Έρευνα, Επιμέλεια Σοφία Ντρέκου
Το να σηκωθείς είναι δύσκολο μα όχι ακατόρθωτο.
Το να πάρεις όμως την Ιστορία στην πλάτη σου
και να την κουβαλήσεις σε λεύτερα μονοπάτια,
στο ξέφωτο, αυτό και αν είναι ηρωισμός.
Ο Κωστής Παλαμάς Ένας από τους
Ο Κωστής Παλαμάς Ένας από τους
σπουδαιότερους ποιητές της Ελλάδας
Στις 27 Φεβρουαρίου 1943 περνά στην ΑΘΑΝΑΣΙΑ, σε ηλικία 84 ετών, ο σπουδαίος Έλληνας ποιητής Κωστής Παλαμάς. Ήταν βαριά άρρωστος όταν κοιμήθηκε στο σπίτι του, στην οδό Περιάνδρου 3 στην Πλάκα. Πέθανε σε βαθιά γεράματα έπειτα από σοβαρή ασθένεια, 40 ημέρες μετά το θάνατο της συζύγου του Μαρίας (τον οποίο δεν είχε πληροφορηθεί επειδή και η δική του υγεία ήταν σε κρίσιμη κατάσταση) στις 9 Φεβρουαρίου του 1943.
Γράφει στο προσωπικό της ημερολόγιο η Ιωάννα Τσάτσου.
28 Φεβρουαρίου 1943 Χτες βράδυ μια είδηση ακατανόητη μας ήρθε. Μια είδηση ασύλληπτη. Ο Γέρο-Παλαμάς πέθανε. Είχαμε ξεχάσει πως ήταν θνητός. Τρέξαμε αμέσως στην οδό Περιάνδρου. Εκεί βρήκαμε τον Άγγελο Σικελιανό αναστατωμένο κι αυτόν. Δεν ακούονταν άχνα. Άφωνοι όλοι κοιτάζαμε το γεροντάκι να κοιμάται και περιμέναμε ώρες ορθοί κοντά του. Τι περιμέναμε;… Ίσως τη γνώριμη λάμψη των ματιών του κάτω από τα πυκνά χαμηλωμένα φρύδια του… Μα τίποτα πια. Το μυστήριο άπλωνε. Μια μεγάλη ψυχή που χώνεται στον Άδη και τον τραντάζει και ενώνει τους κόσμους.
Πώς η είδηση μαθεύτηκε και βούιξε όλη η Αθήνα;… Πώς το νεκροταφείο σήμερα ήταν μαύρο από κόσμο; Όλη η Ελλάδα ήταν εκεί. Οι Ιταλοί φρουροί είχαν μαζευτεί στις γωνιές τους και κοίταζαν θαυμάζοντας, φοβισμένοι. Το σιωπηλό αυτό πλήθος είχε ένα μεγαλείο, που έκανε τους ξένους προσεκτικούς. Μετείχε στο θάνατο.
Στριμωχτήκαμε με κόπο μέσα στην εκκλησία . Χιλιάδες είχανε μείνει απ' έξω. Ο Μακαριότατος χοροστάτησε και αποχαιρέτησε το νεκρό. ‘Έπειτα μια φωνή τράνταξε τη φωνή και τα τοιχώματα, η φωνή του Σικελιανού:
«Σ' αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα
...Ηχήστε σάλπιγγες…………………………»
Νέα παιδιά σήκωσαν το μικρό φέρετρο, μαζί μ' αυτά και ο Σικελιανός πρώτος και το 'φεραν στον ήλιο και στον άπειρο λαό. Όλοι είχαμε αφήσει τα κορμιά μας πίσω και προχωρούσαμε με το νεκρό. Πλάι μου ο Γιώργος Κατσίμπαλης και ο Κωστάκης ήταν άσπροι από συγκίνηση.
Η μεγάλη στιγμή έφτασε. Το πρώτο χώμα ακούστηκε πάνω στο ξύλο. Τότε ο Κατσίμπαλης με την πιο δυνατή από όλες τις φωνές του άρχισε τον Ύμνο: «Σε γνωρίζω από την κόψη…» και μαζί μ΄ αυτό όλοι μας.
Η Ελληνική γη γαλήνεψε. Την είχαμε κερδίσει απ' άλλους δρόμους. Είμαστε ελεύθεροι.
Από το βιβλίο «Φύλλα Κατοχής» της Ιωάννας Τσάτσου, εκδ. Εστίας, σ. 78-79
Στην κηδεία τού ποιητή τής ΜΕΓΑΛΗΣ ΙΔΕΑΣ
γίνεται η πρώτη αντικατοχική εκδήλωση.
Ο γιος του Λέανδρος, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Κωνσταντίνου Τσάτσου δεν επιθυμούσε η κηδεία του πατέρα του να πάρει εθνοπατριωτική διάσταση, επειδή φοβόταν πως οι Ιταλικές αρχές κατοχής θα του στερούσαν το διαβατήριό του.
Η κηδεία του έμεινε ιστορική, καθώς μπροστά σε έκπληκτους Γερμανούς κατακτητές, χιλιάδες κόσμου τον συνόδευσαν στην τελευταία του κατοικία, στο Α' νεκροταφείο Αθηνών, ψάλλοντας τον εθνικό ύμνο.
Στις 28 Φεβρουαρίου 1943 απήγγειλε στην κηδεία του Κωστή Παλαμά, ο ποιητής Άγγελος Σικελιανός (1884-1951) το περίφημο ποίημά του, που αρχίζει με τους στίχους «Ηχήστε οι σάλπιγγες». «Σε αυτό το φέρετρο ακουμπάει η Ελλάδα» που είχε γράψει τα χαράματα της 28ης Φεβρουαρίου προς τιμήν του μεγάλου ποιητή:
Άγγελος Σικελιανός: Παλαμάς
Ηχήστε οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα...
Βογκήστε τύμπανα πολέμου... Οι φοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα !
Σ' αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα! Ένα βουνό
με δάφνες αν υψώσουμε ως το Πήλιο κι ως την Όσσα,
κι αν το πυργώσουμε ως τον έβδομο ουρανό,
ποιόν κλεί, τι κι αν το πεί η δικιά μου γλώσσα;
Μα εσύ Λαέ, που τη φτωχή σου τη μιλιά,
Ήρωας την πήρε και την ύψωσε ως τ' αστέρια,
μεράσου τώρα τη θεϊκή φεγγοβολιά
της τέλειας δόξας του, ανασήκωσ' τον στα χέρια
γιγάντιο φλάμπουρο κι απάνω από μας
που τον υμνούμε με καρδιά αναμμένη,
πες μ' ένα μόνο ανασασμόν: "Ο Παλαμάς !",
ν' αντιβογκήσει τ' όνομά του η οικουμένη !
Ηχήστε οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα...
Βογκήστε τύμπανα πολέμου... Οι φοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα !
Σ' αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα !
Ένας λαός, σηκώνοντας τα μάτια του τη βλέπει...
Ένας λαός, σηκώνοντας τα μάτια του τη βλέπει...
κι ακέριος φλέγεται ως με τ' άδυτο ο Ναός,
κι από ψηλά νεφέλη Δόξας τονε σκέπει.
Τι πάνωθέ μας, όπου ο άρρητος παλμός
της αιωνιότητας, αστράφτει αυτήν την ώρα
Ορφέας, Ηράκλειτος, Αισχύλος, Σολωμός
την άγια δέχονται ψυχή την τροπαιοφόρα,
που αφού το έργο της θεμέλιωσε βαθιά
στη γην αυτήν με μιαν ισόθεη Σκέψη,
τον τρισμακάριο τώρα πάει ψηλά τον Ίακχο
με τους αθάνατους θεούς για να χορέψει.
Ηχήστε οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα...
Βόγκα Παιάνα ! Οι σημαίες οι φοβερές
της Λευτεριάς ξεδιπλωθείτε στον αέρα !
Ο Κωστής Παλαμάς (Πάτρα, 13 Ιανουαρίου 1859 - Αθήνα, 27 Φεβρουαρίου 1943) ήταν Έλληνας ποιητής, πεζογράφος, θεατρικός συγγραφέας, ιστορικός και κριτικός της λογοτεχνίας. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές, με σημαντική συνεισφορά στην εξέλιξη και ανανέωση της νεοελληνικής ποίησης. Αποτέλεσε κεντρική μορφή της λογοτεχνικής γενιάς του 1880, πρωτοπόρος, μαζί με τον Νίκο Καμπά και τον Γεώργιο Δροσίνη, της αποκαλούμενης Νέας Αθηναϊκής (ή Παλαμικής) σχολής.
Η οικία του Παλαμά στην Πάτρα σώζεται ως σήμερα στην οδό Κορίνθου 241. Τρία χρόνια πριν τη γέννηση του Παλαμά στο ίδιο σπίτι γεννήθηκε η μεγάλη Ιταλίδα πεζογράφος Ματθίλδη Σεράο.
Ήταν υποψήφιος για το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας 14 φορές (1926, 1927, 1928, 1929, 1930, 1931, 1932, 1933, 1934, 1935, 1936, 1937, 1938 και 1940). Ανάμεσα σε αυτούς που πρότειναν τον Παλαμά για το βραβείο υπήρξε και ο νικητής του 1916 Καρλ Γκούσταφ Βέρνερ φον Χάιντενσταμ, ο οποίος πρότεινε τον Παλαμά τρεις φορές (1928, 1930 και 1935). Σήμερα "τιμής ένεκεν" φέρεται αφιερωμένη στο όνομά του μεγάλη αίθουσα εκθέσεων του πολυχώρου Τεχνόπολις στην Αθήνα.
Ὤ! Πόλη! - Κωστὴς Παλαμᾶς
Ὤ! Πόλη! Ἐσὺ τοῦ πράσινου διθάλασσο ὅραμα,
Πατρίδα τῆς Πατρίδας μου, οἱ Σουλτάνοι
Σὲ ντρόπιασαν, ἐμάρανέ σε ὁ Ξεπεσμός.
Ὅμως ὁ Ἀθάνατος Ἀϊτὸς δὲ σὲ ξεχνάει.
Ἀπὸ Βοριᾶ, ἀπὸ Δύση κι ἀπ᾿ Ἀνατολή,
Ἀράδα κράδα δοξαστὴς ρηγάδων τροπαιοφόρων,
Γυρνάει τὶς νύχτες πρὸς ἐσὲ νὰ στάξει δάκρυα πύρινα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου