Τετάρτη 9 Μαΐου 2012

τρῶνε ἀπὸ μᾶς καὶ μένει καὶ μαγιὰ




ΑΛΛΟΤΕ ΚΑΙ ΝΥΝ
Νίκος Γαβριλ Πεντζίκης, Πρς κκλησιασμ
ς ναπνο πρέπει ν ννοήσετε τν πνευματικότητα π διάζουσα μορφή, τν ποία θ προσπαθήσω ν καταστήσω σαφή. ς Νεοέλληνα ννο τν νθρωπο πο στορικ ρχισε ν διαμορφώνεται π τν λωση τς Κωνσταντινουπόλεως π τν Σταυροφόρων κα μετά. λληνικ στορία φτάνει ναδρομικ μέχρι τος Μυκηναίους κα τος Κρτες. Τν κληρονομι ατν δι το μήρου δέχεται κλασικ ποχή. Στ λληνιστικ χρόνια ταυτίζονται ο θεότητες μ τ φύση, χάνοντας π τ νάστημά τους κα τ κρος τσι στε θρησκευτικ συνείδηση ν δέχεται τν θεοποίηση σχυρν νθρώπων. χριστιανισμός, κολούθως, διδάσκει τν ληθιν Θεάνθρωπο. πίστη σ’ ατν γίνεται καθεστς στ Βυζάντιο που, μέχρι τν ουστινιανό, ναπτύσσεται μέσα σ περιβάλλον πο συγκρατε εσέτι πολλ στοιχεα παγανιστικά. Τ τελικ ξεκαθάρισμα, παραδοχ κα φομοίωση ρνηση τν στοιχείων κείνων γίνεται στν ποχ τν σκληρν γώνων νάμεσα σ εκονομάχους κα εκονολάτρες. νοποίηση τν γαθν στοιχείων συμπίπτει μ μέγιστη λικ κμ κα πλοτο στ Βυζάντιο. Ατς πλοτος φησε μβρόντητους τος βαρβάρους Σταυροφόρους κατακτητές του στ 1204.
Ο Παλαιολόγοι, κολούθως, γκαταλείπουν τν σία κα ρίχνουν τ βάρος το κράτους των στν Ερώπη. Τότε κριβς, Θεσσαλονίκη φθάνει στ πακρο τς δόξης της. ρευνώντας τ χαρακτηριστικ τς ζως της κατ τν 14ο αώνα, νακαλύπτουμε πλεστα σα στοιχεα τς σημερινς μας ζως. κόμα κα ξέγερση τν μαζν κάπως νάλογη πρς τν κομμουνιστική. περίφημος Θεσσαλονικέας δοκιμιογράφος Δημήτριος Κυδώνης λέγει τι κόσμος, πο καταλάβαινε τν πικείμενη καταστροφ, δεν συζητοσε περ τς δυνατότητος τς συνεχίσεως νς νεξαρτήτου κρατικο βίου, λλ περ τς προτιμητέας ποταγς ες τος σιάτες τος Ερωπαίους. Μορφωμένος κα μ λεπτ καλλιέργεια, δυσανασχετε γι τς δυσχερες περιστάσεις τς ζως κα κφράζει τν πιθυμία γι μι γαλήνια παυλη στς Λυγουρικς κτές, περίπου δηλαδ που τ σημεριν Βιαρέτζιο. Συναναστρέφεται τος σχυρος τς μέρας, ο οποοι ετε ξένοι, πως ο Γατελοζοι τς Μυτιλήνης κα Σαμοθράκης, ετε ντόπιοι πρίγκηπες, νιώθουν τν αυτόν τους σ κάποια πόσταση π τ πλθος. Χαρακτηριστικ εναι π το προκειμένου τ λόγια νς λλου σοφο κα λογίου τς ποχς, το Νικηφόρου Γρηγορ, ποος ταν βρέθηκε μ πριγκηπικ συντροφι σ μι παρχιακ κώμη, ποκαλε τ λαλι το κοσμάκη «βοσκηματώδη». Παντογώστης σχεδν Νικηφόρος Γρηγορς γι τν ποχήτου, ποτελε χαρακτηριστικ παράδειγμα το μορφωμένου, πο δν πιτρέπει λογικ του ν παρακολουθήσει, μόλο πο παραμένει Χριστιανς ρθόδοξος, τς σύγχρονές του μυστικιστικς ξάρσεις τς καλλιέργειας το χριστινικο πνεύματος. λογική, προβάλοντας πιτακτικ τν νάγκη ξασφαλίσεως, κάνει τν Παλαιολογίνα Βασίλισσα ν μ σκέφτεται λλο π τν τρόπο ποκαταστήσεως τν τέκνων της κα ες βάρος κόμα τς ννοιας το κράτους. Τν ποχ αυτ, πο ο κκλησίες μικρεύουν στς διαστάσεις διωτικν κατοικιν, ξεμοιάζοντας ταυτόχρονα μ κειμηλιοθήκες πολύτιμες, περισπούδαστος Θεόδωρος Μετοχίτης, πο δαπάνησε γι τν δρυση κα διακόσμηση τς Μονς τς Χώρας στν Πόλη, συγγράφει μι παρηγοριτικ δι τ πένθος της, τρυφερ σχεδόν, μιλία πρς τν αυτο κόρη. τομικς ατς θρνος κα τ δάκρυα εναι να νέο στοιχεο στν ρθόδοξη χριστιανικ παράδοση το Νεοέλληνα. τ ποο εσάγεται κείνη τν ποχή. Στν ουσία μως, τ δάκρυα μ τ οποα ο σκητς κατάρδευσαν τν ρημο, διαφέρουν. γιος Γρηγόριος Παλαμς, πο νατράφηκε στ παλάτι, λλ τ γκατέλειψε, πηγαίνοντας πότε στ Σκήτη Βερροίας κα πότε στν θω, εχε τ μεγάλο χάρισμα τν δακρύων τν ραστν το Χριστο. Τ Φς, πο καταλάμπει κτιστο τν σχν κα ταλαιπωρούμενη σάρκα του, εγλωττα π τν διο ποστηριγμένο ς ασθηση το Θεο, προκαλε ναστάτωση στν καιρ του^ τν στορικ διαμάχη τν συχαστν.
Ο ησυχαστς ατοί, προσεύχονταν πιβάλοντας στ σμα τους μι γυμναστικ κάκωση, χαρακτηριστικ τς οποίας εναι π τς ναπνος νασταλτικ πίδραση. ντίληψη τι ναπνο κατ’ ατν τν τρόπο γίνεται μέσον πνευματικς ζως, πνευματικότητα, σχετη π κάθε πληροφόρηση συσκοτιστικ κα μόρφωση, σν πλή, δυνατ σ κάθε νθρωπο, μελαγχολικ φυσιολογία το σώματός του, μ γοήτευσε τόσο, στε προκειμένου ν κάμω λόγο γι τν πνευματικότητα το Νεοέλληνα, να προκρίνω τ λέξη ναπνο. λθε κα ξένος π τν ταλία στ Θεσσαλονίκη κα τ γιον ρος ττε, Βαρλαμ, γι ν ποστηρίξει συνωδ μ τος Γρηγορ, Κυδώνη, κίνδυνο κα λλους λόγιους, τι εναι παράδεκτο κα κατανόητο, πς μπορε μ κινήσεις το σώματος ν ξιωθε νθωπος ν γίνει θεόπτης. Κα ξεχνοσαν τι «ν χορ», πως λέγει Προφητάναξ, πρέπει ν ανεται Κύριος. «Χορεύοντας μνετε τν Θεν», εναι να θέμα, πολ σύνηθες, σ τοιχογραφίες τς ποχς τς Τουρκοκρατίας.
Θυμομαι διαίτερα τν ρκετ μεγάλη τοιχογραφία, στ μικρ κκλησάκι το κοιμητηρίου τς ερς Μονς Γρηγορίου στν θωνα. Ο λαϊκς νδρικς κα γυναικεες μορφς μοιάζουν ν σέρνουν καλαματιανό, πηδηχτές, πιασμένες μ μαντήλια χρωματιστά. Βαρλαμ κα ο παδοί του φοβονται τς κινήσεις το σώματος κα το ρνιούνται τν πνευματικότητα. νυπάρχει βέβαια κίνδυνος, τ γνωρίζει συχαστς καλά, κα σύγχρονα μς παρέχει κάθε δυνατ δηγία γι ν προφυλακτομε κα ν μ μς συνεπάρουν ο δαίμονες. Τ εναι, καθς τ σμα μας σκεται χορευτικά, πρέπει τελείως ν ξεχνιέται μέσα σ μι νοσταλγία ψηλή. Τ πράγμα καταλήγει σ μιν ρνηση τς νοσταλγίας π μέρους το Βαρλαάμ, γιατ καταλαβαίνει πς νοσταλγία συχν συνεπάγεται τν ποτυχία στ παρν κα λογική μας εναι φάρος προσηλωμένος αστηρ μόνο σ’ αυτό. Μόνο τ σμα πο γεννιέται κα πεθαίνει, μπορε ν νοσταλγε.
κκλησία παραδέχεται πισήμως τν παλαμικ ναπνοή. Μέσα στν κκλησία, παρακολουθώντας τ κε τελούμενα, σύγχρονος το γίου Γρηγορίου, Νικόλαος Καβάσιλας, μ ερωμένος θαυμαστς του, ζε ν Χριστ, παναλαμβάνοντας ταπειν τ λόγια τν μαρτύρων τς πίστεως, τι Χριστς εναι τ λάλον δωρ μέσα στ σμα.
ατοκράτορας, μως, ωάννης Παλαιολόγος, μ στερεμένη τ βρύση το Χριστο μέσα του, κατατρέχεται π φόβους. «΄τσι πο εμαστε δύναμοι κα νίσχυροι», λέει «ν χαθομε, χάνεται τ πν. ν σβήσει τ κράτος, ξουσία, σβήνουν λα». Κα μεταχειρίζεται τν κκλησία ς μέσο γι ν’ ντλήσει δύναμη κα ν στερεώσει τ καθεστώς.
ς ρίξουμε τώρα μι ματι στν συγκεκριμένη μορφ τς κκλησίας, ς κτίσματος κατ τν ιδ΄ αώνα κα τ τέλη το βυζαντινο κράτους. Θεσσαλονίκη γέμει π περίλαμπρους ναος ατς τς ποχς. Θεσσαλονίκη, πνευματικ κέντρο, χι μόνο μ καλλιτέχνες τς διαίτερής της Σχολς κτισε κα καταλάμπρυνε τος δικος της ναούς, λλ ξαπέστειλε πανταχο τς Βαλκανικς παιδι της ν ργαστον ποδειγματικά. Στς κκλησίες τς χρίδος τς περιφερείας τν Σκοπίων διαβάζουμε νάμεσα στς διανθίσεις τν σχεδίων λληνικά νόματα, Μιχαλ στραπς λλα. ναφέραμε δη γενικ γι τς οικεες, τς σχεδν οκιακς διαστάσεις τν κκλησιν ατς τς ποχς. πίσης, τ γεγονς τι μοιάζουν ξωτερικ σν κοσμηματοθήκες κειμηλιοθήκες. Σ’ ατ συντείνει τ μέγιστα τοιχοποιΐα, συνείδηση το οικοδομικο λικο, σν ν εναι ο λίθοι κα ο πλίνθοι στοιχεα το ργανικο πλασίματος νς σώματος.
ξω π τν να τριγυρνώντας κόμα, ασθάνεσαι τν σεβασμ πο εμπνέει τ σμα ς δοχεο το μυστηρίου τς ζως. σιος Συμεν Νέος Θεολόγος ν παρομοιώσει μιλε «δι τν χαρ το ραστο πο πιλαμβάνεται τς χειρς το γαπωμένου προσώπου». χει κανες τν ντύπωση τι χι μόνον τ χέρι, λλ κα κάθε δάκτυλο το χεριο εναι λόκληρος κόσμος. Κα θαυμάζεις τι τ σμα κρύβει λο τν πλοτο το νάστρου ορανο, πο διηγιέται τν δόξα το Κυρίου Θεο. Παρόμοια μιλες, πρν κόμη μπεις ν προσκυνήσεις στ ναό. ντς το ναο ζωγραφικς διάκοσμος^ δν πάρχει νομίζω σύγχρονη σημερινή, ρθ πνευμετικ τάση, πο ν μ τ βρίσκουμε κε καταγρμμένη, ταν προσέξουμε, ταν π τς καταστροφς κα λλοιώσεις τν αώνων κα τς σκλαβις νακαινίσουμε τ παλαιά, πως χαρακτηριστικ προσπαθομε. Ξεναγώντας φίλους στς κκλησίες τς Θεσσαλονίκης, εχα τν εκαιρία, βλέποντας κα ρμηνεύοντας τς εκόνες, ν μιλήσω χι μόνον γι τν μπρεσιονισμό, ρεαλισμ κυβισμ κα περρεαλισμό, πο σήμερα τς συναντομε κα στ πι προχωρημένα σημεα τν πιτευγμάτων τς φυσικς στροφυσικς. Πόσο διαφορετικ εμαστε σήμερα σ θέση ν δομε τ πνεμα τς ποχς κείνης, π ,τι το ’βλεπαν νθρωποι, σν τν Γάλλο ππόλυτο Ταίν, στ τέλη το περασμένου αώνα, πού, φιερώνοντας τόμους γι τν φιλοσοφία τς τέχνης στν παραξηγημένα ναγεννησιακ ταλία, καταδίκαζε ς μονότομη κα νεξέλικτη, στατική, τ βυζαντινή, μέσα σ δέκα μόνο σελίδες; δημώδης μοσα, μέσα στν κκλησία πο πιχειρήσαμε συνοπτικ ν χαρακτηρίσουμε, τοποθετε τ δράμα τς καταλύσεως το μεσαιωνικο λληνικο κοσμικο κράτους. Τ θνος προέκρινε, π κάθε ννοια βολέματος κα ετυχισμο προσκαίρου, τ θέλημα το θέλημα το Θεο Πόλη ν τουρκέψει, μόνον κα μόνο γι ν περισώσουμε λώβητη τν κκλησία ς παράδοση, ς κειμηλιοθήκη, ς πραγματικ σμα το Νεοέλληνος, ναδίδον τν γέραστη γι ναπνοή του.
καταστροφ κα ποταγ περιόρισε τν μεγαλοπρέπεια κα τν πλοτο τς κκλησίας. ρχιερέας νάλαβε κα τν τίτλο το Δεσπότη. Τ παράθυρα στος ναος μικρεύουν φράσσονται. Σκοτεινιάζει τ σωτερικό. πιστς δν πιτρέπεται ν συζητ τ τελούμενα στ ερ και, γι ν μ βλέπει, ψώνεται τ τέμπλο πο πιχρυσώνεται πολυτελς. φραγμός, τ μπόδιο ατό, πιβάλλει κάποια κινησία στ σκέψη, σχυροποιώντας τν παράδοση πο σν πολύτιμη νασαμι συντηρεται μέσα στν σκοτιδιασμένη κκλησία. Μέσα στ μίφως ατ δν λειτουργε μονάχα τ κρυφ σχολειό, χαλκεύεται κα ψυχ το ραγι, πο μ τν ψηλή της κρυμμένη λαχτάρα, φτερώνει τν σκητικ μορφ το γίου ωάννου το Προδρόμου. Πνευματικ τ μεγαλύτερο πίτευγμα το σκλαβωμένου εναι κριβς ατ τ φτερ πο προστέθηκαν στν η Γιάννη. Ατ τ φτερ μπνέουν καπετανείους κλέφτες κα ρματολούς. κκλησία εναι να φοβερ σ δύναμη ρεισμα γι τς ψυχές. Καταφύγιο κα συλο ρρώστων κα καταδιωγμένων. Μ τ δύναμή της προσηλώνει τς ψυχς στν γονο βράχο κα ρημη κα νυδρη περιοχ πλουτίζει. τσι δημιουργήθηκαν κα κμασαν ο λληνικς κοινότητες, τ’ μπελάκια, τ Μαδεμοχώρια, τ νησιά. Στν δρα μέτρησα 385 κκλησίες, καταλαβαίνοντας τ δύναμη, πο συγκράτησε κε 70.000, ν τώρα δυσκολεύονται ν ζήσουν ο 3 χιλιάδες, πο πόμειναν στ γραφικ νησί. Τέτοιο κα τόσο σχυρ καρφ χαλκεύτηκε π’ τν κκλησία, γι τν προσήλωση τν ψυχν στν ρετή. ταν κκλησία εαγγελίστηκε τν πελευθερωτικ γώνα, Κολοκοτρώνης κάποια στιγμ κινδύνεψε, μένοντας μόνος, γκαταλειμένος π τν λλονών τν μικροψυχία. Τι πρεπε ν κάμει συλλογιόνταν; Ποι δύναμη θ τν νίσχυε στ μοναξιά του; Μπήκε στν κκλησία το Χρυσοβιτσίου κα προσευχήθηκε κι’ στερα βγκε στ βουνά, κράζοντας κα συγκεντρώνοντας τος λληνες, γύρω π τν περήφανη περικεφαλαία του.
Νεοέλληνας στν κκλησία νέπνεε, δέχονταν μέσα στος πνεύμονές του τν γενναία κα ρωμαλέα ναπνο το γίου Γρηγορίου το Παλαμ, πο κκλησία τν περιέλαβε, τιμώντας τν μνήμη του κα τ δεύτερη Κυριακ τν νηστειν. Μετ τν ορτασμ τς ναστηλώσεως τν Εκόνων, δεύτερη νίκη τς ρθοδοξίας, νίκη νεοελληνική; καθιέρωση τς πίστης στν νθρωπο κα τ σμα του, πο μπορε κα γίνεται δοχεο το κτίστου Θαβωρίου φωτός. Μ ατ τ φς δν φωτίστηκαν μόνον ο γωνιστς τς λευθερίας σ μι στιγμή. Τοτο καταγλάϊσε μορφς σν το γίου κοσμ το Ατωλο, πο δρυσε κοντ 300 σχολεα στν Μακεδονία κα τν πειρο. δ γιος Νικόδημος γιορείτης, πόσους τόμους συνέγραψε, χαλκέντερος, συγκεντρώνοντας σ γλώσσα πλοελληνικ κα σχολιάζοντας τ τν πατέρων; ερωμένος ταν κα συγγραψας γεωγραφία. λλος πίσης πο συνέταξε γεωπονικς κα ατρικς συμβουλές. λα τ κείμενα, πρωτότυπα κα μεταφράσεις ρχαιοτέρων, σ γλώσσα προσιτ σ λους γιατί, τελειώνοντας δέκατος γδοος αώνας, τ περιλάλητο γλωσσικ ζητήμα εχε λυθε στν οσία του μέσα στος κόλπους τς κκλησίας.
Τι γίνεται μ τν ναπνο το Νεοέλληνα π τν πελευθέρωση κα μετά; Βγαίνοντας στν λεύθερο έρα μετ τν ποκατάσταση σ’ νεξάρτητο κράτος, μς δημιουργήθηκε σειρ ψυχολογικν ντιδράσεων. Διάβασα πς γραφ εναι πλέον συντηρητικ μορφ κδηλώσεως το νθρωπίνου πνεύματος. ναφέρονται ς παράδειγμα ο βραοι, πο χοντας πολησμονήσει τ μητρική τους γλώσσα στ διασπορά, ξακολουθοσαν ν γράφουν μ τ βραϊκ γράμματα τν ξένη λαλι πο μιλοσαν. πόμενα, ο λλαγς πο πέστη γραφή μας π τν πελευθέρωση κι’ δ, σχετικ μ τν πρν π τ 1821 γραφή, εναι σως τ καλύτερο τεκμήριο γι τν λλαγ τς στάσεως μας ναντι στν παράδοση, γι τν κάποια πομάκρυνση π τν πνευματικότητά της.
Πρς τ πο πομακρυνθήκαμε; Πρς ,τι ταν φυσικ ν πιστέψουμε πρόοδο, ψηλότερο βιοτικ πίπεδο, ληθιν ζω κ.τ.λ. σως κόμα, μέσα μας κάπως εκόνα τς κκλησίας ν ταυτίστηκε μ τν ννοια τς φυλακς κα πολ φυσικά, φ’ σον κε μέσα συντηρήθηκε τ σμα μας καθ’ λη τν μακραίωνη περίοδο τς σκλαβις. Φυσικ σύγχυση. Φτάσαμε στ σημεο ν νομίζουμε, ,τι ταν ζωή μας, θάνατο. Πόσα κα πόσα παιδι νδρούμενα δν συμβαίνει ν’ αρνιονται, π τς νάγκες τς τομικότητας, τ σπίτι πο τ’ ναθρέψαμε.
Τι σ λα ατ θ’ παντήσουμε; Μήπως τι ναπνοή μας ξακολουθε πως πάντα, λλ δν χουμε συνείδηση ατς, γιατ λλο λογική μας ποβλέπει κα δν μπορε ν παρακολουθήσει τ βαθύτερο εναι μας; λήθεια χρειάζεται βαθι συγκίνηση, γι ν μπορε ν χωρέσει κα ν καταληφθε π τν Κύριο, ναπνέοντας μέσα στ φς του τ κτιστο κα σχεδν διακόπτοντας τν φυσικ ναπνοή. Τ τι γίνεται τότε, μπορομε ν τ παρακολουθήσουμε βλέποντας τος ναστενάρηδες ν βαδίζουν πάνω στν πυρ δίχως ν καίγονται. Τέτοια εναι τ θαύματα το ναστεναγμο. Κα μ μο πετε πς πώδυνη ατ ναπνοή, πο λέγεται κοινς ναστέναγμα, εναι δυνατν ν ποφευχθε κα τι μόνον ο μαυροφορεμένες, χαροκαμένες μανάδες μας, πρέπει να ’χουν τ νο τους στν ναστεναγμό, γι ν τος δοθε παρηγορι θεϊκ λάμψη. Τ ναντίον, πιστεύω τι εναι χρέος το νο κα τς λογικς σ’ ατ τν ρευνα ν προσηλωθε.
μες, κτίζοντας τς σημερινς κκλησίες κα π τν τοιχοποιΐα κα π τ ζωγραφική τους διακόσμηση, ποδεικνύουμε τι οτε το λικο, οτε τς γεωμετρίας τς διαρρυθμίσεώς του, οτε τν θεμάτων πο πεικονίζονται π’ ατο, φήνουμε τν ψυχή μας ν λάβει συνείδηση, καταστρέφοντας μ τ νο, κάθε σημεο που μπορε ν πάρχει, σ φελ κδήλωση εσέτι, τ μεράκι κα γνησιότητα τς νασαμις.
Τρέχουμε κατόπι στος ξένους, μιμούμενοι τς κινήσεις τους, μ τν λπίδα κάτι β καταλάβουμε π’ τ ζωή, κα διαρκς κενοι βρίσκονται λλο, ταν μες πμε ν τος συναντήσουμς κε πο ταν.
Τ παιγνίδι ατ μεταξ τν λλήνων διανοητν τ ντιλήφθηκε καλύτερα Παπαδιαμάντης ταν, γκαταλείποντας τ ξένα πρότυπα πο το πέτρεψαν τν συγγραφ τς Φόνισσας, μς χαρίζει στ τέλη του διηγήματα, σχεδν δίχως περιεχόμενο, ρχ κα τέλος, κφράσεις το ντολογικο του εναι περισπούδαστες.
Τν τελευταίο καιρ δν χορταίνω ν διαβάζω τ διήγημά του «Φλώρα Λαύρα». Θέμα του περίπατος «παρ θν’ λός». Θέμα πο π’ τν μηρο σαμε τν Τζόυς δν παψε νθρώπινη ψυχ ν τ πεξεργάζεται. Κατ τοτο μ’ ρέσει τ πίτευγμα τς σκέψης το μεγάλου Σκιαθίτη, πο φ’ νς μς φέρνει στν πι μακρινή μας παράδοση, τν μηρο, κα φ’ τέρου προπορεύεται τν σύγχρονων Ερωπαίων πο ζηλοφθονομε.
Πιστεύω τι, ν προσπαθήσουμε ν λάβουμε συνείδηση τς πνος μας, πως τό ’καμε Παπαδιαμάντης, χι μόνο θ συνδεθομε μ τν νεοελληνική μας πνευματικ παράδοση, λλ κα μ τ Βυζάντιο κα δι μέσου ατο ρθς πρς τν ρχαιότητα. Κι’ ταν, δι τς παραδόσεώς μας κα το Βυζαντίου, μάθουμε ρθ ν διβάζουμε τν μηρο, τότε δίσταχτα θ μπορομε ν διδάσκουμε κα κείνους πο λάβαμε ς πρότυπα.