Έκλεισα τα μάτια και
αφέθηκα στη βαθιά σιωπή του βουνού. Κέντρισα απαλά με τα σπιρούνια της
φαντασίας το ολόλευκο άτι της ελευθερίας και ξέφυγα πέρα από τις
σκιές, πάνω από τις φεγγαρολουσμένες μακρινές κορφές. Λυτρωμένος από κάθε
σκέψη, διαζευγμένος από κάθε πεζή έγνοια, ερωτευμένος με την απόλυτη ελευθερία,
μοναχικός και άναρχος, άγγιζα όσα μου δώριζε η νυχτιά και το βουνό. Με
μια αδιόρατη αφή ήρθα σε επαφή με την ομορφιά, την αγνότητα, αλλά και με τις
πληγές και τις μνήμες. Δρασκέλισα ξεχασμένα μονοπάτια, βράχηκα σε αφρισμένα
ποτάμια, ακούμπησα αποσταμένος σε ελατίσιους κορμούς, πέρασα από παλιά
πετρογέφυρα, ζύγωσα σε μισογκρεμισμένα χωριατόσπιτα της ξενιτιάς, κοντοστάθηκα
σε έρημα σχολειά δίχως παιδιά, άναψα ένα κερί στις άυλες μορφές των προγόνων,
άγγιξα κρυφά τα χρυσαφένια μαλλιά της νεράιδας της λίμνης, πήρα μια χαψιά
μπομπότα από τη στόφα της λησμονημένης γιαγιάς, ακολούθησα αόρατος την πομπή
των ανταρτών στον αυχένα του βουνού, στέγνωσα σε μια φωτιά στο ριζοσπήλι του Κατσαντώνη,
περπάτησα πλάι σε γκρεμούς με το φως της πυγολαμπίδας - κι έτσι ξαναβρήκα τους
δρόμους εκείνους που είχα χάσει, που είχα απαρνηθεί, που είχα λησμονήσει - κι
έτσι ξανασυνάντησα τις χαμένες μου μνήμες, τον τόπο μου…
Τετάρτη 29 Ιουλίου 2015
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
1 σχόλιο:
Το εργο της περιθαλψης των ξενων ειναι πολυ αποτελεσματικο! Ευγε!π
Δημοσίευση σχολίου