«Έχομε ένα γερό άνθρωπο να κάτσομε στην κυβέρνηση;»
Του Μανόλη Παντινάκη
Στις 11 Νοεμβρίου ο Στέλιος Παναγιωτάκης στο χωριό Μουρνέ Αγίου Βασιλείου, κλείνει τον αιώνα ζωής και σ’ αυτόν τον αιώνα συνέβησαν μεγάλα εθνικά γεγονότα που καθόρισαν τη Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία. Γεύτηκε από τη γέννησή του πολέμους, καταστροφές, δικτατορίες, εμφυλίους και σήμερα βιώνει τη νέα κατοχή που επιβάλει και πάλι ο ίδιος λαός που πολέμησε τους Κρήτες με τα όπλα πριν 72 χρόνια…
Εισέρχεται, λοιπόν, στο 101ο έτος της ηλικίας του και θλίβεται για το κατάντημα της χώρας που δοκιμάστηκε και βασανίστηκε από… επιδρομείς και επιδρομείς, πάντα σε συνεργασία με τους κατά καιρούς υποτακτικούς τους, που υπήρχαν σε… αφθονία!
Γεννημένος το 1913, στο χρόνο που συντελέστηκε το κοσμοϊστορικό γεγονός της Ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα, νιώθει βαθύτατα απογοήτευση σήμερα, στα χρόνια που ο πληθυσμός δέχεται την επιβολή των μέτρων εξαθλίωσης και χωρίς περιστροφές καταλήγει στη διαπίστωση ότι «δεν έχουμε κανένα γερό άνθρωπο να τον κάτσομε στην κυβέρνηση». Για το λόγο αυτό καταλήγει, «είμαστε καταδικασμένοι» και όπως αποδείχτηκε «ο ένας ήταν χειρότερος από τον άλλο που μας κυβέρνησαν».
Ο αδελφός του έχει πεθάνει και οι αδελφές του ζουν στην Αθήνα. Αντλεί από το απόθεμα της πολυετούς ταραγμένης εθνικά εμπειρίας του και ξεσηκώνεται. Αυτή τη λεηλασία στον δημόσιο πλούτο δεν την συνάντησε στα χρόνια του! Εξεγείρεται: «Φάγανε τον πλούτο της πατρίδας, κλέβανε τα ταμεία των εργαζομένων, κοίταζαν ποιος θα πάρει τα περισσότερα και πόσα θα βάλουν στην τσέπη τους. Γι'αυτό φτάσαμε εδώ που φτάσαμε! Τι να περιμένεις από αυτούς που τους έβγαλε ο κόσμος να κυβερνήσουν τη χώρα και αυτοί την έκλεβαν;».
Πριν από ένα χρόνο περίπου, το μαντέμι της ζωής νοσηλεύτηκε στο νοσοκομείο Ρεθύμνου αφού έπεσε στην αυλή του σπιτιού του και έσπασε το πόδι του. Μετά την επέμβαση γύρισε στο σπίτι του και απολαμβάνει και πάλι τη ζωή έστω και με βοήθεια, όμως δεν λυγίζει.
«Πριν την κατοχή με τους Γερμανούς αλλά και μετά», επανέρχεται στα αδυσώπητα χρόνια του, «είχαμε πείνα, ψωμί δεν βλέπαμε και όσοι είχαν λάδι ζούσαν. Τα κάρα φόρτωναν τους ανθρώπους που πέθαιναν από την πείνα και σήμερα όσοι είναι στα χωριά βρίσκουν και τρώνε αλλά στις πόλεις πάνε στα σκουπίδια και ψάχνουν. Αυτές οι εικόνες θυμίζουν άλλες εποχές που εγώ τις έζησα. Εύχομαι γρήγορα να περάσουν και να μην τις βλέπουμε…»
Η φωτογραφία πιθανότατα έχει τραβηχθεί μεταξύ 1960 και 1965. Από αριστερά η μητέρα της οικογένειας Ειρήνη (1910-1994), στη μέση ο γιος(1952) δεξιά ο πατέρας Στέλιος (1913) και πίσω ο δεύτερος γιος Νίκος (1947)
ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ ΚΑΙΝΟΥΡΙΑ ΜΥΑΛΑ…
Οι τρικυμίες που έζησε ήταν πολλές και διαρκείας, αλλά επιμένει ότι για να επέλθει και πάλι ηρεμία στη φουρτούνα «πρέπει να βάλουμε καινούργια μυαλά να κυβερνήσουν». Όμως, υπάρχουν και πού είναι; διερωτάται. Νέοι άνθρωποι με σπουδές και αξιοζήλευτους τίτλους αναγκάζονται να φύγουν σε χώρες του εξωτερικού και να προσφέρουν τον πλούτο της γνώσης τους που κατέκτησαν επάξια, γιατί, υποστηρίζει, αυτή η χώρα ποτέ δεν μπόρεσε να κρατήσει τα παιδιά της…
«Αυτά που περνούμε», επισημαίνει, «τα έφεραν εκείνοι που έτρωγαν τη χώρα και τον πλούτο της. Άμα ο άνθρωπος κλέβει τον ίδιο του τον κόπο έχει χάσει τον εαυτό του και τις αξίες του. Τι περιμένεις από εκεί και μετά; Εύχομαι να γίνει το καλύτερο για τον τόπο μα δεν το βλέπω παρά μετά από πολλά-πολλά χρόνια. Μας λείπει ο κυβερνήτης που αγαπά την Ελλάδα και όχι τα προσωπικά του συμφέροντα. Εκεί υστερούμε…»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου