Ὅμως τὸ πολιτικο-κομματικὸ σκηνικὸ στὴν χώρα μας (μὰ καὶ σὲ ὅλον τὸν πλανήτη) εἶναι πανομοιότυπον μὲ τὴν εἰκόνα τῶν κοινωνιῶν μας, τὴν οἰκογένειά μας καὶ τὴν προσωπικότητά μας. Σὲ ὅλους τοὺς τομεῖς, ἄλλοτε περισσότερο κι ἄλλοτε λιγότερο, ἀναφορικῶς πάντα μὲ παλαιώτερες ἐποχὲς καὶ ἐν συγκρίσει μὲ …ἐνδόξους προγόνους, ἐμεῖς εἴμαστε, ταὐτοχρόνως, γιὰ γέλια καὶ γιὰ κλάματα. Κάθε νέο ἔτος, κάθε νέα δεκαετία, κάθε νέος αἰὼν μᾶς εὑρίσκει μὲ μεγαλύτερες ἐκπτώσεις (ἠθικές, ἀξιακές, ἐθνικές), ἐνᾦ οὐδέποτε κυττᾶμε μέσα μας γιὰ νὰ ἀνακαλύψουμε τὸ πόσο κι ἐὰν ἔχουμε κι ἐμεῖς συμβάλη, μὲ τὸν τρόπο μας, στὶς πολυεπίπεδες αὐτὲς καταπτώσεις.
Δὲν βλέπουμε, γιὰ παράδειγμα, πὼς ἀν τὶ τὰ παιδιά μας νὰ παίζουν στὶς ἀλάνες, ξημεροβραδιάζονται στὰ κινητά.
Δὲν βλέπουμε, πὼς ἀν τὶ νὰ μεριμνοῦμε γιὰ τὴν πλέον καθαρὴ τροφή, συμβιβαζόμεθα μὲ τὰ σκουπίδια τῶν πολυεθνικῶν, μαγειρεύοντας σὲ χῦτρες ταχύτητος, πρὸ κειμένου νὰ κερδίσουμε λίγη πλαστότητα ἐλευθέρου χρόνου.
Ἐπιλέγουμε νὰ μιμηθοῦμε ἀν τὶ νὰ πρωτοτυπήσουμε.
Ἐπιλέγουμε νὰ μᾶς σέρνουν ἀν τὶ νὰ βαδίζουμε μόνοι μας.
Δὲν θέλουμε νὰ ἀντιληφθοῦμε πὼς ὅλες οἱ παθήσεις τοῦ κόσμου μας ξεκινοῦν ἀπὸ δικές μας ὑποχωρήσεις σὲ βαθμοὺς ἐλευθερίας, ὅταν, γιὰ τοὺς ὁποίους λόγους, ἀν τὶ νὰ ἐπενδύσουμε στὸ νὰ γίνουμε καλλίτεροι (γνωσιακῶς, ἠθικῶς, οἰκονομικῶς) μεριμνοῦμε μόνον γιὰ ἔνα …διήμερο στὴν Μύκονο ἢ στὴν Σαντορίνη.
Δὲν διεκδικοῦμε τὴν ἀριστεία γιὰ ἐμᾶς, ἐνᾦ ἀντιμαχόμεθα τὴν ἀριστεία τῶν ἄλλων.
Δὲν βλέπουμε, ἐπίσης γιὰ παράδειγμα, πὼς ἀν τὶ νὰ ἐπικοινωνοῦμε μὲ φίλους, νὰ δομοῦμε κοινωνίες, ἐμεῖς στὸ κέντρο τοῦ κόσμου μας τοποθετοῦμε τὶς τηλεοράσεις μας καὶ τὰ κοινωνικὰ δίκτυα..
Δὲν ἀντιλαμβανόμεθα τελικῶς πὼς καθημερινῶς, μὲ τὶς ὁποίες δικαιολογίες, ὑποχωροῦμε ταχύτατα ἀπὸ ὅλα αὐτὰ ποὺ μᾶς προσέδιδαν καὶ ὑψηλοτέρους βαθμοὺς ἀξιοπρεπείας καὶ μεγαλυτέρους βαθμοὺς ἐλευθερίας, ἐνᾦ προτιμοῦμε νὰ ἔχουμε τὴν ἡσυχία μας, τὴν ἀνευθυνότητά μας καὶ τὴν ῥεμπελιά μας.
Καθημερινῶς μόνοι μας παραιτούμεθα ἀπὸ ὅλο καὶ περισσότερα …αὐτονόητα καὶ καταλήγουμε, νὰ κατηγοροῦμε τοὺς (φερομένους ὡς) κυβερνῶντες, ἀν τὶ νὰ ἐπαναφέρουμε τοὺς ἑαυτούς μας, στὰ αὐτοτόητα.
Στὴν πραγματικτότητα, σὲ ὅλους τοὺς τομεῖς τῆς ζωῆς μας, ῥέπουμε ὅλοι μας στὰ …ὅλο καὶ χειρότερα, μειώνοντας, καθημερινῶς, μόνοι μας βαθμοὺς ἐλευθερίας μας. Κι ἀν τὶ νὰ τσακιζόμεθα, νυχθημερόν, νὰ διατηρήσουμε τὰ ὅσα μᾶς ἐκληροδοτήθησαν, ἐμεῖς συμβιβαζόμεθα, παραιτούμεθα καὶ …ὀνειρευόμεθα σωτῆρες καὶ μεσσίες.
Τὸ «σῦν Ἀθηνᾷ καὶ χείρα κίνει» δὲν ἔχει χῶρο στὶς ζωές μας, ἐφ΄ ὅσον ἡ χείρα μας …κουλαίνεται ὅλο καὶ περισσότερο.
Πολὺ ἁπλᾶ… Γιὰ νὰ ἀλλάξουμε κάτι ξέρουμε τὶ πρέπει νὰ κάνουμε, μὰ δὲν τὸ κάνουμε.
Κατ’ ἐμὲ λοιπὸν ὅσο ὑπεύθυνο εἶναι τὸ πολιτικο-κομματικὸ σκηνικὸ γιὰ τὴν κατάντια μας, ἄλλο τόσο εἴμαστε κι ἐμεῖς. Ὄχι λόγῳ ψήφων ποὺ δώσαμε (ἢ δὲν δώσαμε) ἀλλὰ λόγῳ …τεμπελιᾶς καὶ μόνον.
Θέλει κόπο, πόνο καὶ ἱδρῶτα γιὰ νὰ παραμένῃς καθημερινῶς, ὅσο τὸ δυνατὸν πιὸ ἐλεύθερος.
Ὅλα τὰ ἄλλα εἶναι γιὰ νὰ λέμε.
πηγή