Ενενήντα χρονών χήρα πια η γιαγια Κατερινα, αγράμματη αλλα πίστη γυναικα, με συχνή Θεια Κοινωνια, υπομένει ήρεμα τον κόπο των γηρατειών της, ζώντας μεσα στον σεβασμό και στην ολόψυχη αγαπη των δικών της. Ενα χωριό κανουν τα 60 παιδια, εγγόνια και δισέγγονα της. Και όλα την γλυκοχαιρετουν και φιλούν το χέρι της με σεβασμό και συγκινούνται βλέποντάς την να συγκινείται κι εκείνη και να δακρύζει.
- Παιδια μου, την ευχή μου να 'χετε, τους ελεγε και τους ξαναλεγε και σταυροκοπιοταν συνέχεια.... Μην κάνετε στην ζωη σας ποτε κατι που θα λυπήσει τον Χριστό και την Παναγια. Και να κοινωνατε συχνά.
Ενα απόγευμα, καθώς της έκανε συντροφιά η μεγαλη της κόρη, η Αγγελικη, αρχισε πρωτη αυτή τη συζήτηση.
- Απο που ξεκίνησα εγω η πάμφτωχη και που με οδήγησε ο Θεος, ο Μεγαλοδυναμος!
Μου 'φερε στο πλευρό μου εναν αντρα μάλαμα, τον Χρήστο, και κάναμε οικογενεια με τη βοήθεια του Θεου καλη - δοξασμένο το όνομα του Κυρίου! Χαρήκαμε μαζί πολλα παιδια, εγγόνια και δισέγγονα. Εκείνος έφυγε, πηγε στον ουρανό. Εγω έμεινα πισω.
- Δεν εισαι μονη σου όμως, μάνα. Ειμαστε ολοι μας κοντά σου!
- Σωστά, δίκιο εχεις. Και με προσέχετε σαν τα ματια σας, και ευχαριστώ με ολη μου την καρδια γι' αυτο. Και παρακαλώ τον θεό στην προσευχη μου να σας εχει όλους σας πολυ καλα. Αλλο θελω να πω.
- Τι, μάνα μου;
- Να,πως να το πω, είμαι αγράμματη, και οταν έλθει η ωρα να φύγω για τον ουρανό, φοβάμαι μηπως χαθώ εκεί πανω, επειδη είμαι αγράμματη. Δεν θα ξερω που να πάω!
- Μανούλα μου, μην ανυσυχεις καθόλου. Ο Κυριος μας που τοσο Τον αγάπησες σ' ολη σου τη ζωη, θα τα κανονίσει όλα. Οταν έλθει εκείνη η ευλογημένη ωρα και για σένα, θα σε παρει ο φύλακας σου Άγγελος και θα σε ανεβάσει στον ουρανό. Εσυ δεν θα καταλαβεις τίποτε. Θα κοιμάσαι γλυκα. Εκεί στον ουρανό υπάρχουν δυο μεγάλοι δρόμοι. Ο ενας οδηγεί στο σκοτάδι, στην Κολαση. Ο άλλος στο φως του Παραδείσου. Ο Άγγελος σου θα σε οδηγήσει προς το φως, πολυ φως, μάνα μου! Εκεί θα σε υποδεχτούν Άγγελοι, η προστάτιδα σου Αγια Αικατερίνη, ο πατέρας μας, οι γονεις σου και πολλοί άλλοι που τους έκανες καλοσύνες εδω στη γη. Ολοι αυτοί θα χαίρονται που θα φτάσεις ευτυχισμένη κι εσυ κοντά τους.
- Α, ετσι θα γίνει; Κι είχα μια αγωνία.
- Μη φοβάσαι, μάνα μου. Ο Χριστος με την Ανάσταση Του νίκησε τον θάνατο και άνοιξε για όσους πιστευουν σ' Εκείνον, τον Παραδεισο. Ετοιμάσου τώρα να διαβάσουμε το Αποδειπνο.
- Ναι, κόρη μου.
Πανω στην ωρα ήρθε ο μεγάλος της γιος της γερόντισσας και αφού την ασπάστηκε και πηρε την ευχή της, ζήτησε απο την αδελφή του να διαβάσει αυτος το Αποδειπνο, για να ελευθερωθεί εκείνη και να ολοκληρώσει μερικές δουλειες στην κουζίνα. Αυτο κι εγινε.
Ενώ διάβαζε ο Γιωργος το Αποδειπνο κι η γερόντισσα μάνα έκανε ποτε-ποτε τον σταυρο της, διέκοπτε ο γιος το διάβασμα και τη ρωτούσε:
- Μ' ακούς, μάνα μου;
- Ναι, παιδι μου, συνέχισε, την ευχή μου να 'χεις.
Και κρατώντας το χέρι της συνέχιζε εκείνος την ανάγνωση της Ακολουθίας του Αποδειπνου. Οταν έφτασε η ανάγνωση στο τμήμα της ευχής για τον φύλακα Άγγελο και μάλιστα στο σημείο που λεει "κράτησον της αθλίας και παρειμένης χειρός μου, και οδήγησόν με εις οδόν σωτηρίας", η γερόντισσα τράβηξε απότομα το χέρι της απο το χέρι του γιου της, το σταύρωσε με το αλλο της χέρι και πέταξε με τα φτερά του Αγγέλου της για τον ουρανό χωρις να πει λέξη.
Ο γιος της κατάλαβε αμέσως οτι ηταν η ύστατη στιγμη της στον κοσμο αυτόν. Είδε μια χλωμαδα βιαστική να περνάει στο πρόσωπο της, που σε λίγο εγινε ολοφωτεινο και πολυ γαλήνιο. Την ασπάστηκε με δέος και συνέχισε την ανάγνωση της Ευχής στον Φύλακα Άγγελο και της υπόλοιπης ιερής Ακολουθίας του Αποδειπνου.
Οταν τελείωσε, πηγε ήρεμος στην κουζίνα και είπε στην Αγγελικη δακρυσμένος:
- Μας έφυγε η μάνα μας, αδελφή μου.
- Τι! Πέθανε; Ποτε; Πως;
- Την ωρα που διάβαζα την Ευχή του Αποδειπνου στον Αγιο Άγγελο. Ήλθε και την πηρε ο Άγγελος της, γιατι φοβόταν, οπως ελεγε συχνά, μηπως χαθεί μονη της στον ουρανό, επειδη ηταν αγράμματη και δεν ήξερε που θα βρεθεί εκεί πανω. Κοίταξε το πρόσωπο της, δεν μοιάζει με αγγελικό;
- Καθε μέρα που την έβλεπα, είχα την αίσθηση οτι ζούσε ενας Άγγελος ανάμεσα μας. Πρεπει όμως να ετοιμαστούμε για την κηδεία. Προσοχή, να μην ξεχάσουμε να ειδοποιήσουμε κάποιον συγγενή μας. Όλα πρεπει να γίνουν τέλεια, οπως της αξίζει.
Κι έπεσε επάνω της με αναφιλητά....
Στην κηδεία της, που εγινε στον κατάμεστο ενοριακό Ναό, ολοι μακάριζαν τη γιαγια Κατερινα με τα τόσα εγγόνια και δισέγγονα. Και ο προϊστάμενος του Ναού ευχήθηκε να αγάλλεται η ψυχη της μαζί με τους αγιους Αγγέλους, τους οποίους τοσο πολυ αγαπούσε.
1 σχόλιο:
Τι ωραίοι άνθρωποι και λεύτεροι από τις γνωστές νόρμες του σήμερα.
Λίγο αέρα Τρελογιάννη μου ζητάμε κι εμείς στο μοναστήρι μας,στην
εκκλησιά μας,στην ενορία μας...
Αλλά πού;
Καλή Σαρακοστή και την Λαμπρή αντάμα...
Ασκληπιός ο Ευβοεύς
Δημοσίευση σχολίου