Ένα ντοκιμαντέρ του Γιάννη Λάμπρου
για τη λύρα, τη μουσική και τη ζωή.
Το έργο «Ρυθμοί Αιγαίου» είναι από μόνο του μια μνήμη, καθώς έχει καταγράψει και διατηρεί γεγονότα, που συμβαίνουν και που συμβάλλουν στη σταθερότητα του πολιτισμού, μέσα από τον ιδιαίτερο τρόπο, τους. Κάθε αποτύπωση έχει τη δική της αξία. Σημαντικοί παράγοντες, στην προσπάθεια της κινηματογραφικής καταγραφής, αποτέλεσαν η φύση και ο χρόνος, όπως εκφράζεται μέσα από τις εποχές και τα κοινωνικά τυπικά, καθώς και το πεδίο της έρευνας σαφώς οριοθετημένο εντός του Αιγαιακού χώρου. Βασικός κανόνας για την καταγραφή των γεγονότων ήταν ο εντοπισμός της αυθεντικότητας και της αναλλοίωτης πολιτισμικής φυσιογνωμίας. Μια πρόκληση, που είχαμε κάθε φορά να αντιμετωπίσουμε, ήταν ότι, ενώ ο κινηματογραφικός καμβάς είχε κάθε φορά το θέμα επάνω του, αυτό διαρκώς μεταβαλλόταν εξ’ αιτίας του απρόοπτου, δίνοντας όμως μοναδικότητα στην κάθε σκηνή, που έχει καταγραφεί στο έργο.
Αν υπάρχει ένα όργανο συνώνυμο της μουσικής, τότε σίγουρα αυτό είναι η λύρα. Ο μύθος θέλει τη λύρα να κατασκευάζεται από τους θεούς. Ο Ερμής, λέει, έφτιαξε την πρώτη λύρα από καύκαλο χελώνας και τη δώρησε στον αδελφό του, τον Απόλλωνα. Από τότε η λύρα συνδέθηκε με την ποίηση. Το παίξιμό της συνόδευε, από την αρχαιότητα, την απαγγελία στίχων. Μουσικό όργανο για ευωχία και ταυτόχρονα όργανο παιδείας και ιστορικής-πολιτικής συνείδησης, η λύρα έγινε συνονόματη, λοιπόν, από την αυγή του Ελληνισμού, με τη μουσική, την ποίηση, την παιδεία, με τις χαρές και τις λύπες, με την ίδια τη ζωή.
Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, ο ελληνικός πολιτισμός έχει διαβεί πολλάκις απ’ την Ανατολή στη Δύση τα, άλλοτε ήρεμα άλλοτε τρικυμισμένα, νερά του ελληνικού Αρχιπελάγους και της ιστορίας. Πάντοτε με τη συνοδεία της λύρας, που συνηχεί την ίδια την ψυχή του. Το Αιγαίο έγινε έτσι, εκτός από κοιτίδα του ελληνικού πολιτισμού, η θάλασσα, όπου η λύρα ακούγεται απ’ άκρη σ’ άκρη.
Από τις βόρειες παραλίες του Θρακικού πελάγους ίσαμε τα Δωδεκάνησσα και το Κρητικό πέλαγος, κι ακόμα μακρύτερα, από την Κωνσταντινούπολη μέχρι την Κύπρο, ο ήχος της λύρας ντύνει την ελληνική λαλιά σε στίχους δεκαπεντασύλλαβους μιας αρχαίας ποίησης αλλά και σε αυτοσχέδιες, καρδιακές μαντινάδες.
Ακολουθώντας αυτή τη διαδρομή, ο πρόωρα χαμένος σκηνοθέτης μας, ο Γιάννης Λάμπρου, έντυσε με τις δικές του ποιητικές εικόνες τους ήχους της θρακικής, της πολίτικης, της δωδεκανησιακής, της κρητικής λύρας, επιχειρώντας να ακούσει βαθύτερα τον ίδιο τον ήχο της ζωής, τους ήχους του πολιτισμού μας από τον Διγενή Ακρίτα μέχρι τον Ερωτόκριτο. Ήχοι καταγωγικοί και αρχέγονοι, δεμένοι με εικόνες του σήμερα, σε ένα ντοκιμαντέρ για τη μουσική, την Ελλάδα του 21ου αιώνα αλλά και για τη ζωή την ίδια, που κάθε μέρα αναμετριέται με το θάνατο, σαν τον αντρειωμένο του ακριτικού τραγουδιού, για να τον προσπεράσει, να τον χλευάσει, να τον νικήσει. Καθώς η μια γενιά ακολουθεί την άλλη, όπως οι δάσκαλοι παιδαγωγούν τους μαθητές τους στα μύχια της τέχνης και της ζωής, η λύρα διηγιέται με το τραγούδι της, άλλοτε θλιμμένο, άλλοτε χαρούμενο, άλλοτε διονυσιακό, άλλοτε επικό, άλλοτε λυρικό κι άλλοτε σκωπτικό, τον κύκλο της ζωής, που συνεχίζεται χιλιοτραγουδισμένη και πολυκύμαντη.
Ο μύθος λέει, ότι ο νέος λυράρης, που θέλει να μάθει τη λύρα, πρέπει να μαγευτεί. Νύχτα· πρέπει να βρεθεί σ’ ένα σταυροδρόμι· χαράζει γύρω του μια γύρα, έναν κύκλο, και αρχίζει να παίζει ό,τι έμαθε. Τότε Νεράιδες θα τον συναπαντήσουν, για να του πάρουν τη λαλιά, να τ’ αρπάξουν τη λύρα. Τέτοια είναι η δύναμη της μουσικής της. Όταν εκείνος τους αντισταθεί ολονυχτίς, θα του χαρίσουν, την αυγή, τη σπάνια τέχνη κι εκείνος να μαγεύει με τις δοξαριές του.
Ο Γιάννης Λάμπρου και οι συνεργάτες του στη ταινία αυτή, συναντούν μερικούς από τους μύστες αυτής της μουσικής. Ο Γιάννης Στρίκος, στη Θράκη· ο Αντώνης Ζωγραφίδης, στην Έλυμπο της Καρπάθου· ο Γιάννης Βάρδας στα βουνά του Λασιθιού· ο Ψαραντώνης στον Ψηλορείτη· ο Βασίλης Σκουλάς και ο Γιώργης Σκουλάς στ’ Ανώγεια· ο Γιώργος Καλομοίρης, ο Στέλιος Πετράκης στο Βάι· ο Σάββας Περσελής στην Κάσο· ο δάσκαλος Δημήτρης Σγουρός· ο Γιάννης Κλαδάκης στη Ρόδο· ο Ρος Ντέιλι, ο Κρητικός από την Ιρλανδία· ο Σωκράτης Σινόπουλος με την πολίτικη λύρα του· ο Γιάννης Καλομοίρης, η Ειρήνη Νταγάκη και οι νέοι δεξιοτέχνες στο Φεστιβάλ Λύρας της Χάλκης· αφηγούνται από τραγούδι σε τραγούδι τη γέννηση, το θάνατο, τον έρωτα τον ίδιο.
Ο ποιητικός και, κάποτε, μαγικός λυρισμός στις εικόνες του Γιάννη Λάμπρου, ενός καταξιωμένου δεξιοτέχνη του ελληνικού ντοκιμαντέρ, συνάντησε, στην ταινία του αυτή, την ιστορία της λύρας, που είναι αυτή η ίδια η ιστορία της ζωής, της τέχνης, του πολιτισμού μας. Ήχοι και στίχοι, με θεία πράγματι προέλευση, βουτούν μεσ’ τις εικόνες του Αρχιπελάγους, του Αιγαίου, πότε στην ακύμαντη λιακάδα, πότε στην καταιγίδα, σ’ ένα ντοκιμαντέρ που φανερώνει όλες τις αγάπες του σκηνοθέτη: τη λαϊκή τέχνη, τον αρχέγονο πολιτισμό, τη φύση, τους ανθρώπους κυρίως.
Αυτοί οι άνθρωποι είναι οι αυθεντικές μορφές μιας Ελλάδας, που πολλές φορές την διατρέχουμε αδιάφοροι κι άλλες τόσες εκείνη μας χαρίζει τα δώρα του, κρυμμένου στα μάτια των βιαστικών, πολιτισμού της.
Στη φωτογραφία της ταινίας, ο Γιώργος Παπανικολάου καταγράφει αυτό το ταξίδι, μέσα στο φως μιας κινηματογράφησης, που ακουμπάει στην ποίηση και το λυρισμό του Λάμπρου. Η συνεργασία του Λάμπρου με τον μουσικό Παναγιώτη Βούζα πετυχαίνει, επιπλέον, τη συνομιλία της λύρας με τις αναζητήσεις της σύγχρονης μουσικής. Ο θεατής της ταινίας θα έχει την ευκαιρία να γευτεί πολλές αυθεντικές εκτελέσεις από τους δεξιοτέχνες λυράρηδες. Η δε καταγραφή, πέρα από το κινηματογραφικό και καλλιτεχνικό αποτέλεσμα ενός ντοκιμαντέρ, έχει τη δική της αξία, ως ντοκουμέντο, τη στιγμή μάλιστα που, εν τω μεταξύ, κάποιοι απ’ τους πρωταγωνιστές της έχουν φύγει απ’ τη ζωή.
Η εταιρεία «Αιγίς Φιλμ» καταθέτει μια ταινία που η αξία της είναι προστιθέμενη. Το ίδιο το έργο του, αείμνηστου, Γιάννη Λάμπρου είναι ένας στοχασμός πάνω στον πολιτισμό μας πολύτιμος. Ένας στοχασμός πάνω στο ανυπέρβλητο του θανάτου, στο χάσιμο του έρωτα, στη ζωή που νικά, στη μουσική που συγγενεύει τον άνθρωπο με τον Θεό. Πιστεύουμε ότι μιας τέτοιας εμβέλειας έργο αξίζει να παραδοθεί στις διαστάσεις που ο ίδιος ο Λάμπρου το ονειρεύτηκε και το σχεδίασε.
Το έργο «Ρυθμοί Αιγαίου» είναι από μόνο του μια μνήμη, καθώς έχει καταγράψει και διατηρεί γεγονότα, που συμβαίνουν και που συμβάλλουν στη σταθερότητα του πολιτισμού, μέσα από τον ιδιαίτερο τρόπο, τους. Κάθε αποτύπωση έχει τη δική της αξία. Σημαντικοί παράγοντες, στην προσπάθεια της κινηματογραφικής καταγραφής, αποτέλεσαν η φύση και ο χρόνος, όπως εκφράζεται μέσα από τις εποχές και τα κοινωνικά τυπικά, καθώς και το πεδίο της έρευνας σαφώς οριοθετημένο εντός του Αιγαιακού χώρου. Βασικός κανόνας για την καταγραφή των γεγονότων ήταν ο εντοπισμός της αυθεντικότητας και της αναλλοίωτης πολιτισμικής φυσιογνωμίας. Μια πρόκληση, που είχαμε κάθε φορά να αντιμετωπίσουμε, ήταν ότι, ενώ ο κινηματογραφικός καμβάς είχε κάθε φορά το θέμα επάνω του, αυτό διαρκώς μεταβαλλόταν εξ’ αιτίας του απρόοπτου, δίνοντας όμως μοναδικότητα στην κάθε σκηνή, που έχει καταγραφεί στο έργο.
«Για δώστε μου τη λύρα μου, το δόλιο μου δοξάρι, να θυμηθώ τσ’ αγάπης μου, σήμερο τηνε χάνω»
Στην
ταινία αυτή, ο Γιάννης Λάμπρου και οι συνεργάτες του ταξίδεψαν, μέσα
από την σειρά της ΕΤ3 “Οι λυράρηδες του Αιγαίου” και συνάντησαν μερικούς
από τους μάγους αυτής της μουσικής.Αν υπάρχει ένα όργανο συνώνυμο της μουσικής, τότε σίγουρα αυτό είναι η λύρα. Ο μύθος θέλει τη λύρα να κατασκευάζεται από τους θεούς. Ο Ερμής, λέει, έφτιαξε την πρώτη λύρα από καύκαλο χελώνας και τη δώρησε στον αδελφό του, τον Απόλλωνα. Από τότε η λύρα συνδέθηκε με την ποίηση. Το παίξιμό της συνόδευε, από την αρχαιότητα, την απαγγελία στίχων. Μουσικό όργανο για ευωχία και ταυτόχρονα όργανο παιδείας και ιστορικής-πολιτικής συνείδησης, η λύρα έγινε συνονόματη, λοιπόν, από την αυγή του Ελληνισμού, με τη μουσική, την ποίηση, την παιδεία, με τις χαρές και τις λύπες, με την ίδια τη ζωή.
Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, ο ελληνικός πολιτισμός έχει διαβεί πολλάκις απ’ την Ανατολή στη Δύση τα, άλλοτε ήρεμα άλλοτε τρικυμισμένα, νερά του ελληνικού Αρχιπελάγους και της ιστορίας. Πάντοτε με τη συνοδεία της λύρας, που συνηχεί την ίδια την ψυχή του. Το Αιγαίο έγινε έτσι, εκτός από κοιτίδα του ελληνικού πολιτισμού, η θάλασσα, όπου η λύρα ακούγεται απ’ άκρη σ’ άκρη.
Από τις βόρειες παραλίες του Θρακικού πελάγους ίσαμε τα Δωδεκάνησσα και το Κρητικό πέλαγος, κι ακόμα μακρύτερα, από την Κωνσταντινούπολη μέχρι την Κύπρο, ο ήχος της λύρας ντύνει την ελληνική λαλιά σε στίχους δεκαπεντασύλλαβους μιας αρχαίας ποίησης αλλά και σε αυτοσχέδιες, καρδιακές μαντινάδες.
Ακολουθώντας αυτή τη διαδρομή, ο πρόωρα χαμένος σκηνοθέτης μας, ο Γιάννης Λάμπρου, έντυσε με τις δικές του ποιητικές εικόνες τους ήχους της θρακικής, της πολίτικης, της δωδεκανησιακής, της κρητικής λύρας, επιχειρώντας να ακούσει βαθύτερα τον ίδιο τον ήχο της ζωής, τους ήχους του πολιτισμού μας από τον Διγενή Ακρίτα μέχρι τον Ερωτόκριτο. Ήχοι καταγωγικοί και αρχέγονοι, δεμένοι με εικόνες του σήμερα, σε ένα ντοκιμαντέρ για τη μουσική, την Ελλάδα του 21ου αιώνα αλλά και για τη ζωή την ίδια, που κάθε μέρα αναμετριέται με το θάνατο, σαν τον αντρειωμένο του ακριτικού τραγουδιού, για να τον προσπεράσει, να τον χλευάσει, να τον νικήσει. Καθώς η μια γενιά ακολουθεί την άλλη, όπως οι δάσκαλοι παιδαγωγούν τους μαθητές τους στα μύχια της τέχνης και της ζωής, η λύρα διηγιέται με το τραγούδι της, άλλοτε θλιμμένο, άλλοτε χαρούμενο, άλλοτε διονυσιακό, άλλοτε επικό, άλλοτε λυρικό κι άλλοτε σκωπτικό, τον κύκλο της ζωής, που συνεχίζεται χιλιοτραγουδισμένη και πολυκύμαντη.
Ο μύθος λέει, ότι ο νέος λυράρης, που θέλει να μάθει τη λύρα, πρέπει να μαγευτεί. Νύχτα· πρέπει να βρεθεί σ’ ένα σταυροδρόμι· χαράζει γύρω του μια γύρα, έναν κύκλο, και αρχίζει να παίζει ό,τι έμαθε. Τότε Νεράιδες θα τον συναπαντήσουν, για να του πάρουν τη λαλιά, να τ’ αρπάξουν τη λύρα. Τέτοια είναι η δύναμη της μουσικής της. Όταν εκείνος τους αντισταθεί ολονυχτίς, θα του χαρίσουν, την αυγή, τη σπάνια τέχνη κι εκείνος να μαγεύει με τις δοξαριές του.
Ο Γιάννης Λάμπρου και οι συνεργάτες του στη ταινία αυτή, συναντούν μερικούς από τους μύστες αυτής της μουσικής. Ο Γιάννης Στρίκος, στη Θράκη· ο Αντώνης Ζωγραφίδης, στην Έλυμπο της Καρπάθου· ο Γιάννης Βάρδας στα βουνά του Λασιθιού· ο Ψαραντώνης στον Ψηλορείτη· ο Βασίλης Σκουλάς και ο Γιώργης Σκουλάς στ’ Ανώγεια· ο Γιώργος Καλομοίρης, ο Στέλιος Πετράκης στο Βάι· ο Σάββας Περσελής στην Κάσο· ο δάσκαλος Δημήτρης Σγουρός· ο Γιάννης Κλαδάκης στη Ρόδο· ο Ρος Ντέιλι, ο Κρητικός από την Ιρλανδία· ο Σωκράτης Σινόπουλος με την πολίτικη λύρα του· ο Γιάννης Καλομοίρης, η Ειρήνη Νταγάκη και οι νέοι δεξιοτέχνες στο Φεστιβάλ Λύρας της Χάλκης· αφηγούνται από τραγούδι σε τραγούδι τη γέννηση, το θάνατο, τον έρωτα τον ίδιο.
Ο ποιητικός και, κάποτε, μαγικός λυρισμός στις εικόνες του Γιάννη Λάμπρου, ενός καταξιωμένου δεξιοτέχνη του ελληνικού ντοκιμαντέρ, συνάντησε, στην ταινία του αυτή, την ιστορία της λύρας, που είναι αυτή η ίδια η ιστορία της ζωής, της τέχνης, του πολιτισμού μας. Ήχοι και στίχοι, με θεία πράγματι προέλευση, βουτούν μεσ’ τις εικόνες του Αρχιπελάγους, του Αιγαίου, πότε στην ακύμαντη λιακάδα, πότε στην καταιγίδα, σ’ ένα ντοκιμαντέρ που φανερώνει όλες τις αγάπες του σκηνοθέτη: τη λαϊκή τέχνη, τον αρχέγονο πολιτισμό, τη φύση, τους ανθρώπους κυρίως.
Αυτοί οι άνθρωποι είναι οι αυθεντικές μορφές μιας Ελλάδας, που πολλές φορές την διατρέχουμε αδιάφοροι κι άλλες τόσες εκείνη μας χαρίζει τα δώρα του, κρυμμένου στα μάτια των βιαστικών, πολιτισμού της.
Στη φωτογραφία της ταινίας, ο Γιώργος Παπανικολάου καταγράφει αυτό το ταξίδι, μέσα στο φως μιας κινηματογράφησης, που ακουμπάει στην ποίηση και το λυρισμό του Λάμπρου. Η συνεργασία του Λάμπρου με τον μουσικό Παναγιώτη Βούζα πετυχαίνει, επιπλέον, τη συνομιλία της λύρας με τις αναζητήσεις της σύγχρονης μουσικής. Ο θεατής της ταινίας θα έχει την ευκαιρία να γευτεί πολλές αυθεντικές εκτελέσεις από τους δεξιοτέχνες λυράρηδες. Η δε καταγραφή, πέρα από το κινηματογραφικό και καλλιτεχνικό αποτέλεσμα ενός ντοκιμαντέρ, έχει τη δική της αξία, ως ντοκουμέντο, τη στιγμή μάλιστα που, εν τω μεταξύ, κάποιοι απ’ τους πρωταγωνιστές της έχουν φύγει απ’ τη ζωή.
Η εταιρεία «Αιγίς Φιλμ» καταθέτει μια ταινία που η αξία της είναι προστιθέμενη. Το ίδιο το έργο του, αείμνηστου, Γιάννη Λάμπρου είναι ένας στοχασμός πάνω στον πολιτισμό μας πολύτιμος. Ένας στοχασμός πάνω στο ανυπέρβλητο του θανάτου, στο χάσιμο του έρωτα, στη ζωή που νικά, στη μουσική που συγγενεύει τον άνθρωπο με τον Θεό. Πιστεύουμε ότι μιας τέτοιας εμβέλειας έργο αξίζει να παραδοθεί στις διαστάσεις που ο ίδιος ο Λάμπρου το ονειρεύτηκε και το σχεδίασε.
σκηνοθέτης-συγγραφέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου