14 Σεπτεμβρίου
Γύρω στο 306 μ.Χ. στην Ιταλία ήσαν δύο βασιλιάδες: ο Μαξέντιος και ο Μέγας Κωνσταντίνος.
Ο Μαξέντιος καταδίωκε τους χριστιανούς, εξόριζε πολλούς άδικα, άρπαζε την περιουσία τους, ατίμαζε τις γυναίκες των αρχόντων, έκανε πολλά παράνομα έργα. Ο κόσμος τον μισούσε. Ο Μέγας Κωνσταντίνος λυπόταν τους Χριστιανούς και ήθελε να τους ελευθερώσει. Όμως φοβόταν τον αντίπαλο του, επειδή ήταν ισχυρότερος. Μια μέρα, εκεί στο στρατόπεδο, είδε ένα Σταυρό στον ουρανό και πάνω του έγραφε με φωτεινά γράμματα: «Κωνσταντίνε, εν τούτω νίκα». Είδαν το σημείο και οι στρατιώτες. Τότε ο Βασιλιάς έφτιαξε έναν σταυρό, τον κρατούσαν μπροστά οι στρατιώτες, και πολέμησε κατά του Μαξεντίου.
Ο εχθρός νικήθηκε.
Ο Μαξέντιος και οι εκλεκτοί του στρατηγοί έπεσαν μέσα στον Τίβερη ποταμό και πνίγηκαν. Τότε οι Ρωμαίοι άνοιξαν τις πύλες και υποδέχθηκαν το Μέγα Κωνσταντίνο με πανηγυρισμούς. Αφού έγινε μονοκράτορας ο Μέγας Κωνσταντίνος, έδωσε αρκετά χρήματα και βοηθούς στη μητέρα του, η οποία προθυμοποιήθηκε να πάει στους Αγίους τόπους και να βρει τον Τίμιο Σταυρό. Η Αγία Ελένη έβαλε σκοπό στη ζωή της, εκτός από το να υπηρετεί το Θεό και να τον λατρεύει, να βρει τον Τίμιο Σταυρό πάνω στον οποίο σταυρώθηκε ο Χριστός. Έτσι, το 325 μ.Χ. μεταβαίνει στα Ιεροσόλυμα και εκεί αρχίζει την έρευνα. Για το σκοπό αυτό πήρε μαζί της πολύ στράτευμα και στρατηγούς που θα τη βοηθούσαν στο έργο της. Μάζεψε πληροφορίες από τον Επίσκοπο και από τους ντόπιους γέροντες για το μέρος της σταυρώσεως. Εκεί που έψαχνε παρουσιάστηκε στην Αγία Ελένη μία Εβραία και της είπε ότι ο τάδε Εβραίος γνωρίζει ακριβώς το μέρος όπου βρίσκεται θαμμένος ο Τίμιος Σταυρός. Η Βασίλισσα τον ζήτησε και εκείνος την οδήγησε στο Γολγοθά, εκεί ακριβώς όπου ήταν σκεπασμένοι με τα χώματα οι τρεις σταυροί. Εκεί έγινε η ανασκαφή και βρέθηκαν και οι τρεις σταυροί. Δεν γνώριζαν όμως ποιος από τους τρεις ήταν ο Τίμιος Σταυρός. Σε ένα σπίτι κοντινό βρισκόταν μια άρρωστη – γυναίκα που μόλις είχε πεθάνει. Σκέφθηκαν και άγγιξαν πάνω της ένα – ένα τους σταυρούς. Με το Σταυρό του Κυρίου η γυναίκα αναστήθηκε.
Η Αγία Ελένη έκτισε το Ναό της Ανάστασης στο Γολγοθά, έκοψε τον Τίμιο Σταυρό σε δύο ίσα μέρη και έκανε δύο Σταυρούς με λιγότερο πάχος. Από αυτούς τους δύο, τον ένα τον τοποθέτησε στο Ναό της Ανάστασης στο Γολγοθά και τον άλλο τον πήρε μαζί της όταν επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη. Κατά το 614 μ.Χ. ο Πέρσες κατέλαβαν τους Αγίους Τόπους, άρπαξαν τον Τίμιο Σταύρο από το Ναό της Ανάστασης και τον πήραν στην πατρίδα τους. Ύστερα από αυτό, το 628 μ.Χ., ο Αυτοκράτορας Ηράκλειος εκστράτευσε στην Περσία, νίκησε τους Πέρσες και τους ανάγκασε να ελευθερώσουν τους αιχμαλώτους και να του παραδώσουν τον Τίμιο Σταυρό: Απρίλιος του 628 μ.Χ. Μετά ο Ηράκλειος γύρισε με άπειρα λάφυρα στην Κωνσταντινούπολη, όπου του έγινε ενθουσιώδης υποδοχή. Τον επόμενο χρόνο μετέφερε στα Ιεροσόλυμα τον Τίμιο Σταύρο και τον ύψωσε στον Γολγοθά, 14 Σεπτεμβρίου, εκεί που άλλοτε τον είχε στήσει η Αγία Ελένη. Κλήρος και λαός έψελναν: «Σώσον, Κύριε, τον λαόν ΣουΚαι ευλόγησον την κληρονομίαν Σου Νίκας τοις Βασιλεύσι κατά βαρβάρων δωρούμενος και το σόν φυλάττων δια του Σταυρού σου πολίτευμα».Λέγουν ότι ο ίδιος ο Αυτοκράτορας, ντυμένος βασιλικά ρούχα, βαστούσε το Σταυρό και βάδιζε στους δρόμους της Ιερουσαλήμ για να τον πάρει στο Γολγοθά. Δίπλα του βάδιζε ο Πατριάρχης Ζαχαρίας. Σε μια στιγμή ο Αυτοκράτορας σταμάτησε. Δεν μπορούσε να κινηθεί ούτε μπροστά ούτε πίσω. Όλοι οι παρευρισκόμενοι απόρησαν. Τότε ο Πατριάρχης Ζαχαρίας συμβούλεψε το Βασιλιά να βγάλει τα πολυτελή ρούχα και να φορέσει ρούχα φτωχικά για να μοιάσει με τον ταπεινό Ιησού. Ο Βασιλιάς συμφώνησε πλήρως και μάλιστα έβγαλε και τα παπούτσια του και ανέβηκε στο Γολγοθά ξυπόλυτος.
Η Αγία Ελένη μαζί με τους Σταυρούς βρήκε και τους Τίμιους Ήλους (3) με τους οποίους οι Ιουδαίοι κάρφωσαν το Σώμα του Σωτήρος μας. Τους δώρισε στον γιο της. Εκείνος έβαλε το ένα καρφί στην περικεφαλαία του, το δεύτερο στο χαλινάρι του ίππου του και το τρίτο, με ένα τεμάχιο Τιμίου Ξύλου, τα έκρυψε σε μια κολόνα του ανδριάντα του για να προφυλάγεται η Κωνσταντινούπολη. Επίσης ο Μέγας Κωνσταντίνος έκρυψε στο υπόγειο του ανδριάντα του τους δύο σταυρούς των ληστών, τα δώδεκα κοφίνια και τα επτά πανέρια όπου έβαλαν τα περισσεύματα των ευλογηθέντων ψωμιών καθώς και το τσεκούρι του Νώε με το οποίο έφτιαξε την Κιβωτό. Το μήκος του Τίμιου Σταυρού ήταν δεκαπέντε πόδια, το πλάτος ήταν οκτώ πόδια και το πάχος ήταν μία σπιθαμή.Εκεί όπου ήταν σκεπασμένος με τα χώματα ο Τίμιος Σταυρός βλάστανε πάντοτε Βασιλικός.
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου