Του Μιχάλη Μιχελή
Μια γλώσσα (αραβική), με δυό κύριες διαλέκτους (του Μισίρ κι εκείνη του Μακρέμπ).
Πέντε κράτη (Αίγυπτος, Λιβύη, Τυνησία, Αλγερία Μαρόκο), που τα ενώνει μια θρησκεία και μια κοινή μεσαιωνική πολιτιστική παράδοση.
Καμιά 50αριά φυλές (Βερβερίνων και Τουαρέκ), που απλώνονται σ’ όλη την έκταση της αραβικής Σαχάρας.
Δυό ουσιαστικά τρόποι πολιτικής εξουσίας. Οι στρατιωτικοί που ντύθηκαν πολιτικοί κι ένας βασιλιάς (στο Μαρόκο), που φοβάται ότι θα χάσει το θρόνο του.
Ελ Σααντάουι: «Δεν μπορούμε να αλλάξουμε την εικόνα του Ισλάμ ή του αραβικού κόσμου, αν δεν αλλάξουμε τα πολιτικά μας συστήματα. Οι δικές μας κυβερνήσεις, είναι αυτές που με την τυφλή εξαναγκαστική υποταγή της γυναίκας, ξεφτιλίζουν την εικόνα των χωρών μας ».
Αυτό εν ολίγοις, καθορίζει την αραβική Αφρική, που έζησε χωρισμένη σε τρεις αποικιοκρατικές δυνάμεις (Γαλλία, Ιταλία και Βρετανία) κι είναι σήμερα σε επαναστατικό ίστρο, συγκλονίζοντας κοντά στα 150 εκατομ. κατοίκους, όλης τούτης της απέραντης, νότιας μεσογειακής γειτονιάς μας.
Από το Μασρέγκ (εκεί που ανατέλλει ο ήλιος), μέχρι το Μακρέμπ (εκεί που δύει), η αραβική κοινωνία, πέρα από το κοράνι και την μέντα, που είναι το ελιξήριο της απόλαυσής τους, έχουν ένα ακόμη κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα. Είναι απόλυτα ανδροκρατούμενες κοινωνίες.
Από πολιτικής πλευράς, τα γεγονότα που διαδραματίζονται είναι λίγο πολύ γνωστά. Από κοινωνιολογική όμως οπτική, υπάρχει ένα σημείο, που αξίζει ιδιαίτερης επισήμανσης. Που δίνει το «μυστικό», στην αντοχή του Καντάφι!
Γιατί πέρα από τα όσα του καταμαρτυρούν αυτού του μωροφιλόδοξου ηγέτη, του αλλοπαρμένου Βερβερίνου, που μέθυσε με τα πλούτη του πετρελαίου, ο Λίβυος ηγέτης, καρπώνεται ενός γεγονότος, πολύ σημαντικού για την κοινωνία της χώρας του. Το 60% των γυναικών της Λιβύης, τα τελευταία 40 χρόνια εργάζονται. Δηλαδή έχουν το δικό τους μισθό, πράγμα ασύλληπτο, για την αραβική νοοτροπία, του άνδρα αφέντη. Εκτός αυτού, είναι οι γυναίκες στη χώρα αυτή, οι πιο μορφωμένες και συγκριτικά, οι πιο καλλιεργημένες, απ’ όλες τις άλλες Αράβισσες, από τη Δύση ως την Ανατολή!
Το ζήτημα αυτό λοιπόν, παίζει ένα σημαντικό ρόλο. Στο φόβο των γυναικών, ότι αν αλλάξει το καθεστώς, φοβούνται, ότι μπορεί ν’ αλλάξει και η κοινωνική νοοτροπία προς το χειρότερο.
Το θέμα της εκπαίδευσης των Λίβυων γυναικών, δεν άρχισε επί Καντάφι.
Από τη δεκαετία του 1930, με την Ιταλική κατοχή, είχαν μπει οι βάσεις για την εκμάθηση, μια τέχνης στα κορίτσια. Κυρίως από τις ανοιχτόμυαλες οικογένειες της Ντέρνα και της κοσμοπολίτικης Βεγγάζης, οι μαθήτριες συνέχισαν τις σπουδές τους σε ιταλικά σχολεία, αλλά και σε αραβικά της Αιγύπτου και της Τουρκίας.
Αυτή η μαγιά των πρώτων μορφωμένων γυναικών, έγιναν στη συνέχεια νοσοκόμες , αλλά και δασκάλες της αραβικής κουλτούρας, όταν οργανώθηκε το κράτος της Λιβύης, μετά την ανεξαρτοποίησή του, το 1951. Με το Σύνταγμα του 1962, τα δικαιώματα των γυναικών καθιερώθηκαν, τη στιγμή που τα υπόλοιπα αραβικά κράτη, δεν ήθελαν ούτε καν ν’ ακούσουν μια τέτοια προοπτική στη χώρα τους. Συγκριτικά σημειώνεται, ότι κάποια δικαιώματα των γυναικών στην Αίγυπτο, έγιναν αποδεκτά πριν από 15 χρόνια, ενώ στην Τυνησία και στο Μαρόκο, μόλις πριν 10 χρόνια. (Μέχρι τότε, απαγορεύονταν να έχουν ακόμη κι άδεια οδήγησης, που απαγορεύεται ακόμη στη Σαουδική Αραβία και σε άλλες παρεμφερείς χώρες).
Μπροστά λοιπόν σε όλα αυτά τα πρωτοφανή για τη δική μας νοοτροπία, ο Καντάφι, όχι μόνο τους έδωσε δικαιώματα, αλλά επέβαλλε επί πλέον την υποχρεωτική εκπαίδευση μέχρι τα 16 χρόνια. Μάλιστα επέτρεψε να κυκλοφορεί στη Λιβύη και το αντισυλληπτικό χάπι! ( Γι’ αυτό κι είναι μόλις 6 εκατομ. σε σχέση με τα πολλαπλάσια διπλανά κράτη).
Φυσικά αυτό δεν έγινε ανώδυνα. Η νοοτροπία του θρησκευτικού κατεστημένου και της ανδροκρατούμενης κοινωνίας, στραβοκατάπιε σ’ αυτό χαΐρι και όπου ήταν δυνατόν, επέβαλε με το ζόρι τη δικιά του θέληση. Μαντίλα και πολλά παιδιά. Όμως για τις τολμηρές, ό νόμος ήταν με το μέρος τους. Γι’ αυτό και βρήκαν εύκολο δρόμο την απελευθέρωση μέσω της στράτευσης. Όποια επέστρεφε στο χωριό, έχοντας υπηρετήσει στις Ένοπλες Δυνάμεις και στη Αστυνομία, είχε άλλο τουπέ στην τοπική κοινωνία!
Σήμερα π.χ. στη Βεγγάζη, οι γυναίκες είναι οι περισσότερες στα Πανεπιστήμια, ενώ είναι περίπου οι μισές στις δικαστικές θέσεις. Στα νοσοκομεία, στις κρατικές υπηρεσίες και στην κοινωνική μέριμνα, οι γυναίκες είναι περισσότερες, ενώ οι άνδρες ασχολούνται με το εμπόριο και τις πετρελαϊκές επιχειρήσεις.
Απέναντι σ’ αυτή την κατάσταση, στη διπλανή Αίγυπτο, η ογδοντάχρονη Αιγύπτια συγγραφέας Ναουάλ Ελ Σααντάουι, γνωστή και ως «νονά του αιγυπτιακού φεμινισμού», δίνει τιτάνιο αγώνα για να εισακουστούν τα δικαιώματα των γυναικών. «Το αίµα των γυναικών που σκοτώθηκαν στην επανάσταση είναι ακόµη νωπό κι αισθανόσαστε προδομένες», δηλώνει στην εφημερίδα «EL Pais», την «Ηµέρα της Γυναίκας», όταν επαναστάτες (που ανέτρεψαν το καθεστώς του Μουμπάρακ), επιτέθηκαν σε γυναίκες στην πλατεία Ταχρίρ, που διαδήλωναν για τα δικαιώµατά τους, λέγοντάς τους, να γυρίσουν στην κουζίνα τους!
Φυσικά, όλα αυτά είναι βούτυρο, για το ψωμί του Καντάφι. Είναι η πιο καλή δικαιολογία, ότι αν φύγω εγώ, θα έρθουν οι φονταμενταλιστές και τότε θα δείτε, τι είχατε και τι χάσατε.
Όμως όλη αυτή η ιστορία, με τους ατέλειωτους σκοτωμούς που έχει προκαλέσει, πετιέται εις βάρος του ένα μπούμερανγκ. Οι χήρες, οι μάνες που έχασαν τα παιδιά τους, ο πόνος γίνεται θανατερό μίσος, εις βάρος εκείνου, που του ήταν κάποτε ευγνώμονες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου