Στίχοι
(Χρήστος Μπάρμπας / Βασίλης Χατζηβασιλείου)
1.
Σαν σπουργίτης μπροστά στην πόρτα
χτυπάς και ο χρόνος παίρνει ρότα.
Σαν σπουργίτης κελαηδείς στο παραθύρι
πηδάς και γίνεσαι του ανέμου δίνη.
Να πετάξεις πιο μακριά είναι τ' όνειρό σου
εκεί που στήνουνε χορό, στον ερχομό σου.
Φτερουγίζεις πιο ψηλά, πάνω απ' το σπίτι,
πηδάς και φτάνεις σ' ουρανού γαλάζια κοίτη.
Γύπες κι όρνια στα γκρεμνά θα σου ορμήξουν,
πάρε ασπίδα σου το φως, μη σε φοβίσουν.
Σαν σπουργίτης κελαηδείς μπροστά στην πόρτα
χτυπάς και ο χρόνος παίρνει ρότα.
2.
Σαν σπουργίτης κελαηδείς κι ειν΄ η χαρά σου
ποτάμι που κυλά καθάριο στα όνειρα σου.
Να πετάξεις πιο μακριά κει είν' η καρδιά σου,
στο φως τ΄ ουρανού ψηλά, κει είν' η φωλιά σου.
Θάλασσες, βουνοκορφές, στοιχειά και μάγια
θ' ανοίξουν πόρτες να διαβείς δρόμους με βάγια.
Ρώτα ήλιους μυστικούς, δες, θα νικήσεις
ολάκερη τη γης μαθές θα την φωτίσεις.
Στου ανέμου το φτερό χρυσός να γίνεις
όνειρο μικρού πουλιού, να ξαναγίνεις.
Σαν σπουργίτης κελαηδείς και ειν΄ η χαρά σου
ποτάμι που κυλά καθάριο στα όνειρά σου.
3.
Σαν σπουργίτης κελαηδείς και σ' όποιον ξέρει
τραγούδι μυστικό σκορπάς, το φως να φέρει.
Κι ειν΄ ο δρόμος που άνοιξες, όλο σημάδια
να βρίσκουν οι περαστικοί κρήνες και χνάρια.
Έγινες αητός και πας πιο πέρα απ' όλους
μονάχος σου σεργιάνισες πληγές και πόθους.
Θύμησες αλλοτινές, αρχή του κόσμου
στου ουρανού την αγκαλιά βάλσαμο δώσ' μου.
Κι όμως από κει μακριά που ταξιδεύεις
μες στην καρδιά μου, εδώ, ζεις και νήμα υφαίνεις.
Να το πιάσω ν' ανεβώ, να ανοίξω πόρτα
λαλεί άλλος σπουργίτης ώρα, άκου τώρα...