από τον
Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου, δάσκαλο, συγγραφέα
ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ –
ΕΞΙΣΛΑΜΙΣΜΟΣ: Όταν οι Οθωμανοί κατάφεραν να υποτάξουν,
έστω προσωρινά, τα Σφακιά, μετά από κάποια επαναστατική κίνηση των Κρητικών,
ανάμεσα στους σκλάβους που πήραν από την περιοχή ήταν κι ο μικρός Μανουήλ,
τέκνο μιας ευσεβούς χριστιανικής οικογένειας. Βλέποντάς τον έξυπνο και εργατικό,
κάποιοι Τουρκοκρητικοί του έκαναν περιτομή εξισλαμίζοντάς τον με τη βία.
ΜΕΤΑΝΟΙΑ
-ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ -ΑΤΥΧΗΣ ΓΑΜΟΣ: Αλλά ο ευλογημένος νέος
δεν αποδέχθηκε τον εξισλαμισμό του, έκανε τα αδύνατα δυνατά να φύγει από εκεί. Πραγματικά,
λίγα έτη αργότερα, κατάφερε να δραπετεύσει και να πάει στη Μύκονο. Εκεί εξομολογήθηκε,
έκανε τον κανόνα του, χρίσθηκε με το Άγιο Μύρο και ζούσε ως Χριστιανός
συμμετέχοντας στα Ιερά Μυστήρια. Όταν ενηλικιώθηκε, νυμφεύθηκε και απέκτησε σε
λίγα χρόνια έξι παιδιά. Κάποια μέρα αντελήφθη ότι η σύζυγός του τον απατούσε.
Ως θεοσεβής άνθρωπος, δεν την κακοποίησε ούτε ανέφερε σε κανέναν το γεγονός,
αλλά πήρε τα παιδιά του και έφυγε από το σπίτι της, νοικιάζοντας ένα άλλο, όπου
ζούσε ειρηνικά με τα παιδιά του. Ο σύγγαμπρος του, κατ΄άλλους ο αδελφός της συζύγου
του, άνθρωπος κακός, τον φοβέριζε συνέχεια πως θα του κάνει κακό, επειδή “περιφρόνησε”
την κουνιάδα [ή αδελφή] του.
Η ΣΥΛΛΗΨΗ ΤΟΥ:
Κάποια μέρα, κατέβαινε ο Μανουήλ από την Σάμο στη Μύκονο, μ’ ένα πλοίο
φορτωμένο ξυλεία. Συμπτωματικά, συναντάση πλέοντας ένα καράβι του καπουδάν πασά
που περιπολούσε στο Αιγαίο ελέγχοντας τα διερχόμενα πλοία, άλλωστε βρισκόμασταν
στην εποχή μετά τα Ορλωφικά και τις πρώτες επαναστατικές κινήσεις των Ελλήνων.
Διατάχθηκε λοιπόν να πλησιάσουν το πλοίο του για έλεγχο. Μέσα στο καράβι
βρισκόταν και ο σύγγαμπρός του [ή κουνιάδος του], ως υπηρέτης του αγά του
πλοίου. Αυτός, μόλις είδε τον Μανουήλ από μακριά, έτρεξε αμέσως και είπε στον
αγά ότι ο άνθρωπος αυτός που έρχεται τώρα με το φορτωμένο καΐκι, ήταν κάποτε
Τούρκος και τώρα ζει ως Χριστιανός. Αμέσως ο πασάς διέταξε να τον ανεβάσουν στο
πλοίο.
ΒΑΣΑΝΙΣΤΗΡΙΑ:
Όταν εμφανίστηκε ο άγιος μπροστά του, τον ρώτησε ο αγάς για την πίστη του και ο
άγιος του απάντησε: “Χριστιανός είμαι από την γέννησή μου”. “Κάποτε ήσουν
Χριστιανός”, του λέει τότε ο αγάς, “μα ύστερα έγινες τούρκος με την θέλησή σου.
Γι’ αυτό πρέπει πάλι να γυρίσεις ξανά στην πίστη μας, διότι, αν δεν δεχθείς, θα
σε βασανίσω άσπλαχνα μέχρι να ξεψυχήσεις.” Ο άγιος Μάρτυς του Θεού, χωρίς να
δειλιάσει διόλου του απάντησε: “Χριστιανός γεννήθηκα, Χριστιανός είμαι και Χριστιανός
θέλω ν’ αποθάνω”. Μόλις τ’ άκουσε αυτά ο αγάς τον παρέδωσε να τον βασανίσουν.
Για πολλές μέρες, μέχρι να φτάσουν στη Χίο, τον βασάνιζαν με μεγάλη σκληρότητα.
Στη Χίο βρισκόταν ο ναύαρχος με τον τουρκικό στόλο.
ΣΤΗ ΧΙΟ:
Σαν έφτασαν στη Χίο, ο άγιος παρακάλεσε ένα Υδραίο που υπηρετούσε στο πλοίο να
βγει έξω και να του φέρει ένα πνευματικό να εξομολογηθεί. Όμως κανένας
πνευματικός δεν τόλμησε να πάει για τον φόβο των Τούρκων. Μόνο κάποιος κρυφά
είπε στον Υδραίο να μεταφέρει στον άγιο κάποια λιγοστά πνευματικά ενθαρρυντικά
λόγια, τα οποία και του μετέφερε, και εμψυχώθηκε ο μάρτυς. “Κι εγώ αυτόν τον
σκοπό έχω”, είπε ο μάρτυς μόλις τ’ άκουσε , “τι να πεθάνω σήμερα τι αύριο. Ο
κόσμος είναι προσωρινός. Παρά να πεθάνω αύριο κολασμένος καλύτερα σήμερα για
την πίστη μου και να σώσω την ψυχή μου”. Ο αγάς τον παρέδωσε στον ναύαρχο
εξηγώντας του την υπόθεση. Μόλις παρουσιάστηκε μπροστά στον ναύαρχο τον ρώτησε
εκείνος αμέσως τι είναι και ο άγιος απάντησε Χριστιανός. Τότε διέταξε να τον
γυμνώσουν και, καθώς είδε με τα μάτια του την περιτομή, του είπε: “πώς λοιπόν
λες ότι είσαι Χριστιανός;” Ο μάρτυρας τότε του αποκρίθηκε: “Από τη γέννησή μου
Χριστιανός είμαι, όμως σκλαβώθηκα πολύ μικρός και με τούρκεψαν με τη βία, τώρα
όμως θέλω να είμαι Χριστιανός πάλι”. Ο ναύαρχος διέταξε να τον αποκεφαλίσουν
αμέσως. Ο άγιος τότε σηκώνοντας τα χέρια του και τα μάτια του στον ουρανό είπε
μεγαλόφωνα: “δόξα σοι ο Θεός”.
ΜΑΡΤΥΡΙΟ:
Τον πήραν τότε οι άνθρωποι του πασά και τον οδήγησαν λίγο πιο πέρα, στην Παλιά
Βρύση, όπου ο άγιος γονάτισε μόνος του και έσκυψε την κεφαλή του περιμένοντας
με έκδηλη χαρά τον θάνατο. Ο δήμιος όμως, μόλις σήκωσε το σπαθί, δείλιασε, το
πέταξε κάτω κι έφυγε. Έγινε τότε αναταραχή και φασαρία μεταξύ των Τούρκων. Ο
άγιος έμενε εκεί, γονατιστός, σκυμμένος και προσευχόμενος. Ένας από τους ναύτες
του πασά, πήρε την ... πρωτοβουλία κι άρπαξε το σπαθί αρχίζοντας να τον χτυπά
συνεχώς, μη μπορώντας ωστόσο να τον αποκεφαλίσει. Τον έριξε κάτω τότε
εξαγριωμένος και τον κατέσφαξε στο γόνατο, σαν το πρόβατο. Ήταν η 15η
Μαρτίου, ημέρα Δευτέρα και ώρα 4.00 μ.μ.
ΤΟ ΑΓΙΟ
ΛΕΙΨΑΝΟ: Όταν ο πασάς έμαθε τη μεγάλη χαρά των
Χριστιανών για την τελείωση του μάρτυρος και ότι συγκεντρώνουν χρήματα για να
εξαγοράσουν το λείψανο, διέταξε να το εξαφανίσουν. Σήκωσαν το τίμιο λείψανο και
την αγία κάρα του μάρτυρος και αφού τους έδεσαν μεγάλες πέτρες τα βύθισαν στη
θάλασσα με φωνές και αλαλαγμούς άγριας χαράς. Χειρόγραφο μαρτύριο του Αγίου,
βρίσκεται στη βιβλιοθήκη της Μονής Ξενοφώντος του Αγίου Όρους.
Πρόβατον ώσπερ σφαγιασθείς παμμάκαρ,
Mάνδρα
προσήχθης ω Mανουήλ τη άνω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου