Δευτέρα 24 Απριλίου 2017

Ο Άγιος Νεομάρτυς Νικόλαος




Ο Άγιος Νεομάρτυς Νικόλαος [Μαγνησία Μ. Ασίας 24 Απριλίου 1796]

από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου, δάσκαλο
Ο ΓΙΟΣ ΤΟΥ ΕΠΙΣΤΑΤΗ: Ο άγιος ζούσε στην περιοχή της Μαγνησίας μαζί με τον πατέρα του, τον Χατζη- Κανέλλο, ο οποίος ήταν γενικός επιστάτης στα κτήματα, στα κοπάδια και γενικότερα στην περιουσία ενός σπουδαίου και μεγάλου αγά, του Καρά Οσουμάνογλου, στο χωριό Γιαγιά Κιόι. Λόγω της θέσης του ο πατέρας του αγίου ήταν γνωστός σε όλους τους Τούρκους της περιοχής, σημαντικούς και ασήμαντους, μάλιστα είχε θάρρος μαζί τους και εκείνοι τον είχαν σε μεγάλη εκτίμηση.
ΑΡΡΑΒΩΝ: Ενώ λοιπόν ζούσε μαζί με τον πατέρα του στην υπηρεσία εκείνου του αγά, αρραβωνιάστηκε, με την άδεια του πατέρα του, μια σεμνή και ενάρετη νέα, με την οποία σχεδίαζε να στεφανωθεί την Κυριακή του Θωμά του 1796. Ο Νικόλαος ήταν τότε είκοσι δύο ετών.
ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΣΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΔΕΙΕΣ ΓΑΜΟΥ: Επειδή έπρεπε να βγάλει τις άδειες, πήγε στην πόλη της Μαγνησίας [στην Τουρκική γλώσσα, Manisa], με την άδεια πάντα του πατέρα του και του αγά, τον οποίο υπηρετούσαν. Πηγαίνοντας στη Μαγνησία φορούσε τούρκικα παπούτσια και κόκκινο φέσι, ξεθαρρεύοντας λόγω της υπηρεσίας του στον αγά, πράγμα που απαγορευόταν όμως στους Ρωμιούς και γενικότερα στους χριστιανούς, οι οποίοι υποχρεώνονταν τότε να φορούν άσπρο κάλυμμα κεφαλής.

ΣΥΛΛΗΨΗ: Όταν τον είδαν οι υπηρέτες του Μουσελίμη, του ανώτατου αξιωματούχου της πόλης, ντυμένο έτσι, μολονότι γνώριζαν σε ποιου σπουδαίου αγά την υπηρεσία ήταν και γνώριζαν επίσης και τον πατέρα του, χωρίς να διστάσουν καθόλου τον έπιασαν και τον έφεραν στον αφέντη τους. Ο μουσελίμης έκανε πως δεν τον γνωρίζει και του είπε με πονηριά: “Η ενδυμασία σου είναι τούρκικη και δεν επιτρέπεται να την φοράει άνθρωπος άλλης πίστεως. Εκτός αν κατάλαβες πως η πίστη μας είναι αληθινή και ήρθες έτσι ντυμένος για να γίνεις Τούρκος”. Ο Νικόλαος κατάλαβε την πανουργία του μουσελίμη και χωρίς να δειλιάσει διόλου, με γενναιότητα του απάντησε: “Εγώ αυτά τα ρούχα τα φορώ με τη δική σας άδεια αφού ο πατέρας μου είναι στην υπηρεσία σας”. Ήταν εξάλλου γνωστός και στον μουσελίμη. Μόλις τ’ άκουσε αυτά ο πασάς διέταξε τους υπηρέτες του να τον δείρουν λίγο, με ελαφρές ξυλιές, για να δείξει πως τον λυπάται, θέλοντας να τον ελκύσει στη θρησκεία του.
ΒΑΣΑΝΙΣΜΟΣ: Ο Νικόλαος, αντιλαμβανόμενος τα σχέδια του μουσελίμη, με τη σοφία που ο Χριστός δίνει σε όσους ομολογούν μπροστά στους τυράννους, έμεινε σταθερός στην πίστη του, δεχόμενος με ευχαρίστηση τους ραβδισμούς. Για δεύτερη φορά άρχισε ο πασάς με ήμερο τρόπο να τον παρακινεί να γίνει μουσουλμάνος, αν ήθελε να γλυτώσει τα βάσανα. Ο άγιος, αγωνιστής της αλήθειας, με μεγαλύτερη γενναιότητα του απάντησε: “Μάθε ότι εγώ δεν είναι δυνατόν να αρνηθώ την πίστη μου , όχι μόνο με ραβδισμούς αλλά ακόμη κι αν με θανατώσεις με επώδυνο θάνατο”. Τότε θύμωσε ο πασάς και πρόσταξε να τον δείρουν δυνατότερα. Έπειτα σκέφτηκε ότι ούτε έτσι θα μπορέσει να του αλλάξει τη γνώμη. Έβαλε κι άλλους ομοθρήσκους του να τον παρακινήσουν. Υποσχέθηκε πως αν αλλαξοπιστήσει θα του δώσει πολλά και μεγάλα αξιώματα, δώρα και τιμές, πράγματα ελκυστικά, ιδιαίτερα στους νέους. Ο γενναίος όμως μάρτυς του Χριστού δεν ελκύστηκε καθόλου από αυτά ούτε λυπήθηκε τη νεότητά του, ούτε σκέφτηκε πως θα στερηθεί τους γονείς του, τα αδέλφια του, πολύ δε περισσότερο την αρραβωνιαστικιά του. Αλλά σαν να μην ήταν χοϊκός άνθρωπος, σαν να βρισκόταν πάνω από τα υλικά πράγματα τα οποία και καταφρονούσε, φώναζε με μεγαλύτερη παρρησία: “Εγώ μπροστά στα μάτια μου έχω τον θάνατό μου και την πίστη μου δεν πρόκειται να την αρνηθώ με κανένα τρόπο”. Τότε για τρίτη φορά ο πασάς διέταξε να τον δείρουν με σκληρό τρόπο και πάλι συνέχισε να τον πιέζει, με όσους τρόπους ήξερε, για να αλλαξοπιστήσει. Όσο εκείνος προσπαθούσε, τόσο περισσότερο ο άγιος φώναζε με ανδρεία: “Το να αρνηθώ τον Χριστό μου είναι πράγμα αδύνατο”.
ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΑΝΩ ΜΟΝΕΣ: Τελικά βλέποντας ο πασάς τη σταθερότητα του μάρτυρα, διέταξε να τον χτυπήσουν σκληρότατα στην κοιλιά. Τον χτύπησαν τόσο που τον άφησαν μισοπεθαμένο. Έτσι αναίσθητο τον πέταξαν στη φυλακή. Μέσα στη φυλακή ευρισκόμενος ο μακάριος Νικόλαος, ευχαριστώντας ολόψυχα τον Κύριο, διότι αξιώθηκε να υποφέρει για το όνομά Του, μετά από τρεις ημέρες παρέδωσε την αγία του ψυχή στα χέρια του Θεού και έλαβε τον αμάραντο του μαρτυρίου και της αθλήσεως στέφανο.
Ζητών ο Nικόλαος ευρέσθαι γάμον,

Άφθαρτον εύρε διά πληγών εν πόλω”.

Δεν υπάρχουν σχόλια: