Επίσκοπος Ναυπάκτου π.Ιερόθεος
Στο τέλος της δεκαετίας του '50 έγινε μια ενδιαφέρουσα συζήτηση αναφορικά με τον θνητοψυχισμό με αφορμή την διδακτορική διατριβή του π. Ιωάννου Ρωμανίδου, που ετοίμαζε να υποβάλη στην θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Η συζήτηση, βέβαια, επεκτάθηκε σε πολλές θέσεις της μελέτης, αλλά εδώ θα επιμείνουμε λίγο στις θέσεις του για την αθανασία της ψυχής.
Σε σχετικό κεφάλαιο της μελέτης του με τίτλο «ο προορισμός του ανθρώπου» κάνει λόγο για την «ηθική τελείωση», την «τελείωση και πτώση» και για την «αθανασία». Αντιμετωπίζει το θέμα της αθανασίας, επειδή γι' αυτήν ομιλούσαν και οι φιλόσοφοι, όπως είπαμε προηγουμένως, αλλά κατά τρόπο διαφορετικό από την διδασκαλία της Εκκλησίας.
Στην διατριβή του ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης υποστήριζε την άποψη ότι η ψυχή είναι αθάνατη, αλλά κατά Χάριν και όχι κατά φύσιν, αφού είναι κτιστή, δηλαδή έχει μια συγκεκριμένη αρχή και δεν είναι άχτιστη. Αυτό το έγραφε για να μην γίνεται σύγχυση μεταξύ της φιλοσοφίας και της θεολογίας, και είναι συνάρτηση τον γενικού θέματος, που ανέπτυσσε, δηλαδή της διακρίσεως μεταξύ ουσίας και ενεργείας στον Θεό, της πτώσεως και του θανάτου, καθώς επίσης και της θεώσεως του ανθρώπου8.
Οι γενικές και κεντρικές αυτές θέσεις του που είναι ορθόδοξες, δημιούργησαν προβληματισμό σε μερικούς θεολόγους, που είχαν διαποτιστεί από την σχολαστική θεολογία της Δύσεως, ανεπίγνωστα. Τουλάχιστον φαίνονταν ως καινοφανείς διδασκαλίες, άγνωστες έως τότε. Περιττόν να λεχθεί ότι η διατριβή αυτή υπήρξε μια αποκάλυψη, και από τις πρώτες μελέτες που φανέρωναν την βαβυλώνεια αιχμαλωσία της «ορθόδοξης θεολογίας στην Ελλάδα», στην δυτική θεολογία και προβληματική. Γι’ αυτό και προκάλεσε ιδιαίτερη αίσθηση.
Διατύπωσαν, λοιπόν, την άποψη ότι ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης με τους ισχυρισμούς του αυτούς αποδέχεται τις απόψεις των θνητοψυχιτών. Βέβαια, πρέπει να σημειωθεί ότι, επηρεασμένοι από τις απόψεις της σχολαστικής θεολογίας και τις θέσεις της απολογητικής έναντι των διαφωτιστών, οι οποίοι ηρνούντο για άλλους λόγους την μεταφυσική της δυτικής θεολογίας, παρερμήνευσαν τις θέσεις του π. Ιωάννου. Δεν μπορούσαν, δηλαδή, να διαπιστώσουν την ορθόδοξη διδασκαλία που ανέπτυσσε στην διατριβή του. Απαντώντας σ' αυτές τις αιτιάσεις ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης με επιστολές που παραμένουν ανέκδοτες, υπογραμμίζει ενδιαφέροντα σημεία, θα θέλαμε να σημειώσουμε τα πλέον σημαντικά.
Κατ’ αρχάς τονίζει ότι οι δυτικοί θεολόγοι έχουν εσφαλμένη αντίληψη για τον Θεό και τις ενέργειές Του στον κόσμο, καθώς επίσης και για την αθανασία της ψυχής. Προηγουμένως μας δόθηκε η ευκαιρία να δούμε ποιες ήταν οι αντιλήψεις της φιλοσοφίας για την αθανασία της ψυχής, που επηρέασαν και την δυτική σχολαστική θεολογία. Στην συνέχεια τονίζει ότι κανείς από τους Πατέρας δεν αμφιβάλλει για την αθανασία της ψυχής. Όμως στην διδασκαλία τους τονίζεται η άποψη ότι η ψυχή όταν χωρίζεται από την ζωοποιό ενέργεια του Θεού, «παρ' ο,τι ζη εις τον αιώνα εν κολάσει και τιμωρία είναι νεκρά. Κατά τον αυτόν τρόπον οι νυν βιούντες άνευ της ζωοποιού ενεργείας του Θεού, παρ' ο,τι ζουν είναι νεκροί». Έτσι στην πατερική διδασκαλία γίνεται λόγος για θάνατο της ψυχής όχι από την άποψη της οντολογίας και της υπάρξεως της ψυχής, αλλά από την άποψη της μη μεθέξεως της θεοποιού ενεργείας του Θεού.
Αναφέροντας δε διάφορα χωρία αρχαίων συγγραφέων και Πατέρων, όπως του αγίου Ιουστίνου και αγίου Ειρηναίου, λέγει ότι ομιλούν για θάνατο της ψυχής, ως χωρισμό του ανθρώπου από τον Θεό, χωρίς να είναι θνητοψυχίτες και τριχοτομικοί. Όπου αναφέρεται ότι ο άνθρωπος έχει και πνεύμα, δεν εννοείται ότι αυτό είναι συστατικό του ανθρώπου, δηλαδή ότι ο άνθρωπος αποτελείται από ψυχή, σώμα και πνεύμα, αλλά ότι αυτό το πνεύμα είναι η Χάρη του Θεού, που χάθηκε από τους Πρωτοπλάστους. Επομένως, ο άνθρωπος έχει ψυχή και σώμα, το δε πνεύμα είναι η Χάρη του Θεού.
Γι' αυτό καταλήγει συμπερασματικά: «Είναι μεγάλη αδικία να κατηγορούμαι επί θνητοψυχισμώ αφού και τόσοι Πατέρες δέχονται το φύσει θνητόν και χάριτι αθάνατον της ψυχής και των αγγέλων». Όλα αυτά λέγονται και από την άποψη ότι υπάρχει αιώνια κόλαση, επειδή την θέλει και την ανέχεται ο Θεός και είναι ανάλογη με τα έργα και την διαγωγή του ανθρώπου. Εάν ο άνθρωπος έχει θεραπευθεί, θα βιώνει την φωτιστική και θεοποιό ενέργεια του Θεού, εάν όμως δεν έχει καθαρθή, θα βιώνει την καυστική ενέργεια της Χάριτος του Θεού. Επί πλέον ισχυρίζεται ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης ότι την άποψη που συναντούμε στα έργα των Πατέρων περί του θανάτου της ψυχής ως χωρισμού και στέρησης της Χάριτος του Θεού και όχι ως μη υπάρξεως της ψυχής, την έχει επισημάνει και ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ, τον οποίο ακολουθεί, «ο οποίος διακρίνει μεταξύ της ζωής της ψυχής και της αιωνίου εν κολάσει υπάρξεως της ψυχής. Κατ' αυτόν το υπάρχον και το ζων δεν είναι ταυτόν. Ο άνθρωπος δύναται να αποθνήσκει τον αιώνιον θάνατον της κολάσεως και ούτω να στερηθεί της ζωής, αλλά δεν δύναται όμως να στερηθεί της υπάρξεως, διότι ούτω εθέσπισεν ο Θεός».
Μελετώντας την διατριβή του π. Ιωάννη Ρωμανίδη, για το θέμα που μας απασχολεί μπορούμε να εντοπίσουμε τρία γενικά συμπεράσματα.
Πρώτον, ότι μόνον ο Θεός είναι κατά φύσιν αθάνατος ως αυτοζωή, ενώ οι ψυχές των ανθρώπων και οι άγγελοι είναι κατά Χάριν αθάνατοι. Άλλωστε, οι άγγελοι, όπως λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, «είναι αθάνατοι ουχί φύσει, αλλά χάριτι, διότι παν το αρξάμενον και τελευτά κατά φύσιν»9. Αυτό που συμβαίνει με τους αγγέλους συμβαίνει και με τις ψυχές των ανθρώπων, αφού και αυτές έχουν συγκεκριμένη αρχή και είναι κτιστές.
Δεύτερον, κατά την ελληνική φιλοσοφία η ψυχή μπορεί να είναι αθάνατη όχι γιατί έτσι το θέλησε ο Θεός που την δημιούργησε, αλλά μόνον όταν υπάρχει κάποια απόδειξη ότι είναι αγέννητη, άναρχη και κατά φύσιν αθάνατη. Κατά τους Πατέρες, όμως, η ψυχή είναι αθάνατη όχι γιατί είναι φυσική της ικανότητα, αλλά γιατί έτσι το θέλησε ο Θεός. Επομένως «η αθανασία των σωζόμενων και των τιμωρουμένων εξαρτάται εκ της βουλήσεως και ενεργείας του Θεού, ουχί δε εκ της φύσεως της ψυχής καθ' εαυτήν». Η ύπαρξη αιωνίου Παραδείσου και αιωνίας Κολάσεως οφείλεται στην βούληση του Θεού και εξαρτάται από την κατάσταση του ανθρώπου10.
Τρίτον, όσοι δεν έχουν την Χάρη του Θεού είναι, λέγονται και θεωρούνται, νεκροί πνευματικά, έστω κι αν ζουν αιωνίως, αφού ο χωρισμός του ανθρώπου από τον Θεό είναι πνευματικός θάνατος11.
Επομένως, στην Ορθόδοξη Εκκλησία κάνουμε λόγο για αθανασία της ψυχής, αλλά όχι μέσα από τις προϋποθέσεις της φιλοσοφίας και της σχολαστικής θεολογίας της Δύσεως. Δεν πρέπει να γίνεται καμμιά σύγχυση μεταξύ φιλοσοφίας και θεολογίας. Από όσα είπαμε πιο πάνω φαίνεται καθαρά ότι η ψυχή είναι αθάνατη, γιατί έτσι το θέλησε ο Θεός και πρέπει ο άνθρωπος που αποτελείται από ψυχή και σώμα, να παραμείνει αιωνίως αθάνατος, μετέχοντας της ακτίστου θεοποιού ενεργείας του Θεού.
8. Ιωάννου Ρωμανίδου: Το προπατορικό αμάρτημα, ένθ. ανωτ. σελ. 124
9. ένθ. ανωτ. σελ. 124
10. ένθ. ανωτ. σελ. 126-127
11. ένθ. ανωτ. σελ. 127ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ:
Η ΖΩΗ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥ ΒΛΑΣΙΟΥ ΙΕΡΟΘΕΟΥ
Η΄ ΕΚΔΟΣΗ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΓΕΝΕΘΛΙΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ Τ.Θ. 107, 32100 Λεβαδειά
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥ ΒΛΑΣΙΟΥ ΙΕΡΟΘΕΟΥ
Η΄ ΕΚΔΟΣΗ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΓΕΝΕΘΛΙΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ Τ.Θ. 107, 32100 Λεβαδειά
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου