Τρίτη 26 Φεβρουαρίου 2013

Ανορθόδοξες θέσεις του Σεβ. Μητρ. Βολοκολάμσκ Ιλαρίωνα, με αφορμή τη παραίτηση του Πάπα

Στη τηλεοπτική συνέντευξη για την πρόσφατη παραίτηση του Πάπα Βενέδικου του 16ου, που παραχώρησε ο Σεβ. Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ κ. Ιλαρίωνας, Πρόεδρος των Εξωτερικών Σχέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας,έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής:

Στην ερώτηση:“Έχετε κοινή με τους Ρωμαιοκαθολικούς… ημερήσια διάταξη…;”

Απάντησε: “Ναι, έχουμε, επειδή, πρώτον τόσο οι Ορθόδοξοι, όσο και οι Ρωμαιοκαθολικοίκρατούν την πίστη στον Ένα εν Τριάδι δοξαζόμενο Θεό – τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα. Τόσο οι Ορθόδοξοι, όσο και οι Ρωμαιοκαθολικοί το ίδιο ομολογούν Χριστό ως Θεάνθρωπο. Οι αποκλίσεις στον τομέα δογματικής δεν είναι τόσο σημαντικές…”
Αποσιωπάται από τον Σεβασιώτατο, ότι “η χριστολογία και η τριαδολογία (των ρωμαιοπαπικών) υπήρξε ανέκαθεν προβληματική, καθώς οι αντιλήψεις τους για την Αγία Τριάδα ήταν έντονα επηρεασμένες από τον αρειανισμό”.1 Και ότι “θέλοντας να κατανοήσουν την ουσία του Θεού με τη λογική τους, παρερμήνευσαν τα λόγια του Χριστού, περιφρόνησαν τις Οικουμενικές Συνόδους και πρόσθεσαν στο Σύμβολο, μετά τη φράση «…το εκ του Πατρός εκπορευόμενον…», τη λέξη Filioque (Φιλιόκβε = και εκ του Υιού), που σημαίνει ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται και από τον Υιό. Με την προσθήκη αυτή δημιουργούνται άλυτα θεολογικά προβλήματα και σοβαρές αλλοιώσεις στην πίστη και τη ζωή της Εκκλησίας. Συγκεκριμένα:

Εισάγονται στην Αγία Τριάδα δύο αρχές. Δηλαδή, προκύπτουν δύο κύριοι Θεοί (Πατέρας και Υιός) και ένας δευτερεύων (το Άγιο Πνεύμα). Επέρχεται έτσι πλήρης διάλυση του Τριαδικού δόγματος. Ο «Τριαδικός Θεός» των Παπικών δεν είναι πλέον ο αληθινός Θεός αλλά ένας πλασματικός και ανύπαρκτος θεός.Το Άγιο Πνεύμα υποτιμάται και παραγκωνίζεται από τη ζωή της Εκκλησίας και του Χριστιανού. Έτσι η Εκκλησία στερείται τον χαρισματικό-αγιοπνευματικό χαρακτήρα της, επιδιώκει την κοινωνική επιβολή και το κοσμικό κύρος, υπερτονίζει την εγκόσμια οργάνωση και αποστολή της. Ο Χριστιανός, πάλι, δεν αποσκοπεί στην εσωτερική του ανακαίνιση και τη γνώση του Θεού, που πραγματοποιούνται μόνο με το Άγιο Πνεύμα, αλλά περιορίζεται στην ηθική του βελτίωση και την εξωτερική μίμηση του Χριστού.

Η εξάρτηση, τέλος, του Αγίου Πνεύματος από τον Υιό έδωσε τη δυνατότητα στη Ρώμη να υποστηρίξει με κύρος ότι στον κόσμο μόνο ο πάπας, ως αντιπρόσωπος του Χριστού, έχει τη δυνατότητα να διαθέτει τις δωρεές που χορηγεί το Άγιο Πνεύμα στην Εκκλησία”.2
Εδώ να προσθέσουμε και την πάγια διδασκαλία της Εκκλησίας, κατά την οποία ποτέ “δεν κάνουμε λόγο για τρεις θεούς, για τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, αλλά κυρίως για ένα Θεό, την Αγία Τριάδα, επειδή ο Υιός και το Πνεύμα αναφέρονται σε ένα αίτιο“.3
Από τα παραπάνω λοιπόν ανακύπτει το ότι η Ορθόδοξη πίστη μας, αναφορικά στην Αγία Τριάδα και στον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό, διαφέρει παρασάγγας από εκείνη των ρωμαιοπαπικών.
Όσο αφορά τις “αποκλίσεις στον τομέα δογματικής”τις οποίες δεν θεωρεί σημαντικές ο Σεβασμιώτατος, θα παραθέσουμε ένα απόσπασμα από άρθρο, του καθηγητού της Δογματικής κ. Δημητρίου Τσελεγγίδη: “Τα δόγματα της πίστεως θεμελιώνονται στην Αγία Γραφή και στην Παράδοση της Εκκλησίας, δηλαδή στην εν Χριστώ αποκάλυψη, και χαρακτηρίζονται τόσο για την αιωνίως αδιαμφισβήτητη ορθότητά τους όσο και για τη διαχρονική επικαιρότητά τους. Εξαιτίας του αλάθητου χαρακτήρα τους, τα δόγματα της Εκκλησίας, ως εμπνεόμενα από το Πνεύμα της Αληθείας, δε μπορούν να τροποποιηθούν από κανένα θεσμικό φορέα, ούτε πολύ περισσότερο από κάποιο μεμονωμένο πρόσωπο, όσο σημαντικό και αν είναι αυτό. Αν κάποιος «δόγμα έχει διεστραμμένον, καν άγγελος η, μη πείθου»,4 συνιστά ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Ούτε σε άγγελο του Θεού δηλαδή θα πρέπει να υπακούει κανείς, όταν αυτός διδάσκει διεστραμμένη πίστη. Αντίθετα, ο πιστός οφείλει να προσέχει στους λόγους εκείνου, που ορθοτομεί την αλήθεια, ακόμη και όταν συμβαίνει αυτός να έχει ανακόλουθη ως προς τους λόγους του ζωή. «Ει δε ορθά διδάσκει», σημειώνει ο ίδιος άγιος, «μη τω βίω πρόσεχε, αλλά τοις ρήμασι».5
Τα δόγματα της πίστεως είναι απολύτως καθοριστικά για την αγιοπνευματική ζωή των πιστών. Γι’ αυτό και ομολογούμενα αγιάζουν τον άνθρωπο. «Τα ορθά δόγματα περί Θεού λεγόμενα αγιάζουν την ψυχήν»,6 έχουν δηλαδή και αγιαστικό χαρακτήρα κατά τον Χρυσορρήμονα Πατέρα, αλλά και για τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, ο οποίος σημειώνει: «Πας άνθρωπος αγιάζεται δια της ακριβούς ομολογίας της πίστεως».7 Η αγιοπνευματική ζωή των πιστών, ως εν Χριστώ ζωή στο πλαίσιο της Εκκλησίας, δεν εξαντλείται βέβαια στη διατύπωση των δογμάτων. Απλώς, η αλήθεια των δογμάτων οριοθετεί με κάθε δυνατή ακρίβεια το πνευματικό περιεχόμενο της ζωής των μελών της Εκκλησίας. Με τον τρόπο αυτό τα δόγματα πρακτικώς διασφαλίζουν από κάθε παραχάραξη την εκκλησιαστική πνευματική εμπειρία. Τα δόγματα δηλαδή είναι κανόνες της πίστεως, που συμπυκνώνουν ταυτόχρονα και το περιεχόμενο ζωής της Εκκλησίας. Η δογματική αλήθεια νοείται και ως πλήρωμα ζωής.Γι’αυτό και δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να υποβιβάζεται η να παραθεωρείται το δόγμα” .8
Στη συνέχεια προσθέτει και τα ακόλουθα:“Επιπλέον έχουμε κοινή προσέγγιση όλων των θεμελιωδών ηθικών και κοινωνικών θεμάτων… Διότι τόσο η Ορθόδοξη Εκκλησία, όσο η Ρωμαιοκαθολική έχουν κοινή ηθική διδασκαλία, η οποία βασίζεται στην Αγία Γραφή“.
Όπως γνωρίζουμε οι ρωμαιοπαπικοί θεωρούν ότι η Χάρη του Θεού είναι κτιστή. Εάν όμως η θεία Χάρη είναι κτιστή, τότε δεν μπορεί να θεώση τον άνθρωπο και έτσι η απόληξη της εν Χριστώ ζωής, δεν είναι η θέωση αλλά η ηθική βελτίωση. Γι’ αυτό δεν κάνουν λόγο για θέωση, αλλά για ηθική βελτίωση· ότι οφείλουμε να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι, όχι όμως θεοί κατά χάριν. Συνεπώς η Εκκλησία δεν μπορεί να είναι κοινωνία θεώσεως, αλλά ίδρυμα που παρέχει στους ανθρώπους την δικαίωση κατά ένα νομικίστικο και δικανικό τρόπο δια μέσου της κτιστής χάρης. Σε τελική δηλαδή ανάλυση, καταλύεται ή ιδία ή αλήθεια της Εκκλησίας ως πραγματικότητας θεανθρώπινης κοινωνίας.9
Έπειτα, ακραιφνή Προτεσταντισμό, μας θυμίζει η δήλωση ότι η ηθική διδασκαλία των ορθοδόξων έχει βάση την Αγία Γραφή. “Η Αγία Γραφή είναι μόνο ένα μικρό κομμάτι τής πίστης,” όπως τη δίδαξαν οι απόστολοι, και όχι ολόκληρη η θεία αποκάλυψη. Πηγή και “στήριγμα τής πίστεως”, δεν είναι η Αγία Γραφή, αλλά η ίδια η Εκκλησία. (Α΄ Τιμόθεον 3/γ΄ 15). Η Αγία Γραφή έχει σκοπό να οδηγήσει τον πιστό, στο να δεχθεί τον Φωσφόρο (το Άγιο Πνεύμα), στην καρδιά του, μαζί με τα χαρίσματά του (Β΄ Πέτρου 1/α΄ 19. Α΄ Κορινθίους 12/ιβ΄ 27 – 31).10 Επιπροσθέτως η ηθική ζωή δεν είναι απόρεια τήρησης εντολών, αλλά μετοχής της Άκτιστης Χάρης. Γι αυτό οι Ορθόδοξοι δεν κάνουμε λόγο για ηθική, αλλά για εν Χριστώ ζωή.
” παρά ταύτα ”
Έκπληξη μας προκάλεσε το ότι αναφέρθηκε και στην καταδίκη της Ουνίας. Λέγοντας ότι:Άλλωστε τη δεκαετία του ΄90 τόσο οι Ορθόδοξοι, όσο και οι Ρωμαιοκαθολικοί επέκριναν από κοινού την ουνία. Επρόκειτο για πολύ σπουδαία κίνηση και πάρα πολύ σημαντικό κατόρθωμα του διαλόγου Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών. Λίγοι είναι όσοι γνωρίζουν ότι οι Ρωμαιοκαθολικοί δέχθηκαν ότι η ουνία δεν αποτελεί οδό προς την ένωση, αλλά ήταν μια λανθασμένη στρατηγική και λανθασμένη πολιτική.
Ας μας επιτραπεί στο σημείο αυτό να γνωστοποιήσουμε ότι επικεφαλής (κατ’ ουσίαν) της αντιπροσωπείας που το κατάφερε αυτό ήταν ο π. Θεόδωρος Ζήσης. Περιττό εν συνεχεία θα ήταν να αναφέρουμε ότι η Ρώμη απέρριψε το κείμενο της καταδίκης της Ουνίας, το εξαφάνισε και μας παρέσυρε στη σύνταξη νέου κειμένου για την Ουνία στο Balamand του Λιβάνου το 1993, όπου μία κουτσουρεμένη ορθόδοξη αντιπροσωπεία (απουσίαζαν έξη αυτοκέφαλες εκκλησίες) αθώωσε την Ουνία μαζί με τους παπικούς θεολόγους, για να υπάρχει συμφωνία προς την Β´ Βατικανή Σύνοδο, που επαινεί την Ουνία, και για να μπορεί να παραμένει ως πρότυπο ενότητος με τους Ορθοδόξους κατά το κείμενο της Ραβέννας και της Κύπρου.11
Πάντως, η καταδίκη υπάρχει σε δύο επίσημα κείμενα, ένα της ειδικής Υποεπιτροπής που εργάσθηκε στη Βιέννη (Ιανουάριος 1990) και ένα της ολομελείας του Θεολογικού Διαλόγου στο Freising του Μονάχου (Ιούνιος 1990), όπου όλα τα μέλη των δύο Επιτροπών, Ορθόδοξοι και Ρωμαιοκαθολικοί, μετά από δραματικές συνεδρίες και έντονη αντιπαράθεση θέσεων και επιχειρημάτων, κατέληξαν στο να απορρίψουν και καταδικάσουν την Ουνία, ως μία μεσαιωνική μέθοδο ενώσεως των Εκκλησιών, η οποία αντί να βοηθήσει στην προσέγγιση μεγάλωσε και διηύρυνε τις διαιρέσεις, άνοιξε μεγαλύτερες πληγές… Συγκεκριμένα τα κείμενα διακηρύσουν ότι “βάσει, των εν πνεύματι αδελφότητος και ειλικρινείας συζητηθέντων η Μικτή Επιτροπή του Διαλόγου εξέφρασε τας ακολούθους παρατηρήσεις… Η Ουνία ως μέθοδος, όπου εφηρμόσθη, απέτυχε να υπηρετήση τον σκοπόν της προσεγγίσεως των Εκκλησιών. Αντιθέτως προεκάλεσε νέας διαιρέσεις. Η ουτωσί δημιουργηθείσα κατάστασις εγένετο αφορμή συγκρούσεων και δεινών τα οποία εσφράγισαν την συλλογικήν μνήμην και συνείδησιν των δύο Εκκλησιών. Αφ’ ετέρου δι’ εκκλησιολογικούς λόγους επαγιώθη η πεποίθησις ότι θα έπρεπε να αναζητηθούν άλλοι τρόποι”.12
Μετά από όλα αυτά δεν έχουμε παρά να ευχηθούμε ταπεινώς,να φωτίσει ο Θεός τον Σεβ. Μητροπολίτη Βολοκολάμσκ κ. Ιλαρίωνα, ώστε να διορθώσει τα κακώς λεγόμενα και να αρχίσει να ακολουθεί σε όλα τους Αγίους Πατέρες, αμήν.
Φώτης Τσακίρης , Θεολόγος

Παραπομπές
1 Αναδημοσίευση: Εκ του τεύχους “Εν συνειδήσει” – Ι.Μ. Μεγάλου Μετεώρου. Διαφορές Ορθοδοξίας και Παπισμού – Κακοδοξίες του Παπισμού”, Βλ. http://www.impantokratoros.gr/papismos-kakodoxies.el.aspx
2Ιερά Μονή Παρακλήτου – Ωρωπός Αττικής “Ο Παπισμός χθές και σήμερα” Βλ.http://www.impantokratoros.gr/papismos-xteskaisimera.el.aspx
3Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός “Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως” στο κεφάλαιο “Απόδειξη ότι ένας είναι ο Θεός και όχι πολλοί” Βλ.http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/paterikon/iwannhs_damaskhnos_ekdosis_akribhs.htm
4Πρβλ. Γαλ. 1,8: «ἀλλά καί ἐάν ἡμεῖς ἤ ἄγγελος ἐξ οὐρανῶν εὐαγγελίσηται ὑμῖν παρ’ὅ εὐαγγελισάμεθα ὑμῖν, ἀνάθεμα ἔστω». Βλ. καί Πρακτικά Ζ΄Οἰκουμενικῆς Συνόδου, Μαnsi 13, 407-408, καί τήν Ἐγκύκλιο τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν τοῦ 1848: «Παρ’ἡμῖν οὔτε Πατριάρχαι οὔτε Σύνοδοι ἠδυνήθησαν ποτέ εἰσαγαγεῖν νέα».
5P.G. 62, 610-611.
6P.G. 59, 443.
7Πρβλ. Ἁγίου Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, P.G 90, 165Α.
8Δημήτριος Τσελεγγίδης, “Η σημασία του δόγματος στους διαλόγους με τους ετεροδόξους για την εν Χριστώ ενότητα”. Βλ. http://www.impantokratoros.gr/B47A1797.print.el.aspx
9Αρχ. Γεώργιος Καψάνης, Ηγούμενος Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους “Ορθοδοξία και Ρωμαιοκαθολικισμός (Παπισμός) – Κύριαι Διαφοραί” εκδ. Σταμούλης, Αθήνα 2006. Βλ.http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=477
10N. M. και Αγάπιος Ματσαγκούρας “Ο Προτεσταντισμός σε αναζήτηση τής Ορθοδοξίας”. Βλ.http://www.impantokratoros.gr/D1896990.el.aspx
11Πρωτοπρ. Θεόδωρος Ζήσης “Η ουνία ως πρότυπο ψευδούς ενότητος”. Βλ.http://thriskeftika.blogspot.gr/2010/05/blog-post_3345.html
12Πρωτοπρ. Θεόδωρος Ζήσης “Η καταδίκη και η αθώωση της Ουνίας στο Freising του Μονάχου”. Βλ.http://www.impantokratoros.gr/6B868F44.el.aspx

Δεν υπάρχουν σχόλια: