Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2011
Μέχρι καί ο κοσμικός Στίβ Τζόμπς τό κατάλαβε...
του Πρωτ. π. Θωμά Βαμβίνη
Ο Στίβ Τζόμπς είναι μιά χαρακτηριστική περίπτωση αυτοδημιούργητου επιχειρηματία καί ενός πρωτοποριακού σχεδιαστή στόν τομέα τής ψηφιακής τεχνολογίας, χωρίς όμως κάποιο πτυχίο από ανάλογο πανεπιστημιακό ίδρυμα. Σήμερα είναι πενήντα έξι ετών καί «είναι γνωστός ως η ψυχή τής Apple, τής εταιρείας-πρότυπο πού πρωταγωνιστεί εκκωφαντικά στό χώρο τής ψηφιακής τεχνολογίας συνδυάζοντας τεχνολογική καινοτομία, υψηλή αισθητική καί φιλικότητα πρός τόν χρήστη τό iPod, τό Mac, τό iPhone καί τό iPad, όλα δικά της είναι», όπως σημειώνεται στό περιοδικό Κ τής Καθημερινής (11.9.2011), όπου δημοσιεύθηκε μιά πολύ σημαντική εξομολογητική ομιλία του πρός τούς αποφοίτους τού πανεπιστημίου τού Στάνφορντ, τού έτους 2005.
Η «πνευματικότητα» τού Τζόμπς δέν φαίνεται νά έχη κάποια στενή σχέση μέ τήν Χριστιανική πίστη. Είναι πολύ πιθανό νά δέχθηκε επιρροές από «ανατολικές παραδόσεις», χωρίς όμως νά ενταχθή σ’ αυτές. Κάποιος υπαινιγμός γι’ αυτό υπάρχει στήν ομιλία του, στό σημείο πού περιγράφει τήν οικονομική κατάσταση στήν οποία περιήλθε, όταν εγκατέλειψε τίς σπουδές του στό Κολέγιο. Θεώρησε, τότε (καί μάλλον δέν τό μετάνοιωσε ποτέ), ότι τά ακριβά δίδακτρα πού πλήρωναν οι εργάτες γονείς του, ήταν μιά επένδυση χωρίς αξία. Δέν εύρισκε ενδιαφέρον στά υποχρεωτικά μαθήματα τού Κολεγίου. Έτσι, σταμάτησε νά τά παρακαλουθή, συνέχισε όμως τήν «άτυπη» παρακολούθηση κάποιων άλλων μαθημάτων πού τόν ενδιέφεραν. Σέ αυτήν τήν ιδιότυπη σπουδαστική κατάσταση δέν είχε τά πλεονεκτήματα τού κανονικού φοιτητή, ούτε, όπως φαίνεται, τίς παροχές τών γονέων του. Δέν είχε δωμάτιο στούς φοιτητικούς κοιτώνες, ούτε «έτοιμα» χρήματα γιά φαγητό. Έτσι, γιά τόν ύπνο εύρισκε κατάλυμα σέ δωμάτια φίλων του, ξαπλώνοντας στό πάτωμα, καί γιά τήν αγορά φαγητού έκανε επιστροφές μπουκαλιών κόκα-κόλα («πέντε σέντς έκαστον»), «ενώ», όπως λέει, «κάθε Κυριακή βράδυ περπατούσα επτά μίλια, ως τήν άλλη άκρη τής πόλης, γιά νά φάω ένα γεύμα τής προκοπής στό ναό τών Χάρε Κρίσνα. Πολύ μού άρεσε».
Αναφέρθηκαν αυτά τά στοιχεία αφ’ ενός μέν γιά νά δειχθή ο υπαινιγμός γιά πιθανές επιρροές από «ανατολικές θρησκείες», αφ’ ετέρου δέ γιά νά φανή μέσα στό κλίμα τής σύγχρονης ελληνικής πτωχείας, τό πώς ο Στίβ Τζόμπς επέλεξε (από αγάπη) σπουδές μέ φτώχεια, τήν οποία αντιμετώπισε μέ τρόπο πού «πολύ τού άρεσε».
Ο Τζόμπς δέν είναι πιθανώς πρότυπο Χριστιανού, διαθέτει όμως μιά πολύ σημαντική ανθρώπινη πείρα, πού θεωρούμε ότι είναι χρήσιμη θά λέγαμε ζηλευτή γιά πολλούς Χριστιανούς. Δέν είναι κακό άλλωστε νά εκμεταλλεύεται ένας Χριστιανός τήν ανθρώπινη πείρα κάποιου πού δέν ανήκει στό Σώμα τής Εκκλησίας. Αυτό μάς τό δίδαξαν οι Πατέρες τής Εκκλησίας μας, καί ιδιαίτερα ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο οποίος στό έργο του Συμβουλευτικόν εγχειρίδιον αναφέρεται συχνά σέ αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους, αλλά ακόμη καί στόν Ιουλιανό τόν Παραβάτη, τού οποίου προτείνει τόν ασκητικό τρόπο μέ τόν οποίο αυτός διαιρούσε τήν νύχτα του. Άλλωστε, στήν γενεά τους, «οι υιοί τού αιώνος τούτου» αποδεικνύονται μερικές φορές «φρονιμώτεροι υπέρ τούς υιούς τού φωτός»(Λουκά ις',8).
Δυό σημεία από τήν ομιλία τού Στίβ Τζόμπς θεωρούμε ότι είναι άξια ιδιαίτερης προσοχής. Τό ένα μπορούμε νά τό χαρακτηρίσουμε «απεξάρτηση από τήν επιτυχία» καί τό άλλο «απελευθερωτική ενέργεια τής αναμονής τού θανάτου». Καί τά δύο συνδέονται μέ φάσεις τής ζωής του.
Ο Στίβ Τζόμπς ξεκίνησε τήν Apple μαζί μέ τόν συνεργάτη του Στίβ Ουόζνιακ στό γκαράζ τών γονιών του, όταν ήταν είκοσι ετών. Σέ μιά δεκαετία η εταιρεία είχε πάνω από τέσσερεις χιλιάδες υπαλλήλους. Καθώς μεγάλωνε η εταιρεία αναγκάσθηκε ο Τζόμπς νά προσλάβη έναν, πού θεωρούσε ταλαντούχο, γιά νά διοικήσουν μαζί τήν εταιρεία. Ένα χρόνο μετά αφότου έβγαλαν στήν αγορά τό μεγαλύτερο δημιούργημά τους τό Macintoch τά «οράματά [τους] γιά τό μέλλον άρχισαν νά αποκλίνουν καί τελικά ήρθα[ν] σέ ρήξη». Τό συμβούλιο τής εταιρείας δέν πήρε τό μέρος τού Τζόμπς, οπότε αυτός σέ ηλικία τριάντα ετών απολύθηκε από τήν εταιρεία του!
Στήν αρχή αισθάνθηκε ότι απογοήτευσε όλη τήν προηγούμενη γενιά επιχειρηματιών, «ότι μού είχε πέσει», όπως είπε, «η σκυτάλη τήν στιγμή πού μού τήν έδιναν». Γρήγορα όμως διαπίστωσε ότι αγαπούσε ακόμη τήν εργασία πού έκανε. «Μέ είχαν απορρίψει, αλλά ήμουν ακόμη ερωτευμένος», είπε. «Οπότε αποφάσισα νά ξεκινήσω από τήν αρχή». Ήταν ερωτευμένος μέ τήν εργασία πού έκανε. Δέν ήταν ναρκισσιστικά ερωτευμένος μέ τό έργο πού ήδη είχε κάνει. Από αυτό πού ήδη είχε κάνει μπορούσε νά αποξενωθή καί νά τό αφήση στά χέρια άλλων. Αυτός ο δημιουργικός έρωτας γιά επιχειρηματική δράση καί εργασία, μέ ταυτόχρονη απεξάρτηση από τούς καρπούς τους, είναι κάτι πολύ σημαντικό, δυσεύρετο ακόμη καί σέ «πνευματικούς» ανθρώπους μέσα στόν περίβολο τής Εκκλησίας. Διότι πολλοί, δυστυχώς, αισθάνονται ότι τά εκκλησιαστικά έργα έχουν άνθρωπο ιδιοκτήτη (καί μάλιστα μόνιμο) ή, τό πιό αντιπνευματικό, ότι μέσα στήν Εκκλησία μπορούν νά επιβληθούν «επιχειρήσεις» ιδιόρρυθμου ιδιωτικού δικαίου, πού αγνοούν τήν χαρισματική καί ιεραρχική διάρθρωσή της. Είναι πολύ συχνός ο έρωτας τού έργου καί όχι τής εργασίας. Σ’ αυτό τό σημείο αρκετοί «εκκλησιαστικοί» απέχουμε μάλλον πολύ από τήν ψυχολογική ωριμότητα τού Στίβ Τζόμπς. Αλλά άς έλθουμε σ’ ένα καταπληκτικότερο βιωμένο λόγο του.
«Δέν τό έβλεπα τότε, αλλά αποδείχθηκε πώς η απόλυσή μου από τήν Apple ήταν τό καλύτερο πράγμα πού θά μπορούσε ποτέ νά μού συμβή. Τό βάρος τού “είμαι πετυχημένος” αντικαταστάθηκε από τήν ελαφρότητα τού “είμαι καί πάλι αρχάριος καί λιγότερο σίγουρος γιά καθετί”. Μέ απελευθέρωσε, εισάγοντάς με σέ μιά από τίς πιό δημιουργικές περιόδους τής ζωής μου». Απελευθερώθηκε από τό βάρος πού ασκούσε πάνω του η επιτυχία. Λίγο οδυνηρά στήν αρχή, κατόπιν όμως μέ μεγάλη δημιουργική δύναμη, βίωσε τήν απεξάρτηση από τόν εθισμό σ’ αυτήν. Βίωσε, ο έμπειρος επιχειρηματίας καί σχεδιαστής στόν τομέα τής ψηφιακής τεχνολογίας, τήν ελευθερία τού αρχάριου, αυτού πού (παρά τήν πολύπλευρη πείρα του) βάζει διαρκώς αρχή στίς δραστηριότητές του μέ τήν ανάλαφρη διάθεση, αλλά καί τήν αβεβαιότητα τού πρωτόπειρου.
Οι σελίδες τού Γεροντικού μάς επισημαίνουν σέ πολλές γραμμές τους τό πόσο σημαντικό είναι νά βάζη κανείς διαρκώς αρχή στήν πνευματική του εργασία, αλλά καί πόσο ασφαλές καί προωθητικό στήν πνευματική πορεία είναι τό νά αισθάνεται κανείς διαρκώς αρχάριος.
Παρόμοια απελευθερωτική ενέργεια διαπίστωσε ο Στίβ Τζόμπς στήν αναμονή τού θανάτου, όταν τού βρήκαν όγκο στό πάγκρεας καί ο γιατρός τόν συμβούλεψε νά πάη στό σπίτι του καί νά «τακτοποιήση τίς υποθέσεις του», πράγμα πού γι’ αυτόν σήμαινε: «ετοιμάσου νά πεθάνης». Χαρακτηριστικά είπε στήν ομιλία του: «Τό νά θυμάμαι πώς σύντομα θά πεθάνω, είναι τό πιό σημαντικό εργαλείο πού έχω βρεί γιά νά μέ βοηθάει στίς μεγάλες επιλογές τής ζωής. Διότι σχεδόν τά πάντα οι εξωτερικές προσδοκίες, η περηφάνια, ο φόβος τής αμηχανίας ή τής αποτυχίας, όλα αυτά απλώς καταρρέουν μπροστά στό θάνατο, αφήνοντας τελικά πίσω τους μόνο ό,τι είναι πραγματικά σημαντικό. Τό νά θυμάσαι πώς θά πεθάνης είναι ο καλύτερος τρόπος πού ξέρω γιά νά αποφύγεις τήν παγίδα τού “κι άν τελικά χάσω;”. Μά είσαι ήδη “ξεγυμνωμένος”! Δέν υπάρχει κανένας λόγος νά μήν ακούσεις τήν καρδιά σου».
Η καρδιά τού Στίβ Τζόμπς είναι μέ έρωτα προσανατολισμένη σέ μιά διαρκή δημιουργικότητα. Δέν είναι διακεχυμένη καί παραλελυμένη. Ο Χριστιανός, από τήν άλλη μεριά, δέν ακούει ασύνετα τήν καρδιά του. Η νηφάλια καρδιά πού ακούει είναι αυτή πού μέ τήν καθαρότητά της αιχμαλωτίσθηκε από τόν έρωτα τού Θεού. Αυτήν τήν καθαρότητα πραγματοποιεί στόν νού καί τήν καρδιά η υγιής μνήμη τού θανάτου, η οποία απελευθερώνει τήν ψυχή από τόν κοσμικό φόβο τού «κι άν τελικά χάσω;». Ό,τι κατατρώγεται από τόν θάνατο θά τό χάσουμε οπωσδήποτε. «Πάντα ματαιότης τά ανθρώπινα όσα ουχ υπάρχει μετά θάνατον». Οπότε, «τί μάτην ταραττόμεθα;».
Αυτά πού αντέχουν στήν δοκιμασία τού θανάτου είναι αυτά πού πράγματι αξίζουν. Κι αυτά δέν είναι, προφανώς, οι προεδρίες σέ επιχειρήσεις, ούτε «οι εξωτερικές προσδοκίες» καί «η περηφάνια» γιά έργα πού «σής καί βρώσις αφανίζει».
Μέχρι καί ο κοσμικός Στίβ Τζόμπς τό κατάλαβε αυτό πολύ καλά.
πηγή
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου