Τετάρτη 20 Ιουνίου 2018

"Δεν ξέρω πόσο σ’ αγαπώ μέτρο δεν έχει η αγάπη είναι απ’ τον ήλιο πιο ψηλά και δεν τη φτάνει μάτι.."

Γράμματα με ιστορίες παλιές. Όχι απλά γράμματα. Ερωτικές επιστολές. Αυτές που έστελναν παλιά οι ερωτευμένοι στον άνθρωπο που αγαπούσαν ή διεκδικούσαν ή επειδή πολλές φορές τους χώριζε κάποια απόσταση.. Κάποια έγιναν τραγούδια και ποιήματα. Άλλα κυκλοφόρησαν σε βιβλία με επιστολές.
Ήταν γράμματα που μιλούσαν για αγάπη, πάθος και έρωτα και εξηγούσαν με μοναδικό τρόπο τι συμβαίνει στην ψυχή ενός ερωτευμένου. 


Ο Ερνεστ Χέμινγουεϊ έγραφε προς την Μάρλεν Ντίντριχ "Δεν μπορώ να σου το εξηγήσω, αλλά κάθε φορά που σε αγκαλιάζω αισθάνομαι σαν να έχω επιστρέψει σπίτι μου…" Ο ποιητής Ρόι Κρόφτ έγραφε: "Σ’ αγαπώ όχι μόνο γι’ αυτό που είσαι, αλλά και γι’ αυτό που είμαι εγώ όταν είσαι μαζί μου..."
Το γράμμα παλιά ήταν ένας σπουδαίος τρόπος επικοινωνίας των ερωτευμένων και ακόμα και σήμερα έχουν τη δύναμη να μας θυμίζουν μεγάλους έρωτες. Ο Νίκος Εγγονόπουλος έγραφε: "Τα σώματά μας θα χαθούν, θα σβήσουν.. Aπό μας θα μείνει μέχρι της συντελείας των αιώνων αυτό το “σε αγαπώ” που σου ψιθύρισα στις ώρες τις πιο κρυφές..."

Ο Πάμπλο Νερούντα έγραψε στην αγαπημένη του Ματίλντε μια σειρά ποιημάτων που τα ονόμασε " Εκατό ερωτικά σονέτα". Μόλις τα τελείωσε και εκδόθηκαν, της έστειλε αυτή την επιστολή:
"Αγαπημένη μου γυναίκα, υπέφερα όσο έγραφα αυτά τα σονέτα, μου προκαλούσαν πόνο και θλίψη, η ευτυχία όμως που νιώθω τώρα που στα προσφέρω είναι τεράστια. Θέλω να γνωρίζεις πως με μεγάλη ταπεινοφροσύνη έφτιαξα τούτα εδώ τα σονέτα από ξύλο: τους έδωσα τον ήχο αυτής της στέρεης, αγνής ύλης και με αυτόν τον τρόπο πρέπει να φθάσουν στα αφτιά σου. Περπατώντας μέσα από δάση ή σε παραλίες, δίπλα σε κρυμμένες λίμνες, εσύ κι εγώ έχουμε κατά καιρούς μαζέψει κομμάτια από φλοιούς δένδρων, κομμάτια ξύλου που έχουν υποστεί τις μεταβολές του νερού και του καιρού. Πήρα αυτά τα μαλακά λείψανα και χρησιμοποίησα το τσεκούρι, τη ματσέτα και το σουγιά και έκοψα δεκατέσσερις σανίδες για το καθένα, για να χτίσω μικρά ξύλινα σπιτάκια, ώστε τα μάτια σου που λατρεύω και τους τραγουδάω να μπορέσουν να κατοικήσουν μέσα τους…" 



Ο Γιώργος Σεφέρης έγραφε στη Μάρω, πριν γίνει γυναίκα του. Ανάμεσα σε άλλα, της έλεγε: "Φοβούμαι μήπως συνηθίσω έτσι πάντα από μακριά να σ αγαπώ.. …σου είπα ένα σωρό πράγματα, αλλά εκείνο που ήθελα να πω και μ έκανε να μουντζουρώσω τόσο χαρτί δεν το είπα: είναι σκληρή η ζωή χωρίς εσένα και άδικη… Όταν αγαπά κανείς και δεν έχει τον άνθρωπο του, πρέπει να βρει τρόπο να μην ξυπνά ποτέ του… θα ήθελα τρεις μέρες κοντά σου χωρίς λέξη. Ούτε λέξη… Μόνο να σε κοιτώ.." 



Μια ολόκληρη ερωτική επιστολή όμως του Σεφέρη στη Μάρω τα λέει όλα και απλά, λέει: "Ξαναδιάβασα τα γράμματά σου από την αρχή. Σου γράφω «δύο λόγια αγάπης». Ένα πράγμα αισθάνομαι πως είναι το δυσκολότερο να σου δώσω να καταλάβεις: πόσο σε νιώθω, πόσο σε παρακολουθώ κι από μια σου λέξη ακόμη, όπως άλλοτε από ένα παίξιμο του χεριού σου. Τώρα που ξανακοίταξα όλα αυτά τα χαρτιά, βρίσκω πάντα ένα φόβο μήπως δε λες καλά ότι ήθελες να πεις, ένα δισταγμό μην τύχει και πεις πολλά, και προς το τέλος αρχίζεις κιόλας να γράφεις και να σκίζεις. Άφησε, χρυσή μου, τον εαυτό σου, είναι τόσο χαριτωμένος έτσι όπως είναι, άφησέ τον να μιλήσει όπως ξέρει αυτός. Θα μου πεις: «Εσύ μήπως δεν κάνεις το ίδιο;» Κι αν το κάνω, δεν υπάρχει κανένας λόγος να με μιμηθείς. Το κάνω, άλλωστε, τόσο άσχημα. Αν έχεις απελπισία, δώσε μου την απελπισία σου, όπως μου δίνεις τόσες φορές τη χαρά σου. Δώσε μου ότι έχεις κι ότι μπορείς. Μα κατάλαβε, επιτέλους, πως δε γυρεύω τίποτε άλλο. Αν αργήσουμε τώρα να ιδωθούμε, θα πρέπει να προσπαθήσουμε μ΄ αυτά τα λίγα μέσα που έχουμε, μ’ αυτό το χαρτί που μαυρίζουμε, να είμαστε όσο μπορούμε πιο κοντά, όχι να αποχωριζόμαστε και να πληγώνει ο ένας τον άλλον. Έτσι νομίζω. Αν με θέλεις ακόμη, έλα, χρυσή μου, να τα λέμε όλα χωρίς να σκεπτόμαστε ότι υπάρχουν πράγματα που δεν πρέπει. Ξέρεις, συλλογίζομαι ακόμη πως έτσι θα μπορούσαμε, όταν μας δοθεί να ιδωθούμε, να μην πούμε ούτε μια λέξη παρά να χαζεύει ο ένας τον άλλον. Και θα είναι τόσο ξεκουραστικό".
Πάμε και σήμερα να ανακαλύψουμε τα γράμματα που έγραψαν οι άνθρωποι αυτής της πόλης και πολλά από αυτά έγιναν τραγούδια. Όπως έλεγε και ο Χένρι Μίλλερ σε ένα γράμμα προς την Αναίς Νιν: "Ακόμα σ’ ακούω να τραγουδάς. Σε φαντάζομαι να βάζεις τους δίσκους ξανά και ξανά και να μου τραγουδάς.
Ξαπλώνω στο κρεβάτι και κάνω ένα τρελό όνειρο. Βρισκόμαστε στη Σεβίλλη και μετά στη Φεζ και μετά στο Κάπρι και ύστερα στην Αβάνα. Ταξιδεύουμε συνεχώς, όμως υπάρχουν πάντα μαζί μας βιβλία και μια γραφομηχανή και το σώμα σου βρίσκεται πάντα κοντά στο δικό μου και το βλέμμα των ματιών σου ποτέ δεν αλλάζει. Οι άνθρωποι λένε πως θα είμαστε δυστυχισμένοι, πως θα μετανιώσουμε. Όμως είμαστε ευτυχισμένοι, πάντα γελάμε και λέμε τραγούδια. Μας δέχονται παντού και στρώνουν στο διάβα μας λουλούδια. Λέω πως αυτό είναι ένα άγριο όνειρο – αλλά είναι ένα όνειρο που θέλω να βιώσω. Ζωή, λογοτεχνία και τραγούδια να συνδυάζονται κι εσύ με τη ψυχή σου να μου δίνεις χιλιάδες αγάπες για να βρίσκουμε καταφύγιο σε οποιαδήποτε καταιγίδα μας τύχει..."



Δεν ξέρω πόσο σ’ αγαπώ
μέτρο δεν έχει η αγάπη
είναι απ’ τον ήλιο πιο ψηλά
και δεν τη φτάνει μάτι

Ήταν μια σπίθα στην αρχή
και μιας βροχής ψιχάλα
κι έγινε η σπίθα πυρκαγιά
και πέλαγος η στάλα

Η αγάπη που μας έδεσε
πόνο δε θα γνωρίσει
είμαστε δυο σταλαγματιές
από την ίδια βρύση

Ήταν μια σπίθα στην αρχή
και μιας βροχής ψιχάλα
κι έγινε η σπίθα πυρκαγιά
και πέλαγος η στάλα

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Δεν υπάρχει πιό ωραίο ελληνικό τραγούδι και μέ μιά υπέροχη φωνή !

Τριατατικός είπε...

Τραγουδιέται και στο στυλ του Ερωτόκριτου.
Μεγαλοπρεπώς.

Ανώνυμος είπε...

Αυτό δεν είναι τραγούδι , είναι προσευχή ! Τό τραγουδούσα όταν έφυγε από την ζωή η μάννα μου !