Ποτέ
δέν είδα αυτόν τόν άνθρωπο, χωρίς νά σκιρτήσει η καρδιά μου. Στό δρόμο
περνώντας, βλέπεις χιλιάδες ανθρώπους καί λές: νεκροταφείο κινούμενο
είναι ο δρόμος. Όλοι τούτοι πέθαναν ή θά πεθάνουν. Σάν τά πρόβατα, σάν
τίς όρνιθες, καταχτυπούν μιά στιγμή τίς σκόνες καί τά πεζοδρόμια κι ύστερα θά χαθούν, σάν νά μήν υπήρξαν ποτέ τους.
Καί ξάφνου βλέπεις έναν καί τινάζεσαι χαρούμενος. Λές: τούτος δέν θά πεθάνει. Τούτος έχει ψυχή, πιάνει τήν ύλη καί τήν κάνει πνεύμα, τού δόθηκε μιά στάλα εφήμερη ζωή καί τήν κάνει αθανασία… τά μάτια του λάμπουν κι είναι τά χέρια του γεμάτα ανυπομονησία καί δύναμη.
Κι όταν τόν παρασφίξει η πίκρα, αρχινάει καί ψέλνει ένα τροπάρι: « Τή υπερμάχω στρατηγώ τά νικητήρια…» ή «Σιγησάτω πάσα σάρξ βροτεία…». Κι η πίκρα ξορκίζεται κι η γής μετατοπίζεται κι ο Κόντογλου, μέ τά σγουρά μαλλιά του, μέ τά μεγάλα του μάτια μπαίνει ολάκερος στόν παράδεισο.
(Γράφει ο Ν. Καζατζάκης αναφερόμενος στον Φώτη Κόντογλου)
Καί ξάφνου βλέπεις έναν καί τινάζεσαι χαρούμενος. Λές: τούτος δέν θά πεθάνει. Τούτος έχει ψυχή, πιάνει τήν ύλη καί τήν κάνει πνεύμα, τού δόθηκε μιά στάλα εφήμερη ζωή καί τήν κάνει αθανασία… τά μάτια του λάμπουν κι είναι τά χέρια του γεμάτα ανυπομονησία καί δύναμη.
Κι όταν τόν παρασφίξει η πίκρα, αρχινάει καί ψέλνει ένα τροπάρι: « Τή υπερμάχω στρατηγώ τά νικητήρια…» ή «Σιγησάτω πάσα σάρξ βροτεία…». Κι η πίκρα ξορκίζεται κι η γής μετατοπίζεται κι ο Κόντογλου, μέ τά σγουρά μαλλιά του, μέ τά μεγάλα του μάτια μπαίνει ολάκερος στόν παράδεισο.
(Γράφει ο Ν. Καζατζάκης αναφερόμενος στον Φώτη Κόντογλου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου