Χώρος κατ’ εξοχήν προσκυνηματικός, το Άγιον Όρος ευνόησε την ανάπτυξη της χαρακτικής τέχνης. Η μεγάλη παραγωγή χαλκογραφιών, με γενικές απεικονίσεις του Αθω, τα μοναστήρια και τους Αγίους τους σημειώνεται στον 19ο αι., οπότε λειτουργούν εκεί αξιόλογα εργαστήρια και διακρίνονται πολλοί μοναχοί χαράκτες. Ο χαράκτης δεν είναι πάντοτε κι ο σχεδιαστής, άλλος δε είναι ο «σταμπαδόρος», που τις τυπώνει και, συχνά, υπάρχει χορηγός. Τις «στάμπες» αυτές τις συναποκομίζουν οι προσκυνητές μαζί τους για ευλογία και σώζονται αντίγραφά τους σε πολλά αγιορείτικα μοναστήρια και εκτός Αγίου Όρους. Όπως σημειώνει η Ντόρη Παπαστράτου:
«Αν εξαιρέσουμε έναν περιορισμένο αριθμό λιθογραφιών, οι
αγιορείτικες παραστάσεις είναι όλες χαλκογραφημένες. Ξυλογραφίες ανάλογες με
τις σιναϊτικές του 17ου αιώνα δεν έχουν διασωθεί, όσο γνωρίζω, εκτός από δύο
σέρβικά χαρακτικά που βρίσκονται στο Εθνικό Μουσείο του Βελιγραδιού» (Χάρτινες εικόνες. Ορθόδοξα Θρησκευτικά
Χαρακτικά,, Αθήνα 1986, σελ. 385).
Πριν από
τον 19ο αι., ήδη από το 1553, σε διάφορες εκδόσεις είδαν το φως χαλκογραφίες με
το Άγιον Όρος. Η παλαιότερη περιλήφθηκε τότε στο έργο του Pierre Belon de Mans,
που τυπώθηκε στο Παρίσι και είχε τίτλο «Les observations de plusieurs
singularites et choses memorables trouvees en Grece...». Η Παπαστράτου, εκτός
από αυτήν, αναφέρει δυο σερβικές του 17ου αι. και τις γνωστές χαλκογραφίες
με τις δυο πλευρε'ς του Αγίου Όρους, που κοσμούν το «Προσκυνητάριον» του
Ιωάννου Κομνηνού (Συνάγοβο 1701). Από τα τέλη του 17ου αι. οι δύο πλευρές
συνδυάζονται σε μια σύνθεση. Ο πρώτος χαράκτης που το επιχειρεί αυτό είναι ο
Alessandro della Via, στη Βενετία. Στο πρότυπο αυτό βασίζονται οι
μεταγενέστεροι χαράκτες J. G.
Schmidt (Νέο Βρανδεμβούργο 1733/1736), ο Αρχιμανδρίτης Μηνάς (Μόσχα 1768) και ο
Ιερομόναχος Ευθύμιος, που
χάραξε το 1859 το «Ιερόν εκτύπωμα του Αγίου Όρους του Αθωνος του κατά
την Μακεδονίαν» κι εξέδωσε στο Άγιον Όρος ο «σταμπαδόρος» Φιλόθεος (Παπαστράτου, σελ. 387
κ.εξ.).
Στα τέλη
του 18ου αι. γνωρίζομε τους εξής χαράκτες, με βάση την εργασία της Παπαστράτου:
α)
Μοναχός Παρθένιος από
την Ελασσώνα. Είναι ο χαράκτης της γνωστής χαλκογραφίας των Μετεώρων (1782),
που είναι πολυτιμότατη πηγή για τον μοναχισμό στην περιοχή κατά την περίοδο
αυτή. Επισημαίνεται από το 1779 ως το 1780 κι έχει χαράξει μεταξύ άλλων τις
χαλκογραφίες των μονών Παντοκράτορος και Δοχειαρίου (1779), καθώς και της
Μεγίστης Λαύρας με τον Αγιο Γεώργιο τον Σκυριανό και τον Αγιο Αθανάσιο τον
Αθωνίτη (1780).
β)
Ζωγράφος Νικηφόρος από
τα Αγραφα Θεσσαλίας. Το 1795 ιστόρησε τον εξωνάρθηκα του καθολικού της μονής
Ιβήρων. Είναι ο χαράκτης της παλαιότερης χαλκογραφίας της μονής Ξενοφώντος
(1798) με τον Αγιο Γεώργιο.
Στον 19ο
αι. είναι γνωστοί οι παρακάτω χαράκτες, με βάση την παραπάνω εργασία:
γ) Σεβαστιανός Σμυρναίος. Δούλεψε
στη Νάξο τον χρυσό και το ασήμι και μεταξύ άλλων χάραξε το 1810 τη Μεγίστη
Λαύρα με την Παναγία την Οικονόμισσα και σκηνές από το βιβλίο του Οσίου
Αθανασίου του Αθωνίτη. Δεν είναι βέβαιο ότι εργάσθηκε στο Ορος.
δ)
Μοναχός Θεοδόσιος. Ηταν
ρωσικής καταγωγής. Εργα του επιση μαίνονται από το 1810 ως το 1814. Χάραξε τη
Σκήτη του Αγίου Παντελεήμονος (1810), την Παναγία Γλυκοφιλούσα (1811) και την
Πορταΐτισσα της Ιβήρων (1814).
ε)
Ιερομόναχος Παρθένιος από
τη Ζάκυνθο. Εντοπίζεται από το 1804 ως το 1812. Στο διάστημα αυτό χάραξε τις
Σκήτες της Αγίας Άννας, των Καυσοκαλυβίων (1806) και τη Νέα Σκήτη (1812).
Παλαιότερο χρονολογημένο έργο του οι Αγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες (1804).
στ)
Μοναχός Αρσένιος Σέρβος.
Χάραξε το 1818 τη χαλκογραφία της μονής Χιλανδαρίου με τους Αγίους Σάββα και
Συμεών.
ζ) Μοναχός Θεοφύλακτος. Το 1818 χάραξε τη
χαλκογραφία του Αγίου Σεραφείμ Αρχιεπισκόπου Φαναριού του Νεοχωρίου και το 1819
τη χαλκογραφία της μονής Γρηγορίου με τον Αγιο Νικόλαο. Οι δύο Αγιοι μοιάζουν
στη μορφή και τη στάση τους.
η) Νεόφυτος από την Καστοριά. Χάραξε
στο α' τέταρτο του 19ου αι. χαλκογραφία της μονής Γρηγορίου, που τύπωσε ο
Νικόλαος με έξοδα του Ζιγάρα από τα Γιάννενα.
θ)
Ιερομόναχος Δανιήλ. Χάραξε
πολλές χαλκογραφίες Αγίων από το 1831 ως το 1870. Μεταξύ αυτών, χαλκογραφία του
Αγίου Γεωργίου Ιωαννίνων (1838) και το 1850 τη Σκήτη της μονής Ξενοφώντος και
τον Ευαγγελισμό. Τα έργα του -μεταξύ αυτών και η μονή Σουμελά στην Τραπεζούντα
(1840)- χρηματοδοτούσε ο πατέρας του, μοναχός Παγκράτιος, σύμφωνα με την Ντ.
Παπαστράτου.
ι) Μοναχός Κύριλλος. Από
το 1834 ως το 1862 χάραξε μεγάλον αριθμό χαλκογραφιών με Αγίους και τη
μονή Καρακάλου (1843) και την Παναγία το Αξιόν εστιν (1862).
κ) Γεώργιος Στιάτις. Χρυσοχόος από
τους Καλαρρύτες. Χάραξε το 1845 τις χαλκογραφίες του Αγίου Γεωργίου Ιωαννίνων
και της Αγίας Τριάδος, των τριών Προφητών και του καλού Αηστή, που τυπώθηκαν
στο Άγιον Όρος.
θ)
Ιερομόναχος Ευθύμιος. Εκτός
από τη χαλκογραφία του Αγίου Ορους (1859), για την οποία έγινε λόγος παραπάνω,
από το 1856 ως το 1859 χάραξε διάφορους Αγίους και τη μονή Διονυσίου με τον
Τίμιο Πρόδρομο, με έξοδα του σταμπαδόρου Φιλόθεου.
ι) Παναγιώτης Κωνσταντίνου από τη
Λέσβο. Χάραξε τις χαλκογραφίες διαφόρων Αγίων (1851-1859).
ια) Θωμάς Ισιδώρου (Σηδέρ)
Κρουσοβίτης. Από το Κροΰσοβο. Ηταν χρυσοχόος και αργυροχόος και δούλεψε ως χαράκτης
στις Καρυές. Εργα του αργυροχρυσοχοΐας μπορεί να δει κανείς στις μονές
Δοχειαρίου και Σίμωνος Πέτρας. Χάραξε, μεταξύ άλλων, τη χαλκογραφία της μονής
Αγίου Παύλου (1851). Τη σχεδίασε ο Αρχιμανδρίτης Σωφρόνιος.
ιβ)
Μοναχός Αβέρκιος. Εντοπίζεται
από το 1854 ως το 1870. Χάραξε γενική άποψη του Αγίου Ορους (1866) και
χαλκογραφίες διαφόρων Αγίων και του Ακάθιστου Υμνου. Στην τελευταία είχε
συνεργάτη τον Ιερομόναχο Χαράλαμπο.
ιγ)
Ιερομόναχος Χαράλαμπος. Συνεργάτης
του μονάχου Αβερκίου (ιβ).
ιδ)
Μοναχός Ιωάννης Καλδής. Μυτιληναίος.
Χαράκτης μεγάλου αριθμού χαλκογραφιών από το 1858 ως το 1878. Μεταξύ αυτών
γενική άποψη του Αγίου Ορους (1867) και η Σιμωνόπετρα (1868).
ιε)
Μοναχός Στέφανος. Χάραξε
το 1862 την Παναγία το Αξιόν εστιν και το 1866 χαλκογραφία με τη Δέηση.
ιστ)
Μοναχός Διονύσιος. Επιση
μαίνονται έργα του από το 1870 ως το 1893. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται
χαλκογραφία με γενική άποψη του Αγίου Ορους (1880). Στο έργο του «Μονή Αγίας
Αναστασίας Φαρμακολυτρίας», που χάραξε το 1893 στις Καρυές, αναφέρεται και ως
«σταμπαδόρος» (εκδότης) του.
ιζ)
Ιεροδιάκονος Δαμασκηνός
Δαυριώτης. Χαράκτης χαλκογραφίας (1873), με το Θαύμα της Παναγίας
και τον Οσιο Αθανάσιο τον Αγιορείτη.
ιη)
Μοναχός Ανθιμος Αλητζερίδης (πιθανώς
ίδιο πρόσωπο με τον κατόπιν Ιερομόναχο Άνθιμο). Πελοποννήσιος. Χάραξε πολλές
χαλκογραφίες από το 1836 ως το 1868. Ανάμεσά τους το μοναστήρι της Ρίλας στη
Βουλγαρία (1836), αντιμήνσια (1837, 1847).
ιθ)
Ιερομόναχος Ιγνάτιος. Μυτιληναίος.
Χαράκτης έργων στις Καρυές από το 1841 ως το 1853.
κ) Κύριλλος Σιάρης. Χρυσοχόος.
Γνωστό έργο του είναι χαλκογραφία των μέσων του 19ου αι. με τον Ευαγγελισμό και
τους Αγίους Αναργύρους (δύο ξεχωριστές παραστάσεις στην ίδια πλάκα).
Οι
σταμπαδόροι είναι ξεχωριστοί από τους χαράκτες, με τους οποίους τους ταυτίζει η
Παπαστράτου. Πρόκειται για εκδότες χαλκογραφιών, όπως ο Γρηγόριος του Ευαγγελισμού της
Θεοτόκου (1942), ο και χαράκτης της Μονής Αγ. Αναστασίας Φαρμακολυτρίας,
ο Διονύσιος (1893),
ο Νικόλαος της μονής
Γρηγορίου (α' τέταρτο 19ου αι.), ο Φιλόθεος των
χαλκογραφιών του ιερομονάχου Ευθυμίου (1859) κ.ά.
Στο κελλί
του Προφήτη Ηλία (κουτλουμουσιανό) του διακο-Φιρφιρή στις Καρυές είδα τέτοιες στάμπες, που ήταν το
εργόχειρο των πατέρων. Σώζονται αποδείξεις αγοράς τέτοιων σταμπών, ιδίως Αγίων,
που κάλυπταν τις ανάγκες των πολυπληθών προσκυνητών του Αγίου Όρους. Τυπώνονταν
σε μικρά χειροκίνητα πιεστήρια, κάποτε και δυο μαζί, όπως ο Ευαγγελισμός και οι
Αγιοι Ανάργυροι (μέσα 19ου αι.), που χάραξε ο Κύριλλος Σιάρης σε κοινή πλάκα.
Τέτοια εργαστήρια υπήρχαν και στα κελλιά του Τιμίου Προδρόμου (ιβηρίτικο), των
Αρχαγγέλων (χιλανδαρινό), των Αρχαγγέλων (λαυριώτικο) κ.ά. (Παπαστράτου, σελ.
26).
Πρέπει να
επισημανθεί ότι το Άγιον Όρος, πλην των δικών του αναγκών, κατά τη διάρκεια του
περασμένου αιώνα, τυπώνει και τις χαλκογραφίες μεγάλων μοναστηριών και
προσκυνημάτων της Ορθοδοξίας, όπως η Παναγία Σουμελά, η μονή της Ρίλας στη
Βουλγαρία, η μονή του Αγίου Σάββα στην Παλαιστίνη, η μονή της Αγίας Αναστασίας
της Φαρμακολύτριας, το Κουβούκλιο του Παναγίου Τάφου στα Ιεροσόλυμα κ.λπ.
Οι
χαλκογραφίες που τυπώνονται στο Άγιον Όρος, άσχετα αν είναι πρωτότυπες ή
αντιγράφουν προηγούμενα πρότυπα, διακρίνονται για το ύφος τους, που μπορούμε να
ονομάσουμε αγιορείτικο. Οπως παρατηρεί η Παπαστράτου, «στην εργασία των
Αγιορειτών θα εξασθενίσει σταδιακά η δυτική επιρροή με τον περιορισμό της
χρησιμοποίησης των μπαρόκ στοιχείων, της πλαστικότητας καί της τρίτης διάστασης
που, συνήθως, χαρακτηρίζουν τις βενετσιάνικες και βιεννέζικες συνθέσεις του
18ου αιώνα και θα επικρατήσει μια τεχνοτροπία πιο λιτή, πιο άκαμπτη και πιο
απλοϊκή».Οπωσδήποτε και οι χαλκογραφίες επηρεάζονται από τα καλλιτεχνικά
ρεύματα, που διαποτίζουν την εκκλησιαστική τέχνη γενικότερα στο Άγιον Όρος την
ίδια περίοδο.
Οι
στάμπες των μοναστηριών του Αγίου Όρους αναπαράγονται πλέον με τη μέθοδο
όφσετ,
εκτός από εξαιρέσεις των μονών Διονυσίου και Γρηγορίου, που τύπωσε με
τον παλιό
τρόπο τη χαλκογραφία του μοναχού Θεοφύλακτου (1819).
Έχομε, όμως αξιόλογες προσπάθειες φιλοτέχνησης χαρακτικών ξυλογραφιών
κ.ά. με
το Όρος από σύγχρονους καλλιτέχνες, όπως ο Ράλλης Κοψίδης, ο Πολύκλειτος
Ρέγκος, ο Ιωάννης Βράνος, που υπήρξε Αγιορείτης μοναχός και καθηγητής
στην Αθωνιάδα σχολή, ο Ευ.
Παπαδημητρίου, ο Γεώργιος
Μόσχος, οι ξένοι A.
Riley και R.
Zwerger (σε λινόλεουμ), ο Λυκούργος Κογεβίνας (οξυγραφία) κ.ά., κι ακόμη
πολλές
χαλκογραφίες σε οδοιπορικά ξένων περιηγητών (Ρώσων, Σέρβων, Άγγλων,
Γάλλων
κ.λπ.).
Πλούσια
είναι και η χαρτογραφία του Αγίου Όρους. Στην περίφημη Χάρτα του Πρωτομάρτυρα
της ελληνικής ελευθερίας Ρήγα Βελεστινλή (1797) είναι πολύ επιμελής και
προσεγμένη η χαρτογράφηση του Αγίου Όρους με μόνο λάθος την Ουρανούπολη, που
τοποθετήθηκε μεταξύ Αγίας Άννας και Καυσοκαλυβ ίων. Από τους παλιούς και νέους
χάρτες ιδιαίτερος λόγος πρέπει να γίνει για τον γερμανικό σε κλίμακα 1:50.000
των Reinhold Zwerger και Klaus Schopfleuthner.
Ευθ.
Παπαδημητρίου: Αγιορείτες μοναχοί.
|
Ευθ.
Παπαδημητρίου: Αγιορείτες μοναχοί.
|
Γ.
Βελισσαρίδη: Μοναχός στο Άγιον Όρος κρούει τα τάλαντα. Ξυλογραφία 15,1x12,4 εκ.
|
Πολύκλειτου
Ρέγκου: Καμπαναριό στο Άγιον Όρος. Ξυλογραφία.
|
Ευθ.
Παπαδημητρίου: Μονή Μεγίστης Λαύρας. Ξυλογραφία.
|
Ράλλη
Κοψίδη: Μονή Ξενοφώντος. Ξυλογραφία.
|
Ράλλη
Κοψίδη: Μονή Οσίου Γρηγορίου. Ξυλογραφία.
|
Μάρκου
Καμπάνη: Σιμωνόπετρα. Ξυλογραφία.
|
Μονή
Σόμωνος Πέτρας. Άγιον Όροσ. Χαλκογραφία του 1868.
Μια από τις "χάρτινες
εικόνες" που έπαιρναν οι προσκυνητές.
|
Ευθ.
Παπαδημητρίου: Δάφνη, το επίνειο των Καρυών. Ξυλογραφία.
|
Πολύκλειτου Ρέγκου: Μονή Γρηγορίου (1979). Μικτή τεχνική σε μουσαμά 100x75 εκ. |
Δημοσιεύτηκε 18th
November 2016 από τον
χρήστη Γεώργιος Αργυρίου,
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου