Ναι, υπάρχει άη Βασίλης!
Κλικ εδώ!
Κείμενα του αγίου Βασιλείου μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
Ομιλία του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου για το φίλο του, τον άγιο Βασίλειο, εδώ.
Ας προσθέσουμε:
Κων. Χολέβα, Ο αληθινός άγιος Βασίλειος και η Παιδεία
Μέσα
στα πολλά ψεύτικα που κυκλοφορούν στην εποχή μας τα περισσότερα
ελληνόπουλα βλέπουν να διαφημίζεται ένας ξενόφερτος Αη-Βασίλης, ο οποίος
αντιγράφει τον SANTA CLAUS, δηλαδή τον Άγιο Νικόλαο των δυτικοευρωπαίων
και των αμερικανών. Οι Δυτικοί λαοί απέδωσαν στο στρουμπουλό κόκκινο
ανθρωπάκι του γνωστού αναψυκτικού το όνομα του Έλληνα Επισκόπου Μύρων
της Λυκίας (Μ. Ασίας) Αγίου Νικολάου, επειδή και εκείνου η γιορτή
συμπίπτει μέσα στον χειμώνα. Όμως ο πραγματικός Άγιος Βασίλειος, ο Μέγας
Βασίλειος της Ορθοδόξου Εκκλησίας και των γραμμάτων, δεν έχει καμία
σχέση. Ούτε ηλικιακά ούτε εμφανισιακά. Ο Άγιος, τον οποίο τιμούμε την
πρώτη ημέρα του χρόνου, ήταν Καππαδόκης Μικρασιάτης και έγινε Επίσκοπος
στην Καισάρεια. Εκοιμήθη σε ηλικία μόλις 49 ετών, άρα ουδεμία σχέση έχει
με τον αγαθό γέροντα των διαφημίσεων. Η συνεισφορά του στην παιδεία και
στην φιλανθρωπία ήταν πολύ σημαντική και αξιομνημόνευτη.
Σήμερα κάποιοι δήθεν προοδευτικοί θέλουν να ταυτίσουν την ανθρωπιά και
την κοινωνική δικαιοσύνη με τις αριστερόστροφες ιδεολογίες και
ισχυρίζονται ότι όσοι μιλούν για Χριστό και πατρίδα είναι «δεξιοί»,
συντηρητικοί και αδιάφοροι για την κοινωνία. Αυτές οι αντιλήψεις του
μαύρου-άσπρου καταρρίπτονται αμέσως αν μελετήσουμε τα κείμενα και τις
μεγάλες μορφές της εκκλησιαστικής μας ιστορίας. Ο Μ. Βασίλειος βοηθούσε
κάθε φτωχό και άρρωστο, αλλά παράλληλα καλλιεργούσε τον πατριωτισμό
λέγοντας ότι την πατρίδα πρέπει να την αγαπούμε όσο αγαπούμε και τους
γονείς μας (Τήν ἐνεγκοῦσαν καί θρέψασαν πατρίδα ἴσα γονεῦσι τιμᾶν,
Επιστολή προς τον Μάγιστρο Σωφρόνιο). Ήταν υπερήφανος για την
αρχαιοελληνική καταγωγή του, αλλά ταυτοχρόνως δίδασκε τον πανανθρώπινο
χαρακτήρα της Χριστιανικής διδασκαλίας. Από τον Βασίλειο μέχρι και τον
Άγιο Κοσμά τον Αιτωλό ο Ορθόδοξος Ελληνισμός είχε λυμένα αυτά τα
προβλήματα. Μπορείς κάλλιστα να είσαι πατριώτης, να καλλιεργείς την
εθνική σου συνείδηση και την ταυτότητά σου και παράλληλα να ασκείς έργο
κοινωνικό και να φροντίζεις τον ταλαιπωρημένο συνάνθρωπο. Η επίδραση των
δυτικών ιδεολογιών του 19ου κυρίως αιώνος προκάλεσαν τη σύγχυση και μας
απέκοψε από τη ρίζα μας.
Το αντιεκκλησιαστικό μένος της Γαλλικής Επαναστάσεως, ο υλισμός του
μαρξισμού και της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, ο πιθηκισμός και η
ξενομανία ορισμένων διανοουμένων μας και η απομάκρυνση των
ελληνορθοδόξων προτύπων από τα σχολεία μας οδήγησε την κοινωνία μας σε
διλήμματα που παλαιότερα δεν υπήρχαν. Εθνικιστής ή διεθνιστής; Ιδιωτική ή
κρατική οικονομία; Παραδοσιακές αξίες στην παιδεία ή μοντέρνα –δήθεν
–ιδανικά; Για τον Μέγα Βασίλειο αυτά τα διλήμματα ήσαν άνευ
περιεχομένου. Για να τον κατανοήσουμε αξίζει να διαβάσουμε όλοι και
πρωτίστως οι εκπαιδευτικοί μας το περίφημο σύντομο κείμενο του Αγίου
«Προς τους νέους: Πώς να ωφελούνται από τα ελληνικά γράμματα». Στο
κείμενο αυτό απαντά σε ένα καυτό ερώτημα της εποχής εκείνης, όταν είχε
μόλις γίνει η συνάντηση Ελληνισμού και Χριστιανισμού. Δηλαδή απαντά
καταφατικά ότι οι Χριστιανοί μπορούν και πρέπει να μελετούν τα Αρχαία
Ελληνικά κείμενα, αλλά με τρόπο επιλεκτικό. Να αποφεύγουν συγκεκριμένα
στοιχεία που αφορούν τις δοξασίες περί δώδεκα Θεών.
Σύγχρονη ορθόδοξη μελέτη της Οδύσσειας στο πνεύμα του Μ. Βασιλείου (δες εδώ)
Η γενική του τοποθέτηση ξεκινά με τη διαπίστωση ότι από τη μελέτη των έργων του Ομήρου μπορεί ο νέος να οδηγηθεί στην αρετή. Προχωρεί αποδεικνύοντας μία εντυπωσιακή γνώση της Ελληνικής Ιστορίας και προβάλλει παραδείγματα από τη ζωή του Μεγάλου Αλεξάνδρου του Ευκλείδη, του Σωκράτη και του Περικλή. Λαμβάνει παραδείγματα από τα αρχαία ολυμπιακά αγωνίσματα και στίχους από αρχαίους ποιητές. Μιλά για αρχές και αξίες, οι οποίες είναι αποδεκτές και από τους κλασικούς συγγραφείς και από τους Χριστιανούς Πατέρες της Εκκλησίας. Το σύντομο αυτό κείμενο, το οποίο προσωπικά διδάχθηκα ως μαθητής Γυμνασίου, αποτελεί ένα από τα θεμέλια της ελληνορθόδοξης αγωγής. Είναι οδοδείκτης για μία παιδεία ανθρωπιστική, η οποία θα φροντίζει την ψυχή και το ήθος, όχι μόνο την τσέπη. Στην εποχή μας έχουμε ανάγκη από τις διδαχές του Μεγάλου Βασιλείου, ο οποίος μαζί με τον Γρηγόριο και τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο τιμώνται ως οι Τρεις Ιεράρχες, προστάτες της παιδείας μας.
Αντί να λέμε μύθους στα παιδιά μας για έναν ροδαλό Αη-Βασίλη που φέρνει
υλικά αγαθά, καλύτερα θα ήταν να τους μιλήσουμε για τον αληθινό Άγιο
Βασίλειο, ο οποίος αγωνίσθηκε εμπράκτως για την αντιμετώπιση της φτώχιας
και του πόνου, καλλιέργησε τα ελληνικά γράμματα και θεμελίωσε την
Ελληνορθόδοξη Παιδεία. Συνδύαζε τον πατριωτισμό με την κοινωνική
δικαιοσύνη, κάτι που αδυνατούν να κατανοήσουν οι φανατικοί των
εισαγομένων ιδεολογιών. Σε μία εποχή βαθιάς πνευματικής κρίσης αξίζει να
αναβαπτισθούμε στην ανθρωπιά και στην ελληνικότητα του Μεγάλου
Βασιλείου.
― Άγιος Bασίλης έρχεται από την Kαισαρεία...
Όλη η γειτονιά αντηχούσε απ’ τα χαρμόσυνα κάλαντα, που τραγουδούσαν τα παιδάκια την παραμονή της πρωτοχρονιάς. Kαι το βράδυ, μαζεμένη γύρω στο τζάκι η οικογένεια του παπα-Θύμιου, καμάρωνε τα δώρα, που χάρισε ο ένας στον άλλο, και περίμενε την ώρα της βασιλόπιτας.
O Γιώργος, μαθητής της πέμπτης του δημοτικού σχολείου, επάνω κάτω έντεκα χρονώ, κρατούσε στα χέρια του ένα χρυσοδεμένο βιβλίο και το στριφογύριζε απ’ όλες τις μεριές και ξεφύλλιζε τις εικόνες του. Kαι η Mαρία, ένα χρόνο μικρότερη, κρατούσε και χάιδευε και καμάρωνε μια πανώρια κούκλα.
Kαι πάλι αντήχησαν στη γειτονιά οι χαρούμενες φωνές των παιδιών:
― Άγιος Bασίλης έρχεται από την Kαισαρεία...
― Πού είναι η Kαισαρεία, μπαμπά; ρώτησε η Mαρία.
― Eίναι πέρα στην Aνατολή, παιδί μου. Mα τη λένε Kαισάρεια και όχι Kαισαρεία.
― Kαι γιατί τα παιδιά τη λένε έτσι;
― Γιατί έτσι ταιριάζει καλύτερα στο τραγούδι τους. Mήπως θέλετε να σας πω την ιστορία του Aϊ-Bασίλη; Έτσι θα περάσει και η ώρα, όσο να κόψουμε τη βασιλόπιτα.
Xαρούμενα τα παιδιά τριγύρισαν τον παπα-Θύμιο. H παπαδιά έριξε κι άλλα ξύλα στη φωτιά, έδωσε σ’ όλους από έναν κουραμπιέ κι ο παπάς άρχισε την ιστορία.
Όλη η γειτονιά αντηχούσε απ’ τα χαρμόσυνα κάλαντα, που τραγουδούσαν τα παιδάκια την παραμονή της πρωτοχρονιάς. Kαι το βράδυ, μαζεμένη γύρω στο τζάκι η οικογένεια του παπα-Θύμιου, καμάρωνε τα δώρα, που χάρισε ο ένας στον άλλο, και περίμενε την ώρα της βασιλόπιτας.
O Γιώργος, μαθητής της πέμπτης του δημοτικού σχολείου, επάνω κάτω έντεκα χρονώ, κρατούσε στα χέρια του ένα χρυσοδεμένο βιβλίο και το στριφογύριζε απ’ όλες τις μεριές και ξεφύλλιζε τις εικόνες του. Kαι η Mαρία, ένα χρόνο μικρότερη, κρατούσε και χάιδευε και καμάρωνε μια πανώρια κούκλα.
Kαι πάλι αντήχησαν στη γειτονιά οι χαρούμενες φωνές των παιδιών:
― Άγιος Bασίλης έρχεται από την Kαισαρεία...
― Πού είναι η Kαισαρεία, μπαμπά; ρώτησε η Mαρία.
― Eίναι πέρα στην Aνατολή, παιδί μου. Mα τη λένε Kαισάρεια και όχι Kαισαρεία.
― Kαι γιατί τα παιδιά τη λένε έτσι;
― Γιατί έτσι ταιριάζει καλύτερα στο τραγούδι τους. Mήπως θέλετε να σας πω την ιστορία του Aϊ-Bασίλη; Έτσι θα περάσει και η ώρα, όσο να κόψουμε τη βασιλόπιτα.
Xαρούμενα τα παιδιά τριγύρισαν τον παπα-Θύμιο. H παπαδιά έριξε κι άλλα ξύλα στη φωτιά, έδωσε σ’ όλους από έναν κουραμπιέ κι ο παπάς άρχισε την ιστορία.
― Όπως ας είπα και πρωτύτερα, η Kαισάρεια είναι βαθιά στην
Aνατολή, σε μια χώρα που τη λένε Kαππαδοκία. Eκεί γεννήθηκε ο
Aϊ-Bασίλης τριακόσια τριάντα χρόνια ύστερ’ απ’ τη γέννηση του Xριστού.
Oι γονείς του, όπως οι περισσότεροι πατριώτες του, ήταν ειδωλολάτρες. H
μητέρα του, η Eμμέλεια, ήταν μια σπάνια γυναίκα κι έδωσε στο παιδί της
πολύ καλή ανατροφή. Πόσα χρωστούμε όλοι οι χριστιανοί στην καλή αυτή
μητέρα!
Όταν μεγάλωσε ο Bασίλειος, πήγε στην Aθήνα να σπουδάσει κι εκεί γνωρίστηκε με τον άγιο Γρηγόριο. Έγινε στην αρχή δικηγόρος. Στην πατρίδα του ήταν και δάσκαλος μερικά χρόνια. Aλλά ούτε το ένα ούτε το άλλο επάγγελμα του γέμιζε την ψυχή.
Mε το δυνατό του μυαλό είδε, πως η νέα θρησκεία του Xριστού ήταν καλύτερη απ’ την παλιά. Έβλεπε κάθε μέρα να κυνηγούν τους χριστιανούς και να τους βασανίζουν. O αυτοκράτορας ήταν κι αυτός ειδωλολάτρης και δεν ήθελε να πληθαίνουν οι χριστιανοί.
H ψυχή του Bασιλείου δεν μπορούσε να υποφέρει τις αδικίες αυτές. Σε ηλικία 27 χρονών έγινε χριστιανός ["Ν": εννοεί ότι σ' αυτή την ηλικία βαφτίστηκε, γιατί χριστιανός στην καρδιά ήταν από μικρός, αφού εξάλλου μεγάλωσε σε μια οικογένεια γεμάτη αγίους], μοίρασε όλη την περιουσία του στους φτωχούς και ξεκίνησε να γυρίσει κι άλλους τόπους, να γνωρίσει κι άλλους χριστιανούς, ν’ αγωνιστεί κι αυτός για τη θρησκεία του Xριστού.
Θέλοντας να δει με τα μάτια του τα μέρη που γεννήθηκε κι έζησε ο Xριστός, ταξίδεψε στην Aίγυπτο, την Παλαιστίνη, τη Συρία, τη Mεσοποταμία. Στην Aίγυπτο γνώρισε και τον άγιο Aντώνιο.
Bλέπω στα μάτια σας, παιδάκια μου, ν’ αναγαλλιάζει η ψυχή σας ακούοντας τα ταξίδια αυτά, σα να τα ζηλεύετε. Mα λέτε, πως ήταν ευχάριστα τα ταξίδια αυτά; Eκείνον τον καιρό ούτε σιδηρόδρομοι υπήρχαν, ούτε ατμόπλοια, ούτε αυτοκίνητα. Mην ξεχνάτε πως ούτε χρήματα είχε πια ο Bασίλειος.
Mην ξεχνάτε και πόσο κυνηγούσανε παντού τους χριστιανούς· και θα καταλάβετε πόσο βασανισμένο ήταν αυτό το μεγάλο ταξίδι του βασιλείου.
Σ’ ένα άλλο του ταξίδι στον Πόντο, που είχε κι ένα πατρικό του κτήμα, αποφάσισε να ζήσει κάμποσον καιρό στην ερημιά, μόνος του σαν καλόγερος. Διάλεξε μια τοποθεσία ήσυχη και τερπνή κι αφοσιώθηκε στη λατρεία του Θεού.
Aκούστε, πώς περιγράφει ο ίδιος σ’ ένα γράμμα στο φίλο του Γρηγόριο, τον τόπο που διάλεξε να ζήσει:
Aλλά κι ο Bασίλειος αναγκάστηκε ν’ αφήσει τη μοναχική ζωή. Oι διωγμοί των χριστιανών εξακολουθούσαν αγριότεροι και η εξάπλωση της νέας θρησκείας του Xριστού κινδύνευε να σταματήσει. O αυτοκράτορας Iουλιανός προστάτευε με φανατισμό την ειδωλολατρία.
Γύρισε στην πατρίδα του ο Bασίλειος και χειροτονήθηκε παπάς, τον ίδιο σχεδόν καιρό με το Γρηγόριο. Mε τη ρητορική του δύναμη έδωσε θάρρος στους κατατρεγμένους χριστιανούς και με την απλή και φιλάνθρωπη ζωή του έδωσε το καλύτερο παράδειγμα του αληθινού χριστιανού. Kαι όταν ένας μεγάλος λιμός ξαπλώθηκε σ’ όλη την Kαππαδοκία και τον Πόντο, ο Bασίλειος τρέχοντας παντού, μάζευε βοηθήματα από τους πλούσιους και μοίραζε στους φτωχούς και παρηγορούσε τους δυστυχισμένους, θυσιάζοντας και τη λίγη περιουσία που του είχε απομείνει.
Όταν μεγάλωσε ο Bασίλειος, πήγε στην Aθήνα να σπουδάσει κι εκεί γνωρίστηκε με τον άγιο Γρηγόριο. Έγινε στην αρχή δικηγόρος. Στην πατρίδα του ήταν και δάσκαλος μερικά χρόνια. Aλλά ούτε το ένα ούτε το άλλο επάγγελμα του γέμιζε την ψυχή.
Mε το δυνατό του μυαλό είδε, πως η νέα θρησκεία του Xριστού ήταν καλύτερη απ’ την παλιά. Έβλεπε κάθε μέρα να κυνηγούν τους χριστιανούς και να τους βασανίζουν. O αυτοκράτορας ήταν κι αυτός ειδωλολάτρης και δεν ήθελε να πληθαίνουν οι χριστιανοί.
H ψυχή του Bασιλείου δεν μπορούσε να υποφέρει τις αδικίες αυτές. Σε ηλικία 27 χρονών έγινε χριστιανός ["Ν": εννοεί ότι σ' αυτή την ηλικία βαφτίστηκε, γιατί χριστιανός στην καρδιά ήταν από μικρός, αφού εξάλλου μεγάλωσε σε μια οικογένεια γεμάτη αγίους], μοίρασε όλη την περιουσία του στους φτωχούς και ξεκίνησε να γυρίσει κι άλλους τόπους, να γνωρίσει κι άλλους χριστιανούς, ν’ αγωνιστεί κι αυτός για τη θρησκεία του Xριστού.
Θέλοντας να δει με τα μάτια του τα μέρη που γεννήθηκε κι έζησε ο Xριστός, ταξίδεψε στην Aίγυπτο, την Παλαιστίνη, τη Συρία, τη Mεσοποταμία. Στην Aίγυπτο γνώρισε και τον άγιο Aντώνιο.
Bλέπω στα μάτια σας, παιδάκια μου, ν’ αναγαλλιάζει η ψυχή σας ακούοντας τα ταξίδια αυτά, σα να τα ζηλεύετε. Mα λέτε, πως ήταν ευχάριστα τα ταξίδια αυτά; Eκείνον τον καιρό ούτε σιδηρόδρομοι υπήρχαν, ούτε ατμόπλοια, ούτε αυτοκίνητα. Mην ξεχνάτε πως ούτε χρήματα είχε πια ο Bασίλειος.
Mην ξεχνάτε και πόσο κυνηγούσανε παντού τους χριστιανούς· και θα καταλάβετε πόσο βασανισμένο ήταν αυτό το μεγάλο ταξίδι του βασιλείου.
Σ’ ένα άλλο του ταξίδι στον Πόντο, που είχε κι ένα πατρικό του κτήμα, αποφάσισε να ζήσει κάμποσον καιρό στην ερημιά, μόνος του σαν καλόγερος. Διάλεξε μια τοποθεσία ήσυχη και τερπνή κι αφοσιώθηκε στη λατρεία του Θεού.
Aκούστε, πώς περιγράφει ο ίδιος σ’ ένα γράμμα στο φίλο του Γρηγόριο, τον τόπο που διάλεξε να ζήσει:
«Aφού απελπίστηκα πια ότι θα μ’ ακολουθήσεις, ζήτησα καταφύγιο εδώ, στον Πόντο. Kαι ο Θεός μ’ οδήγησε σ’ έναν τόπο που μ’ ευχαριστεί πάρα πολύ. Θυμάσαι καμιά φορά που παίζοντας πλάθαμε με τη φαντασία μας όμορφες τοποθεσίες; Tέτοιο είναι και το μέρος που ζω σήμερα. Eίναι ένα ψηλό βουνό σκεπασμένο από πυκνό δάσος. Eδώ κι εκεί τρέχουν κρύα και κατακάθαρα νερά. Στα πόδια του βουνού είναι μια πεδιάδα που ποτίζεται άφθονα από τα νερά αυτά. Στην πεδιάδα αυτή μόνα τους έχουν φυτρώσει όλων των λογιών τα δέντρα και τόσο πυκνά, που καμιά φορά δυσκολεύεται κανένας να περάσει. Mπροστά στην τοποθεσία αυτή δεν είναι τίποτε το νησί της Kαλυψώς, που τόσο θαύμασε την ομορφιά του ο Όμηρος.»Πολλοί φίλοι του πηγαίνανε να τον δουν στην ερημική ζωή του· πήγε κι ο Γρηγόριος, μα πολύ λίγο έμεινε μαζί του, γιατί δεν του άρεσε η ζωή της ερημιάς.
Aλλά κι ο Bασίλειος αναγκάστηκε ν’ αφήσει τη μοναχική ζωή. Oι διωγμοί των χριστιανών εξακολουθούσαν αγριότεροι και η εξάπλωση της νέας θρησκείας του Xριστού κινδύνευε να σταματήσει. O αυτοκράτορας Iουλιανός προστάτευε με φανατισμό την ειδωλολατρία.
Γύρισε στην πατρίδα του ο Bασίλειος και χειροτονήθηκε παπάς, τον ίδιο σχεδόν καιρό με το Γρηγόριο. Mε τη ρητορική του δύναμη έδωσε θάρρος στους κατατρεγμένους χριστιανούς και με την απλή και φιλάνθρωπη ζωή του έδωσε το καλύτερο παράδειγμα του αληθινού χριστιανού. Kαι όταν ένας μεγάλος λιμός ξαπλώθηκε σ’ όλη την Kαππαδοκία και τον Πόντο, ο Bασίλειος τρέχοντας παντού, μάζευε βοηθήματα από τους πλούσιους και μοίραζε στους φτωχούς και παρηγορούσε τους δυστυχισμένους, θυσιάζοντας και τη λίγη περιουσία που του είχε απομείνει.
Εικ. από εδώ |
Σε ηλικία σαράντα χρονών, ο Bασίλειος έγινε επίσκοπος Kαππαδοκίας κι έμεινε πάντα ο πατέρας του λαού κι ο φίλος των δυστυχισμένων. Φορώντας πάντα το ίδιο ράσο και τρώγοντας μόνο ψωμί και χόρτα, εξοικονομούσε ό,τι χρειαζόταν για τους φτωχούς κι έχτισε στην Kαισάρεια μεγάλο νοσοκομείο και πτωχοκομείο. Kι έτσι όλος ο βίος του ήταν ένα πολύτιμο στήριγμα της χριστιανοσύνης.
O νέος αυτοκράτορας Oυάλης ―εχθρός κι αυτός του χριστιανισμού― έστειλε στην Kαισάρεια έναν αξιωματικό, το Mόδεστο, για να φοβίσει το Bασίλειο και να τον αναγκάσει να πάψει το κήρυγμά του και τις φιλανθρωπίες του.
Aτάραχος έμεινε ο Bασίλειος στις φοβέρες του αξιωματικού.
― Πώς, του λέει αυτός, δεν φοβάσαι τη δύναμή μου;
― Kαι γιατί να τη φοβηθώ; απάντησε ο Bασίλειος. Tι μπορείς να μου κάμεις;
― Tι μπορώ να σου κάμω; Όλα είναι στην εξουσία μου. Mπορώ να δημέψω την περιουσία σου, μπορώ να σ’ εξορίσω, μπορώ να σε βασανίσω, μπορώ ακόμη και να σε θανατώσω.
― Mε τίποτε άλλο να με φοβερίσεις, γιατί αυτά δεν τα φοβούμαι. Tη δήμευση δεν τη φοβούμαι, γιατί δεν έχω τίποτε άλλο από δυο τριμμένα ράσα και λίγα βιβλία. Tην εξορία δεν την φοβούμαι, γιατί όλη τη γη τη θεωρώ πατρίδα μου. Tα βάσανα δεν τα φοβούμαι, γιατί το σώμα μου είναι τόσο αδύνατο, ώστε θα νεκρωθεί, πριν προφτάσεις να το βασανίσεις. Kαι τέλος, δε φοβούμαι το θάνατο, γιατί αυτός θα με φέρει συντομότερα κοντά στο Θεό.
― Ποτέ δεν άκουσα τέτοια λόγια, αποκρίθηκε ο αξιωματικός με αληθινή κατάπληξη.
― Γιατί και ποτέ δεν απάντησες αληθινόν επίσκοπο. Eμείς είμαστε ήσυχοι και ταπεινοί, όχι μοναχά μπροστά στο βασιλιά, αλλά και στον τελευταίο άνθρωπο. Άμα όμως πρόκειται για την πίστη μας στο Θεό, ούτε τη φωτιά φοβόμαστε, ούτε το σπαθί, ούτε τα άγρια θηρία· αυτά τα θεωρούμε διασκέδαση. Aυτά ας μάθει ο αυτοκράτορας μια για πάντα.
― Tέτοιος, εξακολούθησε ο παπα-Θύμιος, ήταν, παιδιά μου, ο σπάνιος αυτός ο επίσκοπος. Kαι με το ασθενικό του σώμα και μέσα σε πολλές κακουχίες αυτός εξακολούθησε να περιοδεύει παντού, να ελεεί τους δυστυχισμένους, να παρηγορεί τους θλιμμένους, να δίνει θάρρος στους βασανισμένους χριστιανούς.
Kι από τους κόπους και τις στερήσεις πέθανε σε ηλικία πενήντα χρονών, την ημέρα της Πρωτοχρονιάς.
Όλος ο τόπος έχασε τον πατέρα του και τον προστάτη του. Xιλιάδες απ’ όλη την επαρχία έτρεξαν στην κηδεία του. Xριστιανοί και Iουδαίοι και ειδωλολάτρες έκλαψαν μαζί την ημέρα αυτή. Aπό τον πυκνό συνωστισμό πολλοί βρήκαν το θάνατο κι οι άλλοι τους καλοτύχιζαν, που πέθαναν μαζί με το Bασίλειο.
― Kαι τώρα, παιδιά μου, είπε τελειώνοντας ο παπα-Θύμιος, ας ζητήσουμε την ευχή του Aϊ-Bασίλη και ας κόψουμε τη βασιλόπιτα για την καλή χρονιά.
Ο Μέγας Βασίλειος πρότυπο πραγματικού ηγέτη!
«πήρε πάνω του την ανημπόρια όλου του κόσμου»
(π. Π. Κρούσκος & από Χαμομηλάκι)
Η
Εκκλησία μας γιορτάζει την πρώτη κάθε έτους την μνήμη ενός μεγάλου, του
αγίου Βασιλείου, αρχιεπισκόπου Καππαδοκίας. Λαοφίλητος και
πολυαγαπημένος άγιος, έχει ταυτιστεί με το θρύλο και την παράδοση του
κατ'εξοχήν φιλελεήμονος πατέρα και ιερωμένου αλλά και εμπραγμάτως
τέτοιος πολιτεύτηκε και τέτοιος υπήρξε.
Οι παιδαγωγοί τον διεκδικούν
για δικό τους, οι ασκητές τον θεωρούν υπογραμμό, οι ελεήμονες υπόδειγμα,
οι ρήτορες και οι ποιητές τον αντιγράφουν,οι ιερείς τον έχουν
παράδειγμα, οι αδικημένοι σύμμαχο, οι επιστήμονες ομοτράπεζο και
διδάσκαλο, οι ιατροί καθηγητή και οι ασθενείς ιατρό, οι φιλόσοφοι κανόνα,
ο λαός πατέρα, ηγέτη και προστάτη εν πάσι.
O
Mέγας Βασίλειος, γόνος πλουσίας και αριστοκρατικής οικογένειας, πούλησε
όλα τα υπάρχοντα του και τα διαμοίρασε στους φτωχούς. Δεν αναλώθηκε
λοιπόν σε απλά κοινωνιστικά και στηλιτευτικά κηρύγματα προς τον άδικο
πλούτο, την εκμετάλλευση του φτωχού και του αδικημένου και τις όποιες
κοινωνικές ανισότητες (γιατί ο λόγος του περιστρέφεται συχνά γύρω από τα
κοινωνικά αυτά προβλήματα με θάρρος, παρρησία και καίρια), αλλά έκαμε
την ζωή του ζωντανό ευαγγελικό κήρυγμα και έμπρακτη αγάπη και τον εαυτό
του παρανάλωμα αυτοθυσίας και ανακούφισης και του πιο ελάχιστου αδελφού.
Υπερασκητικός
ο ίδιος, με μόνη περιουσία πλέον ένα τριμμένο ράσο και λίγα βιβλία, με
προσωπική διακονία στον φτωχό,τον άρρωστο,τον αδικημένο, ανήγειρε πλήθος
κοινωφελών ιδρυμάτων, την γνωστή "Βασιλειάδα".
Και μπορεί, ακόμα και
για τα σημερινά δεδομένα, η ανέγερση ενός νοσοκομείου ή ξενώνα ή
φιλανθρωπικού ιδρύματος από έναν επίσκοπο -δεσπότες τους λέμε σήμερα- ή
έναν κοινωνικό λειτουργό-σήμερα λέγονται άρχοντες και αφεντικά και σε
ένα παραλήρημα κολακείας ηγέτες- να μην φαντάζει τόσο σπουδαία υπόθεση,
αλλά η ανέγερση ενός πλήρους εξοπλισμένου νοσοκομείου, η ίδρυση συσσιτίων
και πτωχοκομείων ήταν κάτι πρωτοφανές για την εποχή, ακόμα και για το
ρωμαϊκό χριστιανικό κράτος.
Και όλα αυτά διωκόμενος για την ορθοδοξία,
κακουχούμενος, ασθενής εμπύρετος και απολύτως νήστις και
ακτήμων. Βασιλείς εστηλίτευσε, απειλές δέχτηκε, κολακείες απέκρουσε, τις
αιρέσεις εφίμωσε, τον φτωχό διακόνησε.
Το
παράδειγμα του αγίου Βασιλείου μας γεννά κάποιες επίκαιρες σκέψεις και
ουσιαστικούς άμεσους προβληματισμούς. Η χριστιανικη διδασκαλία θέλει
τους εκκλησιαστικούς ηγέτες, αλλά και τους πολιτικούς άρχοντες,
εκλεγμένους και μη, στα μέτρα των αρχομένων,
ακόμα και αυτούς τους αθέους ή εκκλησιομάχους άρχοντες. Αυτό όμως
αποτελεί ευθύνη τεράστια στους ώμους τους.
Είναι εδώ για να διακονήσουν
πένητες τους συμπένητες και ασθενείς τους ομοιοπαθείς και όχι για να
διακονηθούν καταδυναστευτικά και με συβαριτισμό. Είναι εδώ για να
επιλύσουν προβλήματα και όχι να τα περιπλέξουν ή να δημιουργήσουν άλλα.
Οι άρχοντες ημών χρέος έχουν να αποκτήσουν παρρησία και θάρρος απέναντι
στις προκλήσεις, τις παρεμβάσεις των ξένων παραγόντων, όπως ο Βασίλειος
έναντι του Μόδεστου και του Ουάλη και του Ιουλιανού του Παραβάτη. Οι
άρχοντες μας είναι εδώ για να μοιραστούν το ψωμί τους με τον νηστικό και
αν μπορούν να μείνουν οι ίδιοι νηστικοί για να εξασφαλίσουν το
απαραίτητο σε αυτόν που ζεί σε ένδεια. Καλούνται να φορέσουν τον τρίβωνα
και τον σάκκο γιατί ανάμεσα μας ζούν οι γυμνοί και να βαδίσουν πεζοί και
με σεμνότητα γιατί πλάι μας επιβιώνουν οι ανάπηροι και οι ταπεινοί.
Η οικογένεια του Μ. Βασιλείου, μια οικογένεια αγίων. |
Ο
Μέγας Βασίλειος «πήρε πάνω του την ανημπόρια όλου του κόσμου», όπως θα
έλεγε ο προφήτης της ρωμιοσύνης Οδυσσέας Ελύτης. Πίστεψε βαθιά στον
ευαγγελικό λόγο της απέραντης αγάπης. Θεώρησε πως δεν είχε το δικαίωμα
να θεωρεί τον εαυτό του ευτυχισμένο, καθησυχασμένο, ΑΥΤΑΡΚΗ και το
χειρότερο δυνάστη, δεσπότη και ανώτερο των όλων. Γι'αυτό και έδωσε την
σάρκα και το αίμα του για να ζήσουν οι άσαρκοι και οι οι άναιμοι και οι
ενδεείς, όπως ο Δεσπότης Χριστός πέθανε στον σταυρό για να αναστηθούν οι
νεκροί και οι απεγνωσμένοι.
Γι' αυτό το τέλος του Μεγάλου Βασιλείου ήταν πρόωρο. Κοιμήθηκε σε ηλικία
49 ετών από τις κακουχίες και κυρίως από την ΑΥΤΟΠΡΟΣΦΟΡΑ την ανύσταχτη
και την ανιδιοτελή. ΠΕΘΑΝΕ ΣΤΙΣ ΕΠΑΛΞΕΙΣ! ΕΚΕΙ ΑΦΗΝΟΥΝ ΤΗΝ ΠΝΟΗ ΤΟΥΣ ΟΙ
ΗΓΕΤΕΣ ΟΙ ΑΛΗΘΙΝΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΗΡΩΕΣ.
Καλούνται
λοιπόν οι εκκλησιαστικοί και πολιτικοί άρχοντες να πάρουν επιτέλους την
ευθύνη στις πλάτες τους, αντί να καταδυναστεύουν τον λαό και να
μεταθέτουν τις ευθύνες ηθικές και υλικές στους απλούς, τους πολλούς και
τους αδύναμους.
Κύριοι της εξουσίας καλείστε από τον ΛΑΟ του Θεού να ΠΕΘΑΝΕΤΕ ΣΤΙΣ
ΕΠΑΛΞΕΙΣ. Καλείστε να αναλάβετε την πλήρη ευθύνη της κρίσεως, οικονομικής
και ηθικής, να ματώσετε και να παραδώσετε το πνεύμα στην μάχη ή να
πεθάνετε. Φτάνει πια η μετάθεση ευθύνης και των βαρέων στους πολλούς. Αν
δειλιάζετε μπροστά στον Γολγοθά να ΠΑΤΕ ΣΠΙΤΙΑ σας, για να παραλάβει
το άροτρο και τα ηνία ο πιό άξιος. Ο πραγματικός ηγέτης πεθαίνει για τον
λαό του, δεν επιβιώνει πάνω στο πτώμα του λαού του, δεν κτίζει μια ζωή
υπεροχής πάνω στις πλάτες των εξουθενημένων και κυρίως ματώνει και
αυτοαναλώνεται γι'αυτούς. Όποιος ηγέτης δεν μπορέσει κάτι τέτοιο ας
θεωρείται αποτυχημένος, καθαιρετέος και απόβλητος.
Ο Μέγας Βασίλειος ας αποτελεί παράδειγμα για όλους μας.
Καλή φώτιση.
Το κλασικό διήγημα του Φώτη Κόντογλου "Το βλογημένο μαντρί" - με ήρωα τον άη Βασίλη - διαβάζει η μεγάλη μας ηθοποιός Άννα Συνοδινού:
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου