Μια σημαντική παράμετρος για τα διοικητικά των μητροπόλεων ,ο
παραλογισμός των προϋπολογισθέντων ,
οι παράλογες απαιτήσεις των επισκόπων που είναι στην
κοσμαρά τους και η πραγματικότητα λογο κρίσης, των παγκαριών!
Παρά
τις μειωμένες δωρεές πιστών και τα έσοδα από τα παγκάρια, που έχουν
αποτέλεσμα πολλές ενορίες να αδυνατούν να καλύψουν ακόμα και βασικές
ανάγκες, εφημέριοι καταγγέλλουν ότι πρέπει να δώσουν εισφορές βάση τα
προϋπολογισθέντα και όχι τα καθαρά ποσά.
Η
άσχημη οικονομική κατάσταση που έχει διαμορφωθεί τα τελευταία επτά
χρόνια στη χώρα έχει επηρεάσει σε πολύ μεγάλο βαθμό τις δωρεές των
πιστών και τα έσοδα από τα παγκάρια. Η «Ορθόδοξη Αλήθεια» προβάλλει
ένα πολύ σοβαρό ζήτημα, που αφορά όλους τους ναούς και τις Μητροπόλεις
της χώρας. Αφορμή ήταν οι πολλές καταγγελίες που δέχτηκε το τελευταίο
διάστημα η εφημερίδα από εφημερίους και προϊσταμένους ναών της Ελλάδας.
Το ζήτημα που έθεσαν σχετίζεται με το ποσοστό των εισφορών που πρέπει
κάθε ενορία να αποδίδει από τα έσοδα τα οποία προέρχονται από τις εν
λόγω δωρεές και τον οβολό των πιστών.
Οι
καταγγελίες αφορούσαν συγκεκριμένα τον κανονισμό 8/1979, ο οποίος
καθορίζει τα εν λόγω ζητήματα και δεν μπορεί να εφαρμοστεί, όπως
τόνισαν, βάσει των τωρινών οικονομικών δεδομένων και συγκυριών.
Τι
ακριβώς αναφέρει όμως αυτός, και κυρίως το επίμαχο άρθρο 6; Οτι για την
εκάστοτε Μητρόπολη, το μητροπολιτικό γραφείο και τη μισθοδοσία του
προσωπικού της (εδάφιο γ΄), καθώς και για την ανοικοδόμησή της ή τις
αποσβέσεις και τη συντήρηση του μητροπολιτικού κτιρίου και τη μισθοδοσία
του προσωπικού -μέχρι 2%- (εδάφιο δ΄) θα αποδίδονται εισφορές βάσει των
προϋπολογισθέντων εσόδων και όχι των ετήσιων ακαθάριστων εισπράξεων των
ναών.
Όπως
αντιλαμβάνεται ο οποιοσδήποτε, το παραπάνω σημαίνει ότι οι ενορίες
πρέπει να αποδίδουν εισφορές βάσει των προϋπολογισθέντων ποσών και όχι
με βάση τα «πραγματικά» ποσά, τα οποία μπορεί λόγω κρίσης να είναι
ελάχιστα ή να επαρκούν μόνο για τις ανάγκες του ναού (ΔΕΗ κ.ά.). Στις
καταγγελίες ετέθη, μάλιστα, το ερώτημα αν υφίσταται θέμα
συνταγματικότητας, αφού παραβιάζεται, όπως ειπώθηκε, η αρχή της
αναλογικότητας. Για παράδειγμα, αν ένας ναός δεν έχει όντως ακαθάριστες
εισπράξεις, δύναται το Μητροπολιτικό Συμβούλιο να του ζητά εισφορές επί
τη βάσει του προϋπολογισμού του, τον οποίο πολλές φορές διορθώνει προς
τα άνω το Μητροπολιτικό Συμβούλιο ή και ο πρωτοσύγκελος μιας
Μητροπόλεως;
Θα
πρέπει να σημειωθεί ότι οι κανονισμοί εκδίδονται από τα διοικητικά
όργανα της Εκκλησίας, δυνάμει εξουσιοδοτικών διατάξεων που προβλέπονται
κάθε φορά από τον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος. Στο
«επίμαχο» άρθρο 6 του κανονισμού 8/1979, που έχει τον τίτλο «Διάθεση
πόρων ενοριακών Ιερών Ναών», προβλέπεται ότι οι πόροι των ενοριακών ναών
διατίθενται προς καταβολή των εισφορών, σύμφωνα με όσα ορίζονται από
κανονισμούς της Εκκλησίας και τους νόμους του κράτους.
Κατά
κύριο λόγο οι πάσης φύσεως εισφορές υπολογίζονται επί των ετήσιων
ακαθάριστων εισπράξεων των ναών. Οι καταβολές των εισφορών των ναών
γίνονται: α) υπέρ του Δημοσίου, β) υπέρ του Μητροπολιτικού Γραφείου, γ)
υπέρ ανοικοδομήσεως ή συντηρήσεως του μητροπολιτικού οικήματος και
μισθοδοσίας του υπηρετικού προσωπικού του, δ) υπέρ Αποστολικής
Διακονίας, ε) υπέρ Συνοδικού Μεγάρου, στ) υπέρ μισθοδοσίας του
προσωπικού του ναού, ζ) υπέρ συντηρήσεως φιλανθρωπικών ή άλλων ευαγών
ιδρυμάτων της Μητροπόλεως, η) υπέρ Ραδιοφωνικού Σταθμού της Εκκλησίας
της Ελλάδος, θ) υπέρ εξόδων κίνησης μητροπολιτικού αυτοκινήτου κ.λπ.
Εξαίρεση
από τη γενική ρύθμιση αναφορικά με τον τρόπο υπολογισμού των εισφορών
με βάση τις ετήσιες ακαθάριστες εισπράξεις των ναών προβλέπεται για τα
έσοδα του ναού από δίσκους, από το παγκάρι που βρίσκεται στην είσοδο του
ναού, καθώς και για τις εισπράξεις από εράνους. Στην περίπτωση αυτή ο
κανονισμός προβλέπει ότι οι καταβολές πραγματοποιούνται με βάση τους
εγκεκριμένους ετήσιους προϋπολογισμούς.
Σε δύσκολη θέση
Αυτή
ακριβώς η πρόβλεψη είναι δυνατό να προκαλέσει αρκετά πρακτικά ζητήματα,
φέρνοντας σε δύσκολη θέση τα Εκκλησιαστικά Συμβούλια των ενοριών, που
αδυνατούν να ανταποκριθούν οικονομικά στις προκύπτουσες υποχρεώσεις λόγω
μεταβολής των οικονομικών συνθηκών διαμέσου της χρονιάς, που οδηγεί σε
προφανή αναντιστοιχία των αναγραφομένων στους προϋπολογισμούς με τα
πραγματικά εισπραχθέντα.
Περαιτέρω,
ως γνωστόν, οι προϋπολογισμοί των ιερών ναών, όταν κατατίθενται προς
έγκριση στη Μητρόπολη, πολλές φορές διορθώνονται «υπηρεσιακώς» προς τα
πάνω μέσω αύξησης των προβλεπόμενων εσόδων, που κατά κύριο λόγο
προέρχονται από το παγκάρι και τους δίσκους. Αντιλαμβάνεται κανείς την
προφανή αδυναμία που αυτό προκαλεί στην προσπάθεια του Εκκλησιαστικού
Συμβουλίου να επιδείξει συνέπεια στην καταβολή των εισφορών του ιερού
ναού, οι οποίες υπολογίζονται σύμφωνα με τα προϋπολογισθέντα έσοδα.
ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΣΕ ΜΕΓΑΛΕΣ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ
Η
πραγματικότητα όμως είναι τελείως και δραματικώς διαφορετική. Οι πιστοί
ρίχνουν στον δίσκο και στο παγκάρι σταδιακά όλο και λιγότερα κέρματα,
με αποτέλεσμα ακόμη και σε κεντρικούς ναούς των μεγάλων πόλεων τα
πραγματικά έσοδα να υπολείπονται κατά πολύ από τα υπό άλλες συνθήκες και
με άνωθεν διορθώσεις προϋπολογισθέντα. Πολλές φορές, μάλιστα,
παρατηρείται και αδυναμία των συμβουλίων να ανταποκριθούν στις τρέχουσες
δαπάνες συντήρησης και λειτουργίας των ναών και να προτάσσουν την
εξόφληση των υψηλών εισφορών από τον φόβο των συνεπειών. Επομένως,
προκύπτει άμεση ανάγκη να επανεξετάσει η Ιεραρχία της Εκκλησίας την ως
άνω ρύθμιση και να προβεί σε τροποποίησή της και προσαρμογή στα δεδομένα
της εποχή μας. Ετσι, οι πάσης φύσεως εισφορές των ναών καλό θα ήταν να
υπολογίζονται επί των πραγματικών καθαρών εσόδων τους, αφού, δηλαδή,
προηγουμένως έχουν καλύψει τις λειτουργικές δαπάνες τους.
Τι Αναφερει ο κανονισμός
Τι
λέει ο κανονισμός 8/1979 «Περί Ιερών Ναών και Ενοριών» (ΦΕΚ Α΄
1/5.1.1980) άρθρο 6 («Διάθεσις Πόρων Ενοριακών Ιερών Ναών») εδάφιο 1:
«1)
Οι κατά το προηγούμενον άρθρον του παρόντος προβλεπόμενοι πόροι των
Ενοριακών Ναών διατίθενται προς καταβολήν των υπό των Κανονισμών και
Νόμων προβλεπομένων εισφορών, βάσει των ετησίων ακαθάριστων εισπράξεων
των Ναών, πλην των εδαφίων γ΄ και δ΄, υπέρ των οποίων αι καταβολαί
πραγματοποιούνται βάσει των εγκεκριμένων ετησίων προϋπολογισμών τούτων,
ήτοι:
α) Υπέρ δημοσίου προς κάλυψιν της δαπάνης μισθοδοσίας των εφημερίων.
β) Υπέρ ΤΑΚΕ, ως υπό Νόμων ορίζεται.
γ) Υπέρ Μητροπολιτικού Γραφείου και της μισθοδοσίας του προσωπικού αυτού, ως υπό Νόμων ορίζεται.
δ)
Υπέρ ανοικοδομήσεως, αποσβέσεως βαρών ή συντηρήσεως Μητροπολιτικού
Οικήματος και μισθοδοσίας του υπηρεσιακού προσωπικού αυτού μέχρι 2%.
ε) Υπέρ Αποστολικής Διακονίας, ως υπό Νόμων ορίζεται.
στ) Υπέρ Συνοδικού Μεγάρου 0,5%.
ζ) Υπέρ μισθοδοσίας του τακτικού και εκτάκτου προσωπικού του Ιερού Ναού.
η) Υπέρ συντηρήσεως και λοιπών δαπανών του Ναού.
θ)
Υπέρ συντηρήσεως ευαγών ή άλλων φιλανθρωπικών Ιδρυμάτων της
Μητροπόλεως, Εκκλησιαστικών εν γένει ή φιλανθρωπικών και εθνικών σκοπών,
μετά σύμφωνον γνώμην του οικείου Μητροπολίτου.
ι) Υπέρ προμηθείας, συντηρήσεως και εξόδων κινήσεως μητροπολιτικού αυτοκινήτου.
ια) Υπέρ Νοσηλευτικού Ιδρύματος Εκκλησίας 0,5%.
ιβ) Υπέρ των εν γένει πνευματικών και ιεραποστολικών σκοπών της Ιεράς Μητροπόλεως».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου