Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2011

Γιορτές μιας άλλης εποχής στην Ευρυτανία



Γράφει η Μάγδα Κονδύλη
μέλος του Συνδέσμου Γυναικών Ευρυτανίας.

Οι γιορτές στην Ευρυτανία είχαν πάντα ένα ιδιαίτερο χρώμα।Κρύο, σκληρές συνθήκες,καθημερινός μόχθος, όλα έκαναν στην άκρη για να γιορταστεί όπως της έπρεπε η Γέννηση του Θεανθρώπου.

Χριστούγεννα
Πάντα με ιδιαίτερη χαρά περιμένει ο κόσμος τα Χριστούγεννα.
Περιμένει με λαχτάρα τη Γέννηση του Κυρίου και στις ανθρώπινες καρδιές, για μια καλύτερη ζωή. Γι'αυτό οι Χριστιανοί νηστεύουν 40 ημέρες, εξομολογούνται και μεταλαβαίνουν των Αχράντων Μυστη
ρίων. Παλαιότερα -γιατί για τότε μας ενδιαφέρει περισσότερο ετοιμάζονταν από νωρίς, προσπαθούσαν να είναι όλα τα άτομα της οικογένειας στο σπίτι, ζύμωναν τα χριστόψωμα με τα πολλά κεντίδια, έφκιαναν τα γλυκά (κουραμπιέδες, ραβανί, μπακλαβά, χαλβάδες κ.λπ.), έκαναν καθαριότητα, περιποιούνταν τα χοιρινά κρέατα για να γεμίσει το σπίτι κρέας και λίπος για τηγανίτες και διάφορα
άλλα φαγητά.
Τα γουρούνια τα έριχναν κάτω,αφού τα κτυπούσαν πρώτα με ένα τσεκούρι στο μέτωπο ή αφού τα
τουφέκιζαν. Οι πιο επιτήδειοι τα έσφαζαν στα γρήγορα.Για το σφάξιμο των γουρουνιών
έκαναν παρέες από τις παραμονές των Χριστουγέννων.
Το σκούξιμο ακουόταν σ' όλο το χωριό, αλλά οι χασάπηδες δε... συγκινούνταν από αυτό. Κατά το σφάξιμο τα ξεκοίλιαζαν και τα κρεμούσαν από
τα μαδέρια, και με το κεφάλι, συνήθως, επάνω, για να κρυώσουν.

Εκεί έμεναν δυο τρεις ημέρες και
δεν υπήρχε φόβος να χαλάσουν μακριά από ψυγείο, γιατί την εποχή αυτή ο καιρός είναι πολύ ψυχρός.Τα παιδιά περίμεναν με αγωνία τις ώρες αυτές για να πάρουν την ουροδόχο κύστη «κατ'ρίστρα» του γουρουνιού για μπαλόνι! Πού να 'βρισκαν μπαλόνια τότε; Αλλά, να που η ουροδόχος κύστη του γουρουνιού ήταν κατάλληλη και για καπνοσακκούλα...! Εκεί γινόταν καυγάς μεταξύ παιδιών και ανδρών και κέρδιζε βέβαια ο πιο καταφερτζής, που δεν ήταν οπωσδήποτε πάντοτε ο χασάπης...
Από το κρέας του γουρουνιού θα πήγαιναν «φ' λιά» (φίλεμα) και σ' εκείνους που δεν είχαν στο χωριό γουρούνι, για να 'χουν όλοι τους την ημέρα αυτή «τσιγαρίδες», τουλάχιστο. Οι τσιγαρίδες είναι το απομεινάδι ύστερα από το λιώσιμο του πάχους (παστού).Έτσι όλοι, πλούσιοι και φτωχοί, θα είχαν καλό τραπέζι τις ημέρες των Χριστουγέννων.
Στην εκκλησία χτυπούσε η καμπάνα κατά τις 3 τη νύχτα. Γι' αυτό όσοι έμεναν στην εξοχή, ιδίως
γέροι και μικρά παιδιά, πήγαιναν από το απόβραδο στο χωριό και έμεναν σε γνωστούς ή συγγενείς
τους. Σωστό πανηγύρι γινόταν το βράδυ των Χριστουγέννων σε όλο το χωριό. Χαρά μεγάλη το είχαν
όλοι οι κάτοικοι της έδρας του χωριού να φιλοξενούν εξοχίτες εκεί νη τη βραδιά. Κι εκείνοι πήγαιναν
στα σπίτια των συγχωριανών τους σαν να πήγαιναν στο δικό τους σπίτι. Έτσι, ένιωθαν πιο καλά τη
Γέννηση του Χριστού, άλλαζαν λίγες κουβέντες, έλεγαν διάφορα αστεία και κοιμούνταν λίγο, για να
'χουν όρεξη και δύναμη για την εκκλησία με το πρώτο κτύπημα της καμπάνας.
Πολλοί ξεκινούσαν απ' τις εξοχές, με λαμπάδες και «κλεφτοφάναρα» τα μεσάνυχτα, για να πάνε
στην εκκλησία. Έτσι, όλη η έκταση της Κοινότητας λαβαίνε γιορταστική όψη. Στ' αλήθεια πολύ χα-
ρούμενα κι εκείνα τα Χριστούγεννα και ας υπήρχε φτώχεια κι ας μην υπήρχε συγκοινωνία και ηλε-
κτρικό φως. Και ας έμεναν οι περισσότερες οικογένειες στις εξοχές.
Έτρεχαν οι Χριστιανοί ν' ακούσουν το: «δεύτε ίδωμεν πιστοί πού εγεννήθη ο Χριστός...», το:
«Τι θαυμάζεις, Μαριάμ, τι εκθαμβείσαι το εν Σοί;...» κ.λπ. κ.λπ.Μετά τη Θεία Λειτουργία έβγαι-
ναν όλοι στο προαύλιο της εκκλησίας, περίμεναν και τον παπά και όλοι μαζί έλεγαν τις χριστουγεννιάτικες ευχές και παρακαλούσαν «να 'ναι καλά και του χρόνου να ακούσουν πάλι το “Χριστός γεννάται...”» Μετά από τον εκκλησιασμό γύριζαν στα σπίτια τους, που τους περίμεναν τα χοιρινά μεζεδιλίκια και το αχνιστό χωριάτικο χοιρινό σπληνάντερο στο γιορτινό τραπέζι.
Οι χριστουγεννιάτικες γιορτές κρατούσαν τρεις μέρες. Γίνονταν χοροί, διασκεδάσεις, παιγνίδια,
αστεία και κάθε λογής ευχάριστες εκδηλώσεις και μέσα στα χωριά και έξω στις εξοχές για ν' αλλάξει ο «χαβάς» και να καταλάβουν τη διαφορά των αγίων αυτών ημερών.Το σύνθημα των εορταστικών
εκδηλώσεων το 'διναν τα παιδιά από την παραμονή των Χριστουγέννων, που πήγαιναν στα σπίτια
και έλεγαν τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα:Καλήν ημέραν άρχοντες κι αν είναι ο ορισμός σας Χριστού την Θείαν Γέννησιν να πω στ' αρχοντικό σας Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη Πόλει. Οι ουρανοί αγάλλονται. Χαίρεται η κτίσις όλη.κ.λπ. και οι σπιτικοί χάριζαν στα παιδιά χρήματα, αυγά, καρύδια, μύγδαλα και ό, τι άλλο ήταν στο νοικοκυριό.Μαζί με τις διασκεδάσεις του τριημέρου έκαναν και το συμμάζεμα του χοιρινού (γδάρσιμο, ξεπάστωμα, λιώσιμο, βάλσιμο στις καρδάρες κ.λπ.). Το δέρμα του γουρουνιού το περιποιούνταν ιδιαίτερα -ήθελε καλό τέντωμα- γιατί το χώριζαν σε λουρίδες (φασκές) κι έκαναν τα ζγαρόνια (πρόχειρα παπούτσια), Πού να 'βρισκαν τότε καλά υποδήματα...!

Πρωτοχρονιά

Την Πρωτοχρονιά οι χωρικοί ένιωθαν στα μέρη μας την αλλαγή του χρόνου. Πήγαιναν στην εκκλησία, έκαναν δοξολογία για να ευλογηθεί ο νέος χρόνος, προσεύχονταν και παρακαλούσαν τον ΑϊΒασίλη να βοηθήσει τη νέα χρονιά και έκαναν αλλαγή ευχών για «να 'ναι ευτυχές και αίσιον και καρποφόρον το νέον έτος» κ.λπ. Την προηγούμενη ημέρα τα παιδιά έλεγαν «Τον Αϊ-Βασίλη»:Αρχιμηνιά κι αρχή χρονιά, Ψιλή μου δεντρολιβανιά, κι αρχή καλός μας χρόνος Εκκλησιά με τους Άγι ους Θρόνουςκ.λπ.
Μετά την ευλογία γίνονταν διασκεδάσεις και χαρές, για να 'χουν χαρά όλο το χρόνο, και μερικοί
έπαιζαν και το πατροπαράδοτο τριάντα ένα, έτσι για να «βασιλέψουν τα χρήματα...». Οι πιο πολλοί απ' αυτούς έπαιζαν πενταροδεκάρες και φασόλια. Αλλά υπήρ χαν και οι τολμηροί που έφταναν στο σημείο να βάλουν και το σακκάκι τους και τη γίδα τη γκέσα και το άλογο το ψαρή και ό, τι άλλο να πει κανείς επάνω στο χαρτί για χάρη του... Αϊ-Βασίλη. Τώρα τι σχέση είχε ο Άγιος με το τριάντα ένα, είναι άλλο θέμα...!Πάντως του... έμεινε και, κατά τα φαινόμενα, δεν πρόκειται να σταματήσει το «βασίλεμα» των χρημάτων! Μερικοί πήγαιναν στα γειτονι κά και στα συγγενικά σπίτια και με μια τούφα (θάμνο πουρναριού),που την έσπρωχναν με βία μέσα στη φωτιά. Έκαναν χαρά και έλεγαν: «όσα φύλλα έχει η τούφα την έλεγαν και κορογκάτσα- και όσα σπυριά ειν' η στάχτη της φωτιάς τόσο καλά (χρήματα, γίδια,πρόβατα, παιδιά, γαμπρούς, νύφες κ.λπ.) ν' απολάψει το σπίτι σας...».
Την ώρα του φαγητού έκοβαν τη βασιλόπιττα, που την είχαν ετοιμάσει από την προηγούμενη ημέρα. Την έκοβε πάντα ο γεροντότερος του σπιτιού. Και πρώτα έβγαζε για το εικόνισμα, που υπήρχε στο σπίτι (το Χριστό, τους Αγίους και προστάτες του χωριού) και μετά για τα άτομα της οικογένειας, αρχίζοντας από το ξενιτεμένο, αν υπήρχε. Κατόπιν έδινε στο μεγαλύτερο και τελείωνε στο μικρότερο και, όπως γίνεται παντού,ο τυχερός έπαιρνε το νόμισμα.Στο τραπέζι τελείωναν με την ευχή: «Χρόνια πολλά, με υγεία να περάσουμε τον καινούριο χρόνοκαι να 'μαστε καλά και σ' άλλη πρωτοχρονιά...».
Τα Φώτα Από την ημέρα του Σταυρού,πότε, πότε, γύριζαν μερικά παιδάκια στους δρόμους και στα σπίτια και έλεγαν:«Σήμερα ειν' τα Φώτα και ο φωτισμός. Τι χαρά μεγάλη τ' αφέντη μας...», κ.λπ.
Το ίδιο βράδυ προς την ημέρα των Φώτων παραδέχονταν πως λες οι βρύσες και όλα τα τρεχούμενα νερά είναι αγιασμένα από τη βάπτιση του Κυρίου.
Το πρωί στις 6 Ιανουαρίου θα πήγαινε, οπωσδήποτε, ένα άτομο από κάθε οικογένεια στην εκκλησία και θα είχε μαζί του ένα δοχείο (ποτήρι, κατσαρόλι, μπουκάλι, κύπελλο) με νερό και θα το έβαζε κάτω ή επάνω απ' το τραπέζι του αγιασμού, που ήταν τοποθετημένο στη μέση του Ναού.Εκεί, μετά τη Θεία Λειτουργία, θα γινόταν ο αγιασμός των υδάτων, θα ακούονταν πάλι τα τροπάρια του αγιασμού της προ ηγούμενης ημέρας καθώς και οι ευχές: «Τριάς υπερούσιε, υπεράγαθε...» κ.λπ. Και στη συνέχεια θα γινόταν ο ραντισμός σε όλα τα δοχεία και σε όλο το ναό.Από το άγιασμα των δοχείων που μπορούσαν να το κάμουν όσο ήθελαν σε ποσότητα, ρίχνοντας
μέσα καθαρό νερό- ράντιζαν τα σπαρτά και τα ζώα, έπιναν τα άτομα της οικογένειας, κρατούσαν λίγο για όλη τη χρονιά «για άγιασμα» και έδιναν και σε όσους δεν μπόρεσαν να πάνε στην εκκλησία την ημέρα αυτή.

Τα χαράματα στις 7 του μηνός άδειαζαν μέσα σε καθαρό μέρος συνήθως επάνω σε θάμνους- όλα τα δοχεία που είχαν νερό, γιατί όλα τα νερά την ημέρα των Φώτων είναι ευλογημένα και δεν έπρεπε να μολυνθούν.Πολύ χαρούμενη ήταν και αυτή η μέρα και, σαν τελευταία των εορτών των ριστουγέννων, είχε κάποια ιδιαίτερη χάρη.

Αλλά και οι χαρτοπαίχτες όμως δεν παρέλειπαν να τα «φωτίσουν» τα Φώτα, μετά το «βασίλεμα», για το... γούρι της χρονιάς.Όλο το χρόνο θρέφουμε το γουρούνι για να το σφάξουμε τα Χριστούγεννα. Όλος ο κόσμος περίμενε αυτή τη στιγμή για να φάει το χοιρινό. Εμείς τα παιδιά περιμέναμε να βγάλουμε από το γουρούνι τη φούσκα για να την κάνουμε μπαλόνι και να παίξουμε.Γεμίζαμε το λουκάνικο και τα κρεμάγαμε στις τέμπλες κοντά στο τζάκι για να στεγνώσουν. Κάναμε τα γλίνα από το λίπος του γουρουνιού, κάναμε τις τσιγαρίδες φέτες ψωμί και βάζαμε και ζάχαρη επάνω για να κάνουμε ωραιότατους κουραμπιέδες. Επίσης με το παχύ έντερο γινόταν τα μπουμπάρια που τα γεμίζαμε με ρύζι,με πράσα και διάφορα μυρωδικά.

Όλες μαζί οι οικογένειες καθόμασταν στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι και λέγαμε χρόνια πολλά.Στην Εκκλησιά πηγαίναμε στις 5 η ώρα το πρωί, γυρίζαμε στο δρόμο και κόβαμε τα κλαράκια από τα δέντρα για να τα βάλουμε στο τζάκι και κάναμε μια ευχή να μας πάνε καλά τα ζωντανά, να έχουν καλή τύχη οι ανύπαντροι, τα παιδιάνα έχουν καλή πρόοδο.

Μετά λέγαμε χρόνια πολλά και φιλούσαμε το χέρι στους γονείς μας, στους παππούδες μας και τις γιαγιάδες μας που μετά μας έδιναν την ευχή τους για καλή τύχη.Τρώγαμε το μεσημέρι και μετά όλοι μαζί γλεντούσαμε και λέγαμε ευχές ο ένας στον άλλον.


πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια: