Δευτέρα 11 Ιουνίου 2018

10 Ἰουνίου 1854. Χασαποταβέρνα ὁ Παρθενών!

10 Ἰουνίου 1854. Χασαποταβέρνα ὁ Παρθενών. 

Τὰ κινήματα τῆς Ἠπείρου, τῆς Θεσσαλίας καὶ τῆς Μακεδονίας, ποὺ ξέσπασαν μέσα στὸ 1854, εἶχαν ἤκατασταλῇ ἤ διακοπῇ. Οἱ τελευταῖες πράξεις τοῦ δράματος παίχτηκαν στὶς 6 Ἰουνίου, ἀπὸ τὸν Χατζηπέτρο, ὥς ἐπὶ κεφαλῆς τῶν ἐπαναστατικῶν δυνάμεων, στὴν μάχη τῆς Καλαμπάκας. Μία μάχη νικητήριος μὲν γιὰ τὶς δυνάμεις μας, ἀλλὰ τελική, ἐὰν θυμηθοῦμε πὼς μαζὺ μὲ τὴν νίκη ἔφθασε καὶ ἡ τὸ πέρας τῶν ἀποθεμάτων σὲ πολεμοφόδια. 

Στὶς 29 Ἰουνίου τοῦ 1854 ὁ Χατζηπέτρος περνᾶ τὰ τότε ἑλληνοτουρκικὰ σύνορα καὶ φθάνει στὴν Λεβαδιᾶ, ὅπου τὸν ὑποδέχονται ὤς ἥρωα. Στὸ μεταξὺ στὰ ἀνάκτορα, τὸ δρᾶμα κορυφωνόταν. Ὁ Ὄθων ἐκβιάστηκε νὰ ζητήσῃ δημοσίως συγγνώμη ἀπὸ ὅλους τοὺς πρέσβεις, ἀλλὰ κυρίως ἀπὸ τὸν Τοῦρκο. Στὸν Πειραιᾶ τὰ πολεμικά μας πλοῖα εἶχαν κατασχεθῇ ἀπὸ τὶς ἀγγλογαλλικὲς δυνάμεις κι ὁ Ῥαφαλιᾶς ἔφευγε κυνηγημένος ἀπὸ ἀγγλικὸ πολεμικό. Καὶ φυσικὰ ἡ κυβέρνησις Κριεζῇ εἶχε ἤδη παραιτηθῇ ἀπὸ τὶς 5 Μαΐου τοῦ 1854. Ὅμως μία νέα κυβέρνησις, τὸ «ὑπουργεῖον κατοχῆς» ὅπως τὴν ἀπεκάλεσαν, ἡ κυβέρνησις τοῦ Ἀλεξάνδρου Μαυροκορδάτου, ἦταν πλέον στὴν κεφαλὴ τῆς χώρας. Ὁ Μαυροκορδάτος ἔσπευσε μάλλιστα νὰ ἐπιστρέψῃ, μετὰ ἀπὸ δύο μῆνες, ἀπὸ τὸ Παρίσι, ὅπου διέμενε ὥς πρέσβης τῆς χώρας μας. Ἀλλὰ στὸ μεταξύ, ἐπεὶ δὴ δὲν εἶχε χρήματα, λόγῳ χρεῶν ποὺ δημιούργησε ἀπὸ τὴν ὅλο ἀσωτίες διαβίωσίν του, τοῦ ἐνέκριναν καὶ πενήντα χιλιάδες χρυσὰ φράγκα, πρὸ κειμένου νὰ ἐπιστρέψῃ τὸ ταχύτερον δυνατὸν καὶ νὰ μᾶς σώσῃ!!! Μαζύ του ὁρκίστηκαν ὥς ὑπουργοὶ ὁ Δημήτριος Καλλέργης, ὑπουργὸς τῶν στρατιωτικῶν, Ῥῆγας Παλαμήδης στὸ ὑπουργεῖον στρατιωτικῶν, ὁ Γεώργιος Ψύλλας, στὸ ὑπουργεῖον Παδείας κι Ἐκκλησιαστικῶν, ὁ Κωνσαντῖνος Κανάρης, στὸ ὑπουργεῖον Ναυτικῶν, ὁ Ἀργυρόπουλος Περικλῆς, στὸ ὑπουργεῖον Ἐξωτερικῶν καὶ ὁ Καλλιγᾶς Παῦλος στὸ ὑπουργεῖον Δικαιοσύνης. Κυβέρνησις μαριονέτα… Ἀπολύτως, ὅπως ἀπεδείχθῃ, τῆς ἀπολύτου ἐγκρίσεως τῶν ἀγγλογάλλων. 

Μάλλιστα ὁ Ὄθων εἶχε χαρακτηριστικὰ πῇ, γιὰ αὐτὴν τὴν κυβέρνησι: «Δὲν πίστευα ποτὲ νὰ βρεθοῦν Ἕλληνες νὰ γίνουν ὑπουργοὶ ὅσο ὑπάρχει στὴν Ἑλλάδα ξένη λόγχη. Κανεὶς δὲν ἔπρεπε νὰ δεχθῇ!». 

Ἐδῶ πρέπει νὰ σημειώσω κάτι γιὰ τὸν Κανάρη. Ἄν καὶ βαθύτατα τίμιος, στὴν διάρκεια τῆς ζωῆς του, συμμετεῖχε στὴν κυβέρνησι κατοχῆς. Ἴσως γιὰ τὸν ἀντιοθωνισμό του. Πάντως συμμετεῖχε. Βέβαια στάθηκε ὁ πρῶτος ποὺ παρητήθῃ. Γιὰ τοὺς ἄλλους… Ἀφῆστε. Τὸ χρῆμα ἦταν πάντα κλειδὶ γιὰ νὰ ἀνοίξῃ πολλὲς πόρτες. 

Ἄς δοῦμε ὅμως τὸν Δημήτριο Καλλέργη, πιὸ προσεκτικά. Διότι ἐτοῦτο τὸ πρόσωπο στάθηκε πηγὴ πολλῶν κακῶν καὶ πληγῶν. Σὲ πολλὲς στροφὲς τῆς ἱστορίας μας ἦταν παρών, ἀλλὰ καὶ συμμετέχων. Τὸ ἐὰν αὐτὰ ποὺ ἔπραξε, στὸ σύνολόν τους, εἶναι καλὰ ἤ κακά, εἶναι θέμα προσωπικῆς ὀπτικῆς. Ὁ Δημήτριος Καλλέργης ἦταν ἀπὸ τοὺς πρωτεργάτες τοῦ κινήματος τῆς 3ης Σεπτεμβρίου τοῦ 1843, κατὰ τοῦ Ὄθωνος. Ἀντι-Ὀθωνικός, ἀλλὰ ὄχι ἀντιβασιλικός, κατὰ πῶς φαινόταν. Φίλος καρδιακὸς τοῦ αὐτοκράτορος τῆς Γαλλίας Λουδοβίκου Βοναπάρτου(Ὁ Ναπολέων Γ΄). Σὲ αὐτὸν μάλλιστα τὸν Λουδοβίκο ἔταζε τὸ στέμμα τῆς Ἑλλάδος, καθ’ ὅλην τὴν διάρκεια τῆς συναναστροφῆς τους. Ἐπιστρέφοντας στὴν Ἀθήνα, μετὰ τὴν κατ’ ἐπιλογήν του ἐξορία, καὶ λίγο μετὰ ποὺ ἐξεφράσθησαν τὰ διάφορα κινήματα στὴν Ἤπειρο, στὴν Θεσσαλία καὶ στὴν Μακεδονία, περιέφερε τὸ σαρκίον του καὶ συζητοῦσε ὁπουδήποτε γιὰ τὴν νέα κυβέρνησι ποὺ θὰ συγκροτοῦσε, ἐντὸς ὁλίγου. Ὅταν δῆλα δὴ θὰ ἀνελάμβαναν οἱ ἀγγλογάλλοι τὴν διακυβέρνησι τῆς χώρας. Τὸ ὅ,τι δὲν ἔγινε πρωθυπουργὸς τὸ χρωστᾶ στὴν Ἀγγλία ποὺ προτιμοῦσε τὸν Μαυροκορδᾶτο. Κάπως περίεργος φυσικὰ ἡ συμπεριφορά τοῦ Καλλέργου. Ἐὰν μάλλιστα ἀναλογιστοῦμε πὼς τὸ κίνημα τῆς 3ης Σεπτεμβρίου ἔγινε τὸ 1843 καὶ ὁ Καλλέργης ἐπέστρεψε στὴν Ἑλλάδα τὸν Φεβρουάριο τοῦ 1854, λίγο μετὰ τὸ ξέσπασμα τῶν κινημάτων στὶς παραπάνω περιοχές, τότε φαίνεται ἀκόμη πιὸ περίεργον τὸ γεγονός. Διότι κατὰ τὸ μεγαλύτερον χρονικὸ διάστημα μεταξὺ τῶν δύο αὐτῶν συμβάντων, ὁ Καλλέργης ἦτο ἐκτὸς Ἑλλάδος. Ἀναλαμβάνοντας ὁ Καλλέργης τὸ ὑπουργεῖον τῶν στρατιωτικῶν, στὴν «κατοχικὴν κυβέρνησιν» ἔκανε τὰ πάντα γιὰ νὰ γίνῃ ἀρεστὸς στοὺς ἐργοδότες καὶ προστᾶτες του. 

Στὶς 10 Ἰουνίου τοῦ 1854, φορῶντας τὴν καλή του στρατιωτικὴ στολή, μὲ τὰ δεκάδες παράσημα, μετέτρεψε τὸν Παρθενώνα σὲ λαϊκὸν ἐστιατόριον. Ἤ ὀρθότερα, σὲ χασαποταβέρνα. Σοῦβλες, ἀρνιᾶ, καζάνια, τραπέζια, καρέκλες, μπουκάλια, ὄργανα κι ὀργανοπαῖκτες, Ἑλληνικὲς στρατιωτικὲς Μουσικές… (Ἡ στρατιωτικὴ μπάντα.) Διακοσίους πενήντα καλεσμένους δεξιώθηκε… Οἱ περισσότεροι ἐξ αὐτῶν Γάλλοι κι Ἄγγλοι ἀξιωματικοί. Ἀπὸ τὴν κυβέρνησιν μόνον ὁ Ρῆγας Παλαμήδης ἐτολμησε νὰ ἐμφανισθῇ.

 Ὁ Καλλέργης μὲ ἐτοῦτες τὶς πράξεις του νομιμοποιοῦσε ἕναν σκληρότατον στρατὸ κατοχῆς, αἰσθανόμενος ὑπερήφανος γιὰ τὴν συμμετοχή του σὲ ὅλο αὐτὸ τὸ πανηγύρι. Ἕνα πανηγύρι ποὺ διετηρήθῃ γιὰ μίαν τριετία. Δῆλα δὴ ἔως τὸν Φεβρουάριο τοῦ 1857. Ἄν καὶ ἅπαντες ἦσαν ὑποταγμένοι καὶ ὑπάκουοι, οἱ ἀγγλογάλλοι παρέμεναν ἐδῶ καὶ ἐξακολουθοῦσαν τὴν κατοχή, περιγελῶντας τὸν Ὄθωνα, τὴν Πατρίδα μας καὶ τὴν ἔννοια τῆς ἐλευθερίας.
πηγή. 

Πληροφορίες ἀπὸ τὴν «Ἔξωσι τοῦ Ὄθωνος» τοῦ Δημητρίου Φωτιάδου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: