Μέρος Β'
Μια μέρα μου λέει ο πρωτοσύγγελος της Θεσσαλονίκης: «Πάμε, πάτερ Βασίλειε, να δούμε τον γερο-Χαραλάμπη απ’ την Σταυρονικήτα, γιατί έχω μια μεγάλη στεναχώρια. Έχω την Ροτόντα και αυτοί οι Αρχαιολόγοι δεν μας αφήνουν να λειτουργήσουμε μέσα.
Πάμε να δούμε, τι θα μας πη .
Να του πούμε γι’ αυτό το θέμα που με προβληματίζει, γιατί με έχουν βάλει στο στόχαστρο οι Αρχαιολόγοι». Του λέω: «Γέροντα είναι λίγο αργά – σούρουπο ήτανε -, στο μοναστήρι είναι λίγο δύσκολα να πάμε τέτοια ώρα».
«Δεν πειράζει, μια και βρίσκομαι εδώ πέρα, γιατί αύριο το πρωί θα φύγω και δεν έχω χρόνο». Τρέχουμε. Πηγαίνουμε στου Σταυρονικήτα. Ίσα – ίσα που προλάβαμε την πόρτα.
Προσκυνήσαμε τον άγιο Νικόλαο και πήγαμε στον γέροντα Χαραλάμπη. Μας λέει: «Τέτοια ώρα δεν κάνουν επισκέψεις στα μοναστήρια, αλλά κάνουν προσευχή». Πριν προλάβη ο Πρωτοσύγγελος να τον ρωτήση για τον Άγιο Γεώργιο, την Ρορόντα, τι θα γίνη, του λέει ο π. Χαραλάμπης: «Να ξέρετε όμως πατέρες, ότι ο άγιος Γεώργιος ο Τροπαιοφόρος έχει ένα κοντάρι τρία μέτρα! Και όσους του πάνε ενάντια θα τους αρχίση με αυτό το κοντάρι».
Τα’ χασε ο πρωτοσύγγελος. Και άλλα τέτοια μας είπε, που θαύμασε ο πρωτοσύγγελος: «Για δές! Που ήξερε αυτός ο άνθρωπος ότι εμείς ήρθαμε γι’ αυτόν το λόγο εδώ, για να τον ρωτήσουμε για τον ναό του αγίου Γεωργίου, για το τι θα γίνη, και μας είπε ότι θα τους κυνηγήση με το κοντάρι του ο άγιος Γεώργιος!».
Από αυτόν τον άνθρωπο, επειδή ερχότανε πολύ τακτικά στο κελλί μας, ωφεληθήκαμε πάρα πολύ, γιατί μόνο που καθόμασταν δίπλα του, γαληνεύαμε. Καθόταν εδώ πέρα και έπλεκε, ή καθόταν κάτω στο εργαστήρι και συνέχεια έπλεκε και έλεγε την ευχή και μας έλεγε ιστορίες από την πατρίδα του, από τα νεανικά του χρόνια, από το Άγιον Όρος. Όλα πνευματικά, δεν έλεγε τίποτα κοσμικό. Όλα όσα είχαν σχέση με την ωφέλεια της ψυχής. Τίποτα περιττό. Και μάλιστα μεμφόμενος τον εαυτό του έλεγε: «Όυαί ο λαλών και μη ποιών».
Έρχονταν καμμιά φορά κοσμικοί. Τον ρωτούσαν: «Τι να κάνουμε γερο- Χαραλάμπη; Πες μας μονολεκτικά κάτι, κάποια διδαχή». Και τους έλεγε: «Έκκλινον από κακού και ποίησον αγαθόν». Και πολλές παρόμοιες σοφές κουβέντες.
Αυτά με τον γέροντα Χαραλάμπη. Υπάρχουν πολλές βέβαια ιστορίες του, αλλά δεν τις θυμάμαι. Και ο π. Ιγνάτιος έχει ακούσει πάρα πολλές. Πάντως αυτό που έμεινε στην μνήμη μας είναι, ότι είχαμε μία χαρά όταν πηγαίναμε να συναντήσουμε αυτούς τους ανθρώπους, διότι είχανε πολλή αγάπη και ανεξικακία.
Δεν είχανε κακία για κανέναν, και αν τους έκανε κάτι κάποιος τον συγχωρούσανε. Δεν κρατούσανε. Ήτανε σαν προβατάκια αθώα. Και χαιρόσουν αυτούς τους ανθρώπους να τους συναναστρέφεσαι. Δεν έβλεπες κακία και μίσος, αν και τους πολεμούσε και αυτούς ο πειρασμός με διαφόρους τρόπους μέσω των αδελφών.
Μια μέρα μου λέει ο πρωτοσύγγελος της Θεσσαλονίκης: «Πάμε, πάτερ Βασίλειε, να δούμε τον γερο-Χαραλάμπη απ’ την Σταυρονικήτα, γιατί έχω μια μεγάλη στεναχώρια. Έχω την Ροτόντα και αυτοί οι Αρχαιολόγοι δεν μας αφήνουν να λειτουργήσουμε μέσα.
Πάμε να δούμε, τι θα μας πη .
Να του πούμε γι’ αυτό το θέμα που με προβληματίζει, γιατί με έχουν βάλει στο στόχαστρο οι Αρχαιολόγοι». Του λέω: «Γέροντα είναι λίγο αργά – σούρουπο ήτανε -, στο μοναστήρι είναι λίγο δύσκολα να πάμε τέτοια ώρα».
«Δεν πειράζει, μια και βρίσκομαι εδώ πέρα, γιατί αύριο το πρωί θα φύγω και δεν έχω χρόνο». Τρέχουμε. Πηγαίνουμε στου Σταυρονικήτα. Ίσα – ίσα που προλάβαμε την πόρτα.
Προσκυνήσαμε τον άγιο Νικόλαο και πήγαμε στον γέροντα Χαραλάμπη. Μας λέει: «Τέτοια ώρα δεν κάνουν επισκέψεις στα μοναστήρια, αλλά κάνουν προσευχή». Πριν προλάβη ο Πρωτοσύγγελος να τον ρωτήση για τον Άγιο Γεώργιο, την Ρορόντα, τι θα γίνη, του λέει ο π. Χαραλάμπης: «Να ξέρετε όμως πατέρες, ότι ο άγιος Γεώργιος ο Τροπαιοφόρος έχει ένα κοντάρι τρία μέτρα! Και όσους του πάνε ενάντια θα τους αρχίση με αυτό το κοντάρι».
Τα’ χασε ο πρωτοσύγγελος. Και άλλα τέτοια μας είπε, που θαύμασε ο πρωτοσύγγελος: «Για δές! Που ήξερε αυτός ο άνθρωπος ότι εμείς ήρθαμε γι’ αυτόν το λόγο εδώ, για να τον ρωτήσουμε για τον ναό του αγίου Γεωργίου, για το τι θα γίνη, και μας είπε ότι θα τους κυνηγήση με το κοντάρι του ο άγιος Γεώργιος!».
Από αυτόν τον άνθρωπο, επειδή ερχότανε πολύ τακτικά στο κελλί μας, ωφεληθήκαμε πάρα πολύ, γιατί μόνο που καθόμασταν δίπλα του, γαληνεύαμε. Καθόταν εδώ πέρα και έπλεκε, ή καθόταν κάτω στο εργαστήρι και συνέχεια έπλεκε και έλεγε την ευχή και μας έλεγε ιστορίες από την πατρίδα του, από τα νεανικά του χρόνια, από το Άγιον Όρος. Όλα πνευματικά, δεν έλεγε τίποτα κοσμικό. Όλα όσα είχαν σχέση με την ωφέλεια της ψυχής. Τίποτα περιττό. Και μάλιστα μεμφόμενος τον εαυτό του έλεγε: «Όυαί ο λαλών και μη ποιών».
Έρχονταν καμμιά φορά κοσμικοί. Τον ρωτούσαν: «Τι να κάνουμε γερο- Χαραλάμπη; Πες μας μονολεκτικά κάτι, κάποια διδαχή». Και τους έλεγε: «Έκκλινον από κακού και ποίησον αγαθόν». Και πολλές παρόμοιες σοφές κουβέντες.
Αυτά με τον γέροντα Χαραλάμπη. Υπάρχουν πολλές βέβαια ιστορίες του, αλλά δεν τις θυμάμαι. Και ο π. Ιγνάτιος έχει ακούσει πάρα πολλές. Πάντως αυτό που έμεινε στην μνήμη μας είναι, ότι είχαμε μία χαρά όταν πηγαίναμε να συναντήσουμε αυτούς τους ανθρώπους, διότι είχανε πολλή αγάπη και ανεξικακία.
Δεν είχανε κακία για κανέναν, και αν τους έκανε κάτι κάποιος τον συγχωρούσανε. Δεν κρατούσανε. Ήτανε σαν προβατάκια αθώα. Και χαιρόσουν αυτούς τους ανθρώπους να τους συναναστρέφεσαι. Δεν έβλεπες κακία και μίσος, αν και τους πολεμούσε και αυτούς ο πειρασμός με διαφόρους τρόπους μέσω των αδελφών.
πηγή:Ετήσια έκδοσις της Ιεράς Μονής
Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους
Περίοδος Β' έτος 2007 αριθ. 32
σελ 97-101
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου