Ὁ στάρετς [1] Βασίλειος (Vasile de la Poiana Mărului) ἢ Βασίλειος ὁ Καρπάθιος , ὑπῆρξε μία ἀπό τίς διαπρεπέστερες ἀσκητικές φυσιογνωμίες τοῦ 18ου αἰώνα.
Σύμφωνα μέ τόν Ρουμάνο ἀρχιμανδρίτη Ἰωαννίκιο Μπαλάν [2],
γεννήθηκε τό ἔτος 1692 στήν Πολτάβα τῆς Οὐκρανίας (Μικρᾶς Ρωσίας). Τήν
ἐποχή πού ὁ ἐπιφανέστερος μαθητής του, ὁ Ὅσιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκυ [3] μόναζε
στίς Βλαχικές σκῆτες (1743-1746), τελοῦσε ἡγούμενος τῆς σκήτης Ποϊάνα
Μάρουλουϊ (ρουμ. Poiana Mărului) τῆς Βλαχίας καί πνευματικός ὁδηγός καί
"κοινός διδάσκαλος" ἕνδεκα πέριξ αὐτῆς σκήτεων, στά ρουμανικά ὄρη
Μπουζάου (ρουμ. Buzău).
Νέος
ἐκάρη μοναχός στήν σκήτη Νταλχαούτσι,τό ἔτος 1705 ἢ 1706, σέ ἡλικία
περίπου δεκατεσσάρων (14) ἐτῶν, καί ἐπιδόθηκε σέ μεγάλους ἀσκητικούς
ἀγῶνες. Χειροτονήθηκε ἱερεύς καί ἀνέλαβε ἡγούμενος τῆς σκήτεως τό ἔτος
1715 σέ ἡλικία εἴκοσι τριῶν (23) ἐτῶν.
Σταδιακά
συνάχθηκαν πλησίον του πλέον τῶν τεσσαράκοντα (40) μοναχῶν, τούς
ὁποίους καθοδηγοῦσε μέ κεντρικούς ἄξονες τήν ὑπακοή, τήν ταπείνωση, τήν
σιωπή καί τήν "εὐχή" τοῦ Ἰησοῦ. Ἔδινε βάση στήν τήρηση τοῦ νοῦ καί τῆς
καρδίας καί τήν καθαρότητα τῶν λογισμῶν. Ἐπίσης ἐπέμενε στήν ἀνάγνωση
τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἀλλά καί τῶν ἁγίων Πατέρων, τῶν αὐθεντικῶν ἑρμηνευτῶν
της. Στήν σκήτη τηροῦσαν τήν μονοφαγία καί τήν ἀποχή ἀπό τό κρέας, γιά
τό ὁποῖο ὁ στάρετς ἔγραψε καί εἰδική πραγματεία, καθότι φαίνεται ὅτι τήν
ἐποχή του πολλοί μοναχοί κρεοφαγοῦσαν. Προέτρεπε τούς μαθητές του, μετά
ἀπό κατάλληλη προετοιμασία, στήν μετάληψη τῆς θείας Κοινωνίας μία φορά
τήν ἑβδομάδα. Ἡγουμένευσε τῆς σκήτεως Νταλχαούτσι περί τά εἲκοσι (20)
ἔτη.
Ἀνάμεσα
στά ἔτη 1730-1733 ὁ στάρετς μεταβαίνει στήν σκήτη Ποϊάνα Μάρουλουϊ μέ
δώδεκα (12) μαθητές του, κατά τόν τύπο τοῦ ὁμίλου τῶν μαθητῶν τοῦ
Χριστοῦ. Ὁ εὐλογημένος Γέροντας Βασίλειος παρέδωσε τήν ψυχή του στόν
Κύριο στίς 25 Ἀπριλίου τοῦ 1767, σέ ἡλικία 75 ἐτῶν, στήν σκήτη Ποϊάνα
Μάρουλουϊ. Τό Πατριαρχεῖο Ρουμανίας τόν κατέταξε στό ἁγιολόγιό του τό
ἔτος 2003. Ἡ μνήμη του τελεῖται στίς 25 Ἀπριλίου.
Μέ βάση τίς σποραδικές πληροφορίες πού μᾶς δίνει ὁ ὅσιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκυ
στήν αὐτοβιογραφία του, πληροφορούμαστε ὅτι ὁ στάρετς Βασίλειος μαζί μέ
ὁμόψυχους ἀδελφούς ἀσκήτευαν στά ὅρια τῆς Ρωσικῆς Αὐτοκρατορίας μέχρι
τήν ἐποχή πού ἀπαγορεύθηκε ἀπό τόν Μέγα Πέτρο νά ζοῦν οἱ μοναχοί στίς
ἐρήμους. Τότε μαζί μέ τούς «ὑπόλοιπους ζηλωτές ἦλθαν στή χώρα τῆς
Οὐγγροβλαχίας καί ἐγκαταστάθηκαν σέ μιά σκήτη πού λεγόταν Βάλεα
Στιόπουλουϊ». Συνασκητές τοῦ στάρετς Βασιλείου, τούς ὁποίους μνημονεύει ὁ
Ὅσιος, εἶναι οἱ ἑξῆς: Μιχαήλ[4], τῆς σκήτεως Νταλχαούτσι, Στέφανος [5] τῆς σκήτεως Βάλεα Στιόπουλουϊ, Ἰωάννης Κμήτα [6], τῆς Λαύρας τοῦ Κιέβου.
Ὁ
ὅσιος Παΐσιος δέν κατάφερε νά ζήση στήν ὑπακοή τοῦ στάρετς Βασιλείου,
ὅσο μόναζε στίς σκῆτες τῆς Βλαχίας, τά ἔτη 1743-1746. Δέχθηκε ὅμως
ἀργότερα, τό ἔτος 1750, τήν ἐπίσκεψη τοῦ Βασιλείου, ἐνόσω αὐτός
ἀσκοῦνταν στήν Καψάλα τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἐκεῖ ἐκάρη μεγαλόσχημος ἀπό τά
χέρια τοῦ στάρετς.
Ὁ ὅσιος Παΐσιος περιγράφει τήν πρώτη του συνάντηση μέ τόν Γέροντα Βασίλειο, στήν σκήτη Τραϊστένι),ὡς ἑξῆς: «Ὕστερα
ἀπό λίγο καιρό ἦρθε ἐκεῖ νά ἐπισκεφθῆ τήν ἀδελφότητα ὁ μακαρίας μνήμης
κοινός ὅλων διδάσκαλος καί ὁδηγός, ὁ πανοσιολογιότατος καί ἅγιος
μεγαλόσχημος στάρετς Βασίλειος. (...) Ὁ θεοσεβής αὐτός ἄνδρας ὑπερεῖχε
ἀπό ὅλους τούς ἄλλους στήν κατανόηση τῶν θείων Γραφῶν, τήν διδασκαλία
τῶν ἁγίων Πατέρων, τήν πνευματική διάκριση, τήν τέλεια γνώση τῶν ἱερῶν
Κανόνων τῆς Ἐκκλησίας καί τήν ὀρθή ἑρμηνεία τους κατά τόν Ζωναρᾶ, τόν
Θεόδωρο Βαλσαμῶνα καί τίς λοιπές ἑρμηνεῖες. Ἡ φήμη γιά τήν διδασκαλία
του καί τίς θεάρεστες ὁδηγίες του γιά τόν δρόμο τῆς σωτηρίας εἶχε
διαδοθῆ παντοῦ. Ἐγώ ὅταν τόν εἶδα, δόξασα τόν Θεό ἀπό ὅλη μου τήν ψυχή,
πού ἀξίωσε ἐμένα τόν ἀνάξιο νά ἀντικρύσω τέτοιον ἄνδρα, τόν ὁποῖο μέ
ἀπερίγραπτη χαρά ὑποδέχθηκε ὁ προϊστάμενος μέ ὁλόκληρη τήν ἀδελφότητα,
μ’ αὐτούς δέ καί
ἐγώ ἔπεσα στά ἅγια πόδια τους καί ἀξιώθηκα νά ἀσπασθῶ τήν ἁγία του δεξιά. Μέ εἶδε καί χάρηκε πολύ.» [8]
Το Μοναστήρι Ποϊάνα Μάρουλουϊ
Φαίνεται ὅτι ὁ Γέροντας Βασίλειος κατάλαβε τήν πνευματική καθαρότητα
τοῦ νεαροῦ τότε Παϊσίου καί γι' αὐτόν τόν λόγο τόν προσκάλεσε νά τόν
ἀκολουθήση στήν σκήτη Ποϊάνα Μάρουλουϊ καί ἐκεῖ, σύν τῷ χρόνω, νά δεχθῆ
τήν ἱερωσύνη. Ὁ Παΐσιος ἔχοντας μέσα του πάρει ἀπόφαση νά μήν ἀναλάβη
ποτέ «τέτοιο φοβερό καί τρομερό ἀξίωμα», φοβούμενος ὅτι δέν θά μπορέση
μέ τόν καιρό νά ἀρνηθῆ τήν προτροπή τοῦ στάρετς Βασιλείου, δέν τόν
ἀκολούθησε καί ἔχασε τήν εὐκαιρία νά γίνη ὑποτακτικός ἑνός «ἄνδρα
πλήρους πνευματικῆς διακρίσεως». Ἐπωφελήθηκε ὅμως τῆς παρουσίας τοῦ
Γέροντα, στό σύντομο χρονικό διάστημα πού συγκατοίκησαν. Λέει: «Ὅσο
καιρό ἦταν ἐκεῖ ὁ Γέροντας ἀξιώθηκα μερικές φορές νά ἀκούσω τούς
ψυχωφελεῖς καί γεμάτους πνευματική διάκριση λόγους του, τούς ὁποίους
ἔλεγε στούς ἀδελφούς, καί πολύ ὠφελήθηκα ἀπό αὐτούς, κρίνοντας ὅτι ἦταν
λόγια ζωῆς αἰώνιας, Ἀφοῦ ἔμεινε ἐκεῖ λίγο καιρό, ἔφυγε στό μοναστήρι του
καί, κατά τήν συνήθεια, ὅλοι οἱ ἀδελφοί τόν ξεπροβόδισαν.» [9]
Διηγεῖται ὁ ἱερομόναχος Μητροφάνης, βιογράφος τοῦ ὁσίου Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ, τά περί τῆς κουρᾶς τοῦ Παϊσίου ἀπό τόν Γέροντα Βασίλειο: «Ἐκεῖνον
τόν καιρό (τό ἔτος 1750), κατά θεία οἰκονομία, προσκαλεσμένος ἀπό
κάποιο σπουδαῖο πρόσωπο, ἦρθε ἀπό τή Βλαχία στό Ἅγιον Ὄρος [10], ὁ
τρισμακάριστος μνημονευθείς στάρετς μεγαλόσχημος πατήρ Βασίλειος, καί
βρῆκε τόν πατέρα μας (δηλαδή τόν Παΐσιο) νά ἡσυχάζει στήν ἔρημο.
Παρέμεινε ἐκεῖ μερικές ἡμέρες, διδάσκοντας καί ἐκθέτοντας σ’ αὐτόν τά
περί τῶν τριῶν βαθμῶν τοῦ μοναχισμοῦ καί τῶν λοιπῶν χριστιανικῶν
μυστηρίων ἀπό τήν Ἁγία Γραφή. Τότε ὁ πατέρας μας παρεκάλεσε μέ δάκρυα
τόν τρισμακάριστο στάρετς νά τοῦ φορέσει τόν μανδύα, καί αὐτός τοῦ τόν
φόρεσε, μετονομάζοντάς τον ἀπό Πλάτωνα σέ Παΐσιο• ἔγινε δέ μαθητής του.
Διῆγε δέ τότε τό 28ο ἔτος» [11]. Ὁ δέ στάρετς Βασίλειος τό 58ο.
Ὁ ἡγεμών Κωνσταντῖνος Μαυροκορδάτος [12]
εἶχε ἀκούσει περί τοῦ Βασιλείου, καθώς «ἡ φήμη γιά τή διδασκαλία του
καί τίς θεάρεστες ὁδηγίες του γιά τόν δρόμο τῆς σωτηρίας εἶχε διαδοθεῖ
παντοῦ». Ὁ Ἀ. Ταχιάος ἀναφέρει συνάντηση τοῦ στάρετς Βασιλείου μετά τοῦ
Μαυροκορδάτου καί τοῦ Πατριάρχου Ἀντιοχείας Σιλβέστρου, μέ ἀφορμή τό
κείμενο τοῦ Βασιλείου «Περί τῆς ἀπηγορευμένης εἰς τούς μοναχούς
κρεωφαγίας».
Ὁ Γέροντας Βασίλειος ἦταν μύστης καί διδάσκαλος τῆς νοερᾶς προσευχῆς καί λάτρης τῶν νηπτικοασκητικῶν κειμένων. Σώζονται πρόλογοί του στά ἔργα τῶν ἁγίων Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου, Φιλοθέου Σιναΐτου, Ἡσυχίου τοῦ Πρεσβυτέρου [13].
Ἀκόμη εἶναι γνωστό κείμενο τοῦ στάρετς περί τῆς νοερᾶς προσευχῆς, ὑπό
τόν τίτλο, «Βιβλίον καλούμενον Ἑρμηνεία• Λόγος ὠφέλιμος συντεθειμένος
παρά Βασιλείου ἱερομονάχου χρηματίσαντος τῆς ἐν Βλαχία ἱερᾶς μονῆς
Πογιάνα Μέρουλουϊ καλουμένης» [14].
Ὁ Ἀ. Ταχιάος μᾶς δίνει τήν πληροφορία ὅτι οἱ ἐκδότες τῆς σλαβονικῆς
Φιλοκαλίας εἶχαν σκοπό νά συμπεριλάβουν σέ αὐτήν καί τά κείμενα τοῦ
στάρετς Βασιλείου, ὅμως λόγω τῆς σπουδῆς γιά τήν ἔκδοσή της, δέν
πρόλαβαν νά τά προσθέσουν. [15]
Κείμενά
του μεταφρασμένα στά ἑλληνικά ὑπάρχουν στό βιβλίο τοῦ Π. Μπότση «Τό
Εἰλητάριο», καθώς καί περίληψη τῆς διδασκαλίας του στό βιβλίο «Νοερά
ἄθλησις». Θά παραθέσουμε ἕνα μικρό, ἀλλά χαρακτηριστικό ἀπόσπασμα ἀπό
κείμενό του:
«Γιατί
ἀγωνιζόμαστε νά προκόψουμε στή νοερά καί ἁγία προσευχή πού, σύμφωνα μέ
τόν ὅσιο Ἰσαάκ τό Σύρο, εἶναι προνόμιο τῶν ὀλίγων καί μόνο ἕνας στούς
χίλιους μπορεῖ νά φτάσει; Γιά μᾶς πού εἴμαστε ἐμπαθεῖς κι ἀδύναμοι εἶναι
ἀρκετό καί μάλιστα ὑπεραρκετό νά δοῦμε τουλάχιστον ἕνα μικρό ἴχνος τῆς
νοερᾶς ἡσυχίας, δηλαδή τήν ἐνεργό νοερά προσευχή πού ἀπομακρύνει ἀπό τήν
καρδιά τίς παγίδες τοῦ ἐχθροῦ καί τούς πονηρούς λογισμούς. Ἐδῶ πρέπει
νά ἑστιάσουν τήν προσοχή τους οἱ ἀρχάριοι κι οἱ ἐμπαθεῖς μοναχοί. Ἔτσι
θά μπορέσουν νά φτάσουν στήν πνευματική καί τή θεωρητική προσευχή, ἂν
εἶναι θέλημα Θεοῦ. Δέν πρέπει νά μᾶς πιάσει ἀπελπισία ἐπειδή τόσο λίγοι
ἔχουν τό προνόμιο νά φτάσουν στή θεωρία, γιατί ὁ Θεός εἶναι ἀληθινός.
Ὅταν ὅμως ἐπιδιώκουμε νά ὁδηγηθοῦμε στήν ἁγία αὐτή προσευχή δέν πρέπει
νά εἴμαστε ὀκνηροί. Αὐτό σημαίνει πώς πρέπει μέ τή νοερά προσευχή ν'
ἀντιστεκόμαστε καί ν' ἀποκρούουμε τούς πονηρούς λογισμούς. Ἂν
ἀκολουθήσουμε τό δρόμο τῶν ἁγίων θ' ἀξιωθοῦμε νά' χουμε καί τόν κλῆρο
τους, ἔστω κι ἂν αὐτό δέ γίνει στήν πρόσκαιρη ζωή, ὅπως λέει ὁ ὅσιος
Ἰσαάκ καί πολλοί ἄλλοι ἅγιοι.» [16]
Πίσω ἀπό τόν μεγάλο ἀναβιωτή καί κοινοβιάρχη τοῦ μοναχισμοῦ τοῦ βορρᾶ ὅσιο Παΐσιο, κρύβεται ἡ ἡσυχαστική φυσιογνωμία τοῦ στάρετς Βασιλείου. Ὁ Παΐσιος, ἂν καί δέν ἔζησε πλησίον τοῦ Βασιλείου ὡς ὑποτακτικός, ἐν τούτοις θεωροῦμε βέβαιο ὅτι ἡ μεγάλη αὐτή μορφή ἐπηρέασε βαθύτατα τόν Ὅσιο στά πρῶτα του ἀσκητικά βήματα, κατά τό τοῦ γεροντικοῦ «ἀρκεῖ μοι μόνον τό βλέπειν σε, πάτερ» [17] καί τοῦ ἔδειξε ποιός εἶναι ὁ πραγματικός μοναχισμός καί ποιός ὁ ἀληθινός μοναχός. Ἡ ζωή τοῦ Ὁσίου στίς σκῆτες τῶν ὀρέων Μπουζάου καί ἡ συναναστροφή του μέ τούς μαθητές τοῦ «κοινοῦ ὅλων διδασκάλου», τόν μύησε στήν ζωή τῆς ἡσυχίας καί τοῦ ἔδωσε τά ἀπαραίτητα ἐφόδια Ὀρθοδοξίας, οὕτως ὥστε νά ἀνοιχθῆ ἀργότερα, ἀπλανῶς, στό πέλαγος τῆς ἡσυχίας καί τῆς ἐρημικῆς ζωῆς.-
Πίσω ἀπό τόν μεγάλο ἀναβιωτή καί κοινοβιάρχη τοῦ μοναχισμοῦ τοῦ βορρᾶ ὅσιο Παΐσιο, κρύβεται ἡ ἡσυχαστική φυσιογνωμία τοῦ στάρετς Βασιλείου. Ὁ Παΐσιος, ἂν καί δέν ἔζησε πλησίον τοῦ Βασιλείου ὡς ὑποτακτικός, ἐν τούτοις θεωροῦμε βέβαιο ὅτι ἡ μεγάλη αὐτή μορφή ἐπηρέασε βαθύτατα τόν Ὅσιο στά πρῶτα του ἀσκητικά βήματα, κατά τό τοῦ γεροντικοῦ «ἀρκεῖ μοι μόνον τό βλέπειν σε, πάτερ» [17] καί τοῦ ἔδειξε ποιός εἶναι ὁ πραγματικός μοναχισμός καί ποιός ὁ ἀληθινός μοναχός. Ἡ ζωή τοῦ Ὁσίου στίς σκῆτες τῶν ὀρέων Μπουζάου καί ἡ συναναστροφή του μέ τούς μαθητές τοῦ «κοινοῦ ὅλων διδασκάλου», τόν μύησε στήν ζωή τῆς ἡσυχίας καί τοῦ ἔδωσε τά ἀπαραίτητα ἐφόδια Ὀρθοδοξίας, οὕτως ὥστε νά ἀνοιχθῆ ἀργότερα, ἀπλανῶς, στό πέλαγος τῆς ἡσυχίας καί τῆς ἐρημικῆς ζωῆς.-
Π.Δ.
Ὑποσημειώσεις
[1]
Ὁ ὅρος στάρετς (ρωσ. стaрец, ρουμ. stareț) ἐπικράτησε ἔντονα μέσα στόν
ρωσικό μοναχισμό ἀπό τίς ἀρχές τοῦ 18ου αἰώνα, σημαίνοντας τόν γέροντα
πνευματικό ὁδηγό καί διδάσκαλο τῆς νοερᾶς προσευχῆς τοῦ Ἰησοῦ. (εἰς «Ὁ
Ὅσιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκι», Ἀ. Ταχιάου, σελ. 157, ὑποσ. 62). Ὁ
ἀντίστοιχος ὅρος στόν Αἰγυπτιακό καί Συριακό μοναχισμό εἶναι "Ἀββᾶ". Ὁ
ὅρος πέρασε καί στόν λατινόφωνο μοναχισμό ὡς "abbot", ἐξ οὗ καί οἱ μονές
τους ὀνομάζονται "ἀββαΐα". Στόν ἑλληνόφωνο μοναχισμό πολλές φορές
χρησιμοποιεῖται ὁ ἑλληνοποιημένος ὅρος "ἀββᾶς" ἀντί τοῦ "γέροντας".
[2] Στό ἔργο τοῦ «Patericul Românesc», σελ. 268 -274, Ἔκδοσις Ἱ.Μ.Σιχαστρία.
[3]
Ὅσιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκυ (1722-1794): Ἡ μεγαλύτερη μορφή τοῦ
σλαβονικοῦ καί βλαχικοῦ μοναχισμοῦ τοῦ 18ου αἰῶνος, ἀλλά καί μία ἀπό τίς
διαπρεπέστερες ἐν γένει φυσιογνωμίες τοῦ μοναχισμοῦ τοῦ Βορά. Σύγχρονος
τῶν ἁγίων Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου καί Μακαρίου Νοταρᾶ, μέ τόν ὁποῖον
εἶχε σχέση. Τέλεσε τό ἀντίστοιχο ἔργο τῶν φιλοκαλικῶν πατέρων στόν
σλαβικό κόσμο, μεταφράζοντας πατερικά κείμενα ἀπό τήν ἑλληνική στήν
σλαβονική. Εἶναι ἕνας νέος "φωτιστής τῶν Σλάβων" καί ἀναβιωτής τοῦ
ἡσυχαστικοῦ μοναχισμοῦ. Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται στίς 15 Νοεμβρίου.
[4]
«Αὐτός (ὁ Βασίλειος), ἀφοῦ ἔζησε ἀρκετό χρόνο ἐπίσης στή Ρωσία καί στά
ὄρη Μοσένσκι καί σέ ἄλλα ἐρημητήρια μέ μεγάλους ζηλωτές τοῦ μοναχικοῦ
βίου, ἦρθε τελικά νά ζήσει στή θεοφύλακτο γῆ τῆς Βλαχίας μαζί μέ τόν
μαθητή του, τόν τιμιότατο ἱερομόναχο γέροντα Μιχαήλ.»• εἰς «Ὁ Ὅσιος
Παΐσιος Βελιτσκόφσκι», Ἀ. Ἀ. Ταχιάου, University studio press, σελ. 157.
[5]
«Αὐτός ἀπό τήν παιδική του ἡλικία ἦταν μαθητής τοῦ τιμιωτάτου γέροντα
μεγαλόσχημου ἱερομονάχου πατρός Στεφάνου, ὁ ὁποῖος εἶχε ζήσει πολλά
χρόνια στήν ἔρημο, στήν περιοχή τοῦ Τσερνίγοβ. Ὅταν ἀπαγορεύθηκε στή
Ρωσία νά ζοῦν οἱ μοναχοί στίς ἐρήμους, τότε μαζί μέ τόν γέροντα στάρετς
Βασίλειο, τόν μεγαλόσχημο ἱερομόναχο καί μέ τούς ὑπόλοιπους ζηλωτές
ἦλθαν στή χώρα τῆς Οὐγγροβλαχίας, καί ἐγκαταστάθηκαν σέ μιά σκήτη πού
λεγόταν Βάλεα Στιόπουλουη, ὅπου καί τελεύτησε τή ζωή του.»• ὅ.π., σελ.
173.
[6]
«Κατά τή διαμονή μου στή Σπηλαιωτική Λαύρα τοῦ Κιέβου εἶχα πολλή ψυχική
ὠφέλεια, διότι εἶδα ἐκεῖ ἀπό τούς ἁγίους πατέρες ἐκείνους τούς μεγάλους
ἀσκητές, ἀπό τούς ὁποίους πρῶτος ἦταν ...ὁ μεγαλόσχημος ἱερομόναχος
πατήρ Ἰωάννης, ὁ ἐπιλεγόμενος Κμήτα... Αὐτός ζοῦσε ἐπί τρία χρόνια στήν
ἔρημο μαζί μέ τόν ἀείμνηστο, μακαρίας λήξης κοινό γέροντα ὅλων μας
Βασίλειο, προτοῦ ἀκόμη ὁ τελευταῖος ἔρθει στήν οὐγγροβλαχική χώρα.»•
ὅ.π., σελ. 132.
[7] Ἡσυχαστική περιοχή στά κεντρικά τῆς ἀθωνικῆς χερσονήσου, πλησίον τῶν Καρεῶν.
[8] εἰς «Ὁ ὅσιος Παΐσιος», Ἀ. Ταχιάου, σελ. 156-157.
[9] εἰς «Ὁ ὅσιος Παΐσιος», Ἀ. Ταχιάου, σελ. 158
[10]
Ὁ Ἀ. Ταχιάος ὑποθέτει ὅτι ἡ ἐπίσκεψη αὐτή στόν Ἄθωνα ἔγινε μέ ἀφορμή
τήν συγγραφή τοῦ κειμένου τοῦ στάρετς Βασιλείου «Περί τῆς ἀπηγορευμένης
εἰς τούς μοναχούς κρεοφαγίας»• (βλ. εἰς «Ὁ Παΐσιος Βελιτσκόφσκι καί ἡ
Ἀσκητοφιλολογική σχολή του», Ἀ. Ἀ. Ταχιάου, Institute for Balkan
Studies, 73, σελ.33-34).
[11] εἰς «Ὁ ὅσιος Παΐσιος», Ἀ. Ταχιάου, σελ. 190, ὑποσημ. 10.
Ὁ
Ἀ. Ταχιάος συμπεραίνει ὅτι: «Ἀπό τήν πολύ ἐνδιαφέρουσα αὐτή πληροφορία
προκύπτει ὅτι ὁ Παΐσιος δέχθηκε τό μέγα σχῆμα τό 1750». Στό σημεῖο αὐτό
ὑπάρχει μιά ἀσάφεια καθώς ἡ φράση, «νά τοῦ φορέσει τόν μανδύα» σύμφωνα
μέ τήν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Εὐσταθίου Θεσσαλονίκης μᾶς παραπέμπει στόν
μεσαῖο βαθμό τοῦ μοναχικοῦ σχήματος, τόν μανδυώτη, ἤτοι τόν σήμερα
καλούμενο μικροσχημο-σταυροφόρο μοναχό. Ὁ δέ ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης
θεωρεῖ τόν μανδύα τό τελειωτικό ἔνδυμα τοῦ μεγαλοσχήμου. (βλ. εἰς
Πηδάλιον, σελ. 262).
Στό
νεώτερο ἔργο τοῦ καθηγητῆ Ἀ. Ταχιάου «Ὁ ὅσιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκι»,
βλέπουμε ἀναθεώρηση τῆς προηγούμενής του θέσεως, καθώς στό ἔργο του «Ὁ
Παΐσιος Βελιτσκόφσκι καί ἡ Ἀσκητοφιλολογική σχολή του» ἀναφέρει τά ἑξῆς:
«Πρό τῆς ἐπανόδου του εἰς τήν Βλαχίαν ὁ Βασίλειος ἔδωσεν εἰς τόν
Βελιτσκόφσκι τό μικρόν μοναχικόν σχῆμα, ὀνομάσας αὐτόν κατά τήν κουράν
Παΐσιον.» (σελ. 33 ). Ὁ καθηγητής στό νεότερο ἔργο του, ἀναφέρει ρωσική
βιβλιογραφία ἐπί τοῦ θέματος, στήν ὁποία ἴσως στηρίζεται ἡ ἀναθεώρησή
του. Ἐμεῖς, δυστυχῶς, μή γνωρίζοντες τήν ρωσικήν, δέν ἔχουμε πρόσβαση σέ
αὐτήν.
[12]
Ὁ Κωνσταντῖνος Μαυροκορδάτος (1711 - 1769) ἦταν Φαναριώτης ἡγεμόνας τῆς
Βλαχίας καί τῆς Μολδαβίας. Συνολικά ἀνέλαβε ἕξι φορές τήν ἡγεμονία τῆς
Βλαχίας καί τέσσερις φορές αὐτήν τῆς Μολδαβίας.
[13]
Σύμφωνα μέ τόν N. Popov, ὁ εἰς τόν ὅσιο Νεῖλο Σόρσκυ ἐπίλογος δέν εἶναι
ἔργο τοῦ στάρετς Βασιλείου, ὅπως πολλοί πιστεύουν, ἀλλά τοῦ μαθητοῦ τοῦ
ὁσίου Νείλου, Ἰννοκεντίου• (βλ. εἰς «Ὁ Παΐσιος Βελιτσκόφσκι καί ἡ
Ἀσκητοφιλολογική σχολή του», σελ. 34, ὑποσ. 2).
[14]
Τό ἔργο φαίνεται νά ἀντεγράφη ἡ μετεφράσθη, «Ἐν ἔτει σωτηρίω
ἀωνγ΄(1853)». Βρίσκεται στόν κώδικα 848 τῆς μονῆς τοῦ Ἁγ. Παντελεήμονος
Ἁγίου Ὄρους, φ. 1-54.
[15] «Ὁ Παΐσιος Βελιτσκόφσκι καί ἡ Ἀσκητοφιλολογική σχολή του», Ἀ. Ταχιάου, σελ. 115.
[16] εἰς «Τό εἰλητάριο», Φιλοκαλία τῶν Ρώσων Νηπτικῶν Δ΄, Π. Μπότση, σελ. 147.
[17] εἰς «Ἀποφθέγματα Γερόντων», ΕΠΕ - Φιλοκαλία τῶν Νηπτικῶν καί Ἀσκητικῶν 1, σελ. 60, ὑπ. 2
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου