- λευκή και παγωμένη κιμωλία,
λυμένα τα μαλλιά, χυμένα μέλη -
και μ’ έμπλεξαν σε ξένη ιστορία.
Μες τη σκηνή, σαν βρέφος, τον Ηλία
τον έχει φέρει μες το κείμενό της
τ’ αεικίνητο κορίτσι-μπαταρία
στο τωρινό της μνήμης θέατρό της.
Τη βλέπω, με το φως που όλο αλλάζει
στα πράσινα και τα χρυσαφικά της,
εικόνες απ’ το εξήντα να μοιράζει
απ’ την παλιά Αθηναίικη γειτονιά της
- τα ψηλοτάκουνα οδηγούν τα βήματά της
κι η μουσική τραβάει το θίασό της -
ν’ αποκαλύπτει στο κοινό τα μυστικά της
στο τωρινό της μνήμης θέατρό της.
Αναχωρούν και φεύγουν λυπημένοι
οι φίλοι, η οικογένεια, οι γνωστοί της
και γίνοντ’ άσπροι αγγέλοι αγαπημένοι,
μ’ ένα φτερό σαν μόνη θύμισή της,
με μια φουρκέτα, ένα μαντίλι στην ψυχή της,
για να ‘ρχονται μονάχα στ’ όνειρό της.
Μα πάλι τους καλεί με τη φωνή της
στο τωρινό της μνήμης θέατρό της.
Απόντες φίλοι, το κορίτσι-μπαταρία
σας κάλεσε, σ’ αυτό το σπαραγμό της,
απόψε για να πείτε μια ιστορία
στο τωρινό της μνήμης θέατρό της.
Όλια Λαζαρίδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου