Σάββατο 24 Μαΐου 2014

Ουνία -Ποιος ο αληθινός κίνδυνος;

Πρόσωπο και Προσωπείο
Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δ. Μεταλληνού


Βλέποντας κανείς τον σχετικά μικρό αριθμό των Ουνιτών στην Ελλάδα (συμποσούνται σε μερικές χιλιάδες) σχηματίζει την εντύπωση, ότι το έθνος δεν αντιμετωπίζει μεγάλο κίνδυνο από την Ουνία. Και αυτό είναι το επιχείρημα και των ίδιων των Ελλήνων Ουνιτών και των υποστηρικτών τους. Τα γεγονότα όμως στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης (Ουκρανία, Τσεχοσλοβακία, Ρουμανία) απέδειξαν, πόσο μεγάλη απειλή συνιστά και μόνη η παρουσία της Ουνίας και ως πού μπορεί να φθάσει. Εκ των πραγμάτων αποδεικνύεται, ότι και στη Χώρα μας ο κίνδυνος από την Ουνία είναι αντιστρόφως ανάλογος του αριθμού των μελών της.

Ερευνώντας την διαχρονική δράση της Ουνίας στην Ορθόδοξη ανατολή, δικαιώνουμε την Πατριαρχική Σύνοδο, η οποία το 1838 αποκαλούσε τους Ουνίτες «λύκους βαρείς, φθοροποιούς και ολέθριους, εν σχήματι προβάτων και κατασπαράττοντας αφειδώς και απολλύοντας ψυχικώς ταύτα, υπέρ ων Χριστός απέθανε». Πράγματι, έχουν διαπραχθεί δυστυχώς, πολλά φανερά και μυστικά, εις βάρος (και) του Ελληνισμού και γενικά της Ορθοδοξίας από το Ουνιτικό στοιχείο, στην τυφλή υποταγή και συνεργασία του με τον Παπισμό. Ενώ δε, λόγω της φαινομενικής ειρήνης στις σχέσεις Παπισμού και Ορθοδοξίας στα τελευταία χρόνια, πολλοί πίστευαν, ότι τα παραπάνω ήσαν απλώς θλιβερό παρελθόν, ήλθαν τα νέα εγκλήματα της Ουνίας στην ανατολική Ευρώπη και η ανθελληνική στάση του Βατικανού στο λεγόμενο «μακεδονικό», για να αποδείξουν, ότι τίποτε δεν έχει αλλάξει στις προθέσεις του Παπισμού έναντι της Ορθοδόξου ανατολής και τού Ελληνισμού. Η μεσαιωνική νοοτροπία του Βατικανού λειτουργεί και σήμερα, διότι ποτέ δεν έχει αλλάξει. Το Βατικανό λειτουργεί ως κοσμική δύναμη-κράτος. Ο επεκτατισμός ως αύξηση της επιρροής του συνιστά την μόνιμη και αμετακίνητη επιδίωξή του και σ’ αυτό επιμένει να χρησιμοποιεί την Ουνία, ως το πειθαρχικότερο όργανό του.

Η επικινδυνότητα της Ουνίας, και στο χώρο μας, γίνεται εμφανής σε διάφορες κατευθύνσεις:

α) Ο Ουνιτισμός γεννά πνεύμα και συνείδηση γενιτσαρισμού. Δημιουργεί σε κάθε γενιά γενιτσάρους, που είναι οι φοβερότεροι εχθροί των ομοεθνών τους, ικανοί πάντοτε για όλα. Στην μακρόσυρτη δουλεία του Γένους μας γενίτσαροι δεν ήταν μόνο οι εξισλαμιζόμενοι, οι ταυτιζόμενοι δηλαδή με τον εξ ανατολών κατακτητή (την Τουρκία), αλλά και οι λατινίζοντες, οι ταυτιζόμενοι με τον επικινδυνότερο ακόμη εχθρό του Γένους, τον Πάπα (τη Φραγκιά). Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, εκωδικοποίησε τη σχετική διδασκαλία των Αγίων μας (Μ. Φωτίου, Γρηγορίου Παλαμά, Μάρκου Ευγενικού κ. π. ά. ), ερμηνεύοντας και τη, δικαιολογημένη από την ιστορία, στάση των «ανθενωτικών», που, ανάμεσο στα δυο κακά, προτιμούσαν το μικρότερο, την οθωμανική κυριαρχία. Αισθανόμενοι ως γενίτσαροι της Φραγκιάς οι Ουνίτες, βρίσκονται σε πολύ δυσχερή θέση και είναι τραγικές υπάρξεις, ως προς αυτό, πράγματι! Διότι αισθάνονται ανέστιοι και απάτριδες, αφού ουσιαστικά δεν ανήκουν πουθενά, χρησιμοποιούμενοι ως όργανα θλιβερά στην εξυπηρέτηση και ενίσχυση αμειλίκτων εχθρών του γένους τους. Αυτό μού δήλωνε, άλλωστε, με δάκρυα πρόσφατα ένας Έλληνας Ουνίτης. Το γενιτσαρικό όμως φρόνημά τους συνιστά και την επικινδυνότητά τους για το γένος τους. Διότι ανά πάσαν στιγμή είναι πρόθυμοι ή έστω αναγκασμένοι να συμπράξουν σε κάθε επιβουλή της Ελλάδος. Και ας ισχυρίζονται, ότι αισθάνονται ως Έλληνες. Αυτό ισχυρίζονταν και οι «λατινόφρονες» και οι «γενίτσαροι» της Τουρκιάς και ξέρουμε σήμερα, αν έλεγαν την αλήθεια.

Το παπικό στοιχείο, με το οποίο συμπορεύονται αναντίρρητα οι Έλληνες, ουδέποτε υπήρξε φιλικό προς τον Ελληνισμό, ούτε υποστήριξε ποτέ τα δίκαια Ελληνικά εθνικά συμφέροντα. Πάντοτε συντάχθηκε με τη βούληση του κέντρου του, του Βατικανού ή της Ρώμης, συνεργαζόμενο για την αποτυχία των Ελληνικών επιδιώξεων. Στις ενετοκρατούμενες περιοχές και στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα οι παπικοί έδειξαν αμετακίνητα την ίδια στάση. Όχι μόνο αντιτάχθηκαν στην Ελληνική Επανάσταση του 1821, αλλά και την πολέμησαν, υποστηρίζοντας τα συμφέροντα των Τούρκων. Το ίδιο έκαμαν και το 1920 - 22 κατά τον μικρασιατικό πόλεμο. Το Βατικανό, φοβούμενο ανανέωση και τόνωση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, υποκινούσε τους Γάλλους να βοηθήσουν τους Τούρκους. Το Βατικανό δήλωνε, ότι θεωρούσε «προτιμότερη πάνω στον τρούλλο της Αγίας Σοφίας την ημισέλινο παρά τον Ελληνικό σταυρό» και την «μουσουλμανική αδιαφορία από τον Ορθόδοξο φανατισμό». Με τη σιωπή τους δε επικροτούσαν την ανθελληνική αυτή εκστρατεία οι «Έλληνες» Ουνίτες.

Παπικοί και Ουνίτες είχαν (και έχουν) την συνείδηση, ότι είναι «κράτος εν κράτει», και μάλιστα μετά την σύναψη διπλωματικών σχέσεων της Ελλάδος με το Βατικανό (1979). Γι' αυτό τόσο στην εποχή των «διομολογήσεων» και της προστασίας τους από τη Γαλλία, όσο και μεταγενέστερα, δεν παύουν να είναι έτοιμοι ανά πάσαν στιγμή να λειτουργήσουν ως «πέμπτη φάλαγγα», απειλώντας άμεσα τα Ελληνικά εθνικά συμφέροντα. Γι' αυτό μόνο λύπη και οίκτο μπορεί να αισθάνεται κανείς για τους Έλληνες Παπικούς και μάλιστα τους Έλληνες Ουνίτες. Όταν θα ανοιχθούν τα αρχεία, τα σχετιζόμενα με το Κυπριακό (1974), θα φανεί η συνέχεια στην ανθελληνική στάση του παπικού στοιχείου, μολονότι και τα υπάρχοντα ήδη στοιχεία τη φωτίζουν με πληρότητα.

Θα ήθελα, και το λέγω ειλικρινά, να μπορούσαν οι κρίσεις μου αυτές για την «Ελληνική» συνείδηση των Παπικών και Ουνιτών της Χώρας μας να αποδειχθούν εκτός πραγματικότητος, οφειλόμενες σε λανθασμένες εκτιμήσεις. Και είμαι πρόθυμος να ανακαλέσω τα όσα, στηριζόμενος σε ιστορικά στοιχεία, σημείωσα, αν απαντήσουν ευθέως οι (Παπικοί και) Ουνίτες της Ελλάδος στα ακόλουθα ερωτήματα: 1) Έχουν την Ελληνική λεβεντιά οι Έλληνες Ουνίτες να απαιτήσουν αμέσως τώρα από το Βατικανό την απορρόφησή τους από τη «Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία», σταματώντας τον ερμαφρόδιτο ρόλο τους; Ας γίνει η αρχή από την Ελλάδα για την εξαφάνιση της Ουνίας, ώστε να ανοίξει, αληθινά, νέα εποχή στη σχέση της Ορθοδοξίας με τον Ρωμαιοκαθολικισμό. 2) Αν το Βατικανό αρνηθεί μια τέτοια πρόταση, είναι έτοιμοι να επιστρέψουν στην Ορθοδοξία με την κανονική διαδικασία (λίβελλο, χρίσμα κ.λπ.); και 3) Λαμβανομένης υπ' όψει της εκρύθμου καταστάσεως στη Βαλκανική και την ανάμειξη του Βατικανού υπέρ των παπικών δυνάμεων (π. χ. Κροατίας), είναι πρόθυμοι, σε περίπτωση —ό μη γένοιτο— επεκτάσεως του πολέμου, να πολεμήσουν στο πλευρό της Ελλάδος εναντίον των παπικών δυνάμεων;

β) Εξ ίσου όμως μεγάλο κίνδυνο συνιστά η μόνιμη διάβρωση, που υφίσταται το Ορθόδοξο πλήρωμα με την ύπαρξη της Ουνίας. Διότι προβάλλεται μόνιμα ένα συγκεκριμένο πρότυπο μοντέλο ενώσεως, που διευκολύνει μάλιστα σημαντικά αυτή την κίνηση. Και αυτό είναι η Ουνία. Το Βατικανό έχει κάθε λόγο να υπάρχει η Ουνία και διότι μπορεί να την χρησιμοποιήσει στις πολιτικοοικονομικές επιδιώξεις του, όπως το κάνει ήδη στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης, αλλά κυρίως, διότι υπάρχει ένα ορατό πρότυπο ενώσεως των Ορθοδόξων με τον Παπισμό, που δημιουργεί την εντύπωση ότι η ένωση γίνεται χωρίς εγκατάλειψη της Ορθοδοξίας. Αυτό διεκήρυττε ήδη, στη δεκαετία του 1970 ο Πάπας Παύλος ΣΤ΄, προβάλλοντας το πρότυπο της Ουκρανίας και ανακηρύσσοντας σε Καρδινάλιο τον ουνίτη αρχιεπίσκοπό της Σλίπυϊ. Άλλωστε, είναι ήδη εκπεφρασμένο το πώς ο Παπισμός βλέπει την ένωση: Το Βατικανό δεν θέλει ένωση «εν τη αληθεία» της προφητικής Αποστολικής και πατερικής παραδόσεως, αλλά «αμοιβαία αναγνώριση». Ενεργώντας ως Κράτος, έχει χάσει κάθε ευαισθησία στα θέματα πίστεως, παρά τις αντίθετες διακηρύξεις των θεολόγων του.

γ) Υπάρχει και μια άλλη όψη, η σημαντικότερη, που γίνεται όμως αισθητή, όπου το Ορθόδοξο φρόνημα είναι υγιές και ακμαίο. Είναι η πνευματική - σωτηριολογική. Η Ουνία υπάρχει, για να οδηγεί στην άμεση ή έμμεση αναγνώριση και αποδοχή του Παπισμού, της σημαντικότερης αλλοτρίωσης του Χριστιανισμού όλων των αιώνων (ο Προτεσταντισμός είναι απόρροια του Παπισμού, όπως και όλες οι πολιτικοκοινωνικές εξελίξεις στο χώρο της Δύσεως). Όταν ο αείμνηστος π. Ιουστίνος Πόποβιτς ταύτιζε την ιστορική πτώση του Πάπα (Παπισμού) με τις πτώσεις του Αδάμ και του Ιούδα, ήθελε ακριβώς αυτή την αλήθεια να τονίσει: την πλήρη αποχριστιανοποίηση του Παπισμού, ως καταξιώσεως της απολυταρχίας και του ολοκληρωτισμού. Πρέπει δε να δηλωθεί, ότι η καταξίωση του ολοκληρωτισμού από τον Παπισμό διαφέρει διαμετρικά από σχετικά φαινόμενα, που κατά καιρούς παρατηρούνται και σε Ορθόδοξα περιβάλλοντα. Οι διαστροφές αυτές, που ενσαρκώνονται στα παπικά δόγματα, για μας τους Ορθοδόξους μένουν πάντα κατάφωρες αποκλίσεις από την σωστική αλήθεια και απορρίπτονται, καταδικαζόμενες ως πτώση και αμαρτία. Στον Παπισμό όμως έχουν αναχθεί σε δόγματα πίστεως, αναγκαία για τη σωτηρία (μπορεί να υπάρξει Λατινική Εκκλησία χωρίς Πάπα;). Αυτό σε τελευταία ανάλυση σημαίνει, ότι η σάρκωση του Θεού-Λόγου έγινε, για να θεμελιωθεί στον κόσμο ο Παπισμός και να αγιασθεί ο ολοκληρωτισμός με όλες τις συνέπειές του. Υπάρχει μεγαλύτερη βλασφημία από αυτή;

Η αναγνώριση του Παπισμού συνιστά εγκατάλειψη της εν Χριστώ αληθείας, άρνηση της εν Αγίω Πνεύματι ζωής (πνευματικότητας) και μεταβολή του Χριστιανισμού σε κοσμική ιδεολογία, που πνίγεται μέσα στο ενδοκοσμικό και την δίψα της εξουσίας. Ο Χριστιανισμός όμως, όπως σώζεται στα πρόσωπα των Αγίων μας, είναι η θεραπεία του ανθρώπου μέσα από την κάθαρση της καρδίας από τα πάθη και του νου από τους λογισμούς, για να μπορεί να δεχθεί ο άνθρωπος την «επίσκεψη» (φωτισμό) του Αγίου Πνεύματος και να φθάσει στη θέωση, τον «δοξασμό» όλης της υπάρξεως μέσα στην άκτιστη αγιοτριαδική χάρη (Βασιλεία). Όπου χαθεί αυτή η προοπτική και αλλοιωθεί αυτός ο στόχος, δεν υπάρχει Χριστιανισμός Ορθοδοξία! Διότι η πορεία του ανθρώπου προς τη θέωση συμμεταβάλλει και το περιβάλλον του ανθρώπου και δημιουργεί την δυνατότητα πραγματώσεως της ανιδιοτελούς αγάπης, που είναι το θεμέλιο της αυθεντικής Χριστιανικής κοινωνίας. Και η Ιστορία μας διδάσκει, ότι η χαλάρωση ή και απώλεια αυτής της παραδόσεως και σε ένα μέρος ημών των Ορθοδόξων ενισχύθηκε ή και προκλήθηκε ακόμη από την επίδραση του αλλοτριωμένου δυτικού Χριστιανισμού στη ζωή μας κατά τους προηγουμένους αιώνες. Πάντοτε, άλλωστε, υπήρξε καταλυτική η επίδραση του παρηκμασμένου δυτικού πολιτισμού στους Ορθοδόξους λαούς.

Από τα παραπάνω, νομίζω, γίνεται κατανοητό, πού μπορεί να οδηγήσει η αποδοχή της Ουνίας, ως μεθόδου ενώσεως με τον Παπισμό. Χάνεται κάθε αυτοτέλεια και ελευθερία για τους Ορθοδόξους και, συνεπώς, και η δυνατότητα να βοηθηθεί μέσω του Διαλόγου ο Δυτικός Χριστιανισμός να ανακαλύψει εκ νέου τις λησμονημένες Ορθόδοξες προϋποθέσεις του, το χαμένο Ορθόδοξο παρελθόν του. Αυτός και μόνο μπορεί να είναι από Ορθοδόξου πλευράς ο σκοπός του θεολογικού Διαλόγου και ποτέ η «αμοιβαία αναγνώριση». Άλλωστε, ποια αναγνώριση χρειάζεται η Ορθοδοξία από τον αντιχριστιανικό Παπισμό; Είναι σαν να ζητούσε ο Χριστός αναγνώριση από τον Βελίαρ (В׳ Κορινθίους 6,15). Η Ουνία, αντίθετα, συντελεί στη διατήρηση της παπικής αλλοτριώσεως και στην προβολή του Παπισμού, ως της αυθεντικής Εκκλησίας, με την οποία οφείλουμε όλοι να ενωθούμε για τη σωτηρία μας. Αποβαίνει, έτσι, διπλά βλαπτική: πρώτα για τη μη λατινική Χριστιανοσύνη, -διότι την οδηγεί σε πνευματικό αδιέξοδο- και δεύτερο για την ίδια τη Λατινική Χριστιανοσύνη, διότι την εμποδίζει να συνειδητοποιήσει την πτώση της και να αναζητήσει, ως ο άσωτος, την επιστροφή στην αλήθεια.

πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια: