Στ' Άγιον Όρος πήγα πολλές φορές. Την πρώτη φορά κάθησα παραπάνω από δυό μήνες κ' έκανα γνωριμία με πολλούς πατέρες και λαϊκούς, γιατί υπάρχουνε εκεί πέρα και αγωγιάτες αρβανίτες, παραγυιοί και γεμιτζήδες πού φορτώνουνε κερεστέ στα καράβια. Στη Δάφνη, που είναι η σκάλα που πιάνουνε τα βαπόρια, βρισκόντανε και κάτι ψαράδες κοσμικοί, κ' εκεί γνωρίσθηκα με τρείς Αϊβαλιώτες και περάσαμε πολύ έμορφα. Από κει πήγα στις Καρυές, μα δεν κάθησα πολύ, γιατί γύρευα θάλασσα. Πήγα στο μοναστήρι των Ιβήρων μαζί με ένα γέροντα που πουλούσε βιβλία στις Καρυές και που τον λέγανε Αβέρκιον Κομβολογάν. Σ' αυτό το μοναστήρι κάθησα κάμποσο. Πιο πολύ με τραβούσε ο αρσανάς, δηλαδή το μέρος που βάζουνε τις βάρκες και τα σύνεργα της ψαρικής.
Άφησα τα γένεια μου, τα ξέχασα όλα και γίνηκα ψαράς. Έτρωγα, έπινα, δούλευα, κοιμώμουνα μαζί με τους ψαράδες που ήτανε όλο καλόγεροι, οι πιο πολλοί Μπουγαζιανοί, δηλαδή από τα μπουγάζια της Πόλης. Τί ξέγνοιαστη ζωή που πέρασα! Ιδιαίτερη φιλία έδεσα με τρεις. Ό ένας ήτανε ως εικοσιπέντε χρονώ, καλή ψυχή, φιλότιμος, στοχαστικός, πρόθυμος στο κάθε τι κ' είχε καλογερέψει από μικρός: τον λέγανε Βαρθολομαίο. Ο άλλος ήτανε ως σαράντα χρονών, ψαράς από το χωριό του, κοντόφαρδος, απλός, ήσυχος, λιγομίλητος, άκακος, «πτωχός τω πνεύματι», ταπεινός και τον λέγανε Βασίλειο. Ο άλλος ήτανε γέρος σον τον άγιο Πέτρο, γελαζούμενος, χωρατατζής και τον λέγανε Νικάνορα.
Ο Βαρθολομαίος διάβαζε και βιβλία με ταξίδια θαλασσινά. Ανάμεσα σε άλλα είχε στο κελλί του και δυό τρία βιβλία του Ιουλίου Βερν. Μ' αυτόν ψαρεύαμε αστακούς. Έβγαζε και κοράλλια και μου έδειχνε πώς να τα ψαρεύω. Ο αρσανάς ήτανε ένα σπίτι μακρύ, χτισμένο απάνω στη θάλασσα μέσα σ' έναν κόρφο που τον αποσκέπαζε ένας κάβος και για κεραμίδια είχε μαύρες πλάκες. Μπροστά είχε κάτι ξέρες που σκάζανε οι θάλασσες όποτε έπερνε βοριάς, κι από πάνω κατεβαίνανε τα βράχια φυτρωμένα με μυρσίνες, με πουρνάρια και κάθε άγριο χαμόδεντρο. Ο αρσανάς είχε πεντέξη κάβιες αραδιασμένες και μπροστά είχε ένα χαγιάτι που ακουμπούσε σε κάτι δοκάρια από αγριόξυλα. Εκεί μέσα κοιμόμαστε. Από κάτω είχε κάτι χαμηλές καμάρες και μέσα στις καμάρες τραβούσανε τις βάρκες. Τα δίχτυα τα απλώνανε απάνω στα μπαρμάκια του χαγιατιού. Εκεί που κοιμόμαστε ακούγαμε από κάτω μας τη θάλασσα που έμπαινε μέσα στις καμάρες και κυλούσε τα χαλίκια και μας νανούριζε. Παλιά εικονίσματα ήτανε κρεμασμένα μέσα στον αρσανά κ' έκαιγε ακοίμητο καντήλι.
Άφησα υγεία στούς Ιβηρίτες και τράβηξα με τα πόδια και πήγα στο μοναστήρι του Καρακάλου. Κ' εκεί πέρασα πολύ καλά. Οι πατέρες με είχανε σαν δικό τους. Αυτό το μοναστήρι είναι κοινόβιο και τότες είχανε ηγούμενο έναν άγιο άνθρωπο, τον Κοδράτο, γέροντα ήσυχον, ειρηνικόν, ποιμένα αληθινόν, η καταγωγή του από τα Αλάτσατα. Ο αρσανάς του Καρακάλου ήτανε επίσημος, ένας βυζαντινxς πύργος χτισμένος απάνω σ' έναν βράχο. Κάθησα κ' εκειπέρα κάμποσες μέρες. Από κεί πήγα στο Μοναστήρι της Μεγίστης Λαύρας, που βρίσκουνται πολλά κειμήλια κ' οι θαυμαστrς αγιογραφίες του Θεοφάνη του Κρητός. «Τότε σηκώνεσαι και σύ, και πέρνεις καv την ράβδαν, περιπατείς και έρχεσαι εις την αγίαν Λαύραν. Καv αναπαύεσαι, εκεί, όσον καιρόν θελήσεις, όσον να εύρεις συντροφιάν και πλοίον να κινήσεις». Από κεί λοιπόν επήρα κ' εγώ την ράβδαν και τράβηξα να πάγω στα Καψοκαλύβια. Μαζί μου ήρθε κ' ένας απλοϊκός καλόγερος, ψηλός κι αδύνατος μ' όλο που ήτανε ψωμάς στο μοναστήρι. Το μονοπάτι περνά από άγια κ' έμορφα μέρη, ως που φτάνει απάνω από κάτι θεόχτιστους κάβους, που κοιτάζουνε κατά τη νοτιά, στ' ανοιχτό πέλαγο. Από το μέρος της στεριάς στέκεται απάνω από το κεφάλι σου ο Άθωνας. Σ' ένα μέρος βλέπεις την ποδιά του βουνού που στέκεται κοφτή απάνω από τη θάλασσα, σαν να ναι κομμένη με το μαχαίρι, λες και ξεκόλλησε προ λίγη ώρα ένα κομμάτι βουνό κ' έπεσε στη θάλασσα. Κι αληθινά, όπως μου είπανε πιο ύστερα οι Καψοκαλυβίτες, κόπηκε το βουνx μια μέρα στα 1900, κ' έπεσε μονοκόματο στη θάλασσα και πλάκωσε δυο τρία ψαραδόσπιτα με καμιά δεκαριά πατέρες. Ο σεισμός κούνησε όλη τη Μακεδονία. Στα Καψοκαλύβια κάθησα πιο πολύν καιρό από τ' άλλα τα μοναστήρια. Τόσο δικό τους με είχανε οι πατέρες, που όποτε κάνανε σύναξη έπρεπε να καθήσω κ' εγώ στο συμβούλιο που συζητούσανε «τα της σκήτεως». Μ' έχουνε γράψει και στους ιδρυτάς και με μνημονεύουνε μετά της συμβίας και των τέκνων. Ιδιαίτερη φιλία έδεσα μr τον πάτερ Ισίδωρο, που μ' είχε στυκελλί του. Άλλη φορά έγραψα πολλά για δαύτον. Τότες ήτανε ως τριανταπέντε χρονών κ' είχε για δόκιμο τον μπάρμπα Χαράλαμπο από το Καστελόριζο, ως εβδομήντα χρονών, τελώνιο της θάλασσας, που έζησε φουΐστρος στα βαπόρια καv ταξίδευε ίσαμε τον Κίτρινο ποταμό της Κίνας.
« ... Είχε έρθει μια μέρα στα Καψοκαλύβια ένας καλόγερος από κάποιο ψαραδόσπιτο που ήταν ανάμεσα στον κάβο Σμέρνα και στα Καψοκαλύβια, και τον φιλοξένησε ο πάτερ Ισίδωρος και γνωρισθήκαμε. Τον λέγανε Νείλο, κ΄ ήτανε Μυτιληνιός. Φεύγοντας με προσκάλεσε να πάγω στο κελί του. Σε δύο τρεις μέρες, πήγα. Στο Όρος βλέπει κανείς πολλά ασυνήθιστα πράγματα και χτίρια, πλην το κελί του πάτερ Νείλου ήτανε από τα πιο παράξενα. Σε αυτό το μέρος κατεβαίνανε δύο ραχοκοκαλιές από βράχια και κάνανε δύο κάβους που τραβούσανε βαθιά στην θάλασσα, ο ένας πολύ κοντά στον άλλον, τόσο, που έλεγες πως το νερό που βρισκότανε ανάμεσα τους ήτανε ποτάμι κι όχι θάλασσα. Εκεί που έσμιγε ο ένας κάβος με τον άλλον, σηκωνόντανε δυό ράχες από βράχια κι ήτανε τόσο κοντά, που σκοτείνιαζε εκείνο το μέρος, ας έλαμπε ο ήλιος το καλοκαίρι. Σ΄ αυτό το μέρος, μέσα σ΄ αυτή την τρύπα, ήτανε χτισμένος ο αρσανάς του πάτερ Νείλου. Τα νερά ήτανε άπατα και σκοτεινά μέσα σε κείνο το κανάλι. Το σπίτι τόχανε χτισμένο λίγο παραπάνω από την θάλασσα, θεμελιωμένο στο βράχο, με χαγιάτια και με καμάρες, όπως συνηθίζεται στο Όρος από τα παληά χρόνια, με μαύρες πλάκες αντί για κεραμίδια. Λίγο παραπάνω ήτανε χτισμένη η εκκλησιά, μικρή, με σκαλιστό τέμπλο και με όλα τα καθέκαστα. Αποπάνω κρεμότανε ένα βουνό δασωμένο και στην κορφή είχε ένα βράχο απότομο, μ΄ ένα σπήλαιο. Σ΄ αυτό το σπήλαιο ασκήτευε προ λίγα χρόνια ένας γέροντας που στάθηκε στα νιάτα του οπλαρχηγός στην Μακεδονία. Τώρα είχανε φωλιάσει όρνια μέσα στην σπηλιά και τάβλεπα που πέρνανε βόλτες γύρω στη ράχη. Ο Νείλος και η συνοδεία του είχανε δυό τράτες και δυό βάρκες. Ήτανε εφτά - οχτώ νοματέοι, πέντε μεγάλοι και δυό τρία καλογέρια. Όλοι τους ήτανε ηλιοκαμένοι, μαύροι σαν αραπάδες. Ο πάτερ Νείλος είχε απάνω του μια ησυχία και μιαν απλότητα που σε έκανε να τον αγαπήσεις και να τον σεβαστείς. Λιγόλογος, μα ολοένα ήτανε χαμογελαστό το πρόσωπο του, με κάτι χείλια χοντρά σαν του αράπη, με μαύρα και πυκνά γένεια, που φυτρώνανε κάτω από τα μάτια του και σκεπάζανε τα μάγουλα του. Με τη σκούφια που φορούσε ήτανε ίδιος βαβυλώνιος. Ξυπόλητος, όπως δα ήτανε όλοι τους, φορούσε απάνω ένα σκούρο πουκάμισο και κάτω ένα βρακί ανατολίτικο ίσαμε τα γόνατα. Τις μέρες που κάθησα εκειπέρα, ο Νείλος κ΄ ένας δόκιμος δεν πηγαίνανε με την τράτα για να μου κρατήσουνε συντροφιά. Ήτανε κ΄ ένας γέρος, πάτερ Αθανάσιος, που φύλαγε πάντα το σπίτι. Σαν γυρίζανε από το ψάρεμα βγάζανε τα ψάρια έξω και αφού διαλέγανε λίγα χοντρά για να φάμε, κι άλλα για πάστωμα, τα ψιλά τα κάνανε ένα σωρό και τα αφήνανε να σιτέψουνε για να τα΄ αλατίσουνε. Από τα χοντρά παστώνανε πολλούς ροφούς, νάχουνε το χειμώνα. Ψιλά, μαρίδα και σαρδέλλα, παστώνανε πολλά βαρέλια και τα στέλνανε στη Σαλονίκη. Καθόντανε σταυροπόδι γύρω στο σωρό και παστώνανε. Όλο το σπίτι μύριζε μια τέτοια ψαρίλα, που στην αρχή γυρίζανε άνω κάτω τα στομάχια μου. Μα σιγά σιγά συνήθισα και δεν καταλάβαινα την ψαρίλα σχεδόν ολότελα. Συλλογιζόμουνα κιόλας πως έτσι θα μυρίζανε κι ο Χριστός κ΄ οι απόστολοι. Οι άνθρωποι κ΄ ότι έπιανες, όλα μυρίζανε ψαρίλα. Ακόμα και μέσα στην εκκλησιά ένοιωθες αυτή τη μυρουδιά. Τις ώρες που λείπανε οι άλλοι στο ψάρεμα, κουβεντιάζαμε με τον πάτερ Νείλο για θρησκευτικά και για τα ιστορικά του σπιτιού του, τι φουρτούνες περάσανε, τι θεριόψαρα συναντήσανε, τι καΐκια βουλιάξανε από τότες που κάθησε σ΄ αυτό το μέρος κι άλλα λογιώ λογιών. Άλλη φορά πάλι, εκεί που καλαφάτιζε μια βάρκα τραβηγμένη έξω, έψελνε με τη γλυκειά φωνή του, κ΄ έκανε τον δεξιό ψάλτη κι εγώ τον αριστερόν. Λέγαμε τις Καταβασίες της Μεταμορφώσεως (γιατί ήτανε εκείνες οι μέρες του Αυγούστου) «Χοροί Ισραήλ αήκμοις ποσί, πόντον ερυθρόν και υγρόν βυθόν διελάσαντες», τα Πασαπνοάρια με το δοξαστικό «Παρέλαβεν ο Χριστός τον Πέτρον και Ιάκωβον και Ιωάννην», κι ύστερα λέγαμε αργώς και μετά μέλους το Κοινωνικό «Εν τω φωτί της δόξης του προσώπου σου, Κύριε, πορευόμεθα εις τον αιώνα». Στο τέλος όμως ψέλναμε πάντα το «Ευλογητός ει Χριστέ ο Θεός ημών, ο πανσόφους τους αλιείς αναδείξας, καταπέμψας αυτοίς το πνεύμα το άγιον, και δι΄ αυτών την οικουμένην σαγηνεύσας, φιλάνθρωπε, δόξα σοι». Δεν μπορώ να παραστήσω το πόσο συγκινημένη ήτανε η καρδιά μου σαν άκουγα να ψέλνει ο ψαράς ο πάτερ Νείλος, ξυπόλητος, με το κατραμωμένο βρακί, με τα φύκια κολλημένα πάνω στα γυμνά ποδάρια του, να ψέλνει με κείνη την αρχαία μελωδία και να λέγει στίχους Ιαμβικούς, και παραπέρα ν΄ αφρίζουνε τα παμπάλαια ελληνικά κύματα κι ο αγέρας να βουΐζει πανηγυρικά απάνω στα θεόχτιστα βράχια και στα δέντρα! Μα η πιο βαθειά κι η πιο παράξενη συγκίνηση μ΄ έπιανε την Κυριακή και τις άλλες γιορτινές μέρες που λειτουργούσε ο πάτερ Νείλος ο ψαράς και γινότανε ιερέας του Υψίστου, αυτός που τον έβλεπα τις άλλες μέρες ν΄ αλατίζει ψάρια, να καλαφατίζει βάρκες, να ματίζει σκοινιά, να γραντολογά καραβόπανα, να βολεύει άγκουρες, να μπαλώνει δίχτυα, μαζί με τη συνοδεία του! Και στη λειτουργία γινότανε σαν πατριάρχης, με το επανωκαλύμμαυχο, με το χρυσό φελόνι, με τα επιμάνικα, με το επιγονάτιο, και δεότανε μυστικώς μπροστά στην αγία Τράπεζα «υπέρ των του λαού αγνοημάτων», «ως ενδυόμενος την της ιερατείας χάριν». Ω! Τι εξαίσια και φρικτά μυστήρια έχει η ταπεινή ορθοδοξία μας! Μα η καρδιά μου δάκρυζε αληθινά από άγια χαρά κι από κατάνυξη, σαν στρώνανε για να φάμε και ευλογούσε την τράπεζα ο πάτερ Νείλος με τα θαλασσοψημένα δάχτυλα του, ενώ γύρω στεκότανε με σταυρωμένα χέρια εκείνοι οι απλοί ψαράδες, κουρασμένοι, θαλασσοδαρμένοι, ξεχασμένοι από τον κόσμο μέσα σε κείνη την καταβόθρα. Κι έλεγε με την ταπεινή φωνή του ο πάτερ Νείλος «Χριστέ ο Θεός, ευλόγησον την βρώσιν και την πόσιν των δούλων σου, ότι άγιος ει πάντοτε νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων», ενώ μας απόσκιαζε η πλώρη του τρεχαντηριού κ΄ η αρμύρα ερχότανε από το βουερό το πέλαγο».
π. Ἰωάννης Ρωμανίδης: "Ἐλεύθερος κατὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος βρίσκεται σὲ κατάσταση φωτισμοῦ"
Μονή Σπηλαίων του Πσκώφ
Μονή Σπηλαίων του Πσκώφ
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΠΟ ΣΕΙΣΜΟ
«Χριστὸς μὲθ΄ἠμῶν στήτω» Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος όταν έγιναν οι μεγάλοι σεισμοί της Αντιόχειας και ήταν ακόμα ιερέας πριν γίνει Επίσκοπος είπε στους Χριστιανούς: Να πάτε να γράψετε όλοι επάνω στους τοίχους «Χριστός μεθ' ημών στήτω» και εννοούσε ότι: «Ο Χριστός είναι μαζί μας, σπίτι μου να σταθείς, όχι να πέσεις». Όσοι Χριστιανοί τον άκουσαν τα σπιτικά τους δεν έπεσαν.
ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑ -(+) από τον μακαριστό π. Κωνσταντίνο Στρατηγόπουλο
Άσηπτη θεολογία ή θεολογία της μολύνσεως;_ Με αφορμή την μεγάλη αλλοίωση της Ορθόδοξου εμπειρίας των αγίων μας που συμβαίνει τον τελευταίο καιρό από Συνόδους ,Επισκόπους ,Ιερείς ,Λαϊκούς .Παρατηρούμε δε και εδώ στην παράγκα μας καθημερινά σχεδόν να "βομβαρδιζόμαστε από σχολαστή /ες" από ψυχοπαθολογικές απνευμάτιστες ερμηνείες απιστίας ,είπαμε , να ξαναθυμηθούμε δυο πολύ καλές τοποθετήσεις που εκφράζουν την Ορθόδοξη πίστη και με επιστημονικό λόγο ,προς στηριγμό, όσων κρατάμε ανοικτές τις ψυχές μας είτε υγιείς είτε άρρωστοι σωματικά .Και ας φωτίσει ο Θεός όσους αδυνατούν να έχουν καθαρό νου ,το έχουμε τόσο πολύ ανάγκη όλοι μας και για τα ερχόμενα...
Βαδίζοντας προς την αυτάρκεια
Σοβαρές και απειλητικές για τη ζωή παρενέργειες από τη χρήση μάσκας προσώπου
Η διοικούσα Εκκλησία της Ελλάδος δυστυχώς κινείται σε ολισθηρό έδαφος.
Όταν σε αφήνουν να πεθαίνεις απ την πείνα αλλά θέλουν να σε σώσουν από τον κορωνοϊο!
Η αδυναμία Επισκόπων να αντιληφθούν το διακύδευμα της κρίσης του κορόϊδο-ιού
.
Τα Χριστούγεννα στη λογική του Νέου Προγράμματος Σπουδών στα Θρησκευτικά
.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας ως πρότυπα της Οικουμενικής Κινήσεως. Απάντησις εις τα κατάπτυστα δημοσιεύματα των Ζηλωτών ενάντια στο Κολυμπάριον
Σταράτες κουβέντες που οι οσφυόκαμπτες, μεγαλόσχημοι ρασοφόροι σκέφτονται, αλλά δεν λένε!
.
ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΣ ΤΕΛΟΣ!
.
Σκέψεις με αφορμή κάποιες προτάσεις από το άρθρο του Δοσιθέου Τατάρνας
Σχόλια σε μερικές από τις θεολογικές θέσεις του Μεσσηνίας Χρυσοστόμου
Σχόλια σε θεολογικές θέσεις του Μεσσηνίας Χρυσοστόμου
«Είδα ψυχές που έρεπαν με μανία στους σαρκικούς έρωτες. Αυτές λοιπόν αφού έλαβαν αφορμή μετανοίας από την γεύση του αμαρτωλού έρωτος, μετέτρεψαν αυτόν τον έρωτα σε έρωτα προς τον Κύριο. Έτσι ξεπέρασαν αμέσως κάθε συναίσθημα φόβου και εκκεντρίσθηκαν στην άπληστη αγάπη του Θεού. Γι αυτό και ο Κύριος στην αγνή εκείνη πόρνη (Λουκ. ζ΄37-40) δεν είπε ότι εφοβήθηκε, αλλά «ότι ηγάπησε πολύ» και κατόρθωσε εύκολα να αποκρούσει τον ένα έρωτα με τον άλλον.»
Αγίου Ιωάννου της'' Kλίμακος"
O ΚΥΡ-ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
Ancient Faith Radio - Orthodox
Are you Amazed?
Στηρίξτε τους πολύτεκνους
"Τα δέντρα που έχουν καρπούς πετροβολάνε" Θ.Κολοκοτρώνης
η τέχνη
Ο μεν βίος βραχύς, η δε τέχνη μακρή, ο δε καιρός οξύς, η δε πείρα σφαλερή, η δε κρίσις χαλεπή. Δει ου μόνον εαυτόν παρέχειν τα δέοντα ποιεύοντα, αλλά και τον νοσέοντα, και τους παρεόντας, και τα έξωθεν.
Kιβωτός του κόσμου
Λευτεριά στην Παλαιστίνη!
Αϊ σιχτίρ -για την «ελεύθερη» δημοσιογραφία,την καταστροφή του Γένους.
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΤΕ ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΟΤΙ ΣΑΣ ΑΡΕΣΕΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΡΕΛΟ-ΓΙΑΝΝΗ
αλλά μην νοιώθετε «λύπη» που αντιγράφουμε τα δικά σας , χωρίς να σας ρωτήσουμε...
Για την παράγκα μας
είναι γ ε λ ο ι ό τ η τ α η λεγόμενη «δεοντολογία περί πνευματικών δικαιωμάτων!»
βρε αντε
Εθνική βιβλιοθήκη
Καλάμι-Aνεξάρτητη έκδοση onLine
Το χαμόγελο του παιδιού
Τα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη
Παλαμάς
Χρωστάμε σε όσους πέρασαν ,θα ρθούνε, θα περάσουν,κριτές θα μας δικάσουν οι αγέννητοι και οι νεκροί.
Δεν συμμετέχω στον "σκοταδισμό" της παγκόσμιας οικολογικής ελιτείας
το ξέρασμα της υπεραξίας
Η εκδίκηση των γουρουνιών
Ερωτήσεις Χριστιανών σε Ισλαμιστές για τις πηγές του Ισλάμ
Όχι στη φίμωση των blogs
Γιάννης Τσαρούχης
Γενικά οι Έλληνες είναι αγράμματοι και αγνοούν τους θυσαυρούς της πατρίδας τους.Θα γίνουν θρήσκοι όσο μορφώνονται ,αντίθετα με άλλους που όσο μορφώνονται παύουν να είναι θρήσκοι.
ΣΥΛΛΟΓΗ ΥΠΟΓΡΑΦΩΝ
(κάντε κλίκ στην εικόνα)
ενάντια στη φασιστική νοοτροπία της Google
πάπα-Γιάννης Ρωμανίδης : «Από τώρα και στο εξής το πρόβλημα θα είναι οι Δεσποτάδες μας.
«Υπάρχουν δύο είδη θεολογίας: το έν -ευρέως γνωστόν κατά τους παρελθόντας αιώνας- είναι η επαγγελματική καθέδρα του πολυμαθούς, το άλλο η συσταύρωσις μετά του Χριστού, η γνώσις Αυτού εν τοις ενδομύχοις της καρδίας.
Το πρώτον είδος είναι προσιτόν εις το πλήθος των διανοητικώς πεπροικισμένων ανθρώπων, των προτιμώντων την φιλοσοφικήν προσέγγισιν της θεολογίας.
Η πραγματική δε πίστις εις την Θεότητα του Χριστού, ήτις εκφράζεται δια ζωής συμφώνου προς το πνεύμα των εντολών Αυτού, δεν είναι απαραίτητος δι’ αυτούς.
Το δεύτερον είδος είναι θεολογία ομολογίας, ήτις γεννάται δια του βαθέος φόβου του Θεού εν τω πυρί της φλογεράς μετανοίας, ήτις εισάγει εις την οντολογικήν πραγματικότητα δια της εμφανίσεως του Ακτίστου Φωτός.
Η ακαδημαϊκή θεολογία εν συνδυασμώ μετά της ζώσης πίστεως δίδει αγαθά αποτελέσματα. Ευκόλως όμως «εκφυλίζεται», αποβαίνει αφηρημένη θεωρία, παύει να είναι εκείνο, όπερ παρατηρείται εν τη ζωή των Αποστόλων, των Προφητών και των Πατέρων ημών, τουτέστιν άμεσος ενέργεια του Θεού εν ημίν …
Η Αγία Τριάς είναι Θεός Αγάπης. Η αγάπη, περί της οποίας γίνεται λόγος εν τω Ευαγγελίω, είναι άκτιστος ζώσα ενέργεια της ανάρχου Θεότητος. Ίδιον αυτής είναι να ενοί ημάς εν αυτώ τούτω τω είναι. ….. φυσική αύξησις εν τω Πνεύματι μέσω της διαμονής εν τω Θείω χώρω δια της τηρήσεως των εντολών του Χριστού.
Ο νους αίφνης αποκτά γνώσιν και εκφράζει αυτήν δι’ ανθρωπίνων όρων. Τούτο έρχεται ως λάμψις αστραπής, όταν η καρδία πυρούται δια της αγάπης. Τούτο είναι το “θαυμαστόν φως” της αιωνιότητος, εις το οποίον πάντες ημείς εκλήθημεν.
Η συσσώρευσις τοιούτων στιγμών ελλάμψεως της συνειδήσεως ημών εν τη πείρα της Εκκλησίας ωδήγησεν οργανικώς εις την σύνθεσιν αυτών εις έν όλον. Ούτως εμφανίζεται η πρώτη απόπειρα συστηματοποιήσεως της ζώσης θεολογίας, ήτις εγένετο υπό του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, ανδρός ωσαύτως πλουσίου και κατά την προσωπικήν αυτού πείραν.
Η ματαίωσις της θαυμαστής αυτής αναβάσεως προς τον Θεόν … προέκυψεν εις εποχάς παρακμής της ζώσης πείραςδια της τάσεως υποβολής των δεδομένων της Αποκαλύψεως εις την κριτικήν του λογικού ημών, δια της στροφής προς την “φιλοσοφίαν της θρησκείας”. Έπακόλουθον τούτου είναι τα σχολαστικά συστήματα θεολογίας, εν τοις οποίοις επικρατεί η φιλοσοφία και ουχί το πνεύμα της ζωής.
Aνάθεμα Ρωσικής Εκκλησίας της Διασποράς κατά του Οικουμενισμού
Those who attack the Church of Christ by teaching that Christ's Church is divided into so-called "branches" which differ in doctrine and way of life, or that the Church does not exist visibly, but will be formed in the future when all "branches" or sects or denominations, and even religions will be united into one body;
and who do not distinguish the priesthood and mysteries of the Church from those of the heretics, but say that the baptism and eucharist of heretics is effectual for salvation; therefore, to those who knowingly have communion with these aforementioned heretics or who advocate, disseminate, or defend their new heresy of Ecumenism under the pretext of brotherly love or the supposed unification of separated
Christians, Anathema!
Mην παίρνετε τον εαυτό σας πολύ στα σοβαρά!!
Πως είπατε κυρ Γιάννη;
«.Ελπίζω ότι όσοι εξ' υμών συμμετάσχουν εις την Κυβέρνησιν θέλουν γνωρίσει μεθ' εμού ότι εις τας παρούσας περιπτώσεις, όσοι ευρίσκονται εις δημόσια υπουργήματα δεν είναι δυνατόν να λαμβάνουν μισθούς αναλόγως με τον βαθμό του υψηλού υπουργήματός των και με τας εκδουλεύσεις των, αλλ/ ότι οι μισθοί ούτοι πρέπει να αναλογούν ακριβώς με τα χρηματικά μέσα, τα οποία έχει η Κυβέρνησις εις την εξουσίαν της.»
«.εφ'όσον τα ιδιαίτερα εισοδήματά μου αρκούν διά να ζήσω, αρνούμαι να εγγίσω μέχρι και του οβολού τα δημόσια χρήματα,
ενώ ευρισκόμεθα εις το μέσον ερειπίων και ανθρώπων βυθισμένων εις εσχάτην πενίαν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου