Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι συχνὰ ὁ θάνατος
περικλείεται ἀπὸ ἕνα εἶδος γοητείας,
σχεδὸν θελκτικότητας.
Πολλοὶ εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ εὔχονται
«νὰ εἶχαν πεθάνει».
Αὐτὸ ποὺ πραγματικὰ ἐπιθυμοῦν
εἶναι ν’ ἀπαλλαγοῦν ἀπὸ κάθε εὐθύνη
ἀπέναντι στὸν ἑαυτό τους,
τὸν Θεό, ἢ τὸν πλησίον τους
καὶ νὰ ἐπιστρέψουν στὴ βρεφικὴ ἡλικία
τοῦ ἀνέμελου παιχνιδιοῦ.
Πολλοὶ ἀπὸ μᾶς θὰ προτιμοῦσαν
νὰ βλέπουν τὴ ζωὴ σὰν παιχνίδι
παρὰ νὰ ζοῦν μὲ ὑπευθυνότητα.
Συνεπῶς, ὁ θάνατος
λογίζεται σὰν τὸν τρόπο ἀπελευθέρωσης
ἀπὸ τὶς δεσμεύσεις καὶ τὶς ὑποχρεώσεις τῆς ζωῆς.
Αὐτὴ ὡστόσο δὲν εἶναι
παρὰ ἡ ἀρνητικὴ πλευρὰ τοῦ θανάτου,
ἀφοῦ ἔτσι γίνεται ὁ δρόμος
μέσα ἀπὸ τὸν ὁποῖο κανείς,
πλανώμενος ἀπομακρύνεται
ἀπὸ ὅσα προσφέρει ἡ ζωὴ
στὸ ἐπίπεδο τῆς πρόκλησης καὶ τῆς σχέσης.
Μακαριστοῦ Μητροπολίτου Σουρὸζ
κυροῦ Ἀντωνίου Μπλούμ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου