Το έργο αυτό του Φραντς Σούμπερτ (1797-1828) αποτελείται από δύο μέρη και όχι από τα συνήθη τέσσερα. Μουσικολόγοι και ιστορικοί δεν μπόρεσαν να καταλήξουν αν αυτό ήταν μια συνειδητή επιλογή του Αυστριακού συνθέτη ή αν όντως το έργο έμεινε για διάφορους λόγους ανολοκλήρωτο. Έχουν προταθεί διάφορες ερμηνείες, όπως ότι ο Σούμπερτ δεν μπόρεσε να συνθέσει μια συνέχεια ανάλογης ποιότητας, ότι τον απορρόφησε η δημιουργία ενός άλλου έργου, ακόμη και ότι περιέπεσε σε κατάθλιψη λόγω της σύφιλης με την οποία διαγνώστηκε εκείνη την περίοδο. Το βέβαιο είναι πως πρόκειται για ένα σπουδαίο, σκοτεινό έργο, το οποίο θεωρείται ένα από τα πρώτα δείγματα του ρομαντισμού στη μουσική.
Το 1822 ήταν μια μεστή χρονιά για τον Σούμπερτ, παρά τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζε. Συνέθεσε πολλά και αξιόλογα έργα (Λειτουργία σε λα ύφεση, Φαντασία του Οδοιπόρου, λίντερ σε ποίηση Γκέτε, Ένγκελχαρτ, Μπρούχμαν και Σόμπερ), ενώ σε προσωπικό επίπεδο συμφιλιώθηκε με τον υπερπροστατευτικό πατέρα του, με τον οποίον τα είχε «τσουγκρίσει» πριν από τέσσερα χρόνια. Στις 30 Οκτωβρίου άρχισε να συνθέτει τη Συμφωνία σε Σι ελάσσονα, που δημιούργησε αμφισβητήσεις, προβλήματα και δίχασε τους ιστορικούς της μουσικής. Ονομάστηκε «Ημιτελής» επειδή αποτελείται από δύο μέρη (Allegro moderato - Andante con moto) αντί των τεσσάρων μιας συνηθισμένης συμφωνίας του καιρού του. Έχουν διατυπωθεί διάφορες θεωρίες, όπως ότι ο Σούμπερτ δεν μπόρεσε να εμπνευστεί περισσότερα μέρη, ισάξια με τα δύο πρώτα ή ότι ολοκλήρωσε το έργο, αλλά τα δύο τελευταία μέρη χάθηκαν ή ακόμη ότι συνήθιζε να αρχίζει μία σύνθεση, να την ξεχνάει σ’ ένα συρτάρι και να καταπιάνεται με μια νέα. Πάντως, υπάρχει ένα προσχέδιο «σκέρτσο» για την αρχή του τρίτου μέρους, με βάση το οποίο διάφοροι συνθέτες επιχείρησαν να τη συμπληρώσουν, χωρίς όμως επιτυχία. Το ερώτημα αν τελικά πρόκειται για ανολοκλήρωτη συμφωνία ή όχι δημιούργησε το γεγονός ότι ο Σούμπερτ την προσέφερε και την αφιέρωσε στη Μουσική Εταιρεία της Στυρίας για την τιμή που του είχε κάνει ανακηρύσσοντάς τον επίτιμο μέλος της.
Οι μουσικολόγοι, λοιπόν, που αντιτίθενται στο όρο «Ημιτελής», προβάλλουν το επιχείρημα ότι θα ήταν αδιανόητο ο συνθέτης να προσφέρει σε ένα μουσικό ίδρυμα ένα ατελές έργο του. Έτσι, οδηγούνται στο συμπέρασμα ότι ο συνθέτης την είχε συλλάβει στη μορφή που την παρουσίασε, δηλαδή με μόνο δύο μέρη. Η πρεμιέρα του έργου δόθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 1865 στη Βιέννη, 34 χρόνια μετά τον πρόωρο θάνατο του συνθέτη.
Η Ημιτελής παρουσιάζεται εξαιρετικά σκοτεινή με έντονα δραματικά στοιχεία και διαμετρικά διαφορετική από τις υπόλοιπες συμφωνίες του συνθέτη. Γι’ αυτό θεωρείται ως η πρώτη ρομαντική συμφωνία του Σούμπερτ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου