουν στα χείλη τους τα γλυκύτατα λόγια των
Θεολόγων, για να εκφράσουν αυτό που ήδη ζούσαν και ζουν. Και σε όσους
ανόητα ρωτούν: «Τι προσφέρετε μέσα από τα κελιά σας;», τους αποκρίνονται, δίχως να τους κρίνουν, με λόγια σαν αυτά του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου:
«Εάσατε
τη κέλλη με μόνον εγκεκλεισμένον, / άφετέ με μετά Θεού του μόνου
φιλανθρώπου, / απόστητε, μακρύνατε, εάσατέ με μόνον / αποθανείν ενώπιον
Θεού του πλάσαντός με! / Μηδείς τη θύρα κρούσειε, μηδείς φωνήν αφήση, /
μηδείς επισκεψάτω με των συγγενών ή φίλων, / μηδείς μου την διάνοιαν
ελκύσας αποσπάση / της θεωρίας του καλού και ωραίου Δεσπότου, / μηδείς
μοι βρώμα δώσειε, μη πόμα μοι κομίση!»
«Αρκέσει γαρ μοι το θανείν έμπροσθεν
του Θεού μου. / Θεού του ελεήμονος, Θεού του φιλανθρώπου... / ...Ου θέλω
έτι κατιδείν το φως του κόσμου τούτου, / ουδέ αυτόν τον ήλιον, ουδέ τα
εν τω κόσμω· / βλέπω γαρ τον Δεσπότην μου, βλέπω τον βασιλέα, / βλέπω
τον όντως όντα φως και παντός φωτός κτίστην, / βλέπω πηγήν παντός καλού,
βλέπω αιτίαν πάντων, / βλέπω αρχήν την άναρχον, εξ ής παρήχθη πάντα, /
...πώς ουν αυτόν καταλιπών εξέλθω μου της κέλλης;...»
Ο κόσμος χαρακτηρίζει ανύπαρκτους και τους πιστούς εκείνους λαϊκούς που
είναι προσανατολισμένοι σ’ αυτήν την σταυρική, ορθόδοξη ησυχαστική ζωή,
όλους όσους, ακολουθώντας την παράδοση της Εκκλησίας μας, καλλιέργησαν
τον «κρυπτό της καρδίας άνθρωπον εν τω αφθάρτω του πραέως και ησυχίου πνεύματος, ό εστιν ενώπιον του θεού πολυτελές» (Α' Πέτρ. γ', 4).
Ο λόγος περί ησυχίας θεωρείται από τους κοσμικούς, στο φρόνημα και
ασχέτως ενδυμασίας, ως μωρία, οι δε συγγραφείς ησυχαστικών λόγων, αυτοί
που «διεγείρουν εναντίον τους δαίμονες», θεωρούνται μωροί,
ανύπαρκτοι...
Τι να πούμε; Να ευχηθούμε να γίνουμε και εμείς «μη όντες», «ανύπαρκτοι»,
υπακούοντας σε «μη όντες», «ανύπαρκτους» ποιμένες, ώστε να αξιωθούμε να
υπάρξουμε μαζί με το όντως Όν, τον Θεό μας, που αποκαλύφθηκε στον Μωϋσή
ως η πραγματική Ύπαρξη, ως «Εγώ ειμι ο Ών».
«Εις την θέα του Ακτίστου θείου φωτός...»
Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου
Εάσατε τη κέλλη με μόνον εγκεκλεισμένον,
απόστητε, μακρύνατε, εάσατέ με μόνον
αποθανείν ενώπιον Θεού του πλάσαντός με!...
Μηδείς τη θύρα κρούσειε, μηδείς φωνήν αφήση,
μηδείς μου την διάνοιαν ελκύσας αποσπάση
της θεωρίας του καλού και ωραίου Δεσπότου...
Τι μάτην ταραττόμεθα, τι πλανώμεθα πάντες,
τι προς το φως κεχήναμεν το αναίσθητον τούτο,
άϋλον έχοντες ψυχήν και αθάνατον όλην;
Ου θέλω έτι κατιδείν το φως του κόσμου τούτου,
ουδέ αυτόν τον ήλιον, ουδέ τα εν τω κόσμω,
βλέπω γαρ τον Δεσπότην μου, βλέπω τον βασιλέα,
βλέπω τον όντως όντα φως και παντός φωτός κτίστην,
βλέπω πηγήν παντός καλού, βλέπω αιτίαν πάντων,
βλέπω αρχήν την άναρχον, εξής παρήχθη πάντα.
Τι μάτην ταραττόμεθα, τι πλανώμεθα πάντες,
τι προς το φως κεχήναμεν το αναίσθητον τούτο,
αϋλον έχοντες ψυχήν και αθάνατον όλην;
Πώς ουν αυτόν καταλιπών εξέλθω μου της κέλλης;
Αφέτε με, θρηνήσομαι και κλαύσομαι ημέρας
και νύκτας, ας απώλεσα ορών το φως του κόσμου.
Νυνί δε, ως ηυδόκησεν αρρήτω ευσπλαγχνία
οφθήναι τω αθλίω μοι και αποκαλυφθήναι
ειδόν και έγνων αληθώς Θεόν των πάντων είναι.
Τι μάτην ταραττόμεθα, τι πλανώμεθα πάντες,
τι προς το φως κεχήναμεν το αναίσθητον τούτο,
αϋλον έχοντες ψυχήν και αθάνατον όλην;
Αλλ' ω τριάς αμέριστε, ω μονάς ασυγχύτως
ω φως το τρισυπόστατον, Πάτερ,Υιέ και Πνεύμα,
ω της αρχής η άναρχος αρχή και εξουσία,
ω δόξα μια και αρχή, κράτος και βασιλεία,
ω φως ως εν και θέλημα, γνώμη, βουλή, ισχύς τε,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου