Τοῦ
Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ
Μοῦ
ζητήθηκε νὰ δώσω κάποια στοιχεῖα, πού νὰ τεκμηριώνουν την καθιερωμένη ἀνθελληνική
στάση τοῦ Βατικανοῦ καὶ τῶν Λατίνων τοῦ Ἑλλαδικοῦ Χώρου. Διότι πολλοὶ εἶναι ἐκεῖνοι,
πού μὴ γνωρίζοντας τὰ κείμενα, ρωτοῦν μὲ ἀπορία:
Ὑπάρχουν
ἀποδείξεις; Ἡ ἀπάντηση, δυστυχῶς, εἶναι: Ναί, ὑπάρχουν! Μακάρι νὰ μὴ ὑπῆρχαν καὶ
νὰ μὴ ἤμασθε ἀναγκασμένοι νὰ ἀσχολούμεθα μὲ αὐτὸ τὸ θέμα. Δυστυχῶς ὅμως τὰ
πράγματα ἀποδεικνύουν ὅτι ὁ ἀνθελληνισμὸς τοῦ Βατικανοῦ εἶναι μόνιμος, ὅσο ὁ Ἑλληνισμὸς
μένει ἑνωμένος μὲ τὴν Ὀρθοδοξία τῶν Ἁγίων, πού συνιστᾶ ριζικὴ ἀνατροπὴ τοῦ
παπικοῦ οἰκοδομήματος. Μένουμε ἐνδεικτικὰ σὲ κάποιες χαρακτηριστικὲς περιπτώσεις:
Ὁ
ἐκλεκτὸς συνάδελφος κ. Ἀντ.Παπαδόπουλος (Καθηγ. Παν/μίου Θεσσαλονίκης) στὴ
μελέτη του «Ἡ στάση τῶν Ἑλλήνων Καθολικῶν ἔναντι τῆς ἐπαναστάσεως τοῦ 1821 (1971)»
τεκμηριώνει τὴν ἀντίθεση, ἀπὸ τὴν ἀρχή, τῶν Λατίνων τῆς Ἑλλάδος στοὺς στόχους τῆς
Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως, ὁ δὲ συνάδελφός μας στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ Ἀθηνῶν, Ἐπίκ.
Καθηγητής κ. Κων. Μανίκας στὴν διδακτορική του διατριβή προσάγει πλῆθος ἀρχειακῶν
μαρτυριῶν γιὰ τὸ θέμα. Οἱ ρωμαιοκαθολικοί τῆς Ἑλλάδος κατευθυνόμενοι ἀπὸ τὴ
Ρώμη, ἀρνήθηκαν νὰ στηρίζουν τὸν Ἀγώνα, δείχνοντας παντελῆ ἀνυποταξία καὶ
προσφεύγοντας στὴν προστασία τῶν δυτικῶν (καθολικῶν) δυνάμεων (Βλ. Κ. Μεταξᾶ, Ἱστορικὰ
Ἀπομνημονεύματα..., Ἀθῆναι 1956, σ. 48 ἑ.ἑ.). «Προετίμων τὸν τουρκισμὸν ἀντὶ τοῦ
ἑλληνισμοῦ», σημειώνει καὶ ὁ Ἰ. Φιλήμων (Δοκίμιον Ἱστορικὸν περὶ τῆς Ἑλλην. Ἐπαναστ.,
τ. Γ', Ἀθ. 1861, σ. 116 ἑ.). Οἱ Ρωμαιοκαθολικοί της Ἑλλάδος τελοῦσαν μόνιμα ὑπὸ
τὴν καθοδήγηση τῆς Propaganda (Ρώμη), δηλαδὴ ὑπὸ ξένη ἐξάρτηση, κάτι πού συνιστᾶ
κατ᾽ οὐσίαν τὸ πρόβλημα τῶν αἱρέσεων στὴν Ἑλλάδα μέχρι σήμερα (ἐξάρτηση ἀπὸ
ξένα κέντρα). Παρὰ τὶς προτροπὲς τοῦ ναυάρχου Δεριγνὺ οἱ Λατίνοι ἠρνοῦντο νὰ
με- τάσχουν στὰ ἑλληνικὰ πράγματα, προτιμώντας, κατὰ τὸν ἴδιο, νὰ δοῦν τὸν
τουρκικὸ θρίαμβο (Ph. Argenti, The Expedition of the Colonel Fabvier…, 1953, σ.
72).
Αὐτὸ
τὸ πνεῦμα δείχνει ἀνάγλυφα ἔγγραφο τοῦ Γενικοῦ Προξένου τῆς Γαλλίας στὴ Σμύρνη
Pierre Etienne David (1η Ἰουνίου 1828), στὸ ὁποῖο σημειώνεται: «... Γνωστοποιοῦμεν
ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος καὶ ὁ Καθολικὸς Κλῆρος τῆς Ναξίας καὶ ὅλη ἡ Καθολικὴ Κοινότης τῆς
ἰδίας ταύτης Νήσου, ὡς καὶ αἱ Ἐκκλησίαι, τὰ Παρεκκλήσια, Φιλανθρωπικὰ Ἱδρύματα
καὶ ἄλλα Θρησκευτικὰ Ἱδρύματα εἶναι ὑπὸ τὴν προστασίαν τοῦ Βασιλέως τῆς
Γαλλίας, καὶ ὅτι ἡ ἐλαχίστη ὕβρις κατ' αὐτῶν, κατὰ τὰς παρούσας ταραχάς (sic) διὰ
τὰς ὁποίας εἶναι ξένοι (sic), θὰ ἐθεωρεῖτο προσβολὴ διὰ τὸν Κραταιὸν
Μονάρχην...» (τὴν μαρτυρία ὀφείλω στὸν κ. Κ. Μανίκα). «Παροῦσαι ταραχαὶ» εἶναι ἡ
Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση! Οἱ Λατίνοι «Ἕλληνες» μένουν «ξένοι» καὶ πιστοὶ στὸν
«Κραταιὸν Μονάρχην», δηλαδὴ τὸν Σουλτάνο!
Θὰ
μποροῦσε κανεὶς νὰ ἰσχυρισθεῖ ὅτι οἱ συμποσούμενοι τότε σὲ 20-25.000
Ρωμαιοκαθολικοί τῆς Ἑλλάδος τὸ ἔκαναν αὐτό, διότι ἀντιμετώπιζαν ἐχθρότητα ἀπό τους
Ὀρθοδόξους καὶ αἰσθάνονταν ἀνετώτερα σὲ ὀθωμανικὸ περιβάλλον.
Δὲν
εἶναι ὅμως αὐτὴ ἡ ἀλήθεια, διότι οἱ Ἕλληνες πολιτικοί, ὅπως π.χ. ὁ Θ. Νέγρης, ὄχι
μόνο ἦσαν ἰδιαίτερα φιλικοὶ ἀπέναντί τους, προβαίνοντας σὲ ἕνα σωρὸ γιὰ χάρη τους
παραχωρήσεις, ἀλλά κατοχύρωναν συνταγματικὰ τὴν προστασία τους (ἦσαν οἱ μόνοι ἑτερόδοξοι
στὸν ἑλλαδικὸ χῶρο τότε), κάτι πού ἰσχύει ὥς σήμερα ἀμετακίνητα. Γιὰ νὰ μὴ
δυσαρεστηθοῦν, μάλιστα, οἱ δυτικοὶ προστάτες τους, σημειώθηκε στὸ Σύνταγμα ἤδη
τὸ 1822: «Ὅσοι αὐτόχθονες κάτοικοι τῆς Ἐπικρατείας τῆς Ἑλλάδος πιστεύουσιν εἰς
Χριστόν, εἰσίν Ἕλληνες...», ὥστε νὰ συμπεριληφθοῦν καὶ οἱ ἀντιτιθέμενοι στὴν Ἐπανάσταση
Λατίνοι, καὶ ὄχι: «οἱ ὀρθόδοξοι». Καὶ αὐτὰ μὲν γιὰ τὴν Ἐπανάσταση. Ὑπάρχει ὅμως
καὶ συνέχεια.
Ἡ
γαλλικὴ ἐφημερίδα «Univers», ὄργανο τοῦ Βατικανοῦ, χαρακτηρίζει τὸ 1868 ἀτύχημα
τὴ Ναυμαχία τοῦ Ναυαρίνου καὶ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Ἑλλάδος, γράφοντας: «Τότε
μόνο θὰ ἔχουμε ἀφορμὴ νὰ εὐχόμασθε τὴν πτώση τῆς Τουρκίας, ἐὰν ἀντ' αὐτῆς ἱδρυόταν
στὴν ἀνατολὴ ἕνα καθολικὸ κράτος» (Σ. Βουτυρᾶ, Ἡ παπικὴ μοναρχία καὶ ἡ Ὀρθόδοξος
Ἐκκλησία, Ἀθ. 1902, σ. 52 ἑ.). Ὅταν δὲ κατὰ τὸν Α' παγκόσμιο πόλεμο φάνηκε ἡ
δυνατότητα νὰ ξαναπάρει τὸ Οἰκουμ. Πατριαρχεῖο τὴν Ἁγία Σοφία, τὸ Βατικανὸ δήλωνε,
ὅτι προτιμοῦσε «νὰ βλέπει τὴν ἡμισέληνον ἐπὶ τῆς Ἁγίας Σοφίας παρὰ τὸν Ἑλληνικὸν
(sic) Σταυρόν»! Καὶ κατὰ τὴ μικρασιατικὴ καταστροφὴ τὸ Βατικανὸ ἔστελνε
συγχαρητήρια τηλεγραφήματα στὸν Κεμὰλ Ἀττατούρκ (Σεπτέμβριος 1922) (Βλ.
Χρυσοστ. Παπαδοπούλου, ἀρχιεπ., Φύσις καὶ χαρακτήρ τῆς Οὐνίας, Ἀθ. 1928, σ.45).
Ἐξ
ὄνυχος τὸν λέοντα! Ἡ ἔρευνα τῶν διαφόρων Κρατικῶν Ἀρχείων θὰ φανερώσει καὶ πολλὰ
ἄλλα ἀνάλογα στοιχεῖα γιὰ τὴν ἐποχή μας. Ἡ στάση, ἄλλωστε, τοῦ Βατικανοῦ στὸ
«σκοπιανὸ» πρόβλημα, στὸ ὄνομα «Μακεδονία» καὶ στὰ ἑλληνοτουρκικὰ βεβαιώνει,
δυστυχῶς, συνέχεια τῆς πολιτικῆς τοῦ Βατικανοῦ. Δὲν ἀπορρίπτουμε, φυσικά, ὅλον
τὸν Ρωμαιοκαθολικὸ κόσμο, διότι ὑπάρχουν σ᾽ αὐτὸν κάποια ἐλεύθερα πνεύματα, πού
διαφωνοῦν μὲ τὸ παπικὸ κέντρο (κράτος). Τὸ Βατικανὸ δὲν θέλει νὰ δεχθεῖ Ἑλληνισμὸ
ὀρθόδοξο, παρὰ μόνο Ἕλληνες-Οὐνίτες, ὑπηρέτες τῶν πολιτικοοικονομικῶν σχεδίων του.
Γι᾽ αὐτὸ ἔμεινε πλέον στὴν ἱστορία τὸ ρητορικὸ ἐρώτημα τοῦ Μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου
μας κ. Σεραφείμ, ἂν «τὸ Βατικανὸ εἶναι Ἐκκλησία». Διότι, δυστυχῶς, δὲν εἶναι.πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου