Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
Ο Αρχιεπίσκοπος κ. Ιερώνυμος την
Δευτέρα, 19 Νοεμβρίου, δέχθηκε στο Μέγαρο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής τους επικεφαλής του Παγκοσμίου
Συμβουλίων Εκκλησιών και του Συμβουλίου Ευρωπαϊκών Εκκλησιών, που
πραγματοποίησαν επίσκεψη στην Ελλάδα. Στο σχετικό Δελτίο Ενημέρωσης του Τύπου,
που εξέδωσε η Αρχιεπισκοπή, γράφτηκαν σε εισαγωγικά αποσπάσματα της ομιλίας του
κ. Ιερωνύμου προς τους επίσημους φιλοξενούμενούς του. Από αυτά δόθηκε προς τα
έξω η πληροφορία ότι δεν τους μίλησε καθόλου για τα ζητήματα που αφορούν στην
παρουσία της Ορθοδόξου Εκκλησίας στους δύο αυτούς Οργανισμούς, ούτε ότι τους
εξέθεσε τις υπεύθυνες απόψεις της Εκκλησίας της Ελλάδος για την πορεία τους.
Από τα όσα αναφέρονται στο Δελτίο
Τύπου της Αρχιεπισκοπής προκύπτει ότι ο κ. Ιερώνυμος ασχολήθηκε αποκλειστικά με
τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα που απασχολούν τον ελληνικό λαό. Τα όσα
δημοσιοποιήθηκαν ασφαλώς ικανοποίησαν την κοινή γνώμη, κάτι που κρίνεται θετικά
για την επικοινωνιακή ομάδα που τον περιβάλλει Θα μπορούσε κάποιος να
υποστηρίξει ότι ο Αρχιεπίσκοπος επέλεξε τον εύκολο δρόμο των ανώδυνων και
θετικών επικοινωνιακά εντυπώσεων και απέφυγε τη δύσκολη και αδιάφορη για τον
πολύ λαό ατραπό των πολλών και σοβαρών
θεολογικών και εκκλησιαστικών διαφορών που υπάρχουν με τους Προτεστάντες, που
κυριαρχούν στους δύο συγκεκριμένους Διεθνείς Οργανισμούς.
Στο Παγκόσμιο και στο Ευρωπαϊκό
Συμβούλιο των Εκκλησιών και πέρα από τις
σημαντικότατες διαφορές που
υπάρχουν, σοβαρότατο ζήτημα αποτελεί το ότι
συν τω χρόνω υποβαθμίζεται η παρουσία της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Αυτό δεν
οφείλεται μόνο στο ότι οι Προτεστάντες και δη οι Γερμανοί Λουθηρανοί, στηρίζουν
ουσιαστικά την ύπαρξη και τη λειτουργία των δύο Οργανισμών. Είναι κυρίως η,
πλην ελάχιστων φωτεινών εξαιρέσεων, αβελτηρία των Ορθοδόξων που αφήνει ελεύθερο
το πεδίο δράσης στους Προτεστάντες. Είναι μεγάλη η ιστορική ευθύνη των τοπικών
Ορθοδόξων Εκκλησιών, οι οποίες έχουν αποδεχθεί στους εν λόγω διεθνείς
Οργανισμούς οι διάφορες προτεσταντικές ομάδες να αναχθούν σε "Εκκλησίες" και οι ίδιες να είναι
σχεδόν αφανείς.
Το
Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών ειδικότερα θάπρεπε να είναι μια ιεραποστολική
προσπάθεια, η οποία να έχει τη σφραγίδα της
Ορθόδοξης Εκκλησίας και όχι να είναι ένας Οργανισμός που κάποιοι - λίγοι
- Ορθόδοξοι προσλαμβάνονται ως υπάλληλοι - στελέχη, μπαίνουν στην γραφειοκρατία
του, αμείβονται πλουσιοπάροχα και, οι περισσότεροι, αφομοιώνονται στο
προτεσταντικό πνεύμα του. Ούτε να είναι μόνο ένα διεθνές βήμα, που οι απόψεις των
Ορθοδόξων μπαίνουν σε αποφάσεις, που είναι αποτέλεσμα συναινέσεων και
συμβιβασμών. Ούτε ακόμη ένας Οργανισμός που προσφέρει κάποια οικονομική
βοήθεια, κάποιες υποτροφίες, ή κάποια δήλωση συμπαράστασης, προς τα
δοκιμαζόμενα μέλη του. Αυτά όλα είναι σκύβαλα μπρος στην μέσα από το ΠΣΕ
αλλοίωση ή και ανυπαρξία του Ορθοδόξου
ιεραποστολικού μηνύματος Οι διαπρεπείς Ορθόδοξοι θεολόγοι, κυρίως Ρώσοι της
Διασποράς και Έλληνες, αποδέχθηκαν τη συμμετοχή των τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών
στο Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών,
έχοντας ως όραμα και προοπτική αυτό να είναι ένα πνευματικό πεδίο, όπου οι
Προτεστάντες θα προσεγγίσουν και θα εκτιμήσουν την Ορθόδοξη πνευματικότητα. Με
το πέρασμα των ετών αποδεικνύεται στην πράξη ότι αντί οι Προτεστάντες να
«Ορθοδοξήσουν» οι Ορθόδοξοι έχουν αρχίσει να Προτεσταντίζουν…
Το
Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών ασχολείται με ζήλο στο θέμα της προσφοράς της
κατήχησης στις διάφορες ηλικίες. Η όλη αντίληψη
είναι καθαρά προτεσταντική. Πρόσφατα έγινε μια συνάντηση στη Γενεύη,
έδρα του ΠΣΕ, όσων ασχολούνται με την κατήχηση
και επειδή δεν υπήρχε σοβαρή συμμετοχή από τις Ορθόδοξες Εκκλησίες
εκλήθησαν και καθηγητές - κατηχητές από Θεολογικές Σχολές και Ιερατικά
Σεμινάρια. Όλοι τους - και οι Ορθόδοξοι
- αποδέχθηκαν τον προτεσταντικό τρόπο
προσφοράς της κατήχησης, που απέχει πολύ από το Ορθόδοξο ομολογιακό μάθημα. Από
τέτοιες συναντήσεις αποδεικνύεται ότι είναι τόσος ο δυναμισμός, η μεθοδικότητα
και η οργάνωση των Προτεσταντών που αν οι Ορθόδοξοι θεολόγοι δεν έχουν σε βάθος γνώση της διδασκαλίας της
Εκκλησίας τους, ισχυρές προσωπικότητες
και μεγάλες ικανότητες πειθούς μπορεί να εντυπωσιασθούν, να παρασυρθούν
σε λογικές προτεσταντικές και ενώ αυτές είναι χοϊκές και στηρίζονται στην
κοσμική λογική, να τις θεωρούν "προοδευτικές" -
"μετανεωτερικές". Επίσης είναι απτός ο κίνδυνος το θάμπος που
αισθάνονται στις λογικές αυτές να τους οδηγήσει στην αντίληψη ότι στην κατήχηση
οδηγήθηκαν στην απόλυτη και αναμφισβήτητη αλήθεια…
Σαφές τέτοιο παράδειγμα αποτελούν οι
θεολόγοι που επιχειρούν να περάσουν στην Ελλάδα το νέο πρόγραμμα για το μάθημα
των Θρησκευτικών. Αυτοί δέχονται ότι
χρησιμοποιούν μεθόδους και στοιχεία της κατήχησης των Προτεσταντών, υποστηρίζουν
όμως, με απόλυτο μάλιστα τρόπο, ότι αυτά είναι "μοντέρνα", και ότι
είναι της σύγχρονης παιδαγωγικής και επιστημονικής αντίληψης. Στον ιδεολογικό
φανατισμό τους δεν μπορούν να αντιληφθούν το στοιχειώδες, που ο Μέγας Βασίλειος
λ.χ. εφάρμοσε, ότι δηλαδή οι Ορθόδοξοι μελετούν τις διάφορες ιδέες, αλλά έχουν
την ικανότητα και τη διάκριση να δημιουργούν μια δική τους κατήχηση, σύμφωνη με
την Παράδοση και τη Διδασκαλία της Εκκλησίας τους. Δεν μιμούνται, αλλά
διδάσκουν και εμπνέουν τους άλλους να τους μιμηθούν. Αυτή είναι η Παράδοση των Ορθοδόξων, που
τείνει να λησμονηθεί.
Ο
Αρχιεπίσκοπος έχασε την μεγάλη ευκαιρία να επισημάνει στους υψηλούς επισκέπτες
του άμεσα και ευθέως την αλήθεια, χωρίς φτιασίδια, ότι δηλαδή η Ορθοδοξία
πρέπει να αποκτήσει τη θέση που της ανήκει στους Οργανισμούς που διευθύνουν,
αλλιώς δεν υπάρχει λόγος να συμμετέχει.
Θάπρεπε μάλιστα να έχει έτοιμες
προτάσεις για τη λειτουργία τους, που να τους τις επιδώσει προς μελέτη και
προβληματισμό, και να τους επισημάνει ότι θα τις κοινοποιήσει και στις άλλες
τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες, για να υπάρχει εκ μέρους όλων κοινή ενιαία
αντιμετώπιση της παρουσίας τους στο Παγκόσμιο και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο των
Εκκλησιών.
Πολλοί
υποστηρίζουν πως η Εκκλησία της Ελλάδος
πρέπει να αποχωρήσει από τουε δύο αυτούς διεθνείς Οργανισμούς, διότι τίποτε δεν Της προσφέρουν και παράλληλα
παραβιάζονται οι Ιεροί Κανόνες. Άλλοι θεωρούν ότι καλόν είναι να παραμείνει,
γιατί οι δύο Οργανισμοί αποτελούν για τους Ορθοδόξους πεδία γνωριμίας και
διαλόγου με τους Προτεστάντες και διεθνή βήματα κι αν σήμερα οι εκπρόσωποι των
Ορθοδόξων Εκκλησιών, πάντα πλην κάποιων εξειρέσεων, δεν ανταποκρίνονται στις
ευθύνες τους, στο μέλλον μπορεί να είναι καλύτερα τα πράγματα. Υποστηρίζουν
ακόμη πως δεν πρέπει να αποκλείσουν από μόνοι τους οι Ορθόδοξοι το θαύμα, μέσα
δηλαδή από αυτή την πνευματική συνάφεια
οι Προτεστάντες να βιώσουν και να αποδεχθούν την Ευαγγελική Αλήθεια, όπως
διδάσκεται στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Αλλά αυτό το θαύμα απαιτεί όσοι Ορθόδοξοι συμμετέχουν
στις συναντήσεις και στη λειτουργία των δύο αυτών διεθνών Οργανισμών να είναι
πράγματι ιεραπόστολοι, πράγματι αξιόλογοι θεολόγοι, πράγματι σημαντικές
εκκλησιαστικές και θεολογικές προσωπικότητες και όχι να είναι απλοί
γραφειοκράτες ή ταξιδιώτες, που απολαμβάνουν το ταξίδι τους στην Ελβετία ή σε
άλλες χώρες. Αν είναι οι Ορθόδοξοι να αποτελούν μόνο τις "γλάστρες"
στο Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών και στο Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών
Εκκλησιών, καλύτερα είναι να αποσυρθούν. Έτσι τουλάχιστον δεν θα έχουν το βάρος στη συνείδηση τους, ότι με την
παρουσία και με την ανοχή τους η Ορθοδοξία από Μία, Αγία και Καθολική Εκκλησία
μετατρέπεται σε εφαλτήριο της διεθνούς
δράσης του Προτεσταντισμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου