Γράφει Αρχιμ. Γρηγόριος Παπούλας
Οι εμπειρίες
από τα βιώματα μας στης ζωής τα μονοπάτια και η διασταύρωση των δρόμων
μας, με τους δρόμους φωτεινών προσώπων, έστω κι αν είναι βιαστική,
φωτίζει την πορεία μας και την σηματοδοτεί.
Όταν το
θέλουμε κι αφού δεν πλανηθεί η προσοχή μας, από τις φωνές των
«σειρίνων», κρατούμε το φως τους και μυστηριωδώς τότε γίνεται φως στην
κοπιαστική πορεία μας.
Αλλά και αν
χαθούμε ή πλανηθούμε και ξεχάσουμε, εκεί, τότε ακριβώς, στις στιγμές της
απόγνωσης και της λύπης, στις πιο δύσκολες καμπές του δρόμου μας, τότε
κυρίως, οι ενθυμήσεις των φωτεινών ανθρώπων, γίνονται και πάλι φως μέσα
στα σκοτάδια μας κι έτσι γίνονται η αιτία να αναθαρρεύουμε και να
συνεχίζουμε, έχοντας ξεδιψάσει, έχοντας δυναμώσει, και έχοντας
παραδείγματα και στόχο, να πορευθούμε προς το φως.
Συχνά
συναντούμε κι άλλους που δεν ξέρουν προς τα που να πορευτούν ή άλλους
ξεχασμένους, αλλά αλλοίμονο, εμείς δεν είμαστε για εκείνους φωτεινοί,
γιατί δεν κατορθώσαμε ακόμα να ελκύσουμε το φως στην ύπαρξη μας, τότε
μπορούμε, αν δεν έχουμε την υποχρέωση, να ανοίξουμε το φανάρι των
φωτεινών μας εμπειριών και να μοιραστούμε τις φωτεινές μας συναντήσεις,
γιατί δεν πρέπει κανένας να χαθεί στο διάβα της ζωής, αλλά και γιατί με
το να το μοιραζόμαστε, διπλασιάζεται το αποθηκευμένο φως και φωτίζει
περισσότερο τις ζωές μας.
Έτσι απλά και
χωρίς σκέψη κομπασμού, μοιραζόμαστε ότι καλό και ωφέλιμο είδαμε ή
ακούσαμε. Άλλωστε δυστυχώς, δεν ήμασταν εμείς οι φωτεινοί κι αλλοίμονο
ούτε τώρα είμαστε, ίσως και τρισχειρότερα, να μην γίνουμε ποτέ…
Σας παρακαλώ,
δώστε πολύ λίγο χρόνο και διαβάστε ένα γεγονός προσωπικό, που όμως
πιστεύω αυτό που μου είπαν, πως έχω την υποχρέωση να σας το πω, σαν
ταχυδρόμος, γιατί μάλλον είναι ένα γεγονός για όλους.
Η καταγωγή
μου, θέλησε ο Θεός να είναι από ένα ιστορικό και όμορφο χωριό, το
Λέχοβο, το οποίο βρίσκεται πολύ κοντά, στο γεμάτο από τη χάρη της
Παναγίας Μητέρας μας Μοναστήρι, της Παναγίας της Κλεισούρας.
Πόσα δεν θα μπορούσε να πει κανείς περιγράφοντας όσα ζει και νιώθει σ’αυτή την Θεόχαρη όαση… Ίσως όμως κάποια άλλη φορά.
Φαντάζομαι
πως οι περισσότεροι, γνωρίζουν πια ποιο είναι το μοναστήρι αυτό, από το
λαμπερό νέο αστέρι που αντικαθρεπτίζει το φως της Θεομήτορος, την οσία
Σοφία την ασκήτισσα, την οποία μας χάρισε ο Κύριος για να φωτίζει τα
αβυσσαλέα σύγχρονα σκοτάδια μας.
Πολλά θα
μπορούσε να γράψει κανείς και γιαυτό το πρόσωπο, έχουν γραφτεί κιόλας
πολλά από αυτά. Θα περιοριστώ όμως να μοιραστώ, ένα προσωπικό
περιστατικό που χαράχτηκε στην παιδική μου ψυχή, ίσως και άλλων, με άλλο
τρόπο και δεν έχει ειπωθεί δημόσια ακόμα.
Ήταν
προχωρημένο φθινόπωρο, σχεδόν χειμώνας για την περιοχή και είχε έρθει το
σπουργιτάκι της Παναγίας μας, για να ζητιανέψει τρόφιμα για το
μοναστήρι, γυρνώντας με ένα τσουβάλι, σκελετωμένη και γυρτή από σπίτι σε
σπίτι.
Το συνήθιζε
κάποιες χρονιές εκείνη την εποχή, όχι για να εξασφαλίσει τον εαυτό της,
αλλά κυρίως για να έχει να δίνει στους φτωχούς και για να φιλοξενεί τους
επισκέπτες της. Την είχα προσέξει στους δρόμους που έπαιζα…
Όταν άρχισε
να νυχτώνει και το κρύο δεν ήταν με καμία προφύλαξη ανεκτό, είχαμε
μαζευτεί στο σπίτι γύρω από τη σόμπα που ήδη έκαιγε.
Συζητούσε η γιαγιά μου με τη μητέρα μου για τη Σοφία και αναρωτιόταν η γιαγιά μου που θα μείνει το βράδυ.
Τότε ενώ
πλησίαζα τη σόμπα για να ζεσταθώ καλύτερα, άκουσα τη μητέρα μου να λέει
πως προσπάθησε να την πείσει να έρθει σπίτι μας, αλλά δεν τα κατάφερε
γιατί επέμενε πως θα μείνει στο σπίτι της μάνας της, λίγα μέτρα πιο
πέρα, στο παρεκκλήσι της Παναγίας της γειτονιάς μας.
Μάλιστα είπε
πως πήγε πρίν λίγο πάλι μήπως και την μεταπείσει και τη βρήκε
κουλουριασμένη έξω από το εκκλησάκι, στην πόρτα της Παναγίας.
Αδιανόητο μου φάνηκε αυτό που άκουσα!!! Κόλλησε η σκέψη μου εκεί. Εγώ κρύωνα μέσα στο σπίτι…
Όλο το βράδυ
σκεπαζόμουν και τη σκεφτόμουν. Δεν το χωρούσε ο νους μου. Αποφάσισα να
σηκωθώ μόλις χαράξει, για να πάω να δω αν όσα άκουσα είναι αλήθεια κι αν
είναι καλά η καημένη η γιαγιά Σοφία.
Ήταν τόση η
έκπληξη και το ενδιαφέρον που θυμάμαι πως σχεδόν δεν κοιμήθηκα και μόλις
άρχισε να διαλύεται το σκοτάδι έριξα κάτι πάνω μου και με τις πυτζάμες
έτρεξα προς την Παναγία.
Μόλις έφτασα
είδα όντως τη γιαγιά Σοφία να κοιμάται έξω από την πόρτα της Παναγίας,
χωρίς σκέπασμα, χωρίς πανωφόρι, σαν σκυλάκι.
Σάστισα για
λίγο. Σκεφτόμουν αν έπρεπε να της μιλήσω. Ήμουν μικρός πολύ και φοβήθηκα
γιατί σκεφτόμουν πως δεν ήταν άνθρωπος σαν εμάς. Πως ήταν δυνατόν! Πως
άντεξε! Έτρεξα σπίτι, ξύπνησα τη μάνα μου και της είπα ότι την είδα την
γιαγιά Σοφία όπως έλεγαν.
Με καθησύχασε
και με έστειλε στο κρεβάτι μου κ σηκώθηκε για να κάνει τσάι κ να της
πάει. Περίμενα να επιστρέψει. Δεν την πρόλαβε μου είπε λυπημένη.
Οι απορίες μου πολλές. Όταν ξημέρωσε καλά. Σηκώθηκα κ ρωτούσα τη μάνα μου για όλα όσα μου έκαναν εντύπωση.
Εκείνη μου
είπε κι άλλες ιστορίες για την γιαγιά Σοφία, όπως για τη γνωστή
εγχείρηση που της έκανε η Παναγία, πως της είχε δείξει μάλιστα η ίδια
και την είδε την τομή με τα μάτια της, πως πάντα στο κρύο κοιμόταν, πως
σπάνια έτρωγε, πως πετούσε αντί να περπατά πολλές φορές κι άλλα πολλά.
Είπε πως
μάλλον είχε γίνει αγία κι ας την κορόιδευαν μερικοί που δεν μπορούσαν να
καταλάβουν. Από τότε έγινε η αγαπημένη μου γιαγιά. Ρωτούσα να μάθω όσα
γινόταν περισσότερα…
Τότε έμαθα
από τη χωριάτισσα μάνα μου, η οποία με την απλή της ουσιαστική πίστη,
εντελώς αθρησκόληπτη πίστη, προσπαθούσε να μου εξηγήσει το παράδειγμα
της Οσίας, πως οι άνθρωποι που αγαπούν τον Χριστό και την μητέρα Του,
την Παναγία μας, από την αγάπη τους, μπορούν να ξεπεράσουν ότι είναι
φυσικό και δεδομένο στην ανθρώπινη ζωή και επίσης μου είπε, η σχεδόν
αγράμματη μητέρα, πως αυτό το καταφέρνουν γιατί και ο Χριστός και η
Παναγία μητέρα μας, μας αγαπούν κι εκείνοι πολύύύ - πολύ, και βλέποντας
το δικό μας φιλότιμο, διαπιστώνοντας ότι προσπαθούμε για το καλό, και
όλα αυτά κοντά τους, τίποτε δεν έχουμε ανάγκη και τίποτε δεν έχουμε να
φοβηθούμε, ούτε κρύο, ούτε φωτιά, ούτε φτώχια, ούτε πείνα, ούτε
αρρώστιες, ούτε αυτόν τον θάνατο, φροντίζουν Εκείνοι για όλα, και
είμαστε ευχαριστημένοι με ότι καλό μας δίνουν, και με τα κακά ακόμα που
επιτρέπουν για λίγο να μας αγγίξουν.
«Και τα καλά
δεχούμενα από τον Χριστό και τα κακά που επιτρέπει δεχούμενα!» Έλεγε
χαρακτηριστικά πάντα. Γιατί;;; Απορούσα. Γιατί δεν υπάρχει μεγαλύτερη
αγάπη από του Χριστού μας και της Παναγίας μας. Πως θα μπορούσε να
αφήσει κάτι να έρθει στη ζωή μας που θα μας βλάψει.
Γεμίζει μου είπε ο άνθρωπος από τον Χριστό; Έχει την Παναγία κοντά του;
Τίποτε δεν νιώθει! Τίποτε δεν χρειάζεται! Τίποτε δεν του λείπει!
Δύσκολα λόγια. Σκληρό το παράδειγμα! Όμως αλήθεια αποδεδειγμένη!!!
Ας πρεσβεύει η
Οσία Σοφία, η ασκήτισσα της Παναγίας, για την ανάπαυση της Αθηνάς που
την καταλάβαινε και ας πρεσβεύει να καταλάβουμε κι εμείς το παράδειγμα
της δικής της ζωής, για να γίνει η ζωή της φως στο δρόμο μας. Γένοιτο!
πηγή
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου