Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης η 21η Μαρτίου, η Εαρινή Ισημερία κάθε χρόνου. Γιορτάζεται άρα η ποίηση;
*«Δεν γνωρίζω την ποίηση παρά μόνον εξ όψεως και από πολύ μακριά, χωρίς να είμαι διόλου σίγουρη ότι αυτή είναι. Ετσι, τη γιορτάζω κατά μόνας κάθε μέρα, με το να την επιζητώ και να την ψάχνω κάθε μέρα, επί χρόνια, σβήνοντας κι ανάβοντας τα... πολυετή κεράκια στα καθημερινά γενέθλιά της. Ωστόσο, φέτος σπάζω τον κανόνα: αποδέχτηκα την πρόταση της Εταιρείας Συγγραφέων να διαβάσουμε κάποιοι ποιητές, στο Public της πλατείας Συντάγματος, ποιήματα του Ελύτη και μόνον, μια και είναι σ’ εκείνον αφιερωμένο το 2011».
– Με ποιον τρόπο πλησιάζει κανείς την ποίηση;
* Η ποίηση πρέπει να μαγέψει. Είναι η μαγεία κριτήριο της αξίας του έργου; Για μένα είναι. Χθες το βράδυ είχα ανοίξει το βιβλίο του Ελύτη, και μου συνέβη όλη τη νύχτα να χοροπηδάνε στο κεφάλι μου, ακατάλληλοι στίχοι, κακοί στίχοι... Πάντως, επιθυμία κάποιων στίχων να γραφτούν. Δηλαδή η επιρροή του καλού ήταν πολύ μεγάλη επάνω μου. Ενώ μάλλον σε νέκρα βρίσκεται ο εγκέφαλός μου αυτή την εποχή. Αλλά όλη η νύχτα ήταν βρικολακιασμένη από αυτή την επιθυμία.
– Μία από τις κατηγορίες που σας προσάπτουν είναι ότι έχετε ένα συγκεκριμένο στυλ να εκφράζεσθε.Τι απαντάτε;
*Αυτό είναι το στυλ μου. Δεν το καλλιεργώ, αλλά ούτε το καταπολεμώ, γιατί δεν έχω ένα άλλο. Αυτό μπορώ να κάνω, κι έτσι μπορώ να φερθώ. Μη μου πεις ότι αφηνόμαστε στις συμπεριφορές μας χωρίς να έχουμε κάνει μια προσπάθεια να τις τιθασεύσουμε... Το μίσος μου το τιθασεύω. Διότι υπάρχει και μέσα μου. Αλλά κάποια στάχτη του ρίχνω στα μάτια και είναι λιγότερο βλαβερό, και για μένα την ίδια. Στυλ, βεβαίως στυλ. Αλλά όχι εκείνο λειτουργεί με κανόνες. Αυτό δεν ξέρω να το κάνω.
– Τι σας ανησυχεί περισσότερο στη σημερινή Ελλάδα;
*Αυτή την εποχή έχουμε μια εξαιρετικότητα, που δεν είχα ξαναζήσει: την οικονομική κρίση. Γεννήθηκα το 1931 και έζησα την περίοδο που τα χρήματα ήταν εκατομμύρια. Θυμάμαι τη μάνα μου να μου δίνει μερικά εκατομμύρια να πάρω σοκολάτα. Τότε δεν μπορούσα να καταλάβω την κατάσταση. Το σημερινό λοιπόν είναι ένα καινούργιο βίωμα, που με αφορά, που με θίγει, στο μικρό μέτρο ακόμα, αλλά με απασχολεί πολύ τι κάνουν αυτοί οι άνθρωποι που θίγονται απολύτως; Οι άνεργοι, αυτοί που βλέπουν το μισθό τους να μειώνεται... Αυτό δεν είναι αστείο. Με απασχολούν πολύ οι άνθρωποι που πλήττονται και θα επιβαρυνθεί η ζωή τους και η ποιότητά της και δεν ξέρω πώς θ’ αντιδράσει ο κόσμος. Κατά τ’ άλλα η εποχή με ανησυχεί, όπως θα με ανησυχούσε και κάθε άλλη.
– Τι ελπίζετε να καταφέρει η γενιά των εγγονιών σας που η δική σας δεν κατάφερε;
*Το μόνο που ελπίζω, και είμαι βεβαία ότι θα καταφέρει, είναι να προσαρμοστεί. Πιστεύω ότι τα πάντα προσαρμόζονται, προκειμένου να επιζήσει η ζωή.
– Είναι λίγο συμπιεσμένη ελπίδα...
*Ναι, είναι. Αλλά, τι να ελπίζω; Δεν μπορώ να φανταστώ τους νέους ούτε λιγότερο δυναμικούς, ούτε πιο ολιγαρκείς. Δεν είναι ολιγαρκής ο άνθρωπος. Θέλει πολλά, αυτή είναι η φύση του: να θέλει. Νομίζω ότι είναι μια περίοδος που δεν μπορεί να εξυπηρετήσει αυτή την τάση του. Κι έχω την εντύπωση ότι θα κρατήσει πάρα πολύ.
– Και τι φοβάστε ότι η γενιά των εγγονιών σας έχασε οριστικά;
* Νομίζω ότι έχει χάσει το αίσθημα της ασφάλειας. Κάποτε ήμασταν ήσυχοι για κάποια πράγματα. Σπουδάζουμε, άρα... Τώρα δεν υπάρχει «σπουδάζουμε, άρα...». Εκλεισε. Το σύνθημα της παλαιότερης γενιάς ήταν «τα εφόδια». Τώρα, η εγγονή μου πάει στη Φιλολογία. Τι είναι αυτό, είναι εφόδιο; Γιατί δεν αρκεί η καλλιέργεια. Ουδείς έζησε καλλιεργημένος και μόνον! Εζησε και χορτάτος!
– Καθώς ωριμάζετε, εμπιστεύεστε πιο εύκολα ή πιο δύσκολα τους ανθρώπους;
*Οχι, απλώς δεν χρειάζομαι να τους εμπιστευτώ. Ξέρω πόσο δύσκολο είναι να μείνουν οι άνθρωποι σταθεροί στις συμπεριφορές τους. Αντιλαμβάνομαι ότι γνώμονας και ρυθμιστικός παράγων είναι η αστάθεια, γιατί αυτό βοηθάει τον άνθρωπο να ελίσσεται και να επιβιώνει.
– Τι σας ξεκουράζει;
* Με ξεκουράζει πάρα πολύ να αισθανθώ, σπανίως, ότι κάτι που έγραψα είναι πολύ καλό ή καλό. Με ξεκουράζουν πολύ τα εγγόνια μου να τα βλέπω. Διότι χωρίς να το ξέρω και χωρίς να το ξέρουν τους παίρνω νεότητα.
– Τι σας λείπει περισσότερο;
* Δύο πράγματα μου λείπουν. Ας μη φανεί μελοδραματικό το ένα: μου λείπει ο Δημουλάς. Δεν μου λείπει ένας άνδρας ή ένας εραστής. Μου λείπει ο Αθως Δημουλάς. Και μου λείπει πάρα πολύ ο χρόνος. Ο περισσότερος χρόνος να ζήσω. Μόλις πάτησα το ποδαράκι μου στο ωραίο «8», είμαι πανικόβλητη. Ούτε μ’ αρέσει ο θάνατος ούτε θέλω να πεθάνω.
Απόσπασμα από εκτενή συνέντευξη της ποιήτριας
στη δημοσιογράφο Όλγα Σελλά
(Καθημερινή/20-03-2011)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου